Εκεί όπου παλιά χτυπούσε η καρδιά της κοσμοπολίτικης Αθήνας, εκεί όπου σύχναζε ο Αριστοτέλης Ωνάσης και αγκυροβολούσε η θαλαμηγός «Χριστίνα», εκεί όπου στα 70’s γίνονταν μυθικά πάρτι και γυρίζονταν οι πιο εμβληματικές ελληνικές κινηματογραφικές παραγωγές –σκέφτομαι τη Μάρθα Καραγιάννη να περπατάει καμαρωτή και κορδωτή πάνω στη χρυσή άμμο, στη ταινία «Νύχτα Γάμου»–, στα θρυλικά Αστέρια της Γλυφάδας, άνοιξε το πρώτο ελληνικό One&Only resort. Το One&Only Aesthesis, στην Αθηναϊκή Ριβιέρα, τιμά την ιστορία της τοποθεσίας του, και ταυτόχρονα ζει το λαμπερό παρόν του, με τις αξιοζήλευτες υποδομές του, σε μια χρονική στιγμή που η Αθήνα αποτελεί διεθνή τουριστικό προορισμό 12 μήνες τον χρόνο.
Σε μια έκταση 210 στρεμμάτων, στο κέντρο της Γλυφάδας, αυτό το κρυμμένο παρά το κεντρικό σημείο του, παραθαλάσσιο καταφύγιο, μέσα από την αισθητική του κάνει εμφανείς υπαινιγμούς στη χρυσή εποχή της Αθηναϊκής Ριβιέρας και πάνω απ’ όλα αποτελεί έναν σύγχρονο προορισμό απόλαυσης, πολυτέλειας, κοσμικότητας και ιδιωτικότητας. Έζησα πρόσφατα την εμπειρία της εκεί διαμονής, τουρίστρια στην πόλη μου, για δυο μέρες, και δεν ήθελα να τελειώσει… Για πολλούς λόγους.

Αφήνοντας το κέντρο της Γλυφάδας λίγα μέτρα πίσω σου, στρίβεις δεξιά για να διασχίσεις την πύλη του One&Only Aesthesis. Μεγάλοι θάμνοι με μεσογειακά αρώματα, λεβάντες, δεντρολίβανα, ρίγανη και άλλα βότανα, διατρέχουν τους δρόμους εντός του resort που θα σε οδηγήσουν στην ιδιωτική κατοικία σου, ενώ οι μυρωδιές και τα χρώματα ήδη σε κάνουν να αναρωτιέσαι πού ήσουν πριν από πέντε λεπτά και πώς άλλαξε έτσι ξαφνικά το σκηνικό και η ενέργεια. Να πω βέβαια ότι η πρώτη απαραίτητη στάση γίνεται στο κεντρικό κτίριο, όπου σε καλωσορίζουν στο lobby που μοιάζει με σαλόνι σπιτιού –έστω έπαυλης– και όσο σου λένε διάφορα διαδικαστικά, χαζεύεις από τα υπερμεγέθη παράθυρα τη θάλασσα –ω μα τόσο όμορφη είναι η Γλυφάδα; Να πούμε ότι η διακόσμηση, το design και κάθε λεπτομέρεια έχει γίνει με εμφανή εκλεπτυσμό και φέρει μια νότα στιλιστικής νοσταλγίας. Φύγαμε για την ιδιωτική μας κατοικία στην οποία θα διαμείνουμε για λίγες πολύτιμες ώρες, κατά τις οποίες θα νιώσουμε ότι είμαστε μοναδικοί και τυχεροί άνθρωποι.
Πολυτέλεια, αισθητική, υπέροχα vibes
Φυσικά υλικά, γήινες αποχρώσεις, μια ιδιωτική πισίνα που αγναντεύει τον Σαρωνικό και ο ήχος των κυμάτων να συνοδεύει κάθε εικόνα είναι τα πρώτα που παρατηρώ και τα παίρνω σαν γενναιόδωρο καλωσόρισμα. Το king size κρεβάτι με ensuite γκαρνταρόμπα και το μαρμάρινο μπάνιο με τη βαθιά πέτρινη μπανιέρα και τη θέα στο γαλάζιο είναι τα αμέσως επόμενα και αναρωτιέμαι αν θα καταφέρω να βγω από το «δωμάτιο» στη διάρκεια της διαμονής μου. Κάνοντας τελικά λίγα βήματα προς τα έξω, παρατηρώ το ιδιωτικό deck στη θάλασσα, την αποκλειστική πρόσβαση στη μπροστινή παραλία, το αίθριο για χαλαρό δείπνο al fresco και ξανά τα μεσογειακά φυτά που αγκαλιάζουν τη βίλα και συνεπαίρνουν μάτια και μύτη –πόσο μ’ αρέσει που έχουν επιλέξει ελιές και βότανα του ελληνικού αγρού και όχι απλώς καλλωπιστικά φυτά, έτσι ώστε η γη εδώ να μυρίζει Ελλάδα…

Βρίσκοντας τελικά την έξοδο της ιδιωτικής βίλας, θα κατευθυνθώ αρχικά προς το Guerlain Spa, το πρώτο σπα με την υπογραφή του γαλλικού οίκου στην Ελλάδα. Εδώ η τεχνογνωσία των θεραπευτών, σε συνδυασμό με την υψηλή ποιότητα των καλλυντικών, μπορούν να σου προσφέρουν όντως τη θεραπεία σώματος ή προσώπου που θα σε αποζημιώσει και θα σε ανακουφίσει από το στρες και την κούρασή σου. Στην όλη εμπειρία παίζουν ρόλο και οι εγκαταστάσεις που είναι μοναδικής πολυτέλειας και αισθητικής. Προσωπικά απόλαυσα ιδιαίτερα την εξωτερική πισίνα μετά τη θεραπεία σώματος που έκανα. Η πισίνα είναι θερμαινόμενη, ήσυχη, καθόλου πολυσύχναστη. Αγναντεύει από μικρή απόσταση τη θάλασσα, γεύεται τα αρώματα και την ομορφιά της βλάστησης εντός του resort. Εκείνη η βουτιά ήταν πράγματι μια πολύ χαλαρωτική και απολαυστική εμπειρία.

Όσο για το Ora Restaurant, θέλω να ξεκινήσω αναφέροντας τα vibes το Σάββατο το βράδυ, όπου παρέες, φίλοι, ζευγάρια, προσήλθαν για να απολαύσουν το δείπνο τους, και έδωσαν στον χώρο αυτή την πολύτιμη μίξη θαμώνων και ενεργειών, που μπορεί να καταστήσει ένα εστιατόριο ξενοδοχείου ζωντανό και παλλόμενο. Δεν έχω λόγια για το φαγητό, που συνδυάζει την ελληνική με την ιταλική κουζίνα, υπό την επιμέλεια του σεφ Ettore Botrini. Εντυπωσιάστηκα προπαντός με τη νοστιμιά των απλών πιάτων που αποδίδω και στην ποιότητα των υλικών –συγκεκριμένα έφαγα ένα πεντανόστιμο φρέσκο ψάρι συνοδευόμενο από ψητά σπαράγγια. Ανάλογα απόλαυσα το πρωινό και το κυριακάτικο brunch, που ξέρω ότι ήδη αποτελεί από μόνο του προορισμό στην Αθήνα. Για πιο εξωτικές διαθέσεις, πάνω στη παραλία του resort, λειτουργεί και το Manko Restaurant, που με την περουβιανή κουζίνα του σεφ Juan David Ocampo, τα κοκτέιλ και τις μουσικές του, μπορεί να σε οδηγήσει σε μια αξέχαστη βραδιά μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες.
«Μα πόσο καιρό λείπω διακοπές;» αναρωτήθηκα αφηρημένη σταθμεύοντας το αυτοκίνητο μετά τη διαμονή μου στο One&Only Aesthesis. Μου πήρε λίγα δευτερόλεπτα για να συνειδητοποιήσω ότι ήταν μόνο ένα βράδυ, στα 25 λεπτά απόσταση από το σπίτι μου.

