Συγκριτικά με άλλα καρδιολογικά προβλήματα, οι λοιμώξεις της καρδιάς είναι ασυνήθιστες. Μερικές φορές όμως προκαλούν φλεγμονή που μπορεί να προκαλέσει σημαντική βλάβη στην καρδιά, και αυτός είναι ο λόγος που πρέπει να γνωρίζετε τους κινδύνους και τα συμπτώματα.
«Οι λοιμώξεις μπορεί να ξεκινήσουν από διαφορετικά σημεία του σώματος – το στόμα, τους πνεύμονες ή το γαστρεντερικό σύστημα. Είναι όμως δυνατό να προσβάλλουν και την καρδιά μέσω της κυκλοφορίας του αίματος», εξηγεί ο δρ Dale Adler, καρδιολόγος στο συνεργαζόμενο με το Χάρβαρντ Brigham and Women’s Hospital.
Ορισμένοι ιοί –μεταξύ των οποίων ο SARS-CoV-2, ο οποίος προκαλεί τη νόσο COVID-19– μπορεί να μολύνουν απευθείας το μυοκάρδιο και τα αιμοφόρα αγγεία της καρδιάς, να επηρεάσουν τους βασικούς μηχανισμούς των κυττάρων και να προκαλέσουν καταστροφική φλεγμονή, προσθέτει.
Εκτός από τις λοιμώξεις, υπάρχουν κι άλλες ασθένειες ή ιατρικές επεμβάσεις που είναι δυνατό να προκαλέσουν φλεγμονή σε διάφορες περιοχές της καρδιάς.
Τρεις είναι οι κύριες κατηγορίες φλεγμονής της καρδιάς, ταξινομημένες ανάλογα με το σημείο όπου εντοπίζονται. Ακολουθεί μια σύνοψη των συνηθέστερων αιτίων και συμπτωμάτων της καθεμιάς, καθώς και άλλες χρήσιμες πληροφορίες.
Περικαρδίτιδα
Η περικαρδίτιδα είναι φλεγμονή και ερεθισμός του περικαρδίου, του προστατευτικού, διπλού υμένα που περιβάλλει την καρδιά. Τις περισσότερες φορές, η περικαρδίτιδα προκαλείται από μια ιογενή λοίμωξη, μπορεί όμως να προκληθεί και από άλλους τύπους λοιμώξεων ή ασθενειών, από ακτινοθεραπεία για καρκίνο ή ως αντίδραση σε φάρμακα.
Οι επιπλοκές από επέμβαση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης (bypass) ή μια καρδιακή προσβολή είναι άλλοι παράγοντες που μπορεί να προκαλέσουν περικαρδίτιδα.
Το κλασικό σύμπτωμα είναι ένας οξύς πόνος στο μέσον ή στην αριστερή πλευρά του θώρακα. «Ο πόνος συχνά χειροτερεύει εάν πάρετε βαθιά αναπνοή ή ξαπλώσετε, καθώς και οι δύο αυτές ενέργειες προκαλούν διάταση του περικαρδίου», λέει ο δρ Adler.
Άλλα πιθανά συμπτώματα είναι πυρετός, αδυναμία, μυϊκοί πόνοι και αίσθημα κόπωσης. Τις περισσότερες φορές τα συμπτώματα της περικαρδίτιδας υποχωρούν μέσα σε λίγες εβδομάδες ή και λιγότερο, με τη βοήθεια αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, όπως η ιβουπροφαίνη, και του συνταγογραφούμενου φαρμάκου κολχικίνη, ενός φαρμάκου που χρησιμοποιείται εδώ και πολλά χρόνια στην αντιμετώπιση της ουρικής αρθρίτιδας.
Μυοκαρδίτιδα
Η μυοκαρδίτιδα είναι φλεγμονή στο μεσαίο τμήμα –το μυϊκό– του τοιχώματος της καρδιάς. Τα περισσότερα περιστατικά προέρχονται από λοίμωξη, συνήθως από έναν ιό που προσβάλλει το στομάχι ή προκαλεί κοινό κρυολόγημα. Η ήπια μυοκαρδίτιδα μπορεί να περάσει απαρατήρητη, αλλά σοβαρά, αιφνίδια περιστατικά είναι δυνατό να προκαλέσουν σοβαρή καρδιακή ανεπάρκεια και διαταραχές του καρδιακού ρυθμού.
Ωστόσο, αυτή η σπάνια πάθηση είναι συχνά δύσκολο να διαγνωστεί. «Η μυοκαρδίτιδα είναι γνωστή ως ο μεγάλος μίμος, καθώς μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα παρόμοια με αυτά της καρδιακής προσβολής, όπως στηθάγχη και δύσπνοια», λέει ο δρ Adler. Το να γνωρίζουμε εάν ένα άτομο πέρασε γρίπη ή άλλη λοίμωξη τις τελευταίες εβδομάδες αποτελεί σημαντική ένδειξη, προσθέτει.
Οι συνήθεις εξετάσεις όπως το ηλεκτροκαρδιογράφημα δεν μπορούν πάντοτε να ξεχωρίσουν τη μυοκαρδίτιδα από μια καρδιακή προσβολή, αλλά μια μαγνητική τομογραφία (MRI) μπορεί να αποκαλύψει περιοχές φλεγμονής. Η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει φάρμακα που βελτιώνουν την ικανότητα της καρδιάς να λειτουργεί ως αντλία ή διορθώνουν τον μη φυσιολογικό καρδιακό ρυθμό. Ορισμένοι καταλήγουν να χρειάζονται εμφυτεύσιμες συσκευές προκειμένου να αντιμετωπίσουν αυτές τις επιπλοκές.
Ενδοκαρδίτιδα
Η ενδοκαρδίτιδα είναι μια λοίμωξη της εσωτερικής μεμβράνης της καρδιάς (του ενδοκαρδίου) είτε μίας ή περισσότερων βαλβίδων της καρδιάς. Συνήθως προκαλείται από βακτήρια που εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος και εγκαθίστανται στο ενδοκάρδιο ή στις βαλβίδες, ειδικότερα σε βαλβίδες που ήδη «νοσούν» ή έχουν κάποια βλάβη. «Ξένα υλικά που βρίσκονται στον οργανισμό, όπως μια τεχνητή βαλβίδα της καρδιάς ή ένας βηματοδότης, δεν μπορούν να αναπτύξουν ανοσολογική απόκριση. Έτσι, βακτήρια που κυκλοφορούν μέσω του αίματος θα έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να πολλαπλασιαστούν σε αυτές τις επιφάνειες», εξηγεί ο δρ Adler.
Ο μικροοργανισμός μπορεί να εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος μέσω εκδορών στο δέρμα ή μέσω ενός βλεννογόνου. Αυτό μπορεί να συμβεί κατά τη διάρκεια οδοντιατρικών, διαγνωστικών ή χειρουργικών επεμβάσεων ή με την ενδοφλέβια χρήση ουσιών. Οι κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας συμβουλεύουν τα άτομα που αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο ενδοκαρδίτιδας να λαμβάνουν αντιβιοτικά πριν από οδοντιατρικές, χειρουργικές ή άλλες επεμβατικές διαδικασίες. Σε αυτούς περιλαμβάνονται όσοι/όσες:
❱ Eχουν σοβαρή βαλβιδοπάθεια.
❱ Eχουν υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση για επιδιόρθωση ή αντικατάσταση βαλβίδας.
❱ Είχαν στο παρελθόν λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα.
❱ Eχουν ορισμένες συγγενείς ανωμαλίες της καρδιάς, ακόμη κι αν το έλλειμμα έχει αποκατασταθεί.
Τα συμπτώματα της ενδοκαρδίτιδας περιλαμβάνουν πυρετό, ρίγη, νυχτερινή εφίδρωση και δύσπνοια. Ορισμένα άτομα εμφανίζουν είτε ένα νέο καρδιακό φύσημα είτε μια μεταβολή σε ένα υπάρχον φύσημα. Η βλάβη σε μια βαλβίδα της καρδιάς μπορεί να οδηγήσει σε αρρυθμίες ή σε καρδιακή ανεπάρκεια, και η βαλβίδα μπορεί να χρειαστεί να αντικατασταθεί χειρουργικά. Η ενδοκαρδίτιδα μπορεί επίσης να προκαλέσει μικρούς θρόμβους οι οποίοι ταξιδεύουν σε άλλα μέρη του σώματος, όπως στον εγκέφαλο, στα πόδια, στα χέρια ή στον γαστρεντερικό σωλήνα.
Η θεραπεία συνήθως περιλαμβάνει ενδοφλέβια αντιβιοτικά σε υψηλές δόσεις για τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες και μερικές φορές για μεγαλύτερο διάστημα.

