Οι Φέντερερ, Ναδάλ, Τζόκοβιτς κυριάρχησαν απόλυτα για μία δεκαπενταετία στο παγκόσμιο τένις, κέρδισαν σχεδόν κάθε τίτλο αλλά, λίγο πριν αφήσει και ο τελευταίος τα κορτ, ανατέλλει πια μια νέα εποχή με δύο καινούργιους πρωταγωνιστές, τον Γιανίκ Σίνερ και τον Κάρλος Αλκαράθ. Θα είναι επάξιοι διάδοχοι; Θα συντηρήσει η μεταξύ τους «κόντρα» το ενδιαφέρον του κόσμου; Θα μπορέσουν να μείνουν στην κορυφή για τόσα χρόνια; Ο κορυφαίος αρθρογράφος για τένις, Γκίρι Νέιθαν, έγραψε το βιβλίο Changeover, σκιαγραφώντας τόσο την αθλητική όσο και την ανθρώπινη πλευρά των Σίνερ και Αλκαράθ, ελπίζοντας να δημιουργήσει μια «χρονοκάψουλα», όπως μας είπε, γι’ αυτή τη μεταβατική στιγμή του αθλήματος, «για να καταλάβουν οι μελλοντικοί φίλαθλοι πώς ήταν τα πρώτα βήματα της μεγάλης αυτής αντιπαλότητας». Η συζήτηση μαζί του είναι ό,τι ακριβώς χρειάζεται κανείς για να γνωρίσει τα νούμερα ένα και δύο της παγκόσμιας κατάταξης.
Υπήρχε κάποιο συγκεκριμένο παιχνίδι που σας έκανε να συνειδητοποιήσετε ότι ο Σίνερ και ο Αλκαράθ είναι το μέλλον του τένις;
Ναι, στο US Open του 2022, όταν συναντήθηκαν στα προημιτελικά και έπαιξαν έναν αγώνα των πέντε σετ. Ήταν εκπληκτικός και τελείωσε σχεδόν στις τρεις το πρωί. Ήρθε σε μια περίοδο που πολλοί ανησυχούσαν για το τι θα συνέβαινε στο ανδρικό τένις μετά τους Big 3. Σε αυτόν τον αγώνα έγινε ξεκάθαρο ότι θα συνεχίσουμε να βλέπουμε πολύ υψηλού επιπέδου τένις. Συνειδητοποίησα ότι αυτοί οι δύο αθλητές μπορούν να ηγηθούν της επόμενης γενιάς. Χρειάστηκε βέβαια λίγο περισσότερος χρόνος και για τους δύο για να φτάσουν στην κορυφή. Ο Αλκαράθ κέρδισε το US Open το 2022 και ο Σίνερ, μέχρι το τέλος του 2023, είχε αρχίσει κι αυτός να ανεβάζει την απόδοσή του. Στο τέλος του 2023 σκέφτηκα ότι η στιγμή είναι ιδανική για να ξεκινήσω μια έρευνα σχετικά με τους δύο παίκτες. Η αλλαγή φρουράς ήταν πολύ ενδιαφέρουσα, αφού οι Big 3 έλεγχαν το παιχνίδι για σχεδόν δεκαπέντε χρόνια. Κέρδισαν σχεδόν κάθε μεγάλο τίτλο και πολλές γενιές παικτών που στην πραγματικότητα ανέβαιναν, δεν κατάφεραν ποτέ να μπουν ανάμεσα σε αυτή την τριάδα. Ήθελα να αποτυπώσω λοιπόν αυτή την αλλαγή.

Είναι διαφορετική η τωρινή εποχή από εκείνη των Big 3; Απαιτείται ακόμα περισσότερη σωματικότητα ενώ το πρόγραμμα είναι πιο σφιχτό. Πώς πιστεύετε ότι αυτό θα επηρεάσει το μέλλον τους σε σύγκριση με τη μακροβιότητα των προηγούμενων θρύλων;
Πρόκειται για κάτι που εξετάζω και στο βιβλίο. Η προσωπική μου θεωρία είναι ότι η μακροβιότητα των Φέντερερ, Ναδάλ και Τζόκοβιτς δεν ήταν τυχαία. Συνέπεσε με την περίοδο που τα χρήματα στο επαγγελματικό τένις αυξήθηκαν κατακόρυφα. Όχι μόνο τα χρηματικά έπαθλα στα τουρνουά, αλλά και οι χορηγίες, που έφτασαν στο σημείο να αποφέρουν εκατοντάδες εκατομμύρια. Αυτό τους έδινε τη δυνατότητα να έχουν πολύ πιο εξειδικευμένες ομάδες, κορυφαία ιατρική φροντίδα, προπόνηση, φυσική προετοιμασία. Ένα παράδειγμα: Στο Roland Garros του 2022, ο Ναδάλ είχε εξαιρετικά στοχευμένες θεραπείες για το πόδι του, ώστε να κοιμίζουν το νεύρο που του προκαλούσε πόνο. Έπαιξε και κέρδισε το τουρνουά χωρίς να νιώθει το πόδι του. Παρ’ όλα αυτά, το τένις σήμερα είναι πολύ πιο απαιτητικό σωματικά και το πρόγραμμα είναι εξαντλητικό. Στο βιβλίο περιγράφω πώς ο Αλκαράθ στο τέλος της σεζόν ένιωθε απογοήτευση από τον αριθμό των τουρνουά: Roland Garros, Wimbledon, Ολυμπιακοί, μετά Βόρεια Αμερική. Στο τέλος, ήταν εμφανώς καμένος. Πιστεύω ότι θα δούμε τένις εξίσου υψηλού επιπέδου με εκείνο των Big 3, αλλά δύσκολα αυτό θα διαρκέσει 15-16 χρόνια. Αν η ATP θέλει να συνεχίσουν οι παίκτες να έχουν μεγάλες καριέρες, θα πρέπει να συνειδητοποιήσει πως δεν μπορούν να διαχειριστούν την κατάσταση και να αλλάξει το πρόγραμμα, ειδικά όσον αφορά προσαρμογές για το πότε διοργανώνονται τα τουρνουά, με δεδομένες τις ακραίες θερμοκρασίες λόγω κλιματικής αλλαγής − τα καλοκαίρια στην Αμερική και στην Αυστραλία έχουν πια πολύ υψηλές θερμοκρασίες.
Ποιες είναι λοιπόν οι δεξιότητες που τους κάνουν να ξεχωρίζουν ανάμεσα σε τόσους άλλους ταλαντούχους παίκτες;
Θα ξεκινήσω με τα κοινά χαρακτηριστικά στο παιχνίδι τους, τα οποία θεωρώ ότι τους διακρίνουν από τους υπολοίπους. Ο τρόπος παιχνιδιού τους είναι εξαιρετικά ισορροπημένος, δεν αφήνουν κάποια αδυναμία στην οποία μπορείς να επιτεθείς. Τόσο στο σερβίς όσο και στις επιστροφές, τόσο στο forehand όσο και στο backhand, στην επίθεση και στην άμυνα, και οι δύο είναι εξαιρετικά δυνατοί. Και νομίζω είναι τόσο ολοκληρωμένοι επειδή έχουν τις ακόλουθες δύο ιδιότητες: Η μία είναι ότι και οι δύο χτυπούν βαριές μπαλιές με πολλή δύναμη και περιστροφές. Και, δεύτερον, ξέρουν να κουνούν το σώμα τους έτσι ώστε να χτυπούν συνεχώς με αυτόν τον τρόπο, ακόμα και από πολύ δύσκολες θέσεις. Θα παρατηρήσετε ότι και οι δύο νιώθουν άνετα να κάνουν slide, να κινούνται προς τη γωνία του γηπέδου και στη συνέχεια να ανακάμπτουν και να επιστρέφουν στο κέντρο. Έχουν επίσης φυσική κατάσταση που τους επιτρέπει να κάνουν επιθετικά χτυπήματα από θέσεις άμυνας. Αυτά τους κάνουν να ξεχωρίζουν. Υπάρχουν κι άλλοι που μπορούν να χτυπήσουν την μπάλα τόσο δυνατά όσο αυτοί, αλλά το να μπορούν να το κάνουν αυτό από τις πιο δύσκολες θέσεις στο γήπεδο είναι διαφορετική υπόθεση. Λίγοι παίκτες μπορούν επίσης να τεστάρουν το σερβίς του αντιπάλου τόσο σταθερά.
Τις μεταξύ τους διαφορές ακόμα και ένας απλός θεατής μπορεί να τις αντιληφθεί. Μία από τις πιο προφανείς είναι η επιλογή των χτυπημάτων. Ο Αλκαράθ είναι λίγο πιο δημιουργικός και περιπετειώδης, δεν προσπαθεί πάντα να παίζει από την base line, του αρέσει επίσης να ανεβαίνει στο φιλέ, να κάνει drop shots. Λατρεύει να εκπλήσσει τον αντίπαλο. Ψάχνει πάντα να σκαρφιστεί κάτι καινούργιο. Είναι, όπως λέει και ο ίδιος, σημαντικό γι’ αυτόν να διασκεδάσει το πλήθος. Όταν δεν το έχει κάνει, μερικές φορές νιώθει πως δεν έκανε καλά τη δουλειά του. Νομίζω λοιπόν ότι αυτό είναι κομμάτι της ψυχολογίας του.
Όσον αφορά τον Σίνερ, η επιλογή των σουτ του είναι λίγο πιο συντηρητική. Είναι βέβαια αρκετά επιθετικός ως παίκτης, αλλά αυτό είναι κάτι διαφορετικό, δεν θα ανέβει για παράδειγμα τόσο γρήγορα στο φιλέ. Είναι πιο επιθετικός όταν παίζει από την base line και είναι πιθανόν ο καλύτερος στο παιχνίδι στο να τελειώνει τον πόντο από αυτήν. Νομίζω ότι ακόμα και ο Αλκαράθ θα το παραδεχόταν αυτό − όταν έπαιξαν στο Γουίμπλεντον, τον περασμένο μήνα, υπήρξε μια στιγμή που έλεγε απογοητευμένος στην ομάδα του ότι ο Σίνερ ήταν καλύτερος από τον ίδιο από την base line. Οπότε αυτό είναι που διακρίνει τον Σίνερ, τα groundshots του (χτυπήματα αφού σκάσει η μπάλα στο έδαφος), ο συγχρονισμός του, η δύναμη που μπορεί να βάλει στην μπάλα, και όλα αυτά τα κάνει με τέτοια συνέπεια, σχεδόν απαράμιλλη.
Υπάρχει κάποιο παιχνίδι που δείχνει τι είδους θέαμα μπορούν να προσφέρουν στο μέλλον;
Το πρώτο σημάδι ήταν ο αγώνας τους στο US Open το 2022, αλλά από τότε έχουν χαρίσει πολλές σπουδαίες στιγμές: Indian Wells, Μαϊάμι, Πεκίνο. Όμως νομίζω πως στο Παρίσι (σ.σ. στον τελικό του Roland Garros) φέτος έδειξαν ότι μπορούν να δημιουργήσουν κλασικές αναμετρήσεις. Εκείνος ο αγώνας ήταν από τους καλύτερους που έχω δει ποτέ. Αυτό που με εξέπληξε ήταν ότι, ενώ θεωρούσαμε ότι το χώμα είναι η «έδρα» του Αλκαράθ (σε αντίθεση με τον Σίνερ που προπονούνταν όσο μεγάλωνε περισσότερο σε σκληρές επιφάνειες), ο Σίνερ κατάφερε να φτάσει στο ίδιο επίπεδο. Αυτό δείχνει ότι, ανεξάρτητα από την επιφάνεια στην οποία παίζουν, είναι σχεδόν ισάξιοι. Έχουν ήδη παίξει τρεις πεντάσετους αγώνες και κάθε φορά η ποιότητα του παιχνιδιού στο τέλος είναι εξαιρετική. Ακόμα και οι Ναδάλ-Τζόκοβιτς, αν θυμάμαι σωστά, έπαιξαν ίσως λίγους μόνο πεντάσετους αγώνες σε όλη την καριέρα τους. Το ότι ήδη σπρώχνουν ο ένας τον άλλον στα άκρα είναι σημάδι ότι θα προσφέρουν πολλά στο κοινό. Και το στιλ τους είναι απίστευτα επιθετικό − πιο επιθετικό ακόμα και από τον Ναδάλ με τον Τζόκοβιτς. Προσφέρουν μεγάλα ράλι και εντυπωσιακούς πόντους. Φαίνεται πως θα ξεχωρίζουν από τους υπολοίπους, τουλάχιστον για μερικά ακόμα χρόνια.
Τι σχέση έχουν οι δυο τους εκτός γηπέδου;
Είναι μια καθαρά επαγγελματική σχέση με αμοιβαίο σεβασμό. Τους αρέσει να παίζουν ο ένας εναντίον του άλλου, γιατί ξέρουν ότι αυτό τους κάνει καλύτερους. Όμως δεν είναι στενοί φίλοι. Δεν βγαίνουν για φαγητό μαζί στα τουρνουά. Είναι τόσο κοντά όσο μπορείς να είσαι όταν έχεις μια τόσο έντονη αντιπαλότητα. Ο Τζόκοβιτς είχε πει με μεγάλη ειλικρίνεια, μετά τον τελευταίο του αγώνα με τον Ναδάλ, ότι ελπίζει τώρα να γίνουν φίλοι, γιατί όσο διαρκεί η κόντρα είναι πολύ δύσκολο.
Το ίδιο ίσχυε και με τους Φέντερερ και Ναδάλ, που ήρθαν κοντά μόνο όταν ένιωσαν ασφαλείς με την κληρονομιά τους, ενώ στην αρχή ήταν πιο συγκρατημένοι. Το ενδιαφέρον με τους Σίνερ και Αλκαράθ είναι ότι δείχνουν αρκετά φιλικοί ήδη από την αρχή. Γνωρίστηκαν το 2019, στα 15 και στα 17 τους, και ο Σίνερ πήγε αμέσως να συστηθεί στον Αλκαράθ επειδή είχε εντυπωσιαστεί από τις ικανότητές του. Υπάρχει πολύς σεβασμός, αλλά όχι στενή προσωπική φιλία.

Ποιος παράγοντας πιστεύετε ότι θα κρίνει ποιος θα ξεχωρίσει στο μέλλον;
Αρχικά πίστευα ότι ο Αλκαράθ θα κυριαρχήσει στο χώμα και στο γρασίδι, ενώ ο Σίνερ στις σκληρές επιφάνειες. Όμως τώρα βλέπω ότι είναι σχεδόν ίσοι παντού. Μπορούν και οι δύο να απειλήσουν και στα τέσσερα μεγάλα τουρνουά, έχουν έναν τρόπο παιχνιδιού που μπορεί να ανταγωνιστεί οποιοδήποτε στιλ αντιπάλου. Δεν έχουν ξεκάθαρες αδυναμίες. Ίσως τον Αλκαράθ μπορείς να τον τρέξεις πιο πολύ στις σκληρές επιφάνειες και ίσως, εάν αλλάξεις με ποικιλία το παιχνίδι σου, μπορείς να δυσκολέψεις τον Σίνερ, όμως ο ένας μοιάζει να αποτελεί το αντίδοτο στο στιλ του άλλου. Ο Αλκαράθ έχει το πλεονέκτημα ότι είναι δύο χρόνια νεότερος και ήδη προηγείται σε τίτλους Grand Slam. Αυτό παίζει ρόλο γιατί το παιχνίδι είναι πολύ απαιτητικό σωματικά. Είδαμε όμως τον Σίνερ να ισορροπεί το επίπεδο στο γρασίδι που νομίζαμε ότι ο Αλκαράθ θα κυριαρχήσει, ενώ και στο χώμα έφτασε έναν πόντο μακριά από τη νίκη. Συνολικά, πιστεύω ότι στο τέλος ο Αλκαράθ θα έχει λίγο περισσότερους τίτλους. Είναι νεότερος, μπορεί να βελτιωθεί αρκετά και ήδη δείχνει φοβερή συνέπεια. Όμως η μάχη θα είναι μακρά και συναρπαστική.
«Δεν έχουν ξεκάθαρες αδυναμίες. (…) Ο ένας μοιάζει να αποτελεί το αντίδοτο στο στιλ του άλλου».
Πόσο δύσκολο ήταν να γράψετε το βιβλίο; Τι σας άρεσε περισσότερο στη συγγραφή του; Πώς αποδίδεται η ανθρώπινη πλευρά τους;
Ήταν μια απολαυστική διαδικασία. Δεν ξέρεις ποτέ, όταν ξεκινάς, το αποτέλεσμα των αγώνων που θα παιχτούν. Θα δώσουν υλικό για να ειπωθεί μια ενδιαφέρουσα ιστορία; Τη σεζόν όμως που έγραφα, και οι δύο πήραν από δύο Grand Slam και έπαιξαν καταπληκτικούς αγώνες μεταξύ τους. Αυτό που με ενδιέφερε περισσότερο ήταν να δείξω όχι μόνο το στιλ παιχνιδιού τους, αλλά και τις προσωπικότητές τους. Για παράδειγμα, την ημέρα που βγήκε η είδηση για το θέμα με το ντοπάρισμα του Σίνερ (σ.σ.: τον Μάρτιο του 2024, ο Σίνερ βρέθηκε θετικός στην απαγορευμένη αναβολική ουσία κλοστεβόλη, όμως κρίθηκε ότι δεν υπήρχε «σφάλμα ή αμέλεια» από μέρους του και απαλλάχθηκε από κάθε πρόθεση ή δόλο), τον είδα στο αεροδρόμιο μισή ώρα αργότερα. Είχα την ευκαιρία να δω πώς αντιδρούσε με την ομάδα του. Πώς διαχειρίστηκε αυτή την κατάσταση. Ήταν μία από τις πιο δύσκολες στιγμές στη ζωή του. Επρόκειτο να μπει υπό λεπτομερή έλεγχο και να αντιμετωπιστεί με σκεπτικισμό από τους συναδέλφους του. Ήταν μέρες γεμάτες άγχος. Μου αρέσουν οι στιγμές αυτές που δείχνουν την ανθρώπινη πλευρά των παικτών.
Πώς τον είδες στο αεροδρόμιο;
Ήταν εντυπωσιακά ήρεμος και συγκροτημένος, νομίζω για την ακρίβεια ότι γιόρταζε τον τίτλο που κέρδισε την προηγούμενη νύχτα. Έπινε μια κόκα κόλα όπως έχει πει ότι κάνει κάθε φορά που παίρνει έναν τίτλο. Κάτι που κάνουν πολλοί σπουδαίοι πρωταθλητές είναι ότι έχουν την ικανότητα να διαχωρίζουν όσα συμβαίνουν στο γήπεδο από τα προβλήματα που ίσως συμβαίνουν έξω από αυτό. Είπε πως κάθε φορά που μπαίνει στο γήπεδο νιώθει ασφαλής και τα προβλήματα αυτά φεύγουν. Ο Αλκαράθ πέρυσι στο Σινσινάτι έσπασε για πρώτη φορά ρακέτα από ένταση. Μπόρεσα να τον ρωτήσω τι σκεφτόταν. Ένιωθε μεγάλη αμηχανία γι’ αυτό που είχε συμβεί, απολογήθηκε. Ήταν όμως η πρώτη φορά στην καριέρα του που έγινε κάτι τέτοιο, ενώ είναι συνήθως πάντα τόσο χαρούμενος. Όπως βλέπουμε, όμως, αυτή δεν είναι όλη η πραγματικότητα. Ότι κι εκείνος ζει τα πάνω και τα κάτω ενός επαγγελματία όπως κάθε άνθρωπος που πάει στη δουλειά του. Ελπίζω οι φίλοι του τένις να διαβάσουν το σημείο αυτό στο βιβλίο και να καταλάβουν λίγο περισσότερο την ανθρώπινη πλευρά τους.
*To βιβλίο του Γκίρι Νέιθαν Changeover κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Simon & Schuster.

