Νεζ Σινό: «Το βιβλίο μου είναι αυτό που έκανα μ’ αυτό που μου έκαναν»

Νεζ Σινό: «Το βιβλίο μου είναι αυτό που έκανα μ’ αυτό που μου έκαναν»

Η Αμάντα Μιχαλοπούλου συζητά με τη συγγραφέα του αναπάντεχου, επιδραστικού μυθιστορήματος Θλιβερός τίγρης για τον βιασμό της από τον πατριό της

11' 8" χρόνος ανάγνωσης

Η Νεζ Σινό έγραψε ένα μυθιστόρημα για τη σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη από τον πατριό της. Λέγεται Θλιβερός τίγρης κι είναι ένα βιβλίο συναρπαστικό, αναπάντεχο και τρομερά επιδραστικό. Η Γαλλίδα συγγραφέας έκανε κάτι που δεν έχει ξαναγίνει στη λογοτεχνία: μπήκε στο μυαλό του βιαστή της. Εισχώρησε σε ένα κομμάτι της ανθρώπινης εμπειρίας σκοτεινό και αταξινόμητο και έπειτα ξαναγύρισε πίσω για να μας πει τι είδε. Ξαναγύρισε επίσης πίσω, στον εαυτό της, και προσπάθησε –με εξονυχιστική έρευνα και ανελέητη παρατήρηση– να καταλάβει το κακό. Προχώρησε ακόμη πιο μακριά: είδε τη βία ως προϊόν της κοινωνίας μας.

Τη συνάντησα στη Θεσσαλονίκη και ένιωσα τον αυθόρμητο θαυμασμό που νιώθουμε για τις πολύ καλές συγγραφείς. Νόμιζα πως την ξέρω, επειδή διάβασα ένα τόσο εξομολογητικό βιβλίο. Λίγο πιο απρόσεκτη να ήμουν, θα μπορούσα να γράψω για το μελαγχολικό της βλέμμα και να απλουστεύσω τα πράγματα, να τη φέρω κοντά σας ως επιτυχημένο προϊόν του ίδιου της του μυθιστορήματος, που σάρωσε τα λογοτεχνικά βραβεία πρώτα στη Γαλλία και στη συνέχεια σε ολόκληρο τον κόσμο. Αποφάσισα να αρθώ στο ύψος της δικής της δημιουργίας και να της δώσω όλο τον χώρο για να μιλήσει για τα ανεξερεύνητα τοπία, όχι μόνο της γλώσσας, αλλά και της ανθρώπινης σκέψης. Και για την ανάγνωση ως ριζοσπαστική εμπειρία που μπορεί να αλλάξει τον κόσμο.

Όταν μιλάω σε φίλους για το βιβλίο σας, τρομοκρατούνται με το θέμα της παιδεραστίας. Πώς θα τους συμβουλεύατε να διαβάσουν τον Θλιβερό τίγρη; Πώς φαντάζεστε τον ιδανικό αναγνώστη;

Θα τους έλεγα ότι το βιβλίο δεν είναι αυτό που φαντάζονται. Κι εγώ μπορώ να το φανταστώ αυτό το βιβλίο που τρομοκρατεί, θα μπορούσα να το έχω γράψει, αλλά δεν το έγραψα. Για μένα ο ιδανικός αναγνώστης θα είχε κουράγιο – όχι το κουράγιο να παρακολουθήσει φριχτές σκηνές (επειδή υπάρχουν κι αυτές, πώς αλλιώς να το κάνεις όταν μιλάς για βία που ασκείται σε παιδιά, αλλά δεν αποτελούν την καρδιά του βιβλίου). Μάλλον ένα είδος λογοτεχνικού κουράγιου τούς ζητώ, όχι μόνο διανοητικού, αλλά και συναισθηματικού.

Ας μείνουμε λίγο στο πώς πρέπει να διαβαστεί το βιβλίο σας. Γράφετε ότι δεν νιώθετε «το καταραμένο συναίσθημα του ευτυχισμένου τέλους». Γράφετε «όσο κάποιο παιδί πάνω στη Γη θα το βιώνει αυτό, δεν πρόκειται να τελειώσει ποτέ για κανέναν από εμάς». Είναι ένας τρόπος να ενσωματώσετε τους αναγνώστες στην ανάγνωση αλλά και στη σφαίρα της ανάληψης ευθυνών;

Ναι, η απεύθυνση στον αναγνώστη είναι ένας τρόπος να συνδέσω τη φωνή που διηγείται την ιστορία με τη συνείδηση που την υποδέχεται. Πρόκειται για την ιδέα ότι συμμετέχουμε σε μια κοινωνία που λειτουργεί στο πλαίσιο της βίας. Είτε το θέλουμε είτε όχι, είμαστε συνδεδεμένοι με αυτόν τον κόσμο, όπως έλεγαν οι υπαρξιστές. Η φράση μου, που επιμένει στην κυκλική λειτουργία του τραύματος, είναι επίσης μια απάντηση σε αυτό που ένα μέρος της λογοτεχνικής κριτικής ονομάζει «trauma plot». Επικρατεί η άποψη ότι τα κείμενα γύρω από τη σεξουαλική κακοποίηση πρέπει να έχουν μια συγκεκριμένη δομή και να οδηγούν στη λύτρωση μέσω της θεραπείας της επιζήσασας. Πράγματι, ένα μέρος αυτού που έχω υποστεί τέλειωσε, το άφησα πίσω μου, και θα μπορούσαμε να ασχοληθούμε με τη γυναίκα που επέζησε. Αλλά σε ό,τι αφορά το βιβλίο, σε ό,τι αφορά τον κόσμο στον οποίο ζούμε, δεν τέλειωσε. Η αφηγηματική φωνή, η συνείδηση που οργανώνει τον λόγο μέσα στο βιβλίο δεν είναι μόνο το Εγώ της γυναίκας που αφήνει το τραύμα πίσω της, αλλά και το συλλογικό Εγώ που παρατηρεί τον κόσμο στον οποίο ριχτήκαμε, είτε υπήρξαμε θύματα βίας είτε όχι. Κι εκεί ο τρόμος συνεχίζεται.

Η αφήγηση ως αποσύνδεση και επιβίωση

Πότε αποφασίσατε να γράψετε τον Θλιβερό τίγρη; Πότε το επτάχρονο κορίτσι μέσα σας αποφάσισε να μιλήσει; Μπορεί στ’ αλήθεια η γραφή να απελευθερώσει όταν μιλάμε για τόσο ακραίες εμπειρίες; Και τι συμβαίνει σε αυτόν τον «κολοβό εαυτό» όπως τον χαρακτηρίζετε, «μεταμορφωμένο μέσα από το βλέμμα και την ερμηνεία των άλλων»;

Κουβαλούσα αυτό το βιβλίο μέσα μου πολύ καιρό, χωρίς να το ξέρω. Έτσι δεν συμβαίνει με τα βιβλία; Έγραψα πολλά μυθοπλαστικά κείμενα γύρω από το τραύμα και τη σεξουαλική βία. Ένα από τα πρώτα μου κείμενα όταν ήμουν 20 ετών είναι ένα μυθιστόρημα όπου ένα νέο κορίτσι πρόκειται να αποφασίσει μέσα στο καλοκαίρι αν θα αυτοκτονήσει ή όχι. Πηγαίνει σε ένα παραθαλάσσιο χωριό κουβαλώντας μαζί της το ημερολόγιο της καλύτερης φίλης της, η οποία αυτοκτόνησε, και διηγείται στο ημερολόγιο την κακοποίηση που της συνέβη. Η πρωταγωνίστριά μου δεν ακολουθεί τη φίλη της, ακολουθεί τη ζωή. Το να φτιάξω μια ηρωίδα από το μικρό κορίτσι που υπήρξα, να αποσυνδεθώ από κείνη και ταυτόχρονα να διηγηθώ την ιστορία της είναι αρκετά δύσκολο – είμαι και δεν είμαι εγώ. Το απόσπασμα που αναφέρετε για το άτομο μέσα στον κόσμο, για το πέρασμα από το προσωπικό στο συλλογικό, είναι σημαντικό θέμα στο βιβλίο μου για πολλούς λόγους. Πρόκειται για ένα θέμα που επιτρέπει να συλλάβουμε τους βαθύτερους δεσμούς ανάμεσα στην αισθητική και την πολιτική: μια δίκαιη περιγραφή –με λογοτεχνικούς όρους– μετατρέπεται μέσω των μηχανισμών αποκρυπτογραφήσης σε εργαλείο ανάγνωσης, ερμηνείας και διαφορετικής κατανόησης του κόσμου εκτός κειμένου. Σε ό,τι αφορά το τραύμα και τη λογοτεχνία του τραύματος, ο πληθυντικός, η συνείδηση ότι δεν πρόκειται μόνο για μένα, επιτρέπει να βγούμε λίγο από τη φυλακή της προσωπικής ιστορίας. Κάτι ελευθερώνεται, η μοναξιά λίγο ελαφραίνει. Παρότι το βάρος όσων ζήσαμε δεν σταματά να μας βαραίνει τους ώμους.

Δεν γράφετε μυθοπλασία ούτε όμως γράφετε ακριβώς ντοκουμέντο. Δεν πρόκειται για εξομολόγηση ή για αρχειοθετηση, είναι σαν να φτιάξατε ένα νέο λογοτεχνικό είδος, μια συλλογή λογοτεχνικών τρόπων για να πλησιάσουμε το τραύμα. Πώς θα ονομάζατε το βιβλίο σας; Πού ανήκει στην ιστορία της λογοτεχνίας;

Στον διάλογο με το άτομο που με διαβάζει η ερώτησή σας είναι παρούσα συνεχώς. Είναι σαν να ρωτάω: τι είναι αυτό που διαβάζεις; Είναι ένα μετακειμενικό παιχνίδι, αλλά είναι επίσης μια ερώτηση που αποσταθεροποιεί. Ήθελα να μετακινήσω απαλά την προσμονή και το πλαίσιο μέσα στο οποίο πλησιάζουμε ένα κείμενο. Με ενδιαφέρει η κατασκευή μιας αυθεντικότητας που αλλάζει τους κώδικες και την απόσταση που έχουμε συνηθίσει να παίρνουμε διαβάζοντας. Αναζητώ μια αυθεντικότητα που να συμπεριλαμβάνει έναν βαθμό εκλέπτυνσης. Όχι την άμεση επαφή με την άγρια συναισθηματική πραγματικότητα ούτε όμως και την προστατευτική απόσταση μιας ιστορίας που διαβάζουμε χωρίς σύνδεση. Πρέπει να συνδεθούμε, έχοντας ταυτόχρονα τη δυνατότητα να αναπνέουμε πότε πότε, να απομακρυνόμαστε, μετά να επιστρέφουμε. Χρησιμοποιώ διαφορετικές κειμενικές υφές, όχι ένα πάτσγουορκ τεχνικών, αλλά ρυθμικές παραλλαγές στη διάρκεια των οποίων δεν εγκαταλείπουμε τη σκέψη. Μου αρέσει ο όρος «memoir» στα αγγλικά, επειδή αναφέρεται στο δημιουργικό κομμάτι της μνήμης. Μου αρέσει επίσης η ιδέα του «lyrical essay», μου θυμίζει την κληρονομιά του Μονταίνιου. Ο Αλφόνσο Ρέγιες, ένας σημαντικός Μεξικανός δοκιμιογράφος του 20ού αιώνα, έλεγε ότι το δοκίμιο είναι ο κένταυρος των λογοτεχνικών ειδών. Μου αρέσει η εικόνα: το μυθολογικό ζώο που δεν είναι ούτε άλογο ούτε άνθρωπος, αλλά υβρίδιο.

Η Βιρτζίνια Γουλφ και η αποσύνδεση από τον πόνο

Σε όλο το βιβλίο κοιτάτε τον εαυτό σας από ψηλά ή από πίσω, σαν να κουβαλάτε ένα πολύ κοφτερό μαχαίρι, όχι για να προστατευτείτε, αλλά για να κόψετε πιο βαθιά ή μάλλον για να προστατευτείτε και ταυτόχρονα να κόψετε βαθιά το δέρμα. Δεν ήταν αυτό τρομερά βάναυσο προς τον εαυτό σας; Πιστεύετε ότι η απόσταση, η αποσύνδεση για τις χειρότερες εμπειρίες μας μπορεί να μας βοηθήσει να τις αντικρίσουμε ξανά;

Η αποσύνδεση είναι μια στρατηγική επιβίωσης στη διάρκεια της βίας. Και είναι επίσης μια αρνητική συνέπεια στη ζωή των θυμάτων· αποκόβεσαι από το σώμα σου, από τα συναισθήματά σου, από τη διανόηση σου, από τη ζωή σου, για να μην πεθάνεις. Ταυτόχρονα, κάθε γραφή είναι αποσύνδεση, κάθε χρήση της γλώσσας ως αφήγηση είναι αποχωρισμός, είναι απόσταση, παρατήρηση αυτού που έχει συμβεί. Πορεύομαι μεταξύ της έκπληξης μπροστά στην παρατήρηση του πραγματικού και μιας κάποιας μελαγχολίας που προέρχεται από το γεγονός ότι αυτή η αναλυτική πλευρά γίνεται εμπόδιο για να ζήσεις.

«Αν μπορούμε να μιλήσουμε γι’ αυτό», γράφει η Βιρτζίνια Γουλφ, που υπέστη επίσης σεξουαλική κακοποίηση, «είναι γιατί το συμβάν έχει αποσπαστεί από τον καθαρό πόνο. Γίνεται πραγματικό όταν συλλαμβάνεται μέσω της γλώσσας». Αυτό θα μπορούσε να είναι εγκώμιο της ψυχανάλυσης, αλλά είναι εγκώμιο της λογοτεχνίας. Είναι η λογοτεχνία καλύτερος ψυχαναλυτής;

Η φράση της Βιρτζίνια Γουλφ μιλάει επίσης για αποσύνδεση: απόσταση από τον πόνο, το βάσανο. Το πραγματικό και το αδιανόητο αναποδογυρίζουν. Όταν βρισκόμαστε μέσα στο τραυματικό γεγονός, έχουμε την αίσθηση του απόκοσμου, ενώ όταν το διηγούμαστε, αποκτά μια αίσθηση πραγματικότητας, γίνεται επιβεβαίωση της πραγματικότητας. Μπορώ να το διηγηθώ, άρα συνέβη. Υπάρχει ένα κοινό σημείο ανάμεσα στην ψυχανάλυση και τη λογοτεχνία: η αφήγηση μιας ακατανόητης πραγματικότητας, η μετατροπή της σε μια συνεκτική εκδοχή που περνάει από το κόσκινο του λόγου. Αλλά στο βιβλίο μου δεν το κάνω αυτό, διηγούμαι αυτό που ήδη έχω διηγηθεί στον εαυτό μου με έναν άλλο τρόπο, που δεν συνδέεται με τη δική μου κατανόηση, αλλά θέλει να κάνει καταληπτές αυτές τις εμπειρίες σε όσους δεν τις έχουν ζήσει.

Δεν έκανα κάτι πιο δυνατό απ’ ό,τι μου έκαναν

Χρησιμοποιείτε λέξεις που στοιχειώνουν, όπως αρπακτικότητα, ανεπανόρθωτη πράξη, ανταρσία, σχάση, αδιανόητο. Πιστεύετε ότι η γλώσσα μπορεί να αποκαταστήσει τη δικαιοσύνη;

Η σχέση ανάμεσα στη γλώσσα, την πραγματικότητα και τη δικαιοσύνη είναι πολύ σημαντική, ναι. Η απόδοση δικαιοσύνης γι’ αυτό που συνέβη μπορεί να βοηθήσει να αφηγηθούμε την εμπειρία, να την κάνουμε ορατή, έτσι ώστε να υπάρξει στον κόσμο. Ένα από τα μεγαλύτερα βάσανα των θυμάτων κακοποίησης συνδέεται με την αίσθηση ότι δεν υπάρχουν. Το να κατονομάζουμε επιτρέπει την πρόσβαση στην ύπαρξη. Αλλά είναι μια πολύ εύθραυστη ύπαρξη. Επειδή οι λέξεις επικαλύπτονται γρήγορα, ξαναγυρνούν στο συγκείμενο της διαπίστωσης.

Σχολιάζετε επίσης την ανακουφιστική φράση του Σαρτρ στο βιβλίο του για τον Ζενέ, την οποία ο Ντιντιέ Εριμπόν θεωρεί αρχή της ύπαρξης. «Σημασία δεν έχει τι μας κάνουν, αλλά τι κάνουμε εμείς οι ίδιοι γι’ αυτό που μας έχουν κάνει». Πώς σας άλλαξε το βιβλίο σας ως συγγραφέα –κι αν μου επιτρέπετε– ως άνθρωπο;

Αυτό που με ενδιαφέρει κυρίως στη φράση του Σαρτρ είναι η ελεύθερη βούληση σε κάθε ανθρώπινη εμπειρία, όσο φρικιαστική κι αν είναι. Αυτό το αδύναμο φως που διαπλάθει την ύπαρξή μας μέσα στην απουσία της μοίρας για την οποία μιλάει ο Ίμρε Κέρτες. Είναι λιγοστό, αλλά μπορούμε να πιαστούμε απ’ αυτό το λιγοστό μέσα στην καταιγίδα. Μερικές φορές. Ίσως. Γιατί στην ακραία βία δεν σου μένει ούτε το λιγοστό. Η φράση μιλάει επίσης για την κατασκευή του εαυτού. Το βιβλίο μου είναι πράγματι αυτό που έκανα με αυτό που μου έκαναν. Σε στιγμές αισιοδοξίας μπορούμε να δούμε την ανθεκτικότητα έτσι, σαν μια νίκη πάνω στη μοίρα. Ωστόσο δεν με πείθει ολότελα η ιδέα. Δεν έκανα κάτι πιο δυνατό από αυτό που μου έκαναν. Αδύνατον να μιλήσουμε με τέτοιους όρους για τα θύματα βίας, επειδή είναι σαν να δικαιολογούμε οντολογικά, πνευματικά, την ύπαρξη του κακού – χάρη στους βιασμούς έγραψες αυτό το υπέροχο βιβλίο που βοηθάει τους άλλους κ.τ.λ. Η βία πιέζει την ικανότητα της δημιουργίας μου στο περιθώριο και θα είναι πάντα πιο μεγάλη από μένα, πιο δυνατή από την τέχνη. Αυτό δεν με εμποδίζει να έχω πίστη στην τέχνη, αλλά δεν είναι τυφλή πίστη, είναι πίστη που ξέρει ότι υπάρχει επειδή δεν έχει άλλη επιλογή.

Το λέτε κιόλας: «Η δική μου συγκρότηση επιτεύχτηκε μέσα στη μυθοπλασία. Και η μυθοπλασία κομίζει μονάχα πλάγιες απαντήσεις, απαντήσεις εκτός θέματος, βασισμένες σε παραδείγματα που δεν υπάρχουν». Παίρνετε λοιπόν μια απόσταση από τη φεμινιστική θεωρία. Ή πιστεύετε ότι η λογοτεχνία είναι εξίσου πολιτική με την φεμινιστική θεωρία; Και πώς απαντάτε σε όσους προσπαθούν να σας τραβήξουν με το ζόρι έξω από το κείμενο και να σας προσαρτήσουν σε μια θεωρία;

Έγραψα αυτή τη φράση για να μιλήσω για τον τρόπο με τον οποίο μας εκπαιδεύουν τα μυθιστορήματα. Είναι παράξενο να μαθαίνουμε να ζούμε χάρη σε επινοημένες ιστορίες. Δεν έχω κάτι εναντίον της θεωρίας, αντιθέτως μου αρέσουν οι γέφυρες ανάμεσα στη δουλειά μου και τη θεωρία. Αυτές οι ανταλλαγές μπορούν να είναι γόνιμες μόνο αν δεν προσπαθούμε να χρησιμοποιήσουμε τη μία για να μειώσουμε την άλλη.

Ένα βήμα στην άβυσσο

Χρησιμοποιείτε τον εαυτό σας ως πειραματόζωο. Όχι μόνο όταν μιλάτε γι’ αυτό που σας συνέβη, αλλά και γι’ αυτό που θα μπορούσε να συμβεί στην κόρη σας αν εσείς συνεχίζατε τον κύκλο της κακοποίησης. «Θα αρκούσε να αλλάξει κατεύθυνση το χέρι μου», λέτε σε μία από τις πιο τολμηρές, σπαρακτικές και αναπάντεχες παραγράφους του βιβλίου. Θυμάστε πώς τη γράψατε;

Όταν οι αναγνώστες φτάνουν σε αυτό το σημείο του κειμένου, είναι συνηθισμένοι στη λειτουργία της σκέψης μου, που κατά διαστήματα προβαίνει σε μια παρατήρηση σχεδόν επιστημονική, βάζοντας την κρίση στην άκρη. Αυτή η ωμότητα μου επιτρέπει να φτάσω σε ένα επίπεδο αλήθειας, να παρατηρήσω την ιδέα που σχηματίζεται μέσα μου και μετά να έχω το θράσος να την καταγράψω. Έγραψα αυτή την παράγραφο με ηρεμία, αλλά έχοντας την αίσθηση ότι παρευρίσκομαι σε σκηνή μάχης. Το παράξενο είναι ότι πρόκειται για μια σκέψη που απαγορεύουμε στον εαυτό μας να παρατηρήσει, ενώ πολλοί ανάμεσά μας έχουν κάνει. Είναι όπως η ιδέα να πέσεις στις γραμμές του τρένου την ώρα που βρίσκεσαι στην αποβάθρα· μπορεί να παίξεις με αυτή τη σκέψη, χωρίς να είσαι αυτοκτονικός. Απλώς και μόνο επειδή είναι συναρπαστικό το να σκέφτεσαι ότι ένα βήμα μπορεί να σου αλλάξει όλη τη ζωή. Το θαύμα είναι ότι δεν το κάνουμε, κι αυτή η απόφαση, η απόφαση της ζωής, βρίσκεται και μέσα στην ενατένιση των άπειρων δυνατοτήτων. Όποτε βρισκόμουν σε αυτή την άβυσσο και έπρεπε να βρω μέσα μου το κουράγιο να την αντιμετωπίσω, σκεφτόμουν αυτό που έγραφε η Αννί Ερνό στην Ντροπή: «Πάντα ήθελα να γράψω βιβλία για τα οποία θα μου ήταν μετά αδύνατον να μιλήσω, βιβλία που κάνουν το βλέμμα του άλλου πάνω μου αβάσταχτο».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT