Premium εμπειρία πτήσης
Η εμπειρία ξεκίνησε από τα γκισέ του «Ελ. Βενιζέλος», όπου το προσωπικό εδάφους της Emirates μάς έδωσε τα εισιτήρια για τις Premium Economy θέσεις μας, οι οποίες ήταν διαθέσιμες για την πτήση μας προς το αεροδρόμιο Νιούαρκ στο Νιου Τζέρσεϊ. Αντικρίσαμε ένα από τα πρώτα ανακαινισμένα αεροσκάφη Boeing 777 της Emirates στις γέφυρες του αεροδρομίου, αλλά στην θέα του τομέα της Premium Economy σκεφτήκαμε πως το ταξίδι θα ξεκινούσε λίγο πιο premium απ’ ό,τι είχαμε φανταστεί.

Μπαίνοντας στην καμπίνα της Premium Economy, ήταν αδύνατο να μην προσέξουμε τον κομψό σχεδιασμό. Χρυσές λεπτομέρειες, δερμάτινα καθίσματα σε γήινους τόνους και μια αίσθηση πολυτέλειας που θυμίζει περισσότερο business class παρά κάτι «ενδιάμεσο». Η διαρρύθμιση προσφέρει μεγαλύτερη ιδιωτικότητα από την οικονομική θέση, ενώ η απόσταση ανάμεσα στα καθίσματα, τα οποία διαθέτουν μηχανισμό ανάκλισης, υποπόδιο και ρυθμιζόμενο προσκέφαλο, ώστε να απλωθεί κάθε επιβάτης άνετα, είναι ό,τι πιο κοντινό σε «stretch out and relax» μπορεί να φανταστεί κανείς σε αεροπορικό ταξίδι. Απαλές, οικολογικές κουβέρτες φτιαγμένες από ανακυκλωμένα πλαστικά μπουκάλια και αφράτα μαξιλάρια, που έχουν σχεδιαστεί ειδικά για την Premium Economy, προσφέρονται ήδη από την έναρξη της πτήσης.
Όσο για το φαγητό στην Premium Economy, είναι άλλη ιστορία. Οι επιλογές του μενού αλλάζουν συχνά και παραπέμπουν περισσότερο σε restaurant service παρά σε αεροπορική τροφοδοσία. Τα πιάτα είναι προσαρμοσμένα στην ελληνική και την αραβική κουζίνα, ενώ η συνοδεία από εκλεκτά ποτά και το πλήθος των αναψυκτικών συμπλήρωσαν τη γευστική εμπειρία που δικαίωσε τον όρο «premium».

Αν και ομολογούμε πως η ιδέα των έντεκα ωρών πτήσης μάς είχε αρχικά τρομοκρατήσει, αυτές κύλησαν ομαλά, γρήγορα και ξεκούραστα, χάρη στη δομή της Premium Economy, αλλά και στον κόσμο του ICE, του διάσημου συστήματος ψυχαγωγίας της Emirates, όπου παρακολουθήσαμε οσκαρικές ταινίες που δεν είχαν προβληθεί στους ελληνικούς κινηματογράφους.
Όσο για την ανταπόκριση του κοινού για τη νέα προσθήκη σε συγκεκριμένα δρομολόγια της Emirates, αυτή φαίνεται ιδιαίτερα ικανοποιητική, σύμφωνα με τον Ιμπραϊμ Γκανίμ, Country Manager της Emirates σε Ελλάδα και Αλβανία. «Η αρχική ανταπόκριση για τη νέα καμπίνα Premium Economy ήταν εξαιρετικά θετική, με τους επιβάτες να αναζητούν περισσότερη άνεση σε λογική τιμή». Οι κρατήσεις αυξάνονται σταθερά από την έναρξη της Premium Economy, ιδιαίτερα σε δρομολόγια μεγάλων αποστάσεων όπως το Αθήνα–Νιούαρκ. «Η νέα κατηγορία προσελκύει ταξιδιώτες που προηγουμένως επέλεγαν Οικονομική Θέση, αλλά τώρα επενδύουν λίγο παραπάνω για μεγαλύτερη άνεση», αναφέρει.
Χαμένοι στους δρόμους του Μανχάταν
Η ασίγαστη ενέργεια της Νέας Υόρκης είναι αδύνατο να μην παρασύρει τον επισκέπτη. Φυσικά, οι απεικονίσεις της πόλης στο σινεμά, στη γραφιστική, στη λογοτεχνία, η πληθώρα χαρτών και οι αεροφωτογραφίες με τις οριζόντιες οδούς και τις κατακόρυφες λεωφόρους, ακόμα και οι αφηγήσεις και τα ρεπορτάζ των δημοσιογράφων επιφανών μέσων με παγκόσμια επιρροή, όπως οι Νew York Times και το περιοδικό New Yorker, δημιουργούν μια αίσθηση οικειότητας. Λες και έχουμε ξαναβρεθεί εδώ, λες και έχουμε ξαναπερπατήσει στα πλατιά πεζοδρόμια, λες και έχουμε αντικρίσει ξανά τις διαφημίσεις της Τάιμς Σκουέαρ και τις αρ ντεκό λεπτομέρειες του Εμπάιρ Στέιτ Μπίλντινγκ.

Βέβαια, η πραγματικότητα πάντοτε διαψεύδει. Οι αποστάσεις στο Μανχάταν είναι πιο μεγάλες απ’ ό,τι φαίνονται στον χάρτη, οι ουρανοξύστες υπερμεγέθεις και εντυπωσιακοί, οι διαφημίσεις στην Τάιμς μάς προκαλούν να έχουμε συνέχεια τα μάτια μας ανοιχτά. Η πόλη κινείται ασταμάτητα, μοιάζει να μην κοιμάται ποτέ (στην πραγματικότητα κοιμάται και όντως υπάρχουν φορές που μοιάζει κουρασμένη) και είναι ανοιχτή στον καθένα από μας να ανακαλύψουμε τα μυστικά της.

Από πού να ξεκινήσουμε; Από την εκκλησία Τρίνιτι, στον τύμβο του Αλεξάντερ Χάμιλτον, ενός εκ των πρωτεργατών του κράτους των ΗΠΑ, ο οποίος απέκτησε δεύτερο «κύμα δημοφιλίας» χάρη στο ομώνυμο μιούζικαλ του Λιν Μανουέλ Μιράντα; Από το χάλκινο άγαλμα του Ταύρου, κοντά στη Γουόλ Στριτ, όπου οι τουρίστες αγγίζουν τα αχαμνά του για τύχη και χρήματα; Από το γυάλινο μπαλκόνι του Edge Experience στον 100ο όροφο του κτιρίου, απ’ όπου η Νέα Υόρκη απλώνεται στο πιάτο, ενώ κάτω από τα πόδια μας αντικρίζουμε το απόλυτο κενό;

Ή μήπως από τα τοπόσημα της; Το εμβληματικό Άγαλμα της Ελευθερίας στην είσοδο του λιμανιού, το νησί Έλις, τόπο υποδοχής και ελέγχου των μεταναστών τον 20ό αιώνα, όπου υπάρχουν δείγματα και του ελληνικού στοιχείου, τις γέφυρες του Μπρούκλιν και του Μανχάταν, απόδειξη του πώς γίνεται μια πόλη του 21ου αιώνα να λειτουργεί με υποδομές που κατασκευάστηκαν στις αρχές του 20ού, ή το αχανές Σέντραλ Παρκ, όπου βρίσκουν καταφύγιο οι Νεοϋορκέζοι από την βοή της πόλης, κάνοντας κανό στις λίμνες και τις δεξαμενές του πάρκου;
Μουσεία και γεύσεις για όλα τα γούστα
Εμείς θα προσθέσουμε και τα μουσεία. Δυστυχώς, οι μέρες δεν είναι ποτέ αρκετές για να τα επισκεφθείς όλα, αλλά και για να τους δώσεις τον χρόνο που χρειάζεται. Ωστόσο, καταστρώσαμε ένα πλάνο για το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, γνωστό και ως MET, μελετώντας τον χάρτη και τα εκθέματα που θα θέλαμε να δούμε από κοντά. Ο αστικός μύθος λέει πως χρειάζεται κανείς πάνω από πενήντα χρόνια για να ανακαλύψει κάθε γωνιά του μουσείου.

Στις δύο ώρες που είχαμε στην διάθεσή μας, αρκεστήκαμε να επισκεφθούμε την πτέρυγα με τα έργα σύγχρονης τέχνης, όπου αντικρίσαμε, μεταξύ άλλων, το αυτοπορτρέτο του Βίνσεντ Βαν Γκογκ, το γλυπτό της 14χρονης μπαλαρίνας που φιλοτέχνησε ο Ντεγκά το 1880 και το αφηρημένο χάος του Τζάκσον Πόλοκ. Επίσης, λόγω της επετείου των εκατό χρόνων από τη δημιουργία του American Wing τον περασμένο Νοέμβριο, περιηγηθήκαμε στις αναπαραστάσεις δωματίων του 17ου και 18ου αιώνα και στα έργα Αμερικανών καλλιτεχνών που διαμόρφωσαν την τέχνη την περίοδο του νεοσύστατου κράτους.

Ένα ακόμη μουσείο που θα κατατάσσαμε στην κατηγορία «must», και αυτό για λόγους μνήμης και περισυλλογής, είναι εκείνο που χτίστηκε στα θεμέλια των Δίδυμων Πύργων του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου. Το μουσείο της 11ης Σεπτεμβρίου ξετυλίγει το κουβάρι των γεγονότων των τρομοκρατικών επιθέσεων που άλλαξαν τον κόσμο με αφηγήσεις, αντικείμενα και κομμάτια από τα ερείπια των αρχιτεκτονημάτων. Εντός του μουσείου απαγορεύονται οι φωτογραφίες, κίνηση που επιτρέπει σε κάθε επισκέπτη την καταβύθιση στα γεγονότα και ενθαρρύνει τη συγκινησιακή φόρτιση.
Ως αντίβαρο της χαοτικής ζωής του Μανχάταν, θα υπάρχει πάντοτε η ηρεμία του Μπρούκλιν, το οποίο κινείται με πιο ήρεμους ρυθμούς, ίσως και πιο κοντινούς στα ευρωπαϊκά δεδομένα. Αρκεί να διασχίσετε τον ποταμό Ιστ με τρένο διά της γέφυρας του Μανχάταν ή περπατώντας τη γέφυρα του Μπρούκλιν και να ανακαλύψετε τις ομορφιές της τέταρτης πληθυσμιακά μεγαλύτερης πόλης των ΗΠΑ. Περπατήστε στις κατοικίες του Μπρούκλιν Χάιτς, χαλαρώστε με θέα τις μανόλιες του Βοτανικού Κήπου και φωτογραφηθείτε κάτω από τη διάβαση των δύο κρεμαστών γεφυρών (DUMBO), όπως στο σημείο της αφίσας της ταινίας «Κάποτε στην Αμερική» του Σέρτζιο Λεόνε.

Για το τέλος, δεν θα μπορούσαμε να αφήσουμε εκτός το κομμάτι του φαγητού. Με τόσα εκατομμύρια κατοίκων και επισκεπτών, υπάρχουν πάνω από 25.000 σημεία εστίασης στην πόλη. Δοκιμάστε την κις λορέν της Sarabeth, δίπλα στο ξενοδοχείο Πλάζα, τις λιχουδιές του kosher μπιστρό στο Γκρίνουιτς Βίλατζ, Jack’s Wife Freda, τα βραζιλιάνικα κρέατα της αλυσίδας εστιατορίων Fogo de Chao, το παστράμι σάντουιτς του Katz’s Delicatessen, τις φορητές καντίνες με ντάμπλινγκ στην Τσάιναταουν, τις πεντανόστιμες πίτσες του Μπρόντγουεϊ, τα μπέργκερ των ντάινερ (όσων έχουν μείνει ανοιχτά) και τα παραδοσιακά candy shops για εμβληματικά milkshakes. Η Νέα Υόρκη μπορεί να ικανοποιήσει και τον πιο απαιτητικό ουρανίσκο.
Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και στην περίπτωση της γαστρονομίας, η Νέα Υόρκη δεν προσπαθεί να σε εντυπωσιάσει. Σου δίνει απλώς τον χώρο να χαθείς και να βρεις τον δικό σου ρυθμό μέσα στον δικό της. Και κάποιες φορές, αυτό είναι αρκετό. Την αποχαιρετήσαμε με 2.000 φωτογραφίες, πονεμένα πόδια και την υπόσχεση να επιστρέψουμε. Δεν ξέρουμε αν θα γίνει σύντομα. Αλλά κάθε φορά που ακούμε κόρνες, βλέπουμε φώτα ή ατμούς να διοχετεύονται στον δρόμο, ένα κομμάτι της Νέας Υόρκης επανέρχεται στη μνήμη.

