Ο Αλέξανδρος Φραντζής του Ινστιτούτου Κητολογικών Ερευνών «Πέλαγος» έχει αναπτύξει μία, όπως λέει ο ίδιος στην «Κ», προσωπική σχέση με τα κητώδη της Ελληνικής Τάφρου. Και πώς αλλιώς, αφού μελετάει τους φυσητήρες των εγχώριων υδάτων μας εδώ και 27 ολόκληρα χρόνια.

«Η δική μας σχέση με τους φυσητήρες της Ελληνικής Τάφρου είναι πολύ “προσωπική”, δεδομένου ότι γνωρίσαμε περίπου 250 φυσητήρες στα 27 χρόνια που μελετάμε τον πληθυσμό τους. Πολλοί από αυτούς έχουν πεθάνει, αλλά ως άτομα τους παρακολουθούμε σε “προσωπικό” επίπεδο, με την έννοια της ενηλικίωσης, της απόκτησης απογόνων, της αλλαγής κοινωνικής ομάδας κ.λπ.» μας αφηγείται.
Το φωτογραφικό πορτρέτο των φυσητήρων
Ο Αλέξανδρος Φραντζής, μάλιστα, εξηγεί ότι, μέσω των μεθόδων που εφαρμόζουν, συνθέτουν ένα φωτογραφικό πορτρέτο κάθε φυσητήρα που διαβιοί στα ελληνικά ύδατα, που τους καθιστά ατομικά αναγνωρίσιμους. «Η παρακολούθηση που κάνουμε γίνεται κυρίως μέσω της μεθόδου της φωτο-ταυτοποίησης. Δηλαδή της αβλαβούς φωτογράφισης των χαρακτηριστικών κάθε ατόμου φυσητήρα. Τα σχετικά δεδομένα καταχωρίζονται σε μια βάση δεδομένων φωτο-ταυτοποίησης, που μας επιτρέπει να παρακολουθούμε, μεταξύ άλλων, την επιβίωση, τη μετακίνηση, την απόκτηση απογόνων, την ενηλικίωση συγκεκριμένων ατόμων», περιγράφει ο επικεφαλής του «Πελάγους».

Ολα αυτά τα χρόνια, ο «άγιος των κητωδών», όπως έχει κατά καιρούς χαρακτηριστεί, έχει κάνει πλείστες όσες παρατηρήσεις για τους φυσητήρες της Ελληνικής Τάφρου. Ετσι, ο ίδιος και η ομάδα του έχουν παρατηρήσει και μπορούν να πουν με βεβαιότητα ότι «οι φυσητήρες της Ελληνικής Τάφρου συνεχίζουν τις τελευταίες τρεις δεκαετίες να μετακινούνται νομαδικά κατά μήκος της τάφρου τόσο για τη διατροφή τους όσο και για την αναπαραγωγή τους. Σε ό,τι αφορά, δε, τα θηλυκά άτομα, ο βαθμός παραμονής τους στην περιοχή είναι σχεδόν σίγουρα ισόβιος», όπως μας εξηγεί ο Αλέξανδρος Φραντζής.
Τα σχετικά δεδομένα καταχωρίζονται σε μια βάση δεδομένων φωτο-ταυτοποίησης, που μας επιτρέπει να παρακολουθούμε, μεταξύ άλλων, την επιβίωση, τη μετακίνηση, την απόκτηση απογόνων και την ενηλικίωση συγκεκριμένων ατόμων.
Ταυτόχρονα, όμως, οι επιστήμονες του «Πελάγους» έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι στις θάλασσές μας «η μεγαλύτερη απειλή για τους φυσητήρες είναι οι συγκρούσεις με τα μεγάλα διερχόμενα πλοία. Οι επόμενες σε σημαντικότητα απειλές είναι ο θόρυβος από τα διερχόμενα πλοία και τις σεισμικές έρευνες ή τις στρατιωτικές ασκήσεις με σόναρ, η κατάποση μακρο-πλαστικών και η πιθανή εξόντωση της τροφής τους (μεσο- και βαθυ-πελαγικά καλαμάρια) από σεισμικές έρευνες».
Δεν είναι, λοιπόν, διόλου τυχαίου που το Ινστιτούτο Κητολογικών Μελετών «Πέλαγος» είναι ένας από τους θεμελιώδεις πυλώνες του προγράμματος SAvE Whales, σε συνεργασία με την OceanCare, το Ινστιτούτο Υπολογιστικών Μαθηματικών του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Ερευνας και το Green Tank – και όλα αυτά υπό την αιγίδα του υπουργείου Περιβάλλοντος. Το πρόγραμμα αποσκοπεί στην αποφυγή των συγκρούσεων φυσητήρων με διερχόμενα πλοία στο Στενό των Κυθήρων μέσω ανίχνευσης των φυσητήρων και έγκαιρης προειδοποίησης των πλοίων που εισέρχονται στην περιοχή.
Οι επεμβατικές μέθοδοι που πληγώνουν τους φυσητήρες
«Η τοποθέτηση αισθητήρων με πομπούς στο σώμα των κητωδών είναι επεμβατική και βλαπτική μέθοδος για τα ζώα, και θα πρέπει να απαγορευθεί στην Ελλάδα, με κάποιες πολύ συγκεκριμένες εξαιρέσεις. Υπάρχουν αισθητήρες που τοποθετούνται είτε με βεντούζες, που μένουν κολλημένες για λίγες ώρες ή ελάχιστες ημέρες, είτε με καμάκια που διεισδύουν στο σώμα των κητωδών αρκετά εκατοστά και διατηρούνται για διαστήματα μηνών. Αυτή η δεύτερη κατηγορία είναι απαράδεκτη μέθοδος για τους φυσητήρες και τα κητώδη γενικότερα. Εκτός από τον τρόμο που προκαλούν, έχουμε λοιπόν και πόνο και επιπλέον έχουν υπάρξει περιστατικά θανάτου μεγάλων κητωδών, λόγω μόλυνσης της πληγής που οδήγησε σε πλήρη κατάρρευση του οργανισμού τους», σύμφωνα με τον Αλέξανδρο Φραντζή.
Ο ίδιος περιγράφει ότι θα ήταν αδιανόητο για τον ίδιο και τους συνεργάτες του να τρομάξουν, να πληγώσουν ή προκαλέσουν πόνο σε οποιαδήποτε κητώδες, με πρόσχημα μια επιστημονική μελέτη. «Ο μόνος λόγος που θα δεχόμασταν κάτι τέτοιο θα ήταν αν δεν μπορούσε να γίνει απολύτως τίποτε άλλο για τη σωτηρία τους και η ενόχληση και ο πόνος ενός πολύ μικρού αριθμού ατόμων οδηγούσαν τελικά, μέσω επιστημονικών αποτελεσμάτων, στην ουσιαστική προστασία και σωτηρία του πληθυσμού τους», συμπληρώνει απευθύνοντας έκκληση να μη χρησιμοποιούνται αισθητήρες πάνω σε κητώδη στις ελληνικές θάλασσες, «τουλάχιστον όχι αυτοί που μπαίνουν με υποδόρια καμάκια».
Η ζωτική σημασία της Ελληνικής Τάφρου

«Το σύνολο της Ελληνικής Τάφρου αποτελεί το κρίσιμο ενδιαίτημα του πληθυσμού των φυσητήρων της Ανατολικής Μεσογείου (τόσο ως πεδίο διατροφής όσο και αναπαραγωγής)», εξηγεί ο Αλέξανδρος Φραντζής.
«Οι φυσητήρες και τα κητώδη γενικότερα ζουν σε μια περιοχή επειδή μπορεί να τους παρέχει αρκετή τροφή για την επιβίωση και τον κύκλο ζωής τους. Δεν μπορούν να την εγκαταλείψουν αν κάποιες συνθήκες περιβάλλοντος επιδεινωθούν, ακόμα κι αν αυτό οδηγεί σε υποβάθμιση της υγείας τους (π.χ., ρύπανση, θόρυβος) ή κίνδυνο θανάτου (π.χ., συγκρούσεις). Αν φύγουν, δεν θα μπορούν να τραφούν ικανοποιητικά, οπότε θα υποσιτίζονται και θα καταρρεύσει ο πληθυσμός τους», σύμφωνα με την περιγραφή του Αλέξανδρου Φραντζή.
Οι φυσητήρες και τα κητώδη γενικότερα ζουν σε μια περιοχή επειδή μπορεί να τους παρέχει αρκετή τροφή για την επιβίωση και τον κύκλο ζωής τους. Δεν μπορούν να την εγκαταλείψουν αν κάποιες συνθήκες περιβάλλοντος επιδεινωθούν, ακόμα κι αν αυτό οδηγεί σε υποβάθμιση της υγείας τους ή κίνδυνο θανάτου.
Εξ ου, λοιπόν, και το πρότζεκτ SAvE Whales έχει επενδύσει τις δυνάμεις του στη διάσωση, ενώ ταυτόχρονα προτείνει λύσεις άμεσης προστασίας των φυσητήρων. Αξίζει, βεβαίως, να σημειωθεί ότι στη φαρέτρα των επιστημόνων υπάρχουν… καλά προηγούμενα, τα οποία βοηθούν στην αναβάθμιση του υπάρχοντος συστήματος των ακουστικών σταθμών με τα υδρόφωνα.
Τα… καλά προηγούμενα
Σύμφωνα με τον Μανόλη Σκαρσουλή του Ινστιτούτου Υπολογιστικών Μαθηματικών του ΙΤΕ, στο προηγούμενο πιλοτικό πρόγραμμα SAvE Whales την περίοδο 2019-22 «αναπτύξαμε τις μεθόδους ανίχνευσης και εντοπισμού, το κέντρο λήψης και ανάλυσης στο Ηράκλειο και, παρότι δεν ήταν στον αρχικό σχεδιασμό, αναπτύξαμε και τα όργανα, δηλαδή τους ακουστικούς σταθμούς που ποντίσαμε στο πεδίο (ΝΔ της Κρήτης, ανοιχτά της Σούγιας). Το αποτέλεσμα ήταν η ανάπτυξη ενός πιλοτικού ακουστικού παρατηρητηρίου πραγματικού χρόνου καθώς οι εγκατεστημένοι ακουστικοί σταθμοί μετέδιδαν τις καταγραφές τους στο κέντρο ανάλυσης και τα αποτελέσματα τόσο της ανίχνευσης όσο και του εντοπισμού ήταν διαθέσιμα μερικά δευτερόλεπτα μετά τη λήψη. Το σύστημα αυτό λειτούργησε με επιτυχία για τρεις μήνες το καλοκαίρι του 2020 και άλλους τρεις μήνες το καλοκαίρι του 2021 και τα αποτελέσματα επιβεβαιώθηκαν πλήρως από τις επιτόπιες παρατηρήσεις του Ινστιτούτου Κητολογικών Ερευνών Πέλαγος».
Μάλιστα, οι κώδικες ανίχνευσης και εντοπισμού βασίζονται σε μεθόδους που έχουν αναπτυχθεί από το ΙΤΕ και βασίζονται στη μαθηματική μοντελοποίηση της πολύδρομης ακουστικής διάδοσης σε θαλάσσιους κυματοδηγούς, σύμφωνα με όσα μας μεταφέρει ο Μανόλης Σκαρσουλής.
Από τη δοκιμή στην εφαρμογή
Το πρόγραμμα SAvE Whales στοχεύει, βασισμένο στις καλές πρακτικές που έχουν εφαρμοστεί από το ΙΤΕ, στην τοποθέτηση τουλάχιστον τριών αισθητήρων στο Στενό των Κυθήρων. «Εχουμε ήδη δείξει ότι γίνεται», λέει ο Μανόλης Σκαρσουλής του Ινστιτούτου Υπολογιστικών Μαθηματικών του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Ερευνας.
Το πρόγραμμα SAvE Whales στοχεύει, βασισμένο στις καλές πρακτικές που έχουν εφαρμοστεί από το ΙΤΕ, στην τοποθέτηση τουλάχιστον τριών αισθητήρων στο Στενό των Κυθήρων.
Ετσι, τον περασμένο Ιούλιο η ομάδα του «Πελάγους» υπό τον Αλέξανδρο Φραντζή προέβη σε παρατήρηση των φυσητήρων στο Στενό των Κυθήρων, με το ΙΤΕ να έχει ήδη θέσει σε λειτουργία τρεις πιλοτικούς ακουστικούς σταθμούς στα ΝΔ της Κρήτης και έχει βυθίσει επί τρεις εβδομάδες αυτοκαταγραφικό ήχου στο Ταίναρο.

Ολες αυτές οι δοκιμές –που χαρακτηρίστηκαν επιτυχείς– θα αποτελέσουν βάση εργασίας για την ανάπτυξη, σε πρώτη φάση, τριών νέων σταθμών στο Στενό των Κυθήρων.
Τι θα περιλαμβάνουν οι σταθμοί
Στο πιλοτικό πρόγραμμα SAvE Whales αναπτύχθηκαν από το ΙΤΕ τρεις ενεργειακά αυτόνομοι ακουστικοί σταθμοί με ενσωματωμένο GPS και επεξεργαστή.
«Οι αισθητήρες είναι κατά κύριο λόγο υδρόφωνα και βρίσκονται στους ακουστικούς σταθμούς μακριά από τα ζώα. Η ακουστική ανίχνευση των κλικ –των ήχων που εκπέμπουν οι φυσητήρες όταν βρίσκονται σε κατάδυση και που ουσιαστικά υποκαθιστούν την όραση δεδομένου ότι στα βάθη των 1.000 μέτρων, στα οποία καταδύονται, επικρατεί απόλυτο σκοτάδι– έχει τυπική εμβέλεια περί τα 20 χιλιόμετρα, ενώ ο εντοπισμός των φυσητήρων είναι δυνατός μέχρι τα 8-10 χιλιόμετρα, ανάλογα και με τις συνθήκες θορύβου και ακουστικής διάδοσης, αλλά και τις θέσεις των υδροφώνων», όπως μας εξηγεί ο Μανόλης Σκαρσουλής από το ΙΤΕ, ο οποίος συντόνισε την ανάπτυξη του ακουστικού παρατηρητηρίου.
«Στο πρόγραμμα SAvE Whales αυτούς τους ήχους αξιοποιούμε για την ανίχνευση και τον εντοπισμό των φυσητήρων. Τα συστήματα που αναπτύσσουμε δεν παράγουν ήχο και είναι μη επεμβατικά, καθώς βασίζονται στην ακρόαση και ανάλυση των ήχων που οι ίδιοι οι φυσητήρες παράγουν, χωρίς να επηρεάζουν ή να ενοχλούν τα ζώα, σε αντίθεση με τις επεμβατικές μεθόδους», συμπληρώνει ο ίδιος.
Η συλλογή και η επεξεργασία των δεδομένων
Στο πιλοτικό πρόγραμμα SAvE Whales το καλοκαίρι του 2020 και 2021, για συνολικά έξι μήνες, οι ακουστικοί σταθμοί από τη ΝΔ Κρήτη έστελναν τις καταγραφές τους στο ΙΤΕ για περαιτέρω επεξεργασία και ανάλυση, ανίχνευση και εντοπισμό. Στο προβλεπόμενο σύστημα στο Στενό των Κυθήρων ο στόχος είναι να ανιχνεύεται η παρουσία των ζώων 365 μέρες τον χρόνο, 24 ώρες τη μέρα, υπό οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες, και να αποστέλλεται έγκαιρη προειδοποίηση στα διερχόμενα πλοία, προτού εισέλθουν στην περιοχή, ώστε να έχουν τη δυνατότητα –αν και όχι ακόμη τη νομική υποχρέωση– να αναδιαμορφώνουν την πορεία τους, ώστε να προστατευτούν τα ζώα.

Σε αυτό το πλαίσιο, τα βασικά δεδομένα που συλλέγονται είναι οι ήχοι που καταγράφουν τα υδρόφωνα. «Αρκεί ένα υδρόφωνο για να εντοπίσουμε την παρουσία φυσητήρων, αλλά για να προσδιορίσουμε τη θέση τους χρειάζονται τουλάχιστον τρία υδρόφωνα, τοποθετημένα μακριά το ένα από το άλλο και αρκετά πρόσθετα δεδομένα σε συνδυασμό με σύνθετες μεθόδους ανάλυσης», περιγράφει ο Μανόλης Σκαρσουλής.
Αρκεί ένα υδρόφωνο για να εντοπίσουμε την παρουσία φυσητήρων, αλλά για να προσδιορίσουμε τη θέση τους χρειάζονται τουλάχιστον τρία υδρόφωνα, τοποθετημένα μακριά το ένα από το άλλο.
Οπως λέει ο ίδιος, στην περίπτωση αυτή είναι απαραίτητες οι πληροφορίες για τις ακριβείς θέσεις (μέσω GPS) και τα βάθη των υδροφώνων, καθώς και ο απόλυτος συγχρονισμός των σταθμών σε επίπεδο κλάσματος του χιλιοστού του δευτερολέπτου. Παράλληλα, πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν η κατανομή της θερμοκρασίας στη θάλασσα, που επηρεάζει τη διαδρομή των ηχητικών κυμάτων. «Οι μέθοδοι εντοπισμού βασίζονται σε προηγμένα μαθηματικά μοντέλα που έχει αναπτύξει το ΙΤΕ, προσαρμοσμένα στη διάδοση του ήχου στο θαλάσσιο περιβάλλον».
Οι μέθοδοι εντοπισμού βασίζονται σε προηγμένα μαθηματικά μοντέλα που έχει αναπτύξει το ΙΤΕ, προσαρμοσμένα στη διάδοση του ήχου στο θαλάσσιο περιβάλλον.
Οι προκλήσεις
Σύμφωνα με τον Μανόλη Σκαρσουλή, για το επόμενο διάστημα, έως ότου δηλαδή οδηγηθούμε στην πλήρη ανάπτυξη του προγράμματος των ακουστικών σταθμών στο Στενό των Κυθήρων, «θα πρέπει να αναζητηθεί η χρυσή τομή ανάμεσα σε δυνατότητες, κόστος, περιπλοκότητα, ευχρηστία, πάντα σε σχέση με τον στόχο, δηλαδή αποτελεσματική προστασία των φυσητήρων. Επιπλέον, μεγάλες σχεδιαστικές προκλήσεις για τους μόνιμους ακουστικούς σταθμούς είναι η ενεργειακή τους επάρκεια, η αντοχή και συνεχής λειτουργία τους σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Για τον λόγο αυτόν έχει προγραμματιστεί η αναζήτηση κατάλληλης εταιρείας θαλάσσιας τεχνολογίας που θα αναλάβει να αναπτύξει τους ακουστικούς σταθμούς».
Οι προτεινόμενες λύσεις

Ο Αλέξανδρος Φραντζής μας ανέλυσε τα πιο σημαντικά μέτρα προστασίας, τα οποία, όπως λέει, θα οδηγήσουν στον μετριασμό, στην ελαχιστοποίηση και ιδανικά στον μηδενισμό των συγκρούσεων με πλοία:
• Να απομακρυνθούν οι ρότες των πλοίων περίπου 10 ναυτικά μίλια πιο μακριά από τις ακτές σε σχέση με τις σημερινές τους πορείες. «Το πρώτο και πιο σημαντικό μέτρο ελπίζουμε να περιλαμβάνεται σε όσα πρόκειται σύντομα να εξαγγελθούν σχετικά με την εφαρμογή του Θαλάσσιου Πάρκου Ιονίου, που στοχεύει ειδικά στην προστασία των φυσητήρων και των άλλων ειδών κητωδών. Εάν εφαρμοστεί στο Θαλάσσιο Πάρκο Ιονίου, θα υπολείπεται να επεκταθεί και στα δυτικά και νότια της Κρήτης».
• Στο Στενό των Κυθήρων να εφαρμοστεί το πρωτοποριακό σύστημα SAvE Whales ειδοποίησης των πλοίων, ώστε να μειώνουν την ταχύτητά τους στους 10 κόμβους όταν θα ανιχνεύεται η παρουσία φυσητήρων στην περιοχή. Για το μέτρο αυτό, «ήδη συνεργαζόμαστε με τις ελληνικές Αρχές, που το έχουν υιοθετήσει και θα χρηματοδοτήσουν τα στάδια τελικής εφαρμογής.
• Παύση των σεισμικών ερευνών και απαγόρευση των ασκήσεων με χρήση στρατιωτικού σόναρ.
«Με αυτά τα μέτρα, θα εξασφαλιστεί η επιβίωση του πληθυσμού των φυσητήρων».
Για έναν θαλάσσιο διάδρομο χαμηλού θορύβου
Τα μέτρα αυτά, εξ όσων συνάγεται από τους συνομιλητές μας, οδηγούν αυτόματα σε μια περιοχή θαλάσσιου διαδρόμου χαμηλού θορύβου κατά μήκος της Ελληνικής Τάφρου, «αν και θα έπρεπε να μετακινηθούν τα πλοία σε λίγο μεγαλύτερη απόσταση από τις ακτές για να είναι απόλυτα ικανοποιητική», λέει ο Αλέξανδρος Φραντζής. Ωστόσο, συμπληρώνει ο ίδιος, ακόμα και με μια μετακίνηση στα 10 ναυτικά μίλια πιο έξω, ο θόρυβος θα μειωθεί σε μεγάλο βαθμό.
Ασφαλώς, όπως συμπληρώνει ο Μανόλης Σκαρσουλής, «ο θόρυβος της ναυσιπλοΐας είναι χαμηλόσυχνος (δεσπόζει σε συχνότητες χαμηλότερες από 500 Hz) και ως εκ τούτου διαδίδεται σε μεγάλες αποστάσεις. Η απομάκρυνση μιας γραμμής ναυσιπλοΐας κατά μερικά μίλια δεν θα αλλάξει σημαντικά το επίπεδο του θορύβου βάθους (background noise), αλλά θα μειώσει τον θόρυβο από μεμονωμένα πλοία που διασχίζουν την περιοχή ενδιαφέροντος».
Παράλληλα, μια διεθνής συμμαχία που έχει δημιουργήσει το Ινστιτούτο Κητολογικών Ερευνών Πέλαγος, η OceanCare (Ελβετία), το International Fund for Animal Welfare και το WWF Ελλάς, έχει καταφέρει να πείσει, όπως λέει ο Αλέξανδρος Φραντζής, «πολύ μεγάλες παγκόσμιες ναυτιλιακές εταιρείες (όπως η MSC, η μεγαλύτερη παγκοσμίως σε containers) καθώς και μεσογειακές και ελληνικές ναυτιλιακές εταιρείες να εφαρμόζουν την αποφυγή του κρίσιμου ενδιαιτήματος για τους φυσητήρες εθελοντικά εδώ και μερικά χρόνια. Παρά ταύτα, αυτό που γίνεται εθελοντικά σήμερα από κάποιες εταιρείες (διότι το κόστος είναι αμελητέο) πρέπει να γίνει θεσμικά υποχρεωτικό με κανόνες της ελληνικής πολιτείας».
Μέχρι στιγμής, πάντως, έχουν ήδη διεξαχθεί, τόσο από το ΙΤΕ όσο και από το Ινστιτούτο «Πέλαγος», κάποιες προκαταρκτικές μετρήσεις στην περιοχή του Στενού των Κυθήρων, καθώς κάθε νέα περιοχή έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες και θέτει τους δικούς της περιορισμούς, που θα πρέπει να μελετηθούν προσεκτικά.

Σύσταση επιτροπής
Οπως πληροφορούμαστε από την Κατερίνα Στυλογιάννη, επικεφαλής του Τμήματος Θαλασσίων Υδάτων και Ακτών Κολύμβησης του ΥΠΕΝ, έχει ήδη συσταθεί επιτροπή παρακολούθησης του προγράμματος, η οποία αποτελείται από την ίδια ως εκπρόσωπο του υπουργείου και εκπροσώπους του ΟΦΥΠΕΚΑ, του GreenTank, του OceanCare, του Πελάγους και του ΙΤΕ.
«Ο επιτελικός ρόλος της επιτροπής είναι ο ορισμός του μάνατζερ που θα αναλάβει την ευθύνη του συντονισμού και της κατανομής της χρηματοδότησης (σ.σ. εξετάζεται αν θα είναι από τον ΟΦΥΠΕΚΑ, το Πράσινο Ταμείο ή το ΕΣΠΑ), ενώ τα υπόλοιπα μέλη της επιτροπής επιφορτίζονται με την έγκριση των εισηγήσεων και των προϋπολογισμών».
Σε κάθε περίπτωση, όπως φαίνεται, θα χρειαστεί η παρέμβαση της επιτροπής και για την επικοινωνία με τον τομέα της ναυτιλίας, ώστε όλο και περισσότερες πλοιοκτήτριες εταιρείες να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα και να αναδρομολογούν την πορεία του σε περίπτωση εντοπισμού φυσητήρων από τους επιστήμονες.
Οπως καταλαβαίνουμε, λοιπόν, κάθε πλοίο που αποφεύγει συγκρούσεις είναι μια ζωή που σώζεται, με τους φυσητήρες να ζητούν κάτι απλό: να ζήσουν. Οπότε, κάθε μέτρο προστασίας αποτελεί ένα βήμα για τη σωτηρία των ενδιαιτημάτων τους σε όλο το μήκος της Ελληνικής Τάφρου.
Κεντρική φωτογραφία: Ο Αλέξανδρος Φραντζής επί το έργον στο Στενό των Κυθήρων. (©OceanCare)

