Οι πρώτες δοκιμές πάνω σε ένα έργο, είτε με τη μορφή σχεδίων και σημειώσεων είτε τρισδιάστατες, βρίσκονται τις περισσότερες φορές ξεχασμένες σε μια γωνιά στα στούντιο των σχεδιαστών. Αν τους χαρακτηρίζει ένα οργανωτικό πνεύμα, τότε μπορεί, στην καλύτερη περίπτωση, τα πρωτότυπα αυτά να φυλάσσονται σε κάποιο αρχείο. Αν όμως τους διέπει το συναίσθημα, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του διεθνώς καταξιωμένου Αυστριακού σχεδιαστή Λούκας Γκσβάντνερ, αυτές οι πρώτες απόπειρες… τους ακολουθούν στο σπίτι τους. «Τα αντικείμενα αυτά αποτυπώνουν την αυθόρμητη αντίδρασή μου σε ένα ερέθισμα, και τα βρίσκω ακόμα πιο όμορφα ακριβώς επειδή έχουν ατέλειες», μου λέει για την αδυναμία του να τα αποχωριστεί. Αναρωτιέται συχνά και για την τύχη των τελικών έργων, αφού συχνά ρωτά τους συλλέκτες που αγοράζουν τα έπιπλά του αν τα χρησιμοποιούν. «Τους παροτρύνω να το κάνουν, ακόμα κι αν λερωθεί το ύφασμά τους, πρέπει να το αντιμετωπίσουν ως μέρος της διαδικασίας». Φέρνει ως παράδειγμα μια καρέκλα που είχε σχεδιάσει πριν από χρόνια και που στον δικό του χώρο εκτελεί χρέη κομοδίνου. «Στην πραγματικότητα σιχαίνομαι τα κομοδίνα, όμως αυτήν την καρέκλα την έχω τοποθετήσει δίπλα στο κρεβάτι μου και εκεί ακουμπάω τα βιβλία μου ή ποτήρια με νερό. Υπάρχουν σημάδια στην επιφάνειά της από τη χρήση, αλλά με έναν τρόπο είναι σαν να καταγράφεται η ζωή μου πάνω σε αυτό το έπιπλο».

Αφορμή για την κουβέντα μας στάθηκε η ανακοίνωση της πρώτης του ατομικής έκθεσης στην Ελλάδα με τίτλο Speed dating στο Radio Athènes, στην Τοσίτσα 3, στην πολυκατοικία εκλεκτικιστικού ύφους των Εξαρχείων, που από την άνοιξη στεγάζει σε διαφορετικά επίπεδα τρεις γκαλερί: την Eleftheria Tseliou, τη Hot Wheels Athens και τη Radio Athènes. O τίτλος και το θέμα της έκθεσης προέκυψε όταν η γκαλερίστα Έλενα Παπαδοπούλου τού έδειξε φωτογραφίες από το διαμέρισμα με τις υπέροχες ουρανογραφίες. «Η ιδέα ενός οικιακού περιβάλλοντος με ενθουσίασε. Σκέφτηκα να τοποθετήσω ένα ζευγάρι αντικειμένων σε κάθε χώρο, επανενώνοντας τις αρχικές εκδοχές με τα τελικά έργα». Η εικόνα που φαντάστηκε, με κάθε ζευγάρι αντικειμένων να είναι τοποθετημένο σε διαφορετικό δωμάτιο, του έφερε στον νου τη διαδικασία γνωριμιών ερωτικού συντρόφου. «Είναι σαν να προσφέρω στα έργα μου τον χώρο να συζητήσουν πώς πέρασαν όλο αυτό το διάστημα χώρια το ένα από το άλλο. Αυτή η παρουσίαση μου θυμίζει τα διαδοχικά τραπέζια, την αγωνία να παρουσιάσεις τον εαυτό σου αλλά και να βρεις τον ιδανικό σου σύντροφο», σχολιάζει. Το πάτωμα θα επενδυθεί από άκρη σε άκρη με καμβά, ένα υλικό το οποίο αγαπά πολύ και ήταν το πρώτο με το οποίο άρχισε να δουλεύει. «Είναι ένας σιωπηλός συνεργάτης o καμβάς, βάση για τη ζωγραφική, βάση και για τη δική μου αφήγηση».
Το Συμπόσιο του Πλάτωνα

Κι αν ο τίτλος παραπέμπει σε σύγχρονες κοινωνικές τελετουργίες, η ιδέα πίσω από αυτή τη «χορογραφία» πηγαίνει πολύ πιο πίσω. Αναφέρει πως σε συγκεκριμένες περιόδους της ζωής του ανατρέχει σε διαφορετικές ενότητες από το Συμπόσιο του Πλάτωνα, όμως ο λόγος του Αριστοφάνη μέσα από τον οποίο ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος διατυπώνει τον μύθο για τη διπλή φύση του ανθρώπου τον απασχολεί σταθερά. «Με συγκινεί η έννοια της ρευστής φύσης αλλά και της ολοκληρωμένης ύπαρξης σε ένα σώμα. Τα πλάσματα αυτά, τα οποία είχαν δύο κεφάλια και από τέσσερα άνω και κάτω άκρα, προκάλεσαν το μένος του Δία, ο οποίος, για να τα τιμωρήσει, τα χώρισε. Έκτοτε τα πλάσματα αυτά αναζητούσαν το άλλο τους μισό και αυτή η ιδέα απηχεί και σε θρησκευτικά κείμενα. Στην εκδοχή, όμως, που παρουσιάζει ο Αριστοφάνης, δεν υπάρχει εντολή για διαιώνιση του είδους. Δεν σμίγει ένας άντρας με μια γυναίκα απαραίτητα, δύο άντρες ή δύο γυναίκες μπορεί να συνθέτουν τον τέλειο άνθρωπο. Η αγάπη δεν είναι περιοριστική, δεν μπορεί να υπακούει σε συγκεκριμένα κριτήρια».
Με αιφνιδιάζει μιλώντας μου για αγάπη, δεν είχα σκεφτεί ότι θα έπαιρνε τέτοια κατεύθυνση μια συζήτηση για το ντιζάιν. «Δεν ξέρω πόση σχέση έχω εγώ με το ντιζάιν», λέει. «Συχνά διαφωνώ με τον τρόπο που γίνονται τα πράγματα, νιώθω ότι οι άνθρωποι ξεκινούν από λάθος αφετηρία. Μα δεν πρέπει να σκεφτείς γιατί θέλεις να δημιουργήσεις κάτι, από το να επινοείς αμήχανα επιχειρήματα για να αιτιολογήσεις το έργο σου;»
Όλος ο κόσμος σε μια τσάντα

Με ένα εύρος δραστηριότητας που καλύπτει πολλά πεδία από το collective design, τη μόδα και την τέχνη, και που εκτείνεται από τον χωρικό σχεδιασμό στα αξεσουάρ, στις βιτρίνες, στις καρέκλες, στα παγκάκια και στα υφαντά έργα, ο Γκσβάντνερ δείχνει να κινείται περισσότερο με το ήθος και τους χρόνους ενός καλλιτέχνη. Λαμβάνοντας υπόψη τους αδυσώπητους ρυθμούς της μόδας, απορώ για το πώς αναμειγνύεται στα πρότζεκτ των οίκων μόδας, όπως η Fendi, η Acne, και μάλιστα χωρίς να ασφυκτιά. «Μου κάνει καλό η επαφή με αυτόν τον κόσμο, προσπαθώ να ανταποκριθώ σε αυτό που μου ζητούν, και αυτό είναι χρήσιμο, αν σκεφτεί κανείς τη μοναχική ρουτίνα της δουλειάς μου. Από την άλλη, είναι σημαντικό ότι εισχωρώ σε αυτόν τον κόσμο για λίγο, παρατηρώ, εμπνέομαι, κάνω αυτό που μου ζητούν με βάση και τη δική μου αισθητική και αποσύρομαι σε αυτό που εγώ γνωρίζω».
«Δεν ξέρω πόση σχέση έχω εγώ με το ντιζάιν. Συχνά διαφωνώ με τον τρόπο που γίνονται τα πράγματα, νιώθω ότι οι άνθρωποι ξεκινούν από λάθος αφετηρία».
Η σχέση του με τη δημιουργία ξεκινά πολύ νωρίς. Θυμάται να περιφέρεται στο σπίτι του, 7-8 χρονών, φτιάχνοντας τσάντες με παλιά υφάσματα επίπλωσης που είχε η μητέρα του. «Για μένα η τσάντα είναι η τέλεια κατασκευή, αυτή που σου επιτρέπει να φέρεις παντού τον κόσμο σου». Στα δεκατέσσερα, οι γονείς του τον έγραψαν στη Schloss Hetzendorf στη Βιέννη, μια σχολή εφαρμοσμένων τεχνών, όπου εκπαιδεύτηκε στη δερματοτεχνία. «Η δασκάλα μας, αρχιτέκτονας, μας εξηγούσε πως και η τσάντα είναι ένα αρχιτεκτόνημα σε μικρότερη κλίμακα, έχει συγκεκριμένες διαστάσεις, τοιχώματα, πάτωμα, χώρους».
Η αιώνια καρέκλα

Από τα αγαπημένα του αντικείμενα είναι και η καρέκλα. Mάλιστα, πέρυσι έκανε ένα residency στη Φλωρεντία, μελετώντας όλους τους τύπους καρέκλας της Αναγέννησης. «Η καρέκλα ως σύλληψη παραμένει η ίδια εδώ και χιλιάδες χρόνια, είναι το έπιπλο που περισσότερο από κάθε άλλο μαρτυρά την ανθρώπινη διάθεση: μπορείς να κάθεσαι αναπαυτικά, να βυθίζεσαι, να στέκεσαι με την πλάτη ευθεία». Ρωτώντας για το ιδανικό σχέδιο, αναφέρει χωρίς δισταγμό τις Thonnet, τις καρέκλες των βιεννέζικων καφέ, του Café Müller της Πίνα Μπάους, αποτέλεσμα πολύχρονης έρευνας και ευρηματικού σχεδιασμού. «Ακόμα και αυτό το ξύλο, που πήρε χρόνια να καμπυλωθεί, μοιάζει να έχει βρει το ιδανικό σχήμα εντελώς οργανικά, χωρίς να φαίνεται όλη αυτή η προσπάθεια, οι αποτυχίες. Αυτό με γοητεύει». Κι αφού υπάρχει το ιδανικό, τον ρωτώ, γιατί σχεδιάζουμε ακόμη καρέκλες; Μου εξηγεί πως εκείνος, όταν σχεδιάζει μια καρέκλα, απλώς κάνει ένα σχόλιο σε κάτι που ήδη υπάρχει. «Δεν έχω φιλοδοξία να κάνω κάτι καλύτερο, να αναιρέσω ό,τι έχει προηγηθεί, απλώς κάνω μια πρόταση. Έτσι θα έπρεπε να λειτουργεί το ντιζάιν».
Κλείνοντας η κουβέντα γυρίζει στις βιτρίνες, το όριο ανάμεσα στο ιδιωτικό και το δημόσιο, το εύρημα κάποιου σχεδιαστή που επιτρέπει την πρόσβαση σε έναν χώρο που αλλιώς, ίσως, να ήταν απροσπέλαστος στους πολλούς. «Βιτρίνα θα δεις και σε ένα μανάβικο που διαφημίζει φρέσκα πορτοκάλια, βιτρίνα και στο Λούβρο. Βιτρίνα υπήρχε πριν από εκατοντάδες χρόνια, βιτρίνα υπάρχει και σήμερα. Αυτή είναι και η διαφορά ανάμεσα στους δύο όρους: μοντέρνο και σύγχρονο. Το μοντέρνο είναι άχρονο, ενώ το σύγχρονο σε περιορίζει στο τώρα».
*H έκθεση Speed dating του Λούκας Γκσβάντνερ θα φιλοξενηθεί από 12/11 έως 20/12 στην γκαλερί Radio Athènes, Τοσίτσα 3. radioathenes.org
