Ζούμε ακόμη στην εποχή του βιβλίου. Συζητάμε τα τελευταία χρόνια για την εξέλιξη των υπολογιστών και της τεχνητής νοημοσύνης, ξεχνώντας συχνά ότι η κυρίαρχη τεχνολογία της γνώσης σήμερα εξακολουθεί να είναι το βιβλίο. Αν θέλετε να κατανοήσετε κάτι σε βάθος, να θεραπεύσετε ανθρώπους, να χτίσετε κτίρια, να αυξήσετε τις πωλήσεις σας, να υπερασπιστείτε υποθέσεις ή να δημιουργήσετε κάτι νέο, θα ανατρέξετε αναγκαστικά στη βιβλιογραφία.
Στο βιβλίο The Idea Machine: How Books Built Our World and Shape Our Future, που κυκλοφόρησε πρόσφατα, ο Τζόελ Μίλερ παρουσιάζει το βιβλίο σαν μια δυναμική τεχνολογία που επεκτείνει τα φυσικά όρια της μνήμης, της απόστασης, του χρόνου και της γνώσης. Για τον συγγραφέα, το βιβλίο είναι ίσως η πιο ισχυρή αλλά και η πιο παραγνωρισμένη τεχνολογία πληροφορίας που επινόησε η ανθρωπότητα. Είναι ταυτόχρονα «υλισμικό» (hardware) και «λογισμικό» (software), μια διπλή φύση που εξηγεί τη δύναμη και τη διάρκεια της επιρροής της.
Ο Κ. Σ. Λιούις είπε κάποτε ότι ήταν το προϊόν ατελείωτων βιβλίων. «Έχοντας αφομοιώσει ένα τεράστιο μέρος της ιστορίας του βιβλίου, μπορώ να πω ότι αυτό ισχύει για όλους μας, είτε το γνωρίζουμε είτε όχι», γράφει ο Μίλερ. «Ο κόσμος μας δεν θα έμοιαζε καθόλου με τον σημερινό αν δεν είχε υπάρξει το βιβλίο». Ως η πρώτη φορητή συσκευή πληροφοριών της ανθρωπότητας, το βιβλίο δεν περιορίζεται στην καταγραφή της σκέψης· τη διαμορφώνει κιόλας. Εκθέτει το βάθος των ιδεών μας, διευρύνει τις γνωστικές μας ικανότητες και μας προκαλεί να σκεφτούμε. Είναι ένας εξωτερικός σκληρός δίσκος που μας επιτρέπει να ονειρευόμαστε και να μπαίνουμε στη θέση των άλλων.
Η φυσική του μορφή, από τις πήλινες πινακίδες μέχρι το τυπωμένο βιβλίο, υπήρξε εξίσου καθοριστική όσο και οι ιδέες που περιείχε. Κάθε τεχνολογική εξέλιξη, από την τυπογραφία μέχρι τους καταλόγους των βιβλιοθηκών, ήταν μια αναβάθμιση που ανανέωνε τις δυνατότητες του ανθρώπινου νου. Ταυτόχρονα, το βιβλίο δεν υπήρξε μόνο φορέας γνώσης, αλλά και εργαλείο ισχύος: λογοκρισίες, απαγορεύσεις, έλεγχος πρόσβασης. Σε τελική ανάλυση, δεν μας βοήθησε να υπερβούμε όλες τις αδυναμίες της φύσης μας: εξακολουθούμε να σκοτωνόμαστε με το παραμικρό και να επιζητούμε Μεσσίες. Η ιστορία του είναι, αναπόφευκτα, και η ιστορία των ανθρώπινων αντιφάσεων.
Όπως μας υπενθυμίζει ο Μίλερ, το βιβλίο εξακολουθεί να λειτουργεί ως η πρωτότυπη «μηχανή ιδεών» που έχτισε τον κόσμο μας. Καθώς όμως οι τεχνολογικές εξελίξεις καλπάζουν, ένα ερώτημα επιστρέφει επίμονα: Σε τι κόσμο θα ξυπνάμε όταν η σκέψη θα παράγεται και από τεχνητές νοημοσύνες;

