Αν κάποιος μου έλεγε πριν από τριάντα χρόνια, όταν ακόμα γύριζα όλη την Ελλάδα συγκεντρώνοντας πληροφορίες για ταξιδιωτικούς οδηγούς, ότι θα διασταυρωθώ με μια αρκούδα, θα τον έλεγα τρελό.
Τη δεκαετία του ’90, αρκούδες ζούσαν μόνο στα δάση της Πίνδου και της Ροδόπης και ο πληθυσμός τους δεν ξεπερνούσε τις εκατόν πενήντα. Οι πιθανότητες να βρεθούν στο διάβα σου ήταν απειροελάχιστες. Θυμάμαι σε μια αποστολή στη Βάλια Κάλντα, τον ενθουσιασμό μας όταν εντοπίσαμε με τα κιάλια μια νεαρή καφετιά, περίπου πέντε χιλιόμετρα μακριά, μέσα στο αρκουδόρεμα.
Σήμερα τα πράγματα είναι αλλιώς. Μέσω της οργανωμένης προστασίας αλλά και της συρρίκνωσης του βιοτόπου τους –και με δεδομένο ότι οι αρκούδες είναι ζώα μεγάλης κινητικότητας που μπορούν να διανύσουν εκατοντάδες χιλιόμετρα για να βρουν τροφή, ταίρι και καταφύγιο για τον χειμώνα– ο αριθμός τους έχει πολλαπλασιαστεί. Οι συντηρητικές εκτιμήσεις μιλάνε για περίπου εξακόσια ζώα, ενώ διαφορετικές δειγματοληπτικές μέθοδοι ανεβάζουν αυτόν τον αριθμό πολύ κοντά στα χίλια!
Έτσι, αν ταξιδεύεις στην επαρχία (όπως εγώ…) και σου αρέσει να… χάνεσαι στα δάση και να διανυκτερεύεις στο ύπαιθρο (οπουδήποτε πάνω από τη Στερεά Ελλάδα), σου εγγυώμαι, αγαπημένε αναγνώστη, ότι κάποια στιγμή η αρκούδα κι εσύ θα συναντηθείτε…
Όπως συναντηθήκαμε εμείς, δύο φορές μέσα στον τελευταίο χρόνο. Την πρώτη φορά στο δικό της βασίλειο, ξημερώματα στο δάσος του Περτουλίου. Τη δεύτερη, μέσα στη μαύρη νύχτα, εγώ με τη μοτοσικλέτα σε δασικό δρόμο έξω από τα Γρεβενά κι εκείνη, με δυο κουτάβια δίπλα της, αντίθετα στο ρεύμα.
Και τις δύο φορές, αν εξαιρέσεις τους παλμούς μου που χτύπησαν 140, οι συναντήσεις μας ήταν χωρίς απρόοπτα. Τραβήξαμε ο καθένας τον δρόμο του, χωρίς πανικό και υστερίες. Και έτσι πρέπει να είναι όλες οι τυχαίες συναντήσεις με αυτό το μεγαλειώδες ζώο. Αρκεί να τηρούμε μερικούς κανόνες:
Στις διανυκτερεύσεις στο ύπαιθρο, οτιδήποτε έχει οσμή (ναι, εκτός από τα εδώδιμα εννοώ και τα καλλυντικά) πρέπει να τοποθετείται τουλάχιστον 60 μέτρα μακριά, κρεμασμένο από ένα κλαδί. Αν εμφανιστεί η αρκούδα, την αφήνουμε να περιεργαστεί και να πάρει ό,τι θέλει. Δεν προσπαθούμε να τη διώξουμε. Αν έχουμε αυτοκίνητο, κλεινόμαστε μέσα μέχρι να φύγει.
Στις πορείες κάνουμε θόρυβο. Ξέρω. Κι εμένα με έμαθαν να περπατάω ήσυχα και σεβαστικά, για να μη διαταράσσω τη λειτουργία της ορνιθοπανίδας (είναι ωραίο να ακούς τα πουλιά όταν περπατάς). Αλλά όταν βρισκόμαστε σε βιότοπο αρκούδας, το τελευταίο που θέλουμε είναι να την τρομάξουμε με την αναπάντεχη παρουσία μας. Ακόμα και το να μιλάμε δυνατά αρκεί. Η αρκούδα θα αλλάξει δρόμο ή θα κρυφτεί κάπου μέχρι να περάσουμε. Δεν θα μας στήσει ενέδρα. Δεν είναι αιλουροειδές…
Στον δρόμο, αν ταξιδεύουμε με αυτοκίνητο και συναντήσουμε αρκούδα, δεν σταματάμε για να τη φωτογραφίσουμε. Όσο ανόητο κι αν ακούγεται εκ των υστέρων, πολλοί άνθρωποι εγκατέλειψαν την ασφάλεια του αυτοκινήτου και βρέθηκαν σε δεινή θέση, επειδή πίστεψαν ότι μπορούν να πεταχτούν έξω και να τραβήξουν μια γρήγορη σέλφι. Αλλά κανείς σας δεν είναι πιο γρήγορος από μια αρκούδα.
Και βέβαια, εκεί όπου ζουν αρκούδες τα σκυλιά μας δεν έχουν θέση. Στη χειρότερη περίπτωση τα κρατάμε πάντα δεμένα, πάντα δίπλα μας.

