Στο στούντιο με τον Μίνω Μάτσα

Λίγο πριν από τη μεγάλη του συναυλία στο Ηρώδειο, κουβεντιάσαμε με τον γνωστό συνθέτη για τα «τραγούδια των καταφρονεμένων», τη μοναχικότητα της δημιουργίας αλλά και τη μοναδική αίσθηση μοιράσματος με το κοινό στις live εμφανίσεις

3' 16" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Τον συναντώ στο προσωπικό του «καταφύγιο αισθημάτων», όπως αποκαλεί το στούντιό του, φωλιασμένο κάτω από τη γη, στο στούντιο ηχογραφήσεων της Odeon στη Μεσογείων. «Εδώ νιώθω ασφάλεια και ηρεμία. Είναι και υπόγειο, οπότε αισθάνομαι κυριολεκτικά σαν αποκομμένος από τον έξω κόσμο», μου λέει χαμογελώντας. Σκίτσα του Κωνσταντίνου Κακανιά και ρητά του Λεονάρντο ντα Βίντσι κολλημένα στους τοίχους συνυπάρχουν με οικογενειακές φωτογραφίες και σημειώσεις με νότες. Παντού τριγύρω τα μουσικά του όργανα, τα «παιχνίδια» του, όπως τα λέει. «Η δημιουργία έχει μια παιδική αθωότητα. Δεν λέμε τυχαία “πάμε να παίξουμε μουσική!”».

Τον πετυχαίνω στις πρόβες, αφού σε λίγες μέρες θα επαναλάβει στο Ηρώδειο –μετά το περσινό sold out– ένα μουσικό ταξίδι που φέρνει κοντά ρεμπέτικα, φάντο, τάνγκο και μπλουζ. «Η περσινή εμπειρία ήταν καταπληκτική και είπαμε να την επαναλάβουμε, με ελαφρώς αλλαγμένο ρεπερτόριο, για όσους την έχασαν ή θέλουν να την ξαναζήσουν», τονίζει. «Μιλάμε για τραγούδια που γράφτηκαν σχεδόν την ίδια εποχή, σε διαφορετικά μήκη και πλάτη της γης, τα οποία με έναν τρόπο έχουν μια συγγένεια. Τα ρεμπέτικα γεννήθηκαν στην Ελλάδα του ’40 και του ’50, εκφράζοντας την ανάγκη των ανθρώπων να ξεφύγουν από τις δυσκολίες τους. Κάτι παρόμοιο μπορούμε να πούμε και για τα φάντο στην Πορτογαλία της σαρανταετούς δικτατορίας, τα τάνγκο της Αργεντινής, που ξεκίνησαν ως η μουσική που διασκέδαζε τους άνδρες μετανάστες έξω από τους οίκους ανοχής, και τα μπλουζ, που φέρουν το βάρος της σκλαβιάς του νότου της Αμερικής. Σε ορισμένες πρώτες ηχογραφήσεις γνωστών μπλουζ τραγουδιών, ακούς καθαρά τις αλυσίδες των ανθρώπων. Εγώ τα λέω “τραγούδια των καταφρονεμένων”, αλλά στην ουσία μιλούν για έρωτα, πόνο, χαρά, λύπη, νοσταλγία, αισιοδοξία. Αγγίζουν όλο το φάσμα της ζωής», λέει για τη βραδιά που θα ενώσει τον Τσιτσάνη με την Αμάλια Ροντρίγκες, με πολλούς Έλληνες και ξένους σολίστ και τραγουδιστές να συναντιούνται στη σκιά της Ακρόπολης.

Η σύνδεσή του με το ρεμπέτικο είναι διπλή. «Κατ’ αρχάς, αυτά τα τραγούδια με έχουν εμπνεύσει ως συνθέτη και τα αγαπώ από μικρός. Δεύτερον, ο συνονόματός μου, ο παππούς μου, διευθυντής της Odeon Parlophone, ήταν ο πρώτος που ηχογράφησε τον Μάρκο Βαμβακάρη, κόντρα στις προκαταλήψεις της εποχής. Αν δεν ήταν εκείνος, πιθανώς ο Μάρκος να μην είχε καταγραφεί στην ιστορία. Στη συνέχεια, στήριξε και άλλους μεγάλους ρεμπέτες της εποχής. Αυτό για μένα είναι συγκινητικό. Παράλληλα, έγραψε και στίχους σε τραγούδια όπως το Είσαι εσύ ο άνθρωπός μου, το Μινόρε της Αυγής και το Ο Αντώνης ο Βαρκάρης ο Σερέτης». 

Νιώθει τυχερός που μεγάλωσε σε μια οικογένεια η οποία σφράγισε την παράδοση της ελληνικής δισκογραφίας, κυρίως μέσα από το έργο του πατέρα του, Μάκη Μάτσα. «Αισθάνομαι πολύ οικεία που μεγάλωσα σε εποχές έντονης καλλιτεχνικής δημιουργίας, με συνθέτες, στιχουργούς, ερμηνευτές και φυσικά τον πατέρα μου, αφού τον παππού μου δεν τον γνώρισα, παρά μόνο από αφηγήσεις. Δεν το βλέπω σαν βάρος, αλλά σαν τύχη που βρέθηκε στον δρόμο μου και με οδήγησε στη μουσική. Τη λέξη “συνθέτης” την είπα πολύ αργότερα, γιατί θεωρώ μεγάλη ευθύνη να γράφεις μουσική. Το τραγούδι είναι κάτι αδιαμεσολάβητο, σε χτυπάει κατευθείαν στην καρδιά. Και εκεί ακριβώς βρίσκεται η ευθύνη, στο τι θα κάνεις τον άλλο να νιώσει».

Προτού τον αφήσω να βυθιστεί στις νότες του, μου λέει: «Έχω και την κλειστή, μοναχική πλευρά, γιατί περνάω πολλές ώρες μόνος με τη μουσική, αλλά και την εξωστρέφεια της ανάγκης να τη μοιραστώ. Γιατί αλλιώς θα έγραφα μόνο για μένα. Αγαπώ το τραγούδι γιατί μας ενώνει. Σε έναν κόσμο που μας χωρίζει, η μουσική είναι κοινός τόπος. Όταν ανεβαίνω στη σκηνή, χωρίς εγωισμό και ανταγωνισμό, υπάρχει μια μοναδική αίσθηση μοιράσματος με το κοινό και με τους μουσικούς που παίζουμε μαζί. Είναι μια στιγμή ελευθερίας και επικοινωνίας που απολαμβάνω βαθιά. Γι’ αυτό και ανυπομονώ για τη βραδιά στο Ηρώδειο!».

Μίνως Μάτσας − Τα Ρεμπέτικα ΙΙ + Fado Tango & Blues − Τραγούδια του κόσμου. Τραγουδούν: Κώστας Τριανταφυλλίδης, Δήμητρα Μωραΐτη, Lina Cardoso Rodrigues, Debora Russ, Eric B. Turner. Παίζουν 15 Έλληνες και ξένοι σολίστ και ο συνθέτης στο πιάνο. Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου στις 21.00 στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού. Προπώληση: ticketmaster.gr

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT