Η κατεδάφιση του Δημοτικού Θεάτρου Αθηνών, νεοκλασικού μεγάρου σχεδιασμένου από τον Ερνέστο Τσίλλερ, στην επιφάνεια της πλατείας που σήμερα ονομάζουμε Κοτζιά, είναι ένα από τα τραύματα της νεότερης Αθήνας. Είναι και ένα από τα δυσερμήνευτα φαινόμενα για το ευρύ κοινό, καθώς η κατεδάφιση έγινε το καλοκαίρι του 1940. Σήμερα η πλατεία Κοτζιά έχει ένα μεγάλο και απωθητικό πλακόστρωτο στη θέση που καταλάμβανε το Θέατρο και στο βάθος υπάρχει το σιντριβάνι με το έργο της Σοφίας Βάρη.

Το Δημοτικό Θέατρο Αθηνών άρχισε να κατεδαφίζεται όταν πλέον η ερείπωση και η κακοποίησή του είχαν προχωρήσει πολύ, στις 26 Αυγούστου του 1940. Δήμαρχος τότε ήταν ο Αμβρόσιος Πλυτάς και ο Κώστας Κοτζιάς ήταν διοικητής πρωτευούσης. Το Θέατρο ποτέ δεν ευτύχησε όσο θα περίμενε κανείς, παρότι έζησε μερικά καλά χρόνια (ώς τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο) και συνδέθηκε με τη μουσική και θεατρική ιστορία του τόπου. Τον Ιούνιο του 1940 ο δήμαρχος Αθηναίων είχε εξαγγείλει πλειοδοτικό διαγωνισμό για την κατεδάφιση του Δημοτικού Θεάτρου με ελάχιστο όριο προσφοράς 1.942.500 δρχ. Το Θέατρο θα έδινε τη θέση του σε ένα μοντέρνο κτίριο στο οποίο θα στεγάζονταν τα τρία «Τ»: Ταχυδρομείο, Τηλεφωνία, Τηλεγραφείο. Το νέο μέγαρο ποτέ δεν χτίστηκε λόγω της κήρυξης του πολέμου στις 28 Οκτωβρίου 1940 και ο χώρος έμεινε αδόμητος.
Το Δημοτικό Θέατρο Αθηνών, χτισμένο εντέλει με σωτήρια αλλά υπό όρους χρηματοδότηση του Ανδρέα Συγγρού, εγκαινιάστηκε το 1888. Εζησε συνεπώς μόνο 52 χρόνια. Η παρουσία του στην νυν πλατεία Κοτζιά ήταν η κατάληξη της άχαρης προσπάθειας ανέγερσης ενός επιβλητικού Δημοτικού Θεάτρου στην Αθήνα και τα σχέδια του Τσίλλερ παρουσίασαν ένα κτίριο που εξωτερικά είχε μια μεγαλοπρέπεια. Ωστόσο, καθώς υπήρχε διαρκής προβληματισμός για τη χρηματοδότηση του έργου, που ήταν και η πηγή της καθυστέρησης, έγιναν αποδεκτές οι εκπτώσεις στο εσωτερικό του ούτως ώστε να εξασφαλιστεί χώρος για γραφεία και καταστήματα, σύμφωνα και με τις απαιτήσεις του Συγγρού.
Το Θέατρο δεν θύμιζε τα αντίστοιχα του πολιτισμένου κόσμου όσον αφορά την ποιότητα της εμφάνισής του, καθώς τα παραμάγαζα, τα καταστήματα και η ζητούμενη εμπορική κίνηση είχαν επεκταθεί εις βάρος των εσωτερικών αναγκών του Θεάτρου και ζημίωναν την εξωτερική εμφάνιση του κτιρίου.
Ο Γεώργιος Βλάχος, σε κύριο άρθρο του το 1937, αναφερόμενος στην αναμόρφωση του δημαρχείου επεσήμαινε ότι το δημαρχιακό μέγαρο εξακολουθεί να βλέπει τα άχαρα οπίσθια του Θεάτρου. Ελεγε πως τα 30 και πλέον γραφεία και καταστήματα στο Θέατρο θα μπορούσαν με τα ενοίκιά τους και να συμβάλουν στην αναγέννηση του ερειπίου. Τρία χρόνια μετά, όμως, το Δημοτικό Θέατρο κατεδαφίστηκε. Τα ίχνη των θεμελίων του ήρθαν στο φως το 1987.

