«Σκέψου το σαν ένα σενάριο φτιαγμένο για το σώμα. Η χορογραφία είναι μια ενστικτώδης δημιουργική πράξη. Ψηλά το κεφάλι. Χαμογέλα. Περισσότερο. Ξανά», λέει ατάραχη από το αναπηρικό της αμαξίδιο η σπουδαία χορογράφος Ανιές Ντε Μιγ στη μαθήτριά της. Ο αέρας περνά μέσα από τις αρθρώσεις της. Ένας ήχος που θυμίζει ράγισμα βγαίνει από τα ηχεία. Τουτού, φόρμες, επιγονατίδες και σκισμένα μπλουζάκια χύνονται στο παρκέ. Μια ιεροτελεστία που επαναλαμβάνεται καθημερινά και εντατικά. Γυρισμένο με μια κάμερα 16mm και χωρίς επεξηγηματικά σχόλια, το Ballet (1995) του Φρέντερικ Γουάισμαν αποτελεί μία από τις πιο εμβληματικές προσπάθειες κινηματογραφικής καταγραφής του αμερικανικού μπαλέτου εντός και εκτός σκηνής. Φέτος, 30 χρόνια μετά την κυκλοφορία του, το Ethnofest (Φεστιβάλ Εθνογραφικού Ντοκιμαντέρ της Αθήνας) γιορτάζει το σημαντικό αυτό έργο με μια επετειακή προβολή στις 28 Νοεμβρίου −την πρώτη μάλιστα προβολή του ντοκιμαντέρ στην Ελλάδα− αναδεικνύοντας την ίδια στιγμή και τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Αθήνας εντός του.
Πρωτεργάτης του ντοκιμαντέρ παρατήρησης (cinéma vérité) στην Αμερική, ο Γουάισμαν τρυπώνει στα παρασκήνια του American Ballet Theatre καθώς η ομάδα προετοιμάζεται για μια περιοδεία σε Αθήνα και Κοπεγχάγη. Σιωπηλός, σχεδόν αόρατος, μοιάζει καθηλωμένος από την αυστηρή και εξαιρετικά παραδοσιακή έννοια της ομορφιάς που οι χορευτές πασχίζουν να υπηρετήσουν. Παρατηρεί τα σώματα καθώς εκείνα σπάνε, τις φωνές, τον πόνο και την άψογη κλασική μουσική. Μια κοπέλα τσακίζει τις πουέντ της. Το ξύλο λυγίζει στα χέρια της και η καμάρα παίρνει το σχήμα του ποδιού της. Ένα βασικό ερώτημα φαίνεται να διαπερνά τα 170 λεπτά του έργου, όπως γράφει και η Κάριν Τζέιμς στην κριτική της στους New York Times: «Πώς μπορεί μια κίνηση που μοιάζει τόσο κομψή και αβίαστη να ακούγεται σαν ένας άσχημος γδούπος;».

«Υπάρχει μια αδιαμφισβήτητη δύναμη και ειλικρίνεια στην προσέγγιση όλων τους. Ήθελα να δείξω την πραγματικότητα πίσω από τις παραστάσεις. Να αφήσω τους χορευτές, τους χορογράφους, τους τεχνικούς, τους ενδυματολόγους, τους φωτιστές, τους υπαλλήλους της σχολής και όσους άλλους εμπλέκονται, να επικοινωνήσουν την αφοσίωσή τους στην τέχνη με τους δικούς τους όρους», σημείωνε στην παρουσίαση του ντοκιμαντέρ το 1995 ο ίδιος ο Γουάισμαν.
Τσαϊκόφσκι και αθηναϊκή ριβιέρα
Το δεύτερο μέρος βρίσκει δύο ημίγυμνα αγόρια να πετάνε χαρταετό στον λόφο του Φιλοπάππου. Οι πρόβες στο Ηρώδειο δίνουν τη θέση τους σε πλάνα από πλαζ και ηλιοκαμένα σώματα και αυτά, με τη σειρά τους, σε αποσπάσματα των ίδιων των παραστάσεων. Μια κυρία με χρωματιστή ποδιά και λευκό μαντίλι στα μαλλιά καθαρίζει την ορχήστρα, την πλακόστρωτη πλατεία του θεάτρου, με μια αχυρένια σκούπα. Οι πιρουέτες και τα χειροκροτήματα καταλήγουν σε ένα πρωινό στον Αστέρα Βουλιαγμένης.
Όπως γράφει και η Κάριν Τζέιμς στην κριτική της στους New York Times: «Πώς μπορεί μια κίνηση που μοιάζει τόσο κομψή και αβίαστη να ακούγεται σαν ένας άσχημος γδούπος;»
Στις συζητήσεις τους, τα προβλήματα της περιοδείας μπλέκονται με προτάσεις για νυχτερινές εξόδους. Τσαϊκόφσκι, ποτά, αντηλιακά και ο ήχος των ρακετών. Ένα γκονγκ στο πλάι της σκηνής μηνύει την έναρξη της δεύτερης παράστασης. Το τελευταίο τους βράδυ στην πόλη τούς βρίσκει στην αυλή του Σισύφου στην Πλάκα να χορεύουν ανάμεσα σε ντόπιους και τουρίστες. Οι κινήσεις τους, άτσαλες και σπασμωδικές, δεν θυμίζουν σε τίποτα τη σκηνική τους αρτιότητα. Σαν να μην ακροβατούν πια στις πουέντ τους, έτσι και ο φακός στέκεται στο μεταίχμιο τέχνης και ζωής.
«Ήθελα να δείξω την πραγματικότητα πίσω από τις παραστάσεις», έλεγε ο Φρέντερικ Γουάισμαν για το ντοκιμαντέρ του πριν από 30 χρόνια.
«Σε αντίθεση με άλλους εκπροσώπους του Direct Cinema, που στράφηκαν κυρίως στην παρακολούθηση προσώπων, ο Γουάισμαν αφιέρωσε σχεδόν το σύνολο του έργου του −που σήμερα μετρά περισσότερα από 40 ντοκιμαντέρ− στη χαρτογράφηση θεσμών: από νοσοκομεία και σχολεία έως δικαστήρια, οίκους ευγηρίας και πολιτιστικούς οργανισμούς. Με τη χαρακτηριστική του μεθοδολογία, χωρίς συνεντεύξεις, χωρίς φωνή εκτός κάδρου, αφήνει τη ζωή όπως εξελίσσεται μπροστά στην κάμερα να μιλήσει από μόνη της. Έτσι, η απλή παρατήρηση μετατρέπεται σε μια βαθιά πολιτική και καλλιτεχνική πράξη, αποκαλύπτοντας τον τρόπο με τον οποίο οι θεσμοί διαμορφώνουν τις ζωές των ανθρώπων και, συγχρόνως, τις μικρές αντιστάσεις, τις τριβές και τις αντιφάσεις που αναπτύσσονται μέσα τους. Με τις χαρακτηριστικά μεγάλες, ανεπεξέργαστες σκηνές του, αναδεικνύει εδώ τη σωματικότητα, την πειθαρχία, τη διαρκή διαπραγμάτευση μεταξύ εξουσίας και δημιουργικότητας – όλα όσα συνθέτουν τη δυναμική ενός μεγάλου καλλιτεχνικού οργανισμού», σημειώνει ο Κωνσταντίνος Αϊβαλιώτης, συνιδρυτής και διευθυντής του Ethnofest.
«Εκεί που συνήθως δεν κοιτάμε»
Για την Μπετίνα Παναγιωτάρα, θεωρητικό και δραματουργό χορού –συνεργάτη του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας–, που θα προλογίσει την ταινία, πρόκειται ουσιαστικά για την καταγραφή μιας κοινότητας που βρίσκεται σε διαρκή κίνηση μπροστά στα μάτια μας. «Από τον Εντγκάρ Ντεγκά και τις αθέατες στιγμές των χορευτριών του στο έργο Πρόβα μπαλέτου επί σκηνής (1874) έως τον Ζερόμ Μπελ και το πορτρέτο της Veronique Doisneau (2004) για την Όπερα του Παρισίου, ο Φρέντερικ Γουάισμαν με το Ballet μάς καλεί να κοιτάξουμε εκεί όπου συνήθως δεν κοιτάμε. Μας μυεί στη γλώσσα της πρόβας – στιγμές έντασης, επαναληπτικές κινήσεις, διδασκαλία, φροντίδα των σωμάτων, τεχνική ακρίβεια και διαρκής αναζήτηση. Πίσω από τις λαμπερές παραστάσεις αποκαλύπτεται ένας κόσμος απαιτητικός, σύνθετος, συχνά εύθραυστος, όπου η τέχνη είναι ένα απαιτητικό επάγγελμα με όλες τις αντιφάσεις του.

»Το γεγονός ότι δεν μαθαίνουμε ποιος είναι ποιος μοιάζει να ανοίγει τον χώρο για ένα διαφορετικό ερώτημα: Έχει τελικά σημασία το όνομα ή μήπως η ουσία βρίσκεται στο πώς λειτουργεί αυτός ο μικρόκοσμος και πώς συνδιαμορφώνεται καθημερινά στις αίθουσες προβών και στους διαδρόμους; Το Ballet μάς προτείνει να παρατηρήσουμε μια κοινότητα σε δράση – ένα σύστημα ανθρώπων που συν-δημιουργούν, συν-διαπραγματεύονται, ανταγωνίζονται και συνεργάζονται εντός ενός ιστορικού και ιεραρχικού θεσμού χωρίς την παραστασιακή αίγλη, ενώ στο τέλος απευθύνονται σε ένα διεθνές κοινό μέσα από μια διεθνή γλώσσα: εκείνη του χορού».
Το Ballet θα προβληθεί στο πλαίσιο της 16ης διοργάνωσης του Ethnofest την Παρασκευή 28 Νοεμβρίου στις 21.30 (χωρίς ελληνικούς υπότιτλους) στον κινηματογράφο ΑΣΤΟΡ (Σταδίου 28, 10564).

