Η αγγειογραφία, μια τεχνική που επιτρέπει στους γιατρούς να «δουν» τις αρτηρίες της καρδιάς, μπορεί να πραγματοποιηθεί με δύο τρόπους. Ο πρώτος, ο οποίος ονομάζεται επεμβατική στεφανιογραφία (ICA), χρησιμοποιείται εδώ και περισσότερο από μισό αιώνα. Περιλαμβάνει την έσοδο ενός λεπτού σωλήνα (καθετήρα) σε μια αρτηρία του ποδιού ή του χεριού, την προώθησή του έως την καρδιά και την έγχυση μιας ειδικής σκιαγραφικής ουσίας, η οποία είναι ορατή στην ακτινογραφία. Στην εξέταση αυτή μπορεί να υπάρξουν κάποιες σπάνιες αλλά προς στιγμήν σοβαρές επιπλοκές, όπως αιμορραγία στο σημείο εισαγωγής του καθετήρα ή τραυματισμός της αρτηρίας.
Ο δεύτερος, η αξονική αγγειογραφία καρδιάς (CCTA), αναπτύχθηκε πριν από σχεδόν 25 χρόνια. Η εξέταση αυτή δεν απαιτεί καθετήρα. Η ειδική σκιαγραφική ουσία εγχέεται σε μια φλέβα στον βραχίονα ή στην άκρα χείρα. Αντί για τις τυπικές ακτίνες Χ που χρησιμοποιούνται στην ICA, στη νεότερη εξέταση χρησιμοποιείται αξονικός τομογράφος, που λαμβάνει πολλές, γρήγορες ακτινογραφίες οι οποίες «συγχωνεύονται» προκειμένου να δημιουργηθεί μια λεπτομερής, τρισδιάστατη απεικόνιση των αρτηριών της καρδιάς.
Στις ΗΠΑ, η CCTA δεν χρησιμοποιείται τόσο ευρέως όσο σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες πρωτοπορούν στην υιοθέτηση αυτής της νεότερης διαγνωστικής τεχνικής. Αυτό ωστόσο είναι κάτι που μπορεί να αλλάξει. Πέρυσι, οι κατευθυντήριες οδηγίες των εμπειρογνωμόνων της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας και του Αμερικανικού Κολεγίου Καρδιολογίας συνέστησαν τη CCTA ως την πρώτη διαγνωστική επιλογή για ορισμένα άτομα χωρίς γνωστή στεφανιαία νόσο, τα οποία έχουν σταθερή στηθάγχη (παροδικό θωρακικό άλγος που εμφανίζεται με προβλέψιμο τρόπο στη διάρκεια δραστηριότητας ή συναισθηματικού στρες).
Ποιος μπορεί να ωφεληθεί;
«Η CCTA είναι χρήσιμη στην αξιολόγηση ατόμων με θωρακικό άλγος (πόνο στο στήθος) και με ενδιάμεσο κίνδυνο στεφανιαίας νόσου, στα οποία οι πιθανότητες να έχουν ή να μην έχουν τη νόσο είναι περίπου ίσες», δηλώνει ο καρδιολόγος δρ Joseph Loscalzo, πρόεδρος του Τμήματος Ιατρικής στο συνεργαζόμενο με το Χάρβαρντ Brigham and Women’s Hospital. Για τα άτομα με υψηλότερο κίνδυνο, η ICA μπορεί να είναι πιο κατάλληλη από τη CCTA. Αυτό συμβαίνει γιατί, εάν η εξέταση αποκαλύψει μια αρτηρία με σοβαρή στένωση από αθηρωματική πλάκα, ο καρδιολόγος μπορεί συγχρόνως να διανοίξει την αρτηρία με ένα stent (ένα μικροσκοπικό πλέγμα). Για τα άτομα με χαμηλότερο κίνδυνο, οι κατευθυντήριες οδηγίες συνιστούν παράκαμψη της εξέτασης και μεγαλύτερη εστίαση στον έλεγχο του βάρους, της αρτηριακής πίεσης και της χοληστερόλης.
Ποιος θεωρείται ότι βρίσκεται σε «ενδιάμεσο» κίνδυνο; Θα μπορούσε να είναι μια γυναίκα 70-75 ετών η οποία είναι υπέρβαρη και έχει αυξημένη χοληστερόλη και υψηλή αρτηριακή πίεση. Εάν αρχίσει να παρατηρεί πόνο στον θώρακα στη διάρκεια άσκησης (όταν ανεβαίνει σκάλες, για παράδειγμα), η CCTA αποτελεί έναν γρήγορο και αποτελεσματικό τρόπο ελέγχου τού κατά πόσο οι στεφανιαίες αρτηρίες της είναι καθαρές – ή περιλαμβάνουν περιοχές με ενδεχομένως ανησυχητική αθηρωματική πλάκα.

Ελπίδες και περιορισμοί
Πρόσφατη μελέτη δείχνει ότι η CCTA είναι λιγότερο επικίνδυνη, αλλά εξίσου αποτελεσματική με την ICA (βλ. «Αγγειογραφία: παλαιά έναντι νέας»). Ο δρ Loscalzo, ο οποίος έγραψε ένα κύριο άρθρο γνώμης σχετικά με τη μελέτη, επισημαίνει ότι περίπου 60% των εξετάσεων ICA δεν αποκαλύπτουν ενδείξεις επικίνδυνης πλάκας. Αυτό σημαίνει ότι πολλά άτομα χωρίς σημαντική καρδιοπάθεια υποβάλλονται στον χαμηλό μεν, αλλά υπαρκτό κίνδυνο επιπλοκών της ICA. Η CCTA είναι μια ελπιδοφόρος εναλλακτική λύση, αλλά δεν είναι τέλεια. Ορισμένες φορές, οι αρτηρίες εμφανίζουν ενίοτε περίεργη συστροφή, η οποία ενδέχεται είτε να καλύπτει (αποκρύπτει) μια υπάρχουσα απόφραξη είτε να παραπέμπει ψευδώς σε μια απόφραξη που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει, εξηγεί ο δρ Loscalzo.
Ακριβώς όπως έχουν εξελιχθεί οι τεχνολογίες για τη διάγνωση της καρδιοπάθειας, έτσι έχει εξελιχθεί και η τυπική καρδιακή προσβολή. Σήμερα, λιγότερες καρδιακές προσβολές προκαλούνται από μεγάλες, ογκώδεις αθηρωματικές πλάκες που φράσσουν τις αρτηρίες της καρδιάς. Αυτά τα συχνά θανατηφόρα επεισόδια ήταν συχνότερα πριν από δεκαετίες, πριν διαδοθεί η χρήση των φαρμάκων για την αντιμετώπιση της υψηλής χοληστερόλης και της υψηλής αρτηριακής πίεσης. Σήμερα, οι περισσότερες καρδιακές προσβολές προκαλούνται όταν οι αθηρωματικές πλάκες υφίστανται ρήξη (σπάνε), με αποτέλεσμα να απελευθερώνονται χημικές ουσίες και να πυροδοτείται η δημιουργία θρόμβων που φράσσουν τις αρτηρίες. «Αυτό που χρειαζόμαστε στην πραγματικότητα είναι μια εξέταση που να μπορεί να πει κατά πόσο έχετε μία από αυτές τις λεγόμενες εύθραυστες αθηρωματικές πλάκες. Αυτό είναι το “Άγιο Δισκοπότηρο” της καρδιολογίας εδώ και πολλά χρόνια», δηλώνει ο δρ Loscalzo.
Στο μεταξύ, αν έχετε σταθερή στηθάγχη και ο γιατρός σας προτείνει ICA, ρωτήστε μήπως η CCTA θα μπορούσε να αποτελεί μια εναλλακτική λύση. Ωστόσο, θα πρέπει να γνωρίζετε ότι οι εξετάσεις αυτές δεν είναι ευρέως διαθέσιμες, παρά μόνο σε μεγάλα ακαδημαϊκά ή ιδιωτικά ιατρικά κέντρα. Και μην ξεχνάτε την καταξιωμένη από τον χρόνο μέθοδο της εστίασης στην υγιεινή διατροφή, στην τακτική άσκηση, στη διαχείριση του στρες και στα φάρμακα που μειώνουν τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου, καταλήγει ο δρ Loscalzo.

Αγγειογραφία: παλαιά έναντι νέας
Ομάδα Ευρωπαίων ερευνητών συνέκρινε την ICA και τη CCTA για τον καθορισμό της θεραπείας σε άτομα με σταθερή στηθάγχη (βλ. το κυρίως άρθρο). Δείτε μια περίληψη των ευρημάτων τους, τα οποία δημοσιεύθηκαν στις 28 Απριλίου 2022 στο The New England Journal of Medicine.
Ποιος: 3.561 άτομα (56% γυναίκες) ηλικίας 30 ετών και άνω, από 16 ευρωπαϊκές χώρες. Όλοι είχαν ενδιάμεσο κίνδυνο για καρδιοπάθεια και σταθερή στηθάγχη και τους είχε συσταθεί να υποβληθούν σε ICA.
Πώς: Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν με τυχαίο τρόπο σε δύο ομάδες, έτσι ώστε να λάβουν ICA ή CCTA. Σε εκείνους που διαπιστώθηκε καρδιοπάθεια, αντιμετωπίστηκε με φάρμακα ή επεμβάσεις, σύμφωνα με τις τρέχουσες κατευθυντήριες οδηγίες.
Πότε: Οι ερευνητές παρακολούθησαν τα καρδιολογικά προβλήματα των συμμετεχόντων για 3½ χρόνια.
Κύρια ευρήματα: Τα ποσοστά καρδιακής προσβολής, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και θανάτου από καρδιαγγειακή νόσο ήταν παρόμοια στις δύο ομάδες. Ωστόσο, η ομάδα της CCTA είχε χαμηλότερο κίνδυνο επιπλοκών λόγω της διαδικασίας της εξέτασης.

