Όταν το ζητούμενο είναι η ενίσχυση του εισοδήματος, πολλές φορές η λύση εντοπίζεται στην εξεύρεση δεύτερης «πηγής». Αυτή μπορεί να είναι μια δεύτερη μισθωτή απασχόληση έστω και με περιορισμένο ωράριο (δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι καταφεύγουν σε αυτή τη λύση, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο άνοιξε η συζήτηση για το 13ωρο), μπορεί να είναι ένα «μπλοκάκι» ή ακόμα και ένα συμπληρωματικό ποσό από κάποιο ενοίκιο ή από τόκους και κέρδη τα οποία μπορεί να αποδίδει μια επένδυση. Τι έχει σημασία τελικά; Το ποσό που μένει «καθαρό», μετά την αφαίρεση φόρων και λοιπών κρατήσεων. Γι’ αυτό και πριν από την εξεύρεση της δεύτερης ή και της τρίτης πηγής απαιτείται μια μίνιμουμ εξοικείωση με το φορολογικό σύστημα της χώρας.
Ο «δεύτερος μισθός» είναι η λύση που αυξάνει περισσότερο τη φορολογική επιβάρυνση. Τα ποσά των δύο μισθών προστίθενται και φορολογούνται με την ίδια φορολογική κλίμακα. Όμως, η παρακράτηση που έχει γίνει στον δεύτερο μισθό είναι πολύ μικρότερη από τον φόρο που αναλογεί, και αυτό έχει ως αποτέλεσμα το εκκαθαριστικό το οποίο εκδίδεται μία φορά κάθε χρόνο να «βγάζει» μια πρόσθετη πολύ σημαντική επιβάρυνση, η οποία μπορεί να φτάνει ακόμα και στο 20-25% του εισοδήματος της δεύτερης δουλειάς.
Η πρακτική του να συνεχίσουν να δουλεύουν οι συνταξιούχοι έχει γίνει εσχάτως αρκετά δημοφιλής. Όταν έχουμε εισόδημα από έναν μισθό και μια σύνταξη, πέρα από τον φόρο που προκύπτει με τη διαδικασία που προαναφέρθηκε (μισθός και σύνταξη προστίθενται, καθώς αντιμετωπίζονται ως εισόδημα από την ίδια πηγή), γίνεται και μια επιπλέον περικοπή 10% στο εισόδημα από τον μισθό.
Και το εισόδημα από το ελεύθερο επάγγελμα προστίθεται στις απολαβές από μισθούς. Με μία διαφορά: Η ατομική επιχείρηση επιτρέπει την εμφάνιση επαγγελματικών δαπανών οι οποίες μειώνουν το φορολογητέο εισόδημα. Όσο μεγαλύτερες οι δαπάνες, τόσο μικρότερο το ποσό του πρόσθετου φόρου που θα καταγραφεί στο εκκαθαριστικό. Υπάρχουν μάλιστα περιπτώσεις που στο εισόδημα από το ελεύθερο επάγγελμα επιβάλλεται παρακράτηση φόρου με συντελεστή 20%, και αυτό οδηγεί στο να εκδίδεται ένα «πιστωτικό εκκαθαριστικό» στο τέλος της χρονιάς, κάτι που σημαίνει ότι ο φορολογούμενος παίρνει λεφτά πίσω. Υπάρχει μια κρίσιμη λεπτομέρεια: Όταν έχουμε δύο μισθούς, επιβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές και στους δύο, οπότε βγαίνει και μεγαλύτερη σύνταξη. Όταν έχουμε έναν μισθό και ένα μπλοκάκι, δεν επιβάλλονται εισφορές για το ελεύθερο επάγγελμα, οπότε χάνεται η προσαύξηση της σύνταξης.
Η δεύτερη πηγή εισοδήματος που λέγεται «ενοίκιο» αφορά εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες. Τα συγκεκριμένα ποσά φορολογούνται με ξεχωριστή κλίμακα η οποία προβλέπει συντελεστή 15% για απολαβές έως 1.000 ευρώ τον μήνα. Με 15% φορολογούνται τα εισοδήματα από τόκους (π.χ. από τραπεζικούς λογαριασμούς), ενώ υπάρχουν ορισμένα επενδυτικά προϊόντα (π.χ. τα έντοκα γραμμάτια του ελληνικού Δημοσίου) τα οποία απαλλάσσονται από τον φόρο για τους τόκους που εξασφαλίζουν. Στα μερίσματα –δηλαδή στα διανεμόμενα κέρδη επιχειρήσεων– ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστή 5%.

