Παρακολουθώ τη Μαρία Αλιφέρη στον ρόλο της Σοφίας, της μητέρας του σαρανταπεντάχρονου Μιχάλη, του γκέι ήρωα στο θεατρικό έργο Blue train που έγραψε ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος. Μια Κυριακή πρωί εισβάλλει, χωρίς προειδοποίηση, στο λοφτ του γιου της και ασκεί κριτική για όλα: για τη γειτονιά, τη διακόσμηση του διαμερίσματος, τα άδεια μπουκάλια στο πάτωμα, τις κακές διατροφικές του συνήθειες, τον τρόπο ζωής του. Μέσα από τις συνεχείς παρατηρήσεις της προσπαθεί να του δείξει πως νοιάζεται και να του επισημάνει ότι μεγαλώνει. «Υπάρχουν πολλές μανάδες σαν αυτήν, κυκλοφορούν δίπλα μας», μου λέει όταν τη συναντώ στο διαμέρισμά της στην Αγία Παρασκευή. Έχει και η ίδια κάτι τρυφερό, μαμαδίστικο στη συμπεριφορά της· στην πόρτα ακόμα με ρωτά αν βρήκα κίνηση –μου είχε αλλάξει την ώρα της συνέντευξης για να μην ταλαιπωρηθώ με το πάρκινγκ–, μου φτιάχνει καφέ, μου φέρνει μπισκότα, μου σπρώχνει ένα βαρύ τραπέζι δίπλα μου. Στο τζάκι υπάρχουν παντού φωτογραφίες της οικογένειάς της, η ίδια με τα αδέλφια της, τα ανίψια της.
Μιλάμε για όλα. Για την πορεία της στο θέατρο, τις σπουδές της, τα Τετράγωνα των αστέρων, την τηλεόραση, την αδικία, τον χρόνο, τη δύναμη που έχουν οι γυναίκες.
Ακολουθεί ένα απόσπασμα της συζήτησής μας:
Τι συμβουλές θα δίνατε στη νεότερη Μαρία;
Νομίζω ότι αυτό που ήθελε η καρδούλα της και άντεχε, το έκανε. Τα λάθη, δεν το συζητώ, ένα σωρό, αλλά τα λάθη είναι που μας πάνε παρακάτω. Τις καλές στιγμές τις χαίρομαι, τις απολαμβάνω, αλλά δεν με μετακινούν. Όταν ζοριστείς, τότε βλέπεις τι αλλάζει, βγαίνουν από μέσα σου άλλες δυνάμεις. Οι ευκολίες μάς αποκοιμίζουν.
Οι άντρες πώς σας έβλεπαν;
Οι περισσότεροι έμεναν στην εικόνα, δεν έψαχναν τη Μαρία. Σε μια σχέση πορεύεσαι με τον άλλο ισότιμα, δεν είσαι το δεκανίκι του, η έλλειψή του. Άλλος προσπαθεί να επιβεβαιωθεί και σε εξουσιάζει, άλλος σε χρίζει το ιδανικό του, δεν σε αφήνει να υπάρχεις ως ο εαυτός σου. Για μένα η ελευθερία είναι το ύψιστο δικαίωμα.
Εξακολουθείτε να λαμβάνετε δικαίως εξαιρετικά σχόλια για την εμφάνισή σας.
Σίγουρα είχα την τύχη να έχω ένα καλό δέρμα, όμως περισσότερο νομίζω ότι αυτό που βλέπετε οφείλεται στην ψυχολογία μου, σε μια εσωτερική ηρεμία. Όταν περνούσα αυτές τις δυσκολίες, τις δοκιμασίες με τη δουλειά, όλο αυτό το άγχος και ο θυμός αποτυπώνονταν στον καθρέφτη. Εγώ με την οργή έχω ξεμπερδέψει. Τα γεράματα δεν είναι η ρυτίδα, η ψυχή γερνά, μιζερεύει, συρρικνώνεται και όλο αυτό φαίνεται στις ρυτίδες.
Διαβάστε περισσότερα στο νέο τεύχος του «Κ» που κυκλοφορεί την Κυριακή 2 Μαρτίου με την «Καθημερινή».

