Μετά από 27 χρόνια, με τα παιδιά μας ανεξάρτητα πια, αποφασίσαμε με τον Μιχάλη να ξανακάνουμε ένα μεγάλο ταξίδι με μοτοσικλέτα. Προορισμός, η γειτονική Τουρκία, μια χώρα που είχαμε ξαναεπισκεφθεί, αλλά έχει αλλάξει ριζικά τις τελευταίες δύο δεκαετίες.
Νέες υποδομές, όπως αυτοκινητόδρομοι με τούνελ και εντυπωσιακές γέφυρες, μετρό και τραμ στις πόλεις, αναβαθμισμένες τουριστικές υπηρεσίες και ουρανοξύστες συνυπάρχουν με τον αυξανόμενο θρησκευτικό συντηρητισμό. Το μεγαλύτερο μέρος των γυναικών στη χώρα φοράει πια μαντίλα, οι ιμάμηδες καλούν για προσευχή καθημερινά από τις 4.30 το πρωί, ενώ έχουν χτιστεί πάνω από 30.000 νέα τζαμιά. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι πιο κοσμικοί σε χαιρετούν με το παραδοσιακό «μερχαμπά», ενώ οι πιο θρήσκοι έχουν υιοθετήσει το αραβικό «σαλάμ αλέκουμ». Αλκοόλ μπορείς να πιεις μόνο στα πολύ τουριστικά μέρη και εφόσον ο ιδιοκτήτης είναι κοσμικός. Η επικοινωνία με τους ντόπιους δεν είναι εύκολη, καθώς τα αγγλικά δεν είναι διαδεδομένα. Ακόμα και στα μέρη που υποδέχονται πλήθη επισκεπτών, λίγοι ξέρουν τα βασικά. Η γνώση κάποιων τουρκικών λέξεων και η χρήση εφαρμογών μετάφρασης αποδείχθηκαν πολύ χρήσιμες σε όλο το ταξίδι μας.
Το μεγαλύτερο μέρος των γυναικών στη χώρα φοράει πια μαντίλα, οι ιμάμηδες καλούν για προσευχή καθημερινά από τις 4.30 το πρωί, ενώ έχουν χτιστεί πάνω από 30.000 νέα τζαμιά.
Η είσοδος από τον συνοριακό σταθμό των Κήπων μάς οδήγησε στην πολύβουη Κωνσταντινούπολη, μια μητρόπολη 16 εκατομμυρίων κατοίκων. Χάρη στο Google Maps, προσανατολιζόμαστε στους χαώδεις αυτοκινητόδρομους και από τις γέφυρες βλέπουμε να αναπτύσσονται από κάτω οι λαϊκές συνοικίες της Πόλης με τα δωδεκαώροφα μπλοκ. Μέσω του τούνελ Μπομόντι-Ντολμά Μπαχτσέ (2,4 χλμ.), που συνδέει την πλούσια συνοικία Μπομόντι των ουρανοξυστών και των επιχειρήσεων με το Μπεσίκτας, μέσα σε πέντε λεπτά βγαίνουμε στην πλατεία Ταξίμ και βρίσκουμε το ξενοδοχείο μας. Αφήνουμε τη μοτοσικλέτα σε ένα πάρκινγκ και κινούμαστε στην πόλη με τα πόδια, το μετρό και το τραμ.

Στην πλατεία Ταξίμ δεσπόζει το ομώνυμο τζαμί, που χτίστηκε το 2021, απέναντι από την ελληνορθόδοξη Αγία Τριάδα. Ακούμε τις καμπάνες της να χτυπούν νωρίς το πρωί. Η βόλτα στην Ιστικλάλ, την εμπορική λεωφόρο του Πέραν με τα κόκκινα τραμ, μας οδηγεί στον πύργο του Γαλατά και στη γέφυρα πάνω από τον Κεράτιο Κόλπο. Από εκεί φτάνουμε στο ιστορικό κέντρο: Αγία Σοφία, Μπλε Τζαμί και Παλάτι Τοπ Καπί (μη σας πτοήσει το τσουχτερό εισιτήριο στα 53 ευρώ). Αν δεν πρόσεχα τη Στήλη των Όφεων, θα προσπερνούσαμε τον βυζαντινό Ιππόδρομο χωρίς να το καταλάβουμε, γιατί είναι μπαζωμένος και έχει γίνει πλατεία. Εκεί μας πλησιάζει ένας έξαλλος Ελληνοαμερικανός. Είχε κάνει τον σταυρό του στην Αγία Σοφία και ο φύλακας του είπε πως απαγορεύεται. Τις απογευματινές ώρες, η βόλτα με καραβάκι στον Βόσπορο είναι μοναδική εμπειρία. Τα παλάτια Ντολμά Μπαχτσέ και Τσιραγάν, το τζαμί Ορτακιόι και τα ξύλινα αρχοντικά στις όχθες συνθέτουν ένα αξέχαστο σκηνικό. Οι τρεις ημέρες που περνάμε στην Πόλη είναι ελάχιστες, αλλά ο χρόνος μάς πιέζει. Στην ασιατική πλευρά επισκεπτόμαστε το φαραωνικό τζαμί Τσαμλίτζα (2019), πριν πάρουμε τον δρόμο προς την ενδοχώρα.

Διασχίζουμε τη γέφυρα Οσμάν Γαζί (2016, μήκος 2.680 μ.), παρακάμπτοντας τον κόλπο της Νικομήδειας, και φτάνουμε στην Προύσα, την πρώτη πρωτεύουσα των Οθωμανών, που φημίζεται για το μετάξι της. Το σελτζούκικο τζαμί Ουλού (1399) είναι ένα κομψοτέχνημα με 20 τρούλους και εσωτερικό σιντριβάνι. Στο ιστορικό καραβανσεράι Κόζα Χαν του 1490 γίνεται ακόμη εμπόριο μεταξωτών, ενώ στο χάνι Εμίρ πωλούν ημιπολύτιμους λίθους. Ένα τσάι στις εσωτερικές αυλές τους είναι απαραίτητο.
Ανεβαίνουμε προς Ανατολία. Ο δρόμος περνά μέσα από δάσος και η θερμοκρασία πέφτει. Πάνω στη μοτοσικλέτα, κάθε αλλαγή θερμοκρασίας είναι αισθητή. Το οροπέδιο της Ανατολίας, που απλώνεται σε υψόμετρο 700-2.000 μ., καλύπτει όλο το κεντρικό κομμάτι της Τουρκίας. Διανυκτερεύουμε στο Μποζουγιούκ, μια άσημη κωμόπολη. Έχουμε εξαρχής αποφασίσει να αποφεύγουμε, όσο γίνεται, τις μεγάλες πόλεις για διανυκτέρευση. Είναι χαοτικές, και αυτό κουράζει.
Ανεβαίνουμε προς Ανατολία. Ο δρόμος περνά μέσα από δάσος και η θερμοκρασία πέφτει. Πάνω στη μοτοσικλέτα, κάθε αλλαγή θερμοκρασίας είναι αισθητή.
Στη στάση μας στην Άγκυρα ξεχωρίζει το Μουσείο Πολιτισμών της Ανατολίας, με σπάνια εκθέματα από τον νεολιθικό οικισμό Τσατάλ Χουγιούκ, έναν από πρώτους στην ιστορία της ανθρωπότητας, τον πολιτισμό των Χετταίων, των Ασσυρίων μέχρι και τη βυζαντινή εποχή. Η τουρκική πρωτεύουσα δεν έχει την αίγλη της Κωνσταντινούπολης, αλλά το συγκεκριμένο μουσείο αξίζει όλο τον χρόνο που του αφιερώνουμε. Απόγευμα πια, λέμε να περάσουμε το βράδυ στο Κιρίκαλε, το κέντρο της πολεμικής βιομηχανίας της χώρας, όπως μας λέει ο Τουρκοαυστραλός Μαχμούτ, που συναντάμε καθ’ οδόν. Κινούμαστε στη βόρεια Ανατολία και το τοπίο δείχνει εύφορο, με καλλιέργειες καλαμποκιών και ηλιοτροπίων.

Βορειότερα, στις παρυφές του Πόντου, βρίσκεται η Αμάσεια. Χτισμένη σε φαράγγι στις όχθες του ποταμού Ίριδα, με παλιά ξύλινα σπίτια και τους λαξευτούς τάφους των βασιλιάδων του Πόντου, είναι μια πόλη-στολίδι. Στο τοπικό μουσείο εντυπωσιάζουν οι έξι μούμιες που σώζονται από την εποχή των Μογγόλων εισβολέων (13ος αιώνας). Μένουμε για δύο βράδια στη Ρεσάντιε, που φημίζεται για τα ιαματικά λουτρά της, διανυκτερεύοντας στο Δημοτικό Ξενοδοχείο Θερμών Πηγών. Λίγη χαλάρωση είναι απαραίτητη μετά τις διαρκείς αλλαγές δωματίων και τα πολλά και δύσκολα χιλιόμετρα με τη μοτοσικλέτα. Απολαμβάνω τον καφέ μου στη βεράντα. Βλέπω το ποτάμι και το βουνό απέναντι με τα σκαρφαλωμένα στις πλαγιές του χωριά. Ένας ιμάμης ακούγεται από μακριά και κάπου παίζουν ποντιακά τραγούδια με κεμεντσέ. Οι κάτοικοι του Πόντου είναι πιο εξωστρεφείς από της Ανατολίας. Οι γυναίκες, δε, με κερδίζουν με τον δυναμισμό τους. Συμμετέχουν στις συζητήσεις, γελούν, είναι παρούσες.

Ανεβαίνουμε τα Ποντιακά Όρη προς το Oρντού, που χτίστηκε πάνω στα ερείπια της αρχαιοελληνικής πόλης Κοτύωρα, αποικίας των Μιλησίων. Το τοπίο είναι δασώδες και ολάνθιστο. Στη ράχη του βουνού, η θερμοκρασία πέφτει στους 10°C και το κρύο είναι τσουχτερό. Η οροσειρά του Πόντου είναι ο υδατοφράχτης της Ανατολίας. Δέχεται όλη τη βροχή που κατεβαίνει από τη Ρωσία, έχει ορμητικά ποτάμια και στα ανατολικά, στο Ριζέ, καλλιεργείται τσάι σε ποσότητες που καλύπτουν την εγχώρια κατανάλωση, η οποία είναι μεγάλη. Όλοι στην Τουρκία πίνουν τσάι − η τιμή του είναι στο 1/10 της τιμής του καφέ.
Οι κάτοικοι του Πόντου είναι πιο εξωστρεφείς από της Ανατολίας. Οι γυναίκες, δε, με κερδίζουν με τον δυναμισμό τους. Συμμετέχουν στις συζητήσεις, γελούν, είναι παρούσες.
Οι δρόμοι είναι στενοί, φιδωτοί, περνούν μέσα από φαράγγια, και βρέχει. Τα καταπράσινα βουνά «πέφτουν» απότομα στον κατ’ ευφημισμόν Εύξεινο Πόντο, μια αφιλόξενη θάλασσα με επικίνδυνα ρεύματα και ξαφνικές μεταβολές καιρού − γι’ αυτό και για κολύμπι προσφέρονται συγκεκριμένες, οργανωμένες παραλίες. Όμορφες πόλεις είναι και το Ορντού, και η Κερασούντα, και η Τραπεζούντα, και η Αργυρούπολη. Τα σχολεία των Ελλήνων που ζούσαν κάποτε εκεί ασφαλώς δεν λειτουργούν πια, ενώ οι λαμπρές εκκλησίες έχουν μετατραπεί σε μουσεία ή τζαμιά. Στα βουνά πάνω από την πόλη Eσπιγιέ προσπαθώ να βρω το χωριό του παππού μου. Ρωτώ τους ηλικιωμένους που συναντάμε στον δρόμο, χρησιμοποιώντας το google translate. «Είναι ερειπωμένο», μου λένε. Πρέπει να φτάσαμε αρκετά κοντά.

Διανυκτερεύουμε στην κωμόπολη Ματσούκα και το πρωί ανηφορίζουμε στην Παναγία Σουμελά, χρονολογούμενη τον 4ο αιώνα. Εντυπωσιακή η διαδρομή, επιβλητικό το ιστορικό μοναστήρι, με πολλούς επισκέπτες, κυρίως Τούρκους. Ξένους τουρίστες συναντάμε ελάχιστους, καθώς έχουν μειωθεί κατά πολύ τα τελευταία χρόνια. Οι Ρώσοι, που γέμιζαν τα παράλια, έχουν περιοριστεί λόγω πολέμου. Οι Ευρωπαίοι δεν προτιμούν την Τουρκία λόγω πληθωρισμού και ακρίβειας. Οι μόνοι που έρχονται −και είναι πολλοί, κυρίως στον Πόντο− είναι οι Άραβες του Κόλπου. Μια μουσουλμανική χώρα με πράσινο, ποτάμια και δροσιά είναι ένας ελκυστικός προορισμός γι’ αυτούς.

Αφήνοντας τον Πόντο, περνάμε από το τούνελ Γενί Ζιγκάνα (2023, 15 χλμ.) και κατευθυνόμαστε νότια. Στη Σεβάστεια αφήνουμε τη φορτωμένη μοτοσικλέτα μας σε ένα κεντρικό σημείο της πόλης, κοντά σε αστυνομικούς, όπως κάνουμε συνήθως. Με νοήματα μας καθησυχάζουν ότι θα την προσέχουν. Επισκεπτόμαστε το τζαμί Ουλού (1197) και τον μεντρεσέ Γκιοκ με τις τιρκουάζ διακοσμήσεις. Καθώς πλησιάζουμε στην Καισάρεια, βλέπουμε στον νότο το χιονισμένο ηφαίστειο Ερτζιγιές. Συνεχίζουμε για Καππαδοκία, με πρώτη στάση το Oρταχισάρ, όπου μαθαίνουμε πως μπορούμε να κάνουμε τη βόλτα με τα διάσημα αερόστατα μόνο με 60 ευρώ, γιατί ο Ιούλιος είναι εκτός σεζόν. Στις 4 το πρωί μάς παραλαμβάνει ένα βαν και βλέπουμε όλη την περιοχή σε μεγάλη κινητικότητα.

Χρειάζονται εκατοντάδες άνθρωποι για να σηκωθούν 150 αερόστατα την ίδια ώρα. Μαζί με τους 25 συνεπιβάτες μας παρακολουθούμε τις προετοιμασίες και το φούσκωμα του μπαλονιού. Ο ήλιος ανατέλλει και για μία ώρα γλιστράμε γαλήνια πάνω από τις κοιλάδες με τα σμιλεμένα από τη διάβρωση ηφαιστειακά βράχια. Μετά, επισκεπτόμαστε την υπόγεια πόλη στο Καϊμακλί, το υπαίθριο μουσείο του Γκόρεμε με τις υπόσκαφες εκκλησίες, Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, το κάστρο στο Ουτσχισάρ και το ιστορικό καππαδοκικό χωριό Τσαβουσίν.
Συνεχίζοντας δυτικά, περνάμε από το Ικόνιο, με το μαυσωλείο του Μεβλανά, το ιερό ταφικό μνημείο του Σούφι μυστικιστή Τζελαλεντίν Ρουμί, ιδρυτή του τάγματος των περιστρεφόμενων δερβίσηδων (Μεβλεβήδων). Διανυκτερεύουμε στο Ακσεχίρ, την πόλη του σοφού παραμυθά Nεσρεντίν Χότζα, που έζησε τον 13ο αιώνα και οι αστείες ιστορίες του λέγονταν από τα Βαλκάνια μέχρι την κεντρική Ασία. Έχει πιάσει ζέστη, 38-39°C, και όπου φτάνει το μάτι μας αντικρίζουμε στέπα. Το κάστρο του Αφιόν Καραχισάρ δεσπόζει πάνω στον βράχο. Σταδιακά κατεβαίνουμε από το οροπέδιο της Ανατολίας και οι εικόνες γίνονται μεσογειακές. Περνάμε στη Σμύρνη. Ο Μπουρνόβας της γιαγιάς μου με τα κτήματα και τα αμπέλια δεν υπάρχει εδώ και δεκαετίες, έχει μετατραπεί σε σύγχρονη συνοικία. Μένουμε στα Βουρλά με το γραφικό λιμανάκι. Το πρωί φεύγουμε για Τσεσμέ και βγάζουμε εισιτήρια για Χίο.

Μέσα σε 17 ημέρες, διανύσαμε 4.500 χλμ. Είδαμε μια Τουρκία που παραμένει ανεξάντλητη, με ποικιλία τοπίων, ένα σταυροδρόμι πολιτισμών όπου καθένας άφησε το δικό του αποτύπωμα. Οι άνθρωποι είναι φιλόξενοι και αγνοί, ιδιαίτερα στα μη τουριστικά μέρη. Ωστόσο, οι κοινωνικές αντιθέσεις είναι εμφανείς. Υπάρχει μια πάμπλουτη ελίτ που ζει με δυτικά πρότυπα, ενώ ο πολύς κόσμος, που αντιμετωπίζει μια δύσκολη καθημερινότητα, στρέφεται στη θρησκεία.
Φέρνω στο μυαλό μου τα τοπία, τους ανθρώπους που μας πρόσφεραν τσάι, τη γιαγιά που με φίλεψε κεράσια στον δρόμο, δυτικά του Αφιόν Καραχισάρ. Αυτά σκέφτομαι το βράδυ στο πλοίο για Πειραιά, κοιτώντας την Πανσέληνο του Ελαφιού να ακολουθεί το ταξίδι μας.
Σημειωματάριο
Μετάβαση-μετακινήσεις
Ταξιδεύοντας οδικώς στην Τουρκία, πρέπει να εκδώσετε μια βινιέτα (στο τελωνείο εισόδου, σε βενζινάδικο Shell ή ηλεκτρονικά) για τα διόδια στους αυτοκινητόδρομους. Φεύγοντας από τη χώρα, πρέπει πάλι να περάσετε από το τελωνείο για να πληρωθούν τυχόν πρόστιμα. Η πληρωμή γίνεται με μετρητά σε ευρώ. Καλό είναι να πληρωθεί, γιατί τοκίζεται.

Οι εθνικές οδοί έχουν μπαριέρα, δύο λωρίδες και ΛΕΑ ανά κατεύθυνση. Δεν υπάρχουν διόδια, αλλά τα όρια ταχύτητας είναι αυστηρά (μέχρι 100 χλμ./ώρα) και παρακολουθούνται συνέχεια από κάμερες και ραντάρ. Θα συναντήσετε συχνά διασταυρώσεις, όπου το όριο πέφτει στα 50 χλμ./ώρα.
Η βενζίνη (μόνο 95 οκτανίων βρήκαμε) είναι φθηνή και κοστίζει 48-52 τουρκικές λίρες το λίτρο, δηλαδή περίπου 1 ευρώ.

Οι μοτοσικλετιστές θα πρέπει να έχετε ρούχα για όλες τις καιρικές συνθήκες. Τον Ιούλιο που ταξιδέψαμε εμείς, το εύρος των θερμοκρασιών ήταν μεγάλο (από 10°C έως 40°C). Φροντίστε οπωσδήποτε για αδιάβροχα αν πάτε στον Πόντο.
Για τα μέσα μαζικής μεταφοράς στην Κωνσταντινούπολη βγάλαμε μια Istanbul Card, που ισχύει και για τα καραβάκια στον Βόσπορο (όχι τα τουριστικά).
Διαμονή
Δεν συνηθίζουμε να κάνουμε κράτηση εκ των προτέρων. Αναζητούμε στο Google Maps τα καταλύματα της περιοχής που μας ενδιαφέρει, πηγαίνουμε και κλείνουμε επιτόπου, καθώς οι τιμές μέσω πλατφορμών είναι συνήθως πιο υψηλές. Στο Μποζουγιούκ μείναμε στο καθαρό και οικονομικό Sahin Otel (28 ευρώ το δίκλινο), ενώ στο Κιρίκαλε επιλέξαμε το Grand Dogan Otel (60 ευρώ το δίκλινο με πρωινό). Στη Ρεσάντιε, διανυκτερεύσαμε στο Δημοτικό Ξενοδοχείο Θερμών Πηγών (Βelediyesi Termal Otel, 65 ευρώ το δίκλινο με πρωινό και χρήση των ιαματικών λουτρών και του χαμάμ). Το δωμάτιο ήταν ικανοποιητικό, οι ιαματικές εγκαταστάσεις οριακά καθαρές. Στην Τρίπολη, στην Κερασούντα, μείναμε στο Yilgin Otel (55 ευρώ το δίκλινο), δίπλα στη θάλασσα, με ωραία θέα. Στη Ματσούκα, το Vazelon Otel (35 ευρώ το δίκλινο) είναι ένα παλιό αλλά οικονομικό ξενοδοχείο, πάνω στο ορμητικό ποτάμι. Στη μικρή κωμόπολη Γκελοβά, ενδιαφέρουσα ήταν η εμπειρία διαμονής στον ξενώνα καθηγητών της πόλης, σε ένα καινούργιο διαμέρισμα με θέα στη λίμνη. Όταν λειτουργούν τα σχολεία, στους χώρους του διαμένουν εκπαιδευτικοί, ενώ τους καλοκαιρινούς μήνες ο δήμος νοικιάζει τα διαμερίσματα στους επισκέπτες έναντι 26 ευρώ/βραδιά. Το άριστα ανακαινισμένο Garp Hotel (97 ευρώ το δίκλινο) στο Ακσεχίρ, με την πανέμορφη αυλή και το εξαιρετικό πρωινό, ήταν μια πιο ακριβή επιλογή, όμως άξιζε τον κόπο. Τέλος, καθαρό αλλά υπερτιμημένο λόγω του ότι βρίσκεται σε τουριστική περιοχή ήταν το Lals Otel (65 ευρώ το δίκλινο) στα Βουρλά της Σμύρνης.

Φαγητό
Στα τουριστικά μέρη θα βρείτε μεγάλη ποικιλία εστιατορίων και τιμών. Στα πιο απομονωμένα, πάντα υπάρχει η οικονομική επιλογή του καφενείου που σερβίρει 2-3 πιάτα. Στην Γκελοβά, για παράδειγμα, φάγαμε πλήρες γεύμα με μπιφτέκια και πληρώσαμε για δύο άτομα 420 τουρκικές λίρες (8,70 ευρώ) και οι δύο. Γενικά, οι συνθήκες υγιεινής στην εστίαση έχουν βελτιωθεί σημαντικά. Δοκιμάσαμε μέχρι και τσι κιοφτέ ντουρούμ (αραβική πίτα με ωμό κιμά), χωρίς δυσάρεστες συνέπειες. Για ένα χορταστικό κολατσιό δοκιμάστε μπουρέκι με τυρί, κιμά ή σπανάκι, κουλούρια με σουσάμι, πεϊνιρλί (στον Πόντο) και κιιμαλί (στην Καισάρεια). Αξίζει επίσης να γευτείτε πιάτα όπως γιαουρτλού μαντί, ιμάμ και διάφορα κεμπάπ.

