Από προφορικές αφηγήσεις γνωρίζουμε ότι το δέντρο του αβοκάντο έφτασε στην Κρήτη χάρη στους ναυτικούς: το έφεραν από την Κεντρική Αμερική, όπου είναι ιθαγενές, και το φύτεψαν στις αυλές τους για σκίαση. Στις αρχές του 1970 εμφανίστηκε ως πειραματική καλλιέργεια και αποδείχθηκε πως ο χανιώτικος κάμπος διέθετε τις κατάλληλες συνθήκες για να ευδοκιμήσουν υποτροπικά φρούτα. Το μικροκλίμα ιδανικό, με ήπιες θερμοκρασίες, μεγάλη ηλιοφάνεια, αλλά και έδαφος ελαφρύ και καλά στραγγιζόμενο. Οι κοντινές αποστάσεις από τη θάλασσα μετριάζουν τις ζέστες και βοηθούν στην ωρίμανση των καρπών, ενώ το ποιοτικό νερό που έρχεται τρεχούμενο από τα Λευκά Όρη έχει δώσει στo φρούτο ένα νέο «σπίτι» στη Μεσόγειο.
Ένα επιτυχημένο πείραμα
Όλα ξεκίνησαν όταν στις αρχές του 1970 κάποιοι αγρότες αξιοποίησαν ένα πρόγραμμα του Ινστιτούτου Υποτροπικών και Ελιάς και φύτεψαν δενδρύλλια που είχαν εισαχθεί από το Ισραήλ, για να διαπιστωθεί αν είναι συμβατά με το κλίμα της περιοχής. Ήταν αρκετοί οι παραγωγοί που τότε πειραματίστηκαν με υποτροπικές καλλιέργειες. Ο Μανόλης Κινδελής φύτεψε στο οικογενειακό μετόχι λίγα δέντρα αβοκάντο, περίπου στα τέλη της δεκαετίας του 1990, για να μεγαλώσει την γκάμα των καρποφόρων, τα οποία έως τότε ήταν, όπως παντού στα Χανιά, κυρίως τα εσπεριδοειδή. Αντικατέστησε τις μανταρινιές και τις πορτοκαλιές με αβοκάντο, αλλά και με ανόνα τσεριμόγια, για να εξερευνήσει πιο εξωτικά φρούτα. Σήμερα έχει περίπου χίλιες αβοκαντιές, τις οποίες καλλιεργεί βιολογικά και αποτελούν την κύρια καλλιέργεια του κτήματος. «Η φύτευση πήγε καλά χάρη στο κλίμα της δυτικής Κρήτης. Γνωρίζουμε πως το φυτό θέλει εδάφη ελαφρά και πολύ καλής ποιότητας νερό, χωρίς άλατα. Τα άλλα στοιχεία για τις ευνοϊκές συνθήκες που το έκαναν δημοφιλές εδώ υπάρχουν σε ένα βιβλίο 600 σελίδων. Μπορώ να σας το δανείσω», λέει χαμογελώντας ο κ. Κινδελής όταν τον ρωτάω αν είναι μια εύκολη καλλιέργεια.
Λίγο αργότερα, περπατώντας στο φυτώριο του Γιώργου Παπουτσάκη στην Αγιά, μαθαίνουμε πως ένα αβοκάντο, ανάλογα με την ποικιλία, χρειάζεται περίπου τρία-τέσσερα χρόνια για να καρποφορήσει για πρώτη φορά. Ο Παπουτσάκης τα αναπτύσσει από το μηδέν, δηλαδή από το κουκούτσι. Μόλις σηκωθεί ο βλαστός και πυκνώσει το φύλλωμα, κάνει τον εμβολιασμό της ποικιλίας (οι δύο πιο δημοφιλείς είναι η Hass και η Fuerte) και έπειτα τα μεγαλώνει στο μέγεθος που θεωρείται επιθυμητό για εμπορία. «Η παραγωγή εξαρτάται από τη ζήτηση. Από εδώ βγαίνουν μερικές χιλιάδες δέντρα ετησίως, με την παραγωγή να αυξάνεται τα τελευταία δέκα χρόνια. Ειδικά στην πανδημία έγιναν πολλές νέες φυτεύσεις σε χωράφια που μπορεί να είχαν άλλα δέντρα, όπως πορτοκαλιές».

Οι περισσότεροι Χανιώτες, ανεξάρτητα από το επάγγελμά τους, έχουν κι ένα χωραφάκι σε κάποιο χωριό και ήταν αρκετοί αυτοί που, μπροστά στην επαγγελματική ανασφάλεια την οποία προκάλεσε η υγειονομική κρίση, βρήκαν ασφάλεια κι ένα ελάχιστο εισόδημα στην αγροτική παραγωγή. Υπολογίζεται πως υπάρχουν περίπου 30.000 στρέμματα φυτεμένα με αβοκάντο, με κύριες περιοχές τις βόρειες ακτές του νομού, από το Κολυμβάρι μέχρι τον Αποκόρωνα, και κύριες ποικιλίες τις: Hass, Fuerte, Zutano, Bacon, Reed, LamHass. Το Μεξικό (πρώτη χώρα σε παραγωγή παγκοσμίως), το Περού, η Κολομβία, οι ΗΠΑ (Καλιφόρνια) αλλά και η Ισπανία γεμίζουν το κενό που αφήνει στην αγορά η περίοδος συγκομιδής και διάθεσης των χανιώτικων. Από Οκτώβριο μέχρι και Ιούνιο τρώμε ελληνικό αβοκάντο, ενώ τους τρεις μήνες του καλοκαιριού συνήθως εισαγωγής. Η καλή τιμή που παίρνουν οι αγρότες τόσο για το συμβατικό αβοκάντο όσο και για το βιολογικό συντηρεί πολλούς που δεν τα έβγαζαν πέρα με άλλες καλλιέργειες, λιγότερο επικερδείς. Είναι δηλαδή ένα ισχυρό «συμπλήρωμα».

Βέβαια, δεν είναι ούτε ο κορωνοϊός ούτε μόνο η καλή τιμή του καρπού που το μετέτρεψε από μια πειραματική καλλιέργεια σε απολύτως βασική για τα Χανιά. Τον 21ο αιώνα η υγιεινή διατροφή έχει βρεθεί δυναμικά στο προσκήνιο, ενώ εκτοξεύεται η παγκόσμια ζήτηση για το προϊόν λόγω της διατροφικής μόδας. Το αβοκάντο αναγνωρίζεται ως υπερτροφή, και όχι άδικα, καθώς προσφέρει στον οργανισμό μια σειρά από οφέλη. Είναι πλούσιο σε μονοακόρεστα λιπαρά οξέα και φυτικές ίνες, περιέχει βιταμίνες του συμπλέγματος Β (ιδίως B6 και φυλλικό οξύ), αλλά και ω9 λιπαρά, που σχετίζονται με την καλύτερη γνωστική λειτουργία. Διαθέτει αντιοξειδωτικά, είναι σημαντική πηγή καλίου, έχει αντιφλεγμονώδη δράση και, τέλος, υπέροχη, ήπια γεύση και υφή. Ως λιπαρή ουσία φαίνεται να λειτουργεί ως υποκατάστατο των ζωικών λιπαρών. Δίνει γευστικό βάθος χωρίς να «κουκουλώνει» άλλες τροφές. Πλέον έχει μπει για τα καλά στα κρητικά νοικοκυριά και φυσικά σε όλη την Ελλάδα μέσα από ένα δυνατό δίκτυο παραγωγών. Στα Χανιά λειτουργούν αυτή τη στιγμή τουλάχιστον δέκα συσκευαστήρια και δύο επιτυχημένοι συνεταιρισμοί. Ο εγκλιματισμός του στον νομό ήταν στην πραγματικότητα ένα δώρο.
«Το κρητικό αβοκάντο έχει μέλλον»
«Αυτή τη στιγμή δουλεύουμε με περίπου 200 παραγωγούς. Φέρνουν από 100 κιλά οι μικρότεροι μέχρι και 30 τόνους οι μεγαλύτεροι», αναφέρει ο Γιώργος Κορναράκης, υπεύθυνος πωλήσεων στον Αγροτικό Συνεταιρισμό Χανίων. «Η ετήσια παραγωγή μας είναι άνω των 500 τόνων και φέτος προβλέπεται να τους ξεπεράσει», αναφέρει ο ίδιος. Ο συνεταιρισμός προμηθεύει σταθερά μεγάλες ελληνικές αλυσίδες σούπερ μάρκετ. Αν και οι εξαγωγές παραμένουν σήμερα κάτω του 10%, ο Κορναράκης βλέπει προοπτική: «Εξάγουμε ήδη σε Δανία, Γερμανία, Ολλανδία, Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία. Πριν από έξι χρόνια δεν κάναμε καθόλου εξαγωγές. Το ζητούμενο είναι η συνέπεια και η ποιότητα – οι ξένες αγορές είναι απαιτητικές, αλλά μπορούν να απορροφήσουν μεγάλες ποσότητες». Το επόμενο μεγάλο βήμα για το προϊόν είναι οι διαδικασίες που έχει κινήσει η ομάδα παραγωγών εσπεριδοειδών και αβοκάντο του συνεταιρισμού, σε συνεργασία με την Περιφέρεια Κρήτης και το Τμήμα Χημείας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ώστε να αναγνωριστεί ως Προϊόν Γεωγραφικής Ένδειξης.
Η καλή τιμή που παίρνουν οι αγρότες τόσο για το συμβατικό αβοκάντο όσο και για το βιολογικό συντηρεί πολλούς που δεν τα έβγαζαν πέρα με άλλες καλλιέργειες, λιγότερο επικερδείς. Είναι δηλαδή ένα ισχυρό «συμπλήρωμα».

Με ένα σαφές εμπορικό πλάνο προχωρούν σε επενδύσεις και, εκτός από το δυναμικό παρόν, κάνουν σχέδια για ένα καλύτερο μέλλον. «Ένα πρόβλημα έχει να κάνει με τις ασθένειες. Για την ώρα, η συμβατική καλλιέργεια δεν είναι επιβαρυμένη με χημικά. Ωστόσο, λόγω εισαγωγής δενδρυλλίων, μπορεί να αποκτήσουμε ασθένειες που δεν ήταν γνωστές εδώ», αναφέρει ο Παπουτσάκης. Άλλο ένα θέμα που πρέπει να αντιμετωπίσουν είναι το νερό, συνθήκη που σχετίζεται με έργα υποδομής. «Δεν έχουμε δεξαμενές ούτε μικρά φράγματα να κρατήσουμε το νερό που τρέχει από τα βουνά. Ταυτόχρονα, μεγάλες εκτάσεις αλλάζουν χρήση. Το παραλιακό μέτωπο ήταν πορτοκαλεώνας και σήμερα έχουν “φυτρώσει” εκεί ενοικιαζόμενα δωμάτια. Με τον κατακερματισμό της γης, ένας παραγωγός δεν είναι εύκολο να συγκεντρώσει ένα αξιοπρεπές εισόδημα, με αποτέλεσμα ο αγροτικός πληθυσμός να μειώνεται συνεχώς επειδή δεν μπορεί να επιβιώσει», επισημαίνει ο Κορναράκης.

Δίνοντας αξία
Την ίδια ώρα που το φρέσκο αβοκάντο διανύει επιτυχημένη πορεία στην αγορά, καινοτόμοι παραγωγοί βρίσκουν τρόπους να αξιοποιούν και το «αόρατο», εκείνο που η αγορά απορρίπτει. Ο Μανώλης Λεράκης, μηχανολόγος μηχανικός και παραγωγός, ίδρυσε την AVOEL με στόχο να μην πηγαίνει τίποτα χαμένο. Παρατηρώντας τη μεγάλη φύρα από καρπούς που λόγω σχήματος ή μεγέθους δεν ήταν εμπορικά αξιοποιήσιμοι, αποφάσισε να στραφεί στην επεξεργασία τους. Όσα απέρριπτε η αγορά γίνονται σήμερα προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας. Η AVOEL είναι μια καθετοποιημένη μονάδα που παραλαμβάνει 60-70 τόνους αβοκάντο τον χρόνο και με χρήση αθερμικής επεξεργασίας μετατρέπει τον πολτό σε ντιπ, ντρέσινγκ, μέχρι και πολυγεύματα. Πολύ σύντομα, μέσα στο 2025, θα παράγει και φυσικά ενεργειακά ποτά. Τα δε κουκούτσια που μένουν μετά τη χρήση της πούλπας, ανάλογα με την ποικιλία, είτε πηγαίνουν σε φυτώρια, ώστε να μεγαλώσουν εκ νέου και να γίνουν δενδρύλλια και δέντρα, είτε γίνονται λίπασμα για άλλες καλλιέργειες. Μέσα από τη συνεργασία με το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, η AVOEL ενώνει καινοτομία, αγροτική παραγωγή και βιωσιμότητα σε ένα επιτυχημένο επιχειρηματικό μοντέλο.

Το αβοκάντο αναγνωρίζεται ως υπερτροφή, και όχι άδικα, καθώς προσφέρει στον οργανισμό μια σειρά από οφέλη. Είναι πλούσιο σε μονοακόρεστα λιπαρά οξέα και φυτικές ίνες, περιέχει βιταμίνες του συμπλέγματος Β και αντιοξειδωτικά.
Σε μια εποχή όπου η γεωργία δοκιμάζεται, το κρητικό αβοκάντο αποδεικνύει ότι με σχέδιο, υποδομή και φροντίδα η γη συνεχίζει να δίνει καρπούς – και μια ελπίδα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο 12ο τεύχος της έκδοσης «Οι Τόποι μας-Χανιά», Ιούνιος 2025.

