Stephen Hiltner c.2025 The New York Times Company/Απόδοση: Ιωάννα Καρποδίνη
Στα περίχωρα του Καΐρου με τράβηξε το κολοσσιαίων διαστάσεων συγκρότημα μέσα στην έρημο, ένα επιβλητικό οικοδόμημα φτιαγμένο από πέτρες κομμένες με ακρίβεια από τα τοπικά λατομεία, που πήρε δεκαετίες μέχρι να κατασκευαστεί, με ασύλληπτο κόστος· ένα σύνολο κτιρίων των οποίων η ανέγερση συνάντησε εξαιρετικές προκλήσεις και διαφορετικούς πολιτικούς ηγέτες· μια συλλογική πολιτιστική μαρτυρία, η μεγαλύτερη του είδους της, γεμάτη βασιλική ιστορία.
Όχι, δεν αναφέρομαι στις διάσημες πυραμίδες της Γκίζας. Είχα έρθει να δω το Μεγάλο Αιγυπτιακό Μουσείο.

Για κανένα άλλο ίδρυμα στον κόσμο, δεν υπήρξε τόσο μεγάλη ανυπομονησία και τόσο πολλές καθυστερήσεις και αναβολές, όσο για τα εγκαίνια του συγκεκριμένου Μουσείου. Η κατασκευή του υπήρξε σκέτο φιάσκο, βούλιαξε σε κενά χρηματοδότησης, υλικοτεχνικά εμπόδια, μια πανδημία, γειτονικές πολεμικές συρράξεις, επαναστάσεις (ναι, στον πληθυντικό), τόσο που μοιάζει σχεδόν συγκρίσιμη με εκείνη των πυραμίδων που βρίσκονται στο οροπέδιο της Γκίζας. Η Μεγάλη Πυραμίδα της Γκίζας, ηλικίας 4.600 ετών, για την ανέγερση της οποίας χρησιμοποιήθηκαν περίπου 2,3 εκατομμύρια πέτρες χωρίς τη χρήση τροχών, τροχαλιών ή μεταλλικών εργαλείων, χρειάστηκε γύρω στα 25 χρόνια για να ολοκληρωθεί, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις. Για το Μεγάλο Αιγυπτιακό Μουσείο χρειάστηκαν περισσότερα από 20.

Προγραμματισμένες ημερομηνίες εγκαινίων έρχονται και παρέρχονται από το 2012. (Ακόμα και οι New York Times έκαναν λάθος· στη λίστα με τα 52 μέρη που αξίζει να επισκεφθεί κανείς το 2020, ανέφεραν πρόωρα το «πολυτελές νέο σπίτι του Τουταγχαμών και της παρέας του»). Με τον καιρό, απογοητεύτηκαν οι υποψήφιοι επισκέπτες, πολλοί από τους οποίους σχεδίαζαν τις διακοπές τους με επίκεντρο το νέο μουσείο.
Η αναμονή τώρα έληξε. Ή σχεδόν.
Όταν το επισκέφθηκα στα μέσα Φεβρουαρίου, οι 11 από τις 12 κύριες αίθουσες ήταν ανοιχτές, μαζί με τη σπηλαιώδη αίθουσα υποδοχής και τη φαρδιά σκάλα, διακοσμημένη με δεκάδες τεχνουργήματα.

Όμως, ο αναμφίβολα μεγαλύτερος πόλος έλξης του μουσείου, οι αίθουσες του Τουταγχαμών, που θα φιλοξενούν περισσότερα από 5.000 αντικείμενα από τον τάφο του νεαρού βασιλιά, παρέμεναν κλειστές. (Προς το παρόν, η χρυσή νεκρική μάσκα του Τουταγχαμών, ένα από τα πιο εμβληματικά αρχαιολογικά ευρήματα παγκοσμίως, εκτίθεται ακόμη στο παλιό Αιγυπτιακό Μουσείο στην Πλατεία Ταχρίρ του Καΐρου.) Επίσης κλειστή ήταν και μια ξεχωριστή πτέρυγα που θα στεγάσει δύο βασιλικά πλοία που ανακαλύφθηκαν κοντά στη Μεγάλη Πυραμίδα το 1954.
Τα συγκεκριμένα τμήματα αναμένεται να ανοίξουν φέτος το καλοκαίρι, με την επίσημη τελετή εγκαινίων να είναι προγραμματισμένη για τις 3 Ιουλίου (κρατήστε την ημερομηνία με επιφύλαξη.)
Παρόλα αυτά, ακόμη και τα ημιτελή «δώρα» του μουσείου, μαζί με το ίδιο το κτίριο και τη θέα αξίας δισεκατομμυρίων, είναι συγκλονιστικά.

Μπαίνοντας στην κεντρική αίθουσα, με εντυπωσίασε τόσο η κλίμακα της κατασκευής όσο και η γοητευτική υφή των επιφανειών της.
Εντός της πυραμιδοειδούς εισόδου (τα διακοσμητικά μοτίβα είναι κάθε άλλο παρά διακριτικά), με υποδέχτηκε ένα από τα κορυφαία εκθέματα του μουσείου: ένα άγαλμα ηλικίας 3.200 ετών του Ραμσή Β’, που θεωρείται ο ισχυρότερος Φαραώ της Αρχαίας Αιγύπτου.
Αυτό το γλυπτό από κόκκινο γρανίτη, που ξεπερνά σε ύψος τα 9 μέτρα και ζυγίζει πάνω από 80 τόνους, έχει και συγκλονιστική σύγχρονη ιστορία: ανακαλύφθηκε σπασμένο, σε έξι κομμάτια από έναν Ιταλό αιγυπτιολόγο το 1820. Το 1954 τοποθετήθηκε σε κυκλικό κόμβο στο κέντρο του Καΐρου, όπου παρέμεινε για μισό αιώνα πριν μεταφερθεί με προσοχή στον χώρο του νέου μουσείου το 2006.

Από το αίθριο ανέβηκα τη Μεγάλη Σκάλα, πρώτα μέσω μιας κυλιόμενης κλίμακας και στη συνέχεια με τα πόδια, αφού κατέβηκα ξανά για να ρίξω μια πιο προσεκτική ματιά στα δεκάδες αγάλματα μεγάλης κλίμακας, τους κίονες και τις σαρκοφάγους που πλαισιώνουν την άνοδο.
Στην κορυφή της σκάλας με περίμενε άλλη μία σπουδαία έκπληξη: η ανεμπόδιστη θέα στις Πυραμίδες της Γκίζας, τέλεια καδραρισμένη χάρη σε μια σειρά από παράθυρα που εκτείνονται από το δάπεδο μέχρι την οροφή.

Στάθηκα μπροστά στα παράθυρα, καθηλωμένος, για σχεδόν μία ώρα. Αμφιβάλλω αν σε ολόκληρο τον πλανήτη υπάρχει καλύτερη θέα φτιαγμένη από ανθρώπινο χέρι.
Από την κορυφή της σκάλας μπήκα στην πρώτη από τις 12 κύριες αίθουσες του μουσείου, οι οποίες είναι οργανωμένες τόσο χρονολογικά όσο και θεματικά, από την προϊστορία έως την ρωμαϊκή εποχή.

Η άφιξη του Μεγάλου Αιγυπτιακού Μουσείου εγκαινιάζει μια τριάδα μουσείων που αξίζει κανείς να επισκεφτεί στο Κάιρο και τα περίχωρά του. Στην Πλατεία Ταχρίρ βρίσκεται το παλαιότερο: το Αιγυπτιακό Μουσείο, που στεγάζεται σε ένα πανέμορφο κτίριο σε στιλ beaux-arts, για πάνω από έναν αιώνα φιλοξενεί μία από τις σημαντικότερες συλλογές αρχαιοτήτων στον κόσμο. (Πρόκειται για ένα μουσείο παλαιάς κοπής, που έχει μεταφέρει, και θα συνεχίσει να μεταφέρει, πολλά από τα πιο πολύτιμα αντικείμενά του στη Γκίζα, γεννώντας ανησυχία για το μέλλον του.) Το Εθνικό Μουσείο Αιγυπτιακού Πολιτισμού είναι ένα ακόμη σημαντικό τοπόσημο, που άνοιξε πλήρως το 2021 με κύριο πόλο έλξης την απίστευτη συλλογή του από βασιλικές μούμιες.
Και τα τρία μουσεία αξίζουν επίσκεψη διαρκείας.
Αλλά από πολλές απόψεις, το Μεγάλο Αιγυπτιακό Μουσείο ξεχωρίζει. Διαφημισμένο ως το μεγαλύτερο αρχαιολογικό μουσείο στον κόσμο, καθώς και ως το μεγαλύτερο μουσείο αφιερωμένο σε έναν πολιτισμό, η δημιουργία του υπήρξε αρχικά πρόταση του Χόσνι Μουμπάρακ, του επί χρόνια απολυταρχικού προέδρου της Αιγύπτου, ο οποίος ανακοίνωσε τα σχέδιά του για ένα νέο μουσείο-ναυαρχίδα το 1992. Η τελετή θεμελίωσης πραγματοποιήθηκε 10 χρόνια αργότερα, και το δουβλινέζικο αρχιτεκτονικό γραφείο Heneghan Peng Architects κέρδισε τον διαγωνισμό για τον σχεδιασμό του το 2003. Η κατασκευή του ξεκίνησε το 2005.

Όμως τα εμπόδια ήταν πολλά και ανυπέρβλητα: η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, η Αραβική Άνοιξη (και η επακόλουθη καταστροφή της τουριστικής βιομηχανίας της Αιγύπτου), η πανδημία COVID-19 και οι πόλεμοι στη Λωρίδα της Γάζας και το Σουδάν. Με τον καιρό, τον ενθουσιασμό για το μουσείο θα επισκίαζε η δημοσιογραφική κάλυψη των αλλεπάλληλων αναβολών.

Αμφιβάλλω, ωστόσο, αν οι επικές καθυστερήσεις θα συνεχίσουν να βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος από εδώ και στο εξής.
Αν η προσωπική μου εμπειρία είναι ενδεικτική, τότε το μόνο που χρειάζεται για να παραβλέψει κανείς την πολυετή αναμονή είναι να περιηγηθεί με την ησυχία του στη διαχρονική συλλογή του μουσείου και να πάρει τον χρόνο του καθώς αφήνει το βλέμμα του να πλανηθεί από την κορυφή της σκάλας του.

