«Προσεκτικά, μη γλιστρήσετε», φωνάζουν οι λιμενεργάτες προς τους επιβάτες που επιβιβάζονται στο φεριμπότ που συνδέει την Αρκίτσα με το λιμάνι της Αιδηψού. Το πορθμείο γεμίζει ασφυκτικά με τροχοφόρα, η πόρτα κλείνει και ξεκινάει το σαραντάλεπτο ταξίδι προς τη λουτρόπολη της βόρειας Εύβοιας. «Ελάτε, ελάτε για φωτογραφία!». Λίγο πριν δέσει στο λιμάνι, οι οικογένειες στήνονται στο κατάστρωμα και ποζάρουν στον φακό της μπροστινής τους κάμερας με φόντο το καταπράσινο βουνό, τα ξενοδοχεία της Αιδηψού και τη θάλασσα που χρυσαφίζει.
Αποπνέουν έναν αέρα, μια ενέργεια, που μαρτυράει πως έχουν ξαναέρθει στην Αιδηψό για διακοπές. Το επιβεβαιώνω από την οικογένεια που στέκεται πλάι μου, με την Αιδηψό να αποτελεί κομμάτι μιας οικογενειακής παράδοσης, αλλά και από το ζευγάρι των 60άρηδων από τη Γερμανία που επισκέφθηκαν το μέρος πριν από μία δεκαετία και φέτος το νοστάλγησαν. Νοίκιασαν ένα στούντιο πριν από μήνες. Πριν πατήσω το πόδι μου στο λιμάνι της Αιδηψού, είχα πέσει στην παγίδα του ηλικιακού ρατσισμού. Την είχα με το στερεότυπο πως πρόκειται για έναν προορισμό αποκλειστικά για ηλικιωμένους. Φυσικά, ακόμη και με μια απλή παρατήρηση από το παράθυρο του αυτοκινήτου εξάγεται εύκολα το συμπέρασμα πως αποτελούν τη μερίδα του λέοντος, ωστόσο τα στερεότυπα υπάρχουν για να καταρρίπτονται.
Διαβάστε περισσότερα στο νέο τεύχος του «Κ» που κυκλοφορεί την Κυριακή 17 Αυγούστου με την «Καθημερινή».

