Ο Ορφέας Περίδης δεν κρατάει την κιθάρα οριζόντια, όπως οι περισσότεροι. Την κρατάει διαγώνια. Προφέρει το «ρο» μαλακά (ακούστε τη λέξη «σκάρτες» και τη λέξη «καρδιές» στο ρεφρέν τού Κάτι μου κρύβεις) και ερμηνεύει βαριά λαϊκά με έναν δικό του τρόπο, απαλό, εσωτερικό. Μολονότι κάποια τραγούδια του έγιναν μεγάλα σουξέ, δεν θα τον δείτε σε μεγάλες συναυλίες. Θα τον αναγνωρίσετε πάντως σαν έναν από τους πιο άξιους εκπροσώπους του «έντεχνου», το οποίο άνθησε τη δεκαετία του 1990 και έκτοτε έχει φίλους και εχθρούς, λοιδορείται και δοξάζεται, όπως όλα σε αυτή τη χώρα. Συναντηθήκαμε στου Παπάγου. «Τριάντα χρόνια έμενα εδώ», θα μου πει. Ταπεινός, ευγενικός, καθ’ όλη τη διάρκεια της συνέντευξης θα παραμείνει με το σώμα ελαφρώς κυρτό προς τα εμπρός, ανήσυχος περί του αν οι απαντήσεις του έχουν νόημα και ουσία.
Από πού έρχεστε;
Εδώ και μία δεκαετία μένω στη Νέα Μάκρη. Γιατί έτσι ήρθαν τα πράγματα αφενός και αφετέρου υποφέρω με την ηχορύπανση. Οπότε επιδίωξα να μείνω σε μέρος με ησυχία. Γεννήθηκα στη λεωφόρο Δαβάκη, στην Καλλιθέα. Ο πατέρας μου είχε βουλκανιζατέρ. Οπότε από μηδέν χρονών εργαζόμουν εκεί, μέσα στα σφυριά και στις φασαρίες και στις εξατμίσεις. Δεν μπορώ άλλο, θέλω να ησυχάσω.
Τι θυμάστε από τη δεκαετία του ’60;
Στην Καλλιθέα του ’60 έζησαν γνωστοί καλλιτέχνες, όπως ο Τσαουσάκης. Για λίγο δεν γνώρισα τον Γιάννη Παπαϊωάννου, τον ρεμπέτη, ο οποίος έμενε λίγο παρακάτω και ήταν πελάτης στο μαγαζί μας. Και ο Άκης Πάνου πέρασε από το βουλκανιζατέρ. Η Καλλιθέα ήταν κάπως πιο κοσμοπολίτικη τότε. Θα μπορούσα
να σου πω πολλά για την Καλλιθέα.
«Όπως έμαθα πρόσφατα συζητώντας με ανθρώπους του ραδιοφώνου», λέγατε προ μηνών σε μια συνέντευξη, «ο κόσμος δεν επιθυμεί καινούργια τραγούδια, του αρέσουν τα παλιά». Αναρωτιόμουν αν η δήλωση αυτή εμπεριέχει πικρία…
Βέβαια. Κατ’ αρχάς να τονίσουμε ότι αυτή τη δήλωση δεν την έκανα εγώ. Την έκαναν άνθρωποι του ραδιοφώνου. Τη δεκαετία του ’90 υπήρχε ενδιαφέρον για νέα τραγούδια, το οποίο έχει μειωθεί αισθητά. Σε ρωτούσαν: «Πότε βγαίνει ο δίσκος; Στείλε μας!». Σήμερα μαθαίνω πως, όταν μπει άγνωστο τραγούδι,
ο κόσμος αλλάζει σταθμό.
Πώς είναι αυτό το συναίσθημα; Να γράφεις τραγούδια και να μη θέλει ο κόσμος να τα ακούσει;
Είναι σαν να κάνεις ένα άγαλμα και να το θάβεις.
Σας καταβάλλει;
Όχι, δεν με καταβάλλει. Γιατί εμένα αυτό είναι η χαρά μου. Όταν φτιάξω ένα τραγούδι, είμαι χαρούμενος. Γι’ αυτό ζω. Ξενυχτάω. Ακόμα και σήμερα. Αυτό ξέρω να κάνω στη ζωή μου. Και να αλλάζω λάστιχα (γέλια).
Πάντως το Σκυλιά που βγαίνουνε για στίχους, που βγάλατε πέρυσι, έχει μια δύναμη. Και μιλάει για τους ανθρώπους που γράφουν.
Ναι. Οι στίχοι είναι του αγαπημένου μου φίλου Γιώργου Σιδέρη. Περιγράφουν μια αλήθεια. Ξέρεις, εγώ αγαπάω το τραγούδι. Αγαπάω το τραγούδι περισσότερο και από τον δημιουργό. Βέβαια, δεν είναι κάθε μέρα ανοιχτοί οι ουρανοί. Κάποτε έγραψα το εξής: «Όλo μεταφράζω στίχους/ από τα τραγούδια μου
τ’ αμερικάνικα/ αλλάζω τους ρυθμούς, τους ήχους/ κι από ροκ εντ ρολ τα κάνω τσάμικα». To είχα κολλήσει σε ένα χαρτάκι στο δωμάτιό μου και έμεινε εκεί τρία χρόνια. Δεν ήξερα πώς να το συνεχίσω. Αυτός ήταν και ο λόγος που καθυστέρησα τον δεύτερο δίσκο μου. Αισθανόμουν ότι κάτι έχει αυτός ο στίχος – και περίμενα. Και όντως, με αντάμειψε η υπομονή μου.
«Mε σκηνοθέτησε ο κόσμος»
Πώς μπήκατε στον χώρο του τραγουδιού;
Έμαθα κλασική κιθάρα, πήρα ένα πρώτο πτυχίο και σταμάτησα. Απαλλάχτηκα από το άγχος του σπουδαστή και έγραψα τη Φωτοβολίδα και το Φεύγω.
Δεν γράψατε και πιο πρωτόλεια, πιο άγουρα;
Όχι πολλά. Αλλά ναι. Μια φορά έπαιξα ένα τραγούδι σε έναν φίλο και έβαλε τα γέλια. Ή έπαιξα ένα άλλο στον πατέρα μου και είπε: «Δεν έχει στόχο». Άκου τι είπε! Ξέρεις, οι άνθρωποι αυτοί είναι άγγελοι. Έρχονται, σου πετάνε ένα αρνητικό σχόλιο και σε πάνε παρακάτω. Θυμάμαι χαρακτηριστικά κάποτε ήρθε ένας στο καμαρίνι, μετά από λάιβ, και μου είπε: «Τι ήταν αυτό που μας παρουσίασες τώρα; Τραγούδια ατάκτως ερριμμένα». Αυτό αφορά το πώς φτιάχνεις ένα πρόγραμμα. Δεν είναι τόσο εύκολο. Θέλει μια σκηνοθεσία. Ο Σαββόπουλος το έκανε εξαιρετικά. Ο Κραουνάκης επίσης. Εγώ αυτό δεν το έμαθα ποτέ. Εμένα με σκηνοθέτησε ο κόσμος.
Στο σπουδαίο ντεμπούτο σας, Αχ ψυχή μου φαντασμένη (1993), συναντάμε λαϊκά στοιχεία, ροκ, χιπ χοπ, μια προοδευτική ενορχήστρωση σε συνεργασία με τον Θύμιο Παπαδόπουλο, τρέλα, χιούμορ, φιλοσοφίες, κάποιες αστοχίες ίσως, αλλά κυρίως τόλμη… Αισθάνεστε ότι η επιτυχία που γνώρισαν ορισμένα τραγούδια σάς έκανε πιο «συντηρητικό» στις μετέπειτα επιλογές σας;
Σίγουρα. Ξέρεις γιατί μαζεύτηκα; Εγώ θέλω να γράφω τραγούδια που να γίνονται επιτυχίες. Είμαι κακομαθημένος, δηλαδή. Κάνω και κάτι πειραματισμούς ενίοτε, αλλά αυτό που επιδιώκω είναι να ακουστεί το τραγούδι μου και να αγαπηθεί. Γι’ αυτό δουλεύω. Δεν δουλεύω για να κάνω κάτι το απίθανο. Κατά τα άλλα, πολύ συχνά στον πρώτο δίσκο ενός καλλιτέχνη υπάρχει μια συσσωρευμένη δύναμη. Μπαράκια, Ζεστά ποτά, Εκδίκηση της γυφτιάς…
Θέλω να σας θυμίσω κάτι στίχους σας από το τραγούδι Μεταφυσικό: «Ασκητές μπρος στα Προπύλαια στημένοι/ αυτοπυρπολημένος άγιος στη Θεσσαλία/ όλοι εκστασιασμένοι/ κεριά αναμμένα μες στο ντουλάπι, αφορισμένοι». Βαριά πράγματα…
Κοίταξε, εκείνη την εποχή είχα διαβάσει ένα βιβλίο του Βασίλη Ραφαηλίδη, τη Νεοελληνική Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας. Αυτό το βιβλίο με επηρέασε πολύ. Την ίδια περίοδο είχα διαβάσει την είδηση: «Αυτοπυρπολήθηκε αγρότης στην κεντρική πλατεία της Λάρισας». Άκουγα διάφορα τέτοια που με τάραζαν – και δεν έβλεπα να ταράζονται το ίδιο οι γύρω μου. Το κομμάτι αυτό, λοιπόν, είναι μια κριτική στη χριστιανική εκκλησία. Πριν από λίγες μέρες, πιθανόν να το διάβασες, ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος είχε επισκεφτεί στην πλατεία Συντάγματος τον απεργό πείνας Πάνο Ρούτσι. Αν είχε συμβεί κάτι τέτοιο τότε, δεν θα είχα γράψει το κομμάτι. Είναι ένα θετικό σημάδι. Δείχνει ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει. Αλλά, εντάξει, μη φανταστείς και τίποτα θεαματικές αλλαγές (γέλια).
«Αυτό που επιδιώκω είναι να ακουστεί το τραγούδι μου και να αγαπηθεί. Γι’ αυτό δουλεύω».
Ο όρος «έντεχνο» σας είχε προκαλέσει αμηχανία ήδη από τότε;
Λέγανε έντεχνο τον Χατζιδάκι… Μα το να πεις ότι κάτι τέτοιο έχει μέσα του τέχνη είναι αυτονόητο. Είναι κοινότοπο. Κοίταξε, τη δεκαετία του ’90, που λέμε ότι άνθησε το έντεχνο, ακούστηκαν εξαμβλώματα. Ακούστηκαν πάρα πολλά μέτρια έως και κακά τραγούδια. Και παράλληλα άκουγες εμπορικά, σκυλάδικα, που ήταν υπέροχα. Επομένως, τι λέμε τώρα; Αν σου «μιλάει» το τραγούδι…
Στην τέχνη σας υπάρχει μια ψυχαναλυτική τάση. Από το εξώφυλλο και τον τίτλο του Αχ ψυχή μου φαντασμένη μέχρι το «όπου κι αν πας ένα μικρό παιδί σ’ ακολουθάει/ το χαμένο του δίκιο ζητάει» και πολλά άλλα… Αν δεν γίνομαι αδιάκριτος, κάνατε ποτέ ψυχανάλυση;
Δυστυχώς, όχι. Και λέω δυστυχώς, γιατί πιστεύω ότι ειδικά οι πολιτικοί και οι κυβερνώντες θα πρέπει σήμερα να είναι αγκαλιά με τους επιστήμονες. Παγκοσμίως. Όχι, δεν έκανα ποτέ ψυχανάλυση. Κάποτε διάβασα ότι ένας ψυχαναλυτής μπορεί να σε βοηθήσει, αλλά ίσως πάψεις μετά να γράφεις τραγούδια. Όμως ξέρεις τι νομίζω; Πηγαίνοντας σε συνεδρίες, πιθανόν να γράψεις περισσότερο, καλύτερα και πιο βαθιά. Τώρα μπήκαμε σε μια συζήτηση… Εγώ έχω ζήσει διάφορες καταστάσεις. Και λόγω οικογένειας, και λόγω των παιδιών μου… Είμαι στη φάση που κοιτάω μέσα μου, κοιτάω τον άλλον, σκέφτομαι τι μου λέει.
«Όλα είναι ίδια αν δεν τ’ αγαπάς/ όλα μένουν ίδια άμα δεν τα πας/ κι όλ’ αυτά που είναι γίνονται ξανά/ μέσα απ’ τη δικιά σου τη ματιά». Ξέρατε τι λέγατε όταν γράφατε τη Φωτοβολίδα;
Ναι, ήξερα. Άλλωστε είναι σαφές. Αυτό το τραγούδι εγώ νιώθω ότι είναι εγωκεντρικό. Όλα εγώ τα κάνω, όλα αλλάζουν με τη δική μου τη ματιά κ.λπ. Βέβαια, το αγαπάω πολύ.

«Σαββόπουλοι γιναμε»
Πριν από μερικές εβδομάδες είχαμε την απώλεια του Διονύση Σαββόπουλου. Τι σήμαινε για εσάς;
Εκεί στην εφηβεία, όταν άρχισα να μαθαίνω κιθάρα μόνος μου, έπαιζα Poll και μετά Σαββόπουλο. Ήταν ο πρώτος διδάξας. Ο τροβαδούρος που μιμηθήκαμε όλοι. Αυτό κάναμε. Σαββόπουλοι γίναμε.
«Η Φωτοβολίδα είναι εγωκεντρικό τραγούδι. Όλα εγώ τα κάνω, όλα αλλάζουν με τη δική μου τη ματιά, κ.λπ. Βέβαια, το αγαπάω πολύ».
Στο πρόγραμμά του με την Ελένη Βιτάλη στο Κύτταρο, πριν από δέκα χρόνια, τραγουδούσε τη Φωτοβολίδα και το Φεύγω.
Ναι, την είχα δει αυτή την παράσταση. Ειδικά το Φεύγω το έλεγε συγκλονιστικά. Του είχα πει: «Κύριε Σαββόπουλε, το λέτε συγκλονιστικά». «Μα είναι η δουλειά μου», απάντησε.
Υπήρξατε και δάσκαλος κιθάρας του Φοίβου Δεληβοριά…
Βέβαια! Ο Φοίβος ήταν δέκα χρονών τότε. Αλλά ήταν όπως είναι τώρα. Είχε την ωριμότητα ενός 69χρονου. Μου έπαιζε τραγούδια του, τα οποία ήταν αριστουργήματα. Εγώ είχα τότε περίπου εκατό μαθητές. Προσπαθούσα να τους μάθω κλασική κιθάρα. Το παιδί περίμενε να τελειώσει το κυρίως μάθημα, για να παίξουμε κάνα τραγουδάκι, κάτι ουσιαστικό δηλαδή.
Μου είχε πει ότι του παίξατε και το Φεύγω τότε, πολύ πριν κυκλοφορήσει. Το αισθάνεστε ότι είναι από τα ομορφότερα ελληνικά τραγούδια;
Και να μη θέλω, δεν μπορώ να κάνω αλλιώς, γιατί βλέπω πόσο το αγαπάει ο κόσμος. «Μιλάει» στον κόσμο. Ίσως πιο βαθιά και απ’ τη Φωτοβολίδα.
Γιατί ερχόμαστε όλο και πιο κοντά στην καρδιά μας όταν φεύγουμε;
Συν τω χρόνω, διώχνεις τα περιττά. Οπότε έρχεσαι πιο κοντά στον εαυτό σου.
Μου αρέσει που στο τέλος του, το Φεύγω θέτει ερωτήματα. Τελικά, τι φταίει που ονειρευόμαστε στον ξύπνιο;
Εγώ θέλω να πιστεύω ότι αυτή με αγαπάει. Ενώ τη ρώτησα και μου είπε όχι. Πάντα θα υπάρχει μια επιθυμία που θα σε κάνει να διαστρεβλώνεις την πραγματικότητα, προκειμένου να δεις αυτό που θέλεις. Αυτό θα υπάρχει πάντα και στον έρωτα, και στην πολιτική, και παντού. (Παύση). Δεν ξέρω… Μπήκαμε σε βαθιά νερά. Πώς θα τα γράψεις όλα αυτά; Αν δυσκολευτείς κάπου, πάρε με τηλέφωνο.
Ο Ορφέας Περίδης θα εμφανιστεί στο Κύτταρο, τo Σάββατo 29/11.
To τελευταίο του άλμπουμ, Πάλι για σένα, κυκλοφορεί από τη Minos EMI.

