Ένα οινομαγειρείο που σερβίρει Ντοστογιέφσκι και Πουλικάκο, ένα βιβλιοπωλείο που διοργανώνει τα καλύτερα street party της πόλης, ένα εργαστήρι δημιουργικής γραφής που προσφέρει «Μισιοκεταμόλ» κι ένας μουσουλμάνος καφετζής που στήνει ρεμπέτικες βραδιές με ρακή και μεζέδες είναι σίγουρα αρκετοί λόγοι για να καρφιτσώσει κανείς την οδό Ελευθερίου Βενιζέλου στον χάρτη της Παλιάς Πόλης. Για τους περισσότερους, είναι ο δρόμος του αρχοντικού Ντανιέλ, του σπιτιού όπου έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του ο Μάνος Χατζιδάκις, ή της πετρόχτιστης βασιλικής του Αγίου Βλάση του 1838, που στέκει ακριβώς απέναντι. Όμως, σ’ αυτόν τον μικρό πλακόστρωτο δρόμο στον Σουνέ μαχαλά έχουν βρει τα τελευταία χρόνια στέγη και τα όνειρα, οι ιδέες και το μεράκι μιας ομάδας δημιουργικών ανθρώπων, που κάνουν αυτό που αγαπούν, μιλούν με εκτίμηση για τους γείτονές τους και βρίσκουν τρόπους να μετατρέπουν την καθημερινότητα σε κάτι ξεχωριστό.
«Αυτό το μέρος έχει κάτι παλιακό, μια ευγένεια, μια ανιδιοτέλεια που δεν συναντώνται εύκολα», εξηγεί η Βασιλική Στρώλη, ιδρύτρια του εργαστηρίου δημιουργικής γραφής Φιλαναγνωσία, η οποία δύο χρόνια πριν, αναζητώντας έναν χώρο με λογικό ενοίκιο για τα μαθήματα και τις περφόρμανς της, έστησε μία από τις πιο εμπνευστικές βιτρίνες της πόλης, στον αριθμό 31 της οδού Βενιζέλου. «Ήμουν πολύ τυχερή. Δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να υπάρξω σε άλλο δρόμο», λέει η Βασιλική. Μαζί με το Βιβλιοπωλείο Δύο, που βρίσκεται ακριβώς δίπλα, και το οινομαγειρείο 41 και βάλε λίγο παρακάτω, διοργανώνουν διάφορες εκδηλώσεις, από βραδιές ποίησης μέχρι πρωτοχρονιάτικα πάρτι που εμπλέκουν όλη τη συνοικία.

Την παράδοση των πάρτι, ωστόσο, ξεκίνησαν ο Μαυρουδής Κουτσουράς και ο Θανάσης Αθανασιάδης, που το 2013 έστησαν το Δύο στον χώρο ενός παλιού βιβλιοπωλείου που είχε μείνει άδειο για χρόνια. «Τα μόνα καταστήματα που ήταν ανοιχτά τότε ήταν το τσαγκαράδικο του Οσμάν πιο κάτω και το καφενείο του Οσκάν απέναντι, όπου μαζεύονταν πέντε-έξι παππούδες που έβλεπαν αγώνες Φενέρμπαχτσε και Γαλατασαράι», λέει ο Μαυρουδής. «Την πρώτη χρονιά κάναμε εγκαίνια με ζωντανή μουσική και, από εκεί που περιμέναμε συγγενείς και φίλους, έκλεισε όλος ο δρόμος κι έγινε πάρτι. Από τότε, το επαναλαμβάνουμε κάθε χρόνο στα γενέθλια του βιβλιοπωλείου, με ζωντανή μουσική και DJs», συμπληρώνει ο Θανάσης.

Βιβλίο, μεζές, μακραμέ
Η άφιξη του Δύο άρχισε να φέρνει ξανά κόσμο σε μια γειτονιά που μέσα στην κρίση είχε σχεδόν ερημώσει. Ο Οσμάν και η Νεϊζλά, που έχουν το τσαγκαράδικο στο 44 της Βενιζέλου, θυμούνται περιόδους που η οδός ήταν θεοσκότεινη και τον χειμώνα φοβόσουν να περάσεις. «Πιο παλιά ο δρόμος είχε μαραγκό, μπακάλη, δύο τσαγκάρηδες, ένα ζαχαροπλαστείο που έφτιαχνε τουλουμπάκια και επτά κουρεία», λέει ο Οσμάν, που ξεκίνησε να βοηθά στο μαγαζί του πατέρα του στα 13 του, «για να μην παίζει στον μαχαλά».
Ο Οσκάν, που σήμερα διατηρεί το καφενείο-μεζεδοπωλείο Το χάνι του Χατζή Ρετζέπ, αφηγείται πως στα δέκα του άρχισε να δουλεύει στο καφενείο του πανδοχείου της γειτονιάς και ο πατέρας του. «Το μαγαζί ανήκε σε ένα παλιό χάνι που χτίστηκε κάπου στο 1870. Ο προπάππους μου, καπνοπαραγωγός από ένα χωριό του Νέστου, το αγόρασε το 1916», εξηγεί ο Οσκάν, που ανέλαβε τον χώρο το 1999. «Τότε έρχονταν μεγάλοι άνθρωποι, παίζανε κανένα χαρτάκι. Τώρα δουλεύω κυρίως με φοιτητές. Το μόνο πρόβλημα είναι τα αυτοκίνητα. Ο δρόμος είναι στενός, αλλά έχει κίνηση. Δεν μπορείς να περπατήσεις, δεν μπορείς να βγάλεις ένα τραπεζάκι έξω. Χρειάζεται να πεζοδρομηθεί, έστω κάποιες ώρες».

Το ίδιο ζητούν και οι κυρίες της Κοιν.Σ.Επ. Εντέχνως λίγο πιο κάτω. «Κάποτε από την Ελευθερίου Βενιζέλου περνούσαν δυο-τρία αυτοκίνητα την ώρα. Από τότε που έκλεισε η κεντρική πλατεία κι έμεινε ένας δρόμος για Καβάλα κι ένας άλλος για Κομοτηνή, κάθε πρωί γίνεται το αδιαχώρητο από τα αμάξια», λέει η Λεμονιά Μπαρτσοπούλου, που το 2023 μαζί με τη Δέσποινα Λίτσου, τη Μαρία Λεοντιάδου, τη Θωμαή Ζέρβα και την Όλγα Μαγδαλιανίδου έστησαν το Εντέχνως, που ασχολείται με κεραμική, μακραμέ, σύγχρονο κόσμημα, τσάντες και αξεσουάρ. «Μας άρεσε η Βενιζέλου γιατί ήταν στις παρυφές της Παλιάς Πόλης, είχε προσιτό ενοίκιο, ενδιαφέροντα καταστήματα και παιδιά φίνα», λέει η Δέσποινα Λίτσου.
Όταν πέφτει η κίνηση τις βραδινές ώρες, η Ελευθερίου Βενιζέλου ζωντανεύει με τα λάιβ που οργανώνει ο Οσκάν, με τις περφόρμανς που εμπνέεται η Βασιλική, με τις βιβλιοπαρουσιάσεις που κάνει το Δύο. Αυτό που την κρατάει ζωντανή κάθε βράδυ όμως είναι το 41 και βάλε, το οινομαγειρείο που εμπνεύστηκε ο Νίκος Καραμανίδης, ο οποίος δεν ζει πια. Ο φίλος του Αλέξης Μαυρίδης, με τη βοήθεια του συνεταίρου του Αστέρη Φαρίνη, κατάφερε να το κάνει να πρωταγωνιστεί στον γαστρονομικό χάρτη της πόλης. Στο μενού του, μαζί με κότσι χοιρινό, συκώτι σαβόρε και μπαλοτίνα βρίσκει κανείς και αποφθέγματα του Ντοστογιέφσκι ή στίχους του Πουλικάκου. «Ο Αλέξης είναι ο πιο τίμιος και δοτικός άνθρωπος που έχω γνωρίσει. Δεν τον απασχολεί καθόλου το κέρδος. Μπορεί να στεγνώσει από ενέργεια, να μην πηγαίνει καλά οικονομικά, αλλά τον ενδιαφέρει να περνάει ο κόσμος καλά για να είναι κι εκείνος καλά», σχολιάζει ο Αστέρης. «Ο καθένας έχει τον χαρακτήρα του, την προσωπικότητά του, αλλά αλληλοστηριζόμαστε με έναν μαγικό τρόπο», λέει.
Ένας για όλους, όλοι για έναν
Αυτό χαρακτηρίζει και όλη τη γειτονιά. Όλοι μιλούν με τα καλύτερα λόγια για τον γείτονά τους, κανείς δεν διεκδικεί χώρο από τον άλλο. «Το σκηνικό που έχει δημιουργηθεί στη Βενιζέλου δεν το συναντάς εύκολα σε επαγγελματίες», επικροτεί ο Θανάσης του Δύο. «Στις περισσότερες περιπτώσεις ο ένας θα γκρινιάξει γιατί ο δίπλα έκανε αυτό, ο απέναντι έκανε το άλλο. Εμείς κάθε μέρα πίνουμε όλοι μαζί τον καφέ μας. Αν δεν το κάνουμε, δεν ξεκινάμε».
«Πιο παλιά ο δρόμος είχε μαραγκό, μπακάλη, δύο τσαγκάρηδες, ένα ζαχαροπλαστείο που έφτιαχνε τουλουμπάκια και επτά κουρεία», λέει ο Οσμάν, που ξεκίνησε να βοηθά στο μαγαζί του πατέρα του στα 13 του, «για να μην παίζει στον μαχαλά».

Δεν είναι βέβαια πάντα όλα τόσο ρόδινα όταν είσαι επιχειρηματίας. Ειδικά όταν κάνεις αυτό που πιστεύεις και αγαπάς, πηγαίνοντας κόντρα στις προσταγές της εποχής. Δεν είναι εύκολο να επιμένεις στο χειροποίητο όταν η μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου έχει τη λογική του fast fashion. Και θέλει κότσια να κρατάς έναν χώρο αποκλειστικά αφιερωμένο στο βιβλίο, για να μη γίνεις ένα ακόμα χαρτοβιβλιοπωλείο.

«Οι γονείς μου με μεγάλωσαν λέγοντας “αύριο είναι μια άλλη μέρα”. Και πορεύομαι έτσι», λέει η Βασιλική. Ανάμεσα στις παλιές γραφομηχανές, τις κουνιστές καρέκλες, τις τρελομπαλίτσες, τις πορσελάνινες κούκλες και τα βιβλία του εργαστηρίου της, βρίσκει κανείς και κάτι μικρά βαζάκια, που τα λέει ελιξίρια αφύπνισης. Το «Μισιοκεταμόλ» είναι αφιερωμένο στον Χρόνη Μίσσιο. «Κάθε μέρα ανοίγεις ένα χαρτάκι και έχει ένα έναν στίχο, σαν φάρμακο».
Για κάποιους «το σοκάκι των τρελών», για άλλους «η Μονμάρτρη της Ξάνθης», αυτό το στενό δρομάκι είναι ένα σύμπαν από μόνο του. Έίναι η απόδειξη ότι μια ομάδα ανθρώπων με μεράκι μπορούν να αλλάξουν μια ολόκληρη γειτονιά.

η Βασιλική Στρώλη υποδέχεται όσους θέλουν να ανακαλύψουν την εξομολογητική ποίηση.
Από το βιβλιοπωλείο Δύο μέχρι την Κοιν.Σ.Επ. Εντέχνως, η Ελευθερίου Βενιζέλου έχει μια ατμόσφαιρα που θυμίζει σκηνικό από ταινία. Για κάποιους «το σοκάκι των τρελών», για άλλους «η Μονμάρτρη της Ξάνθης», αυτό το στενό δρομάκι είναι ένα σύμπαν από μόνο του. Είναι η απόδειξη ότι μια ομάδα ανθρώπων με μεράκι μπορούν να αλλάξουν μια ολόκληρη γειτονιά. Να της χαρίσουν αυθεντικότητα και ποιότητα. Να σε κάνουν να θέλεις να επιστρέφεις ξανά και ξανά· για ένα ποίημα, ένα ανέκδοτο, ένα χαμόγελο, μια καλημέρα.

