Αρχίσαν λοιπόν τα σχολεία κι έχω μόνο απορίες για τη διδασκαλία «ολόκληρου λογοτεχνικού έργου», όπως λέγεται η πρόταση για το μάθημα της λογοτεχνίας σε όλες τις σχολικές βαθμίδες, από το νηπιαγωγείο μέχρι το λύκειο. Το πρόγραμμα ξεκίνησε ήδη κατά κάποιον τρόπο τον περασμένο Ιανουάριο, όταν δόθηκαν στους μαθητές κάποια επιλεγμένα λογοτεχνικά βιβλία, κάτι που από προσωπική γνώση και πρόχειρη έρευνα αλλού έγινε κι αλλού όχι. Εν πάση περιπτώσει, ας πούμε ότι όλα θα οργανωθούν στο εξής καλύτερα. Παρ’ όλα αυτά δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ, βλέποντας τη λίστα των προτεινόμενων βιβλίων (τα οποία στάθηκε αδύνατο να καταλάβω αν είναι όντως απλώς προτεινόμενα ή ήδη ορισμένα), με ποιο ακριβώς σκεπτικό προτείνονται. Δεν υπάρχει κανένα «ολόκληρο λογοτεχνικό έργο» που να αξίζει να διδαχτεί στο ελληνικό σχολείο που να γράφτηκε τα τελευταία εβδομήντα χρόνια; Το πιο πρόσφατο της λίστας είναι το 1984 του Όργουελ από το 1949. Αν προσθέσουμε και το Ημερολόγιο της Άννα Φρανκ, όλα τα υπόλοιπα της λίστας είναι προπολεμικά. Δεν έχω καμία αντίρρηση με τα «κλασικά» κείμενα που έχουν διαμορφώσει έναν κανόνα, όποιος διαβάζει τακτικά αυτή τη σελίδα θα το ξέρει, αλλά δυσκολεύομαι να φανταστώ πώς, π.χ., οι μαθητές της Α΄ Λυκείου θα αγαπήσουν τη λογοτεχνία μέσω της Τζέιν Όστιν.
Μπορώ να σκεφτώ, και σίγουρα όχι μόνο εγώ, εκατοντάδες κατάλληλα κείμενα για μαθητές που γράφτηκαν σε μια εποχή και σε μια γλώσσα πολύ πιο οικεία, και θίγουν ζητήματα που αφορούν τα παιδιά με έναν πολύ πιο άμεσο τρόπο. Ελληνικά και μεταφρασμένα. Κατά τα άλλα ναι, θεωρητικά ίσως είναι μια ωραία ιδέα οι μαθητές να δεθούν όλη τη χρονιά με ένα έργο μεγάλης έκτασης, ειδικά στην εποχή της αποσπασματικότητας, δεν μπορώ βέβαια να το κρίνω παιδαγωγικά, αλλά μόνο συναισθηματικά – θα μου άρεσε να έχω μια τέτοια ανάμνηση απ’ το σχολείο. Ωστόσο αυτή η λέξη «ολόκληρο» είναι κάπως περίεργη. Ολόκληρο είναι κι ένα ποίημα που διδάσκεται σε μία ή δύο διδακτικές ώρες, ολόκληρο είναι και ένα διήγημα. Ολόκληρο είναι κι ένα κεφάλαιο. Και, τέλος πάντων, αυτό που λείπει από το μάθημα της λογοτεχνίας, και αυτό το κρίνω ως μαθητής που ήμουν και ως γονιός μαθητών που είμαι, είναι λίγο κέφι. Οτιδήποτε βρίσκεται μακριά από το αποστειρωμένο «τι θέλει να πει ο ποιητής», μακριά από τις εξετάσεις, μακριά από τη νυσταγμένη έβδομη ώρα που πρέπει κάπως να βγει η ύλη να πάμε παρακάτω.

