Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ: Κουβεντιάζοντας με έναν πραγματικά αυθεντικό σκηνοθέτη

Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ: Κουβεντιάζοντας με έναν πραγματικά αυθεντικό σκηνοθέτη

Όσα μάθαμε για το σινεμά, και όχι μόνο, συζητώντας χαλαρά με τον 65χρονο Αμερικανό δημιουργό

ρίτσαρντ-λινκλέιτερ-κουβεντιάζοντα-563760778 (Φωτογραφία: Βαγγέλης Πατσιαλός)
(Φωτογραφία: Βαγγέλης Πατσιαλός)
Φόρτωση Text-to-Speech...

Με το Dazed and Confused (Nεανικά μπερδέματα, 1993) σφράγισε το ανεξάρτητο σινεμά και τη νεανική κουλτούρα των nineties. Στην τριλογία Before…* αφηγήθηκε την απόλυτη ιστορία ενός μεγάλου έρωτα και καθιέρωσε τον Ίθαν Χοκ και τη Ζιλί Ντελπί ως ένα από τα εμβληματικά κινηματογραφικά ζευγάρια της εποχής μας. Με το School of Rock (Ένα σχολείο πολύ ροκ, 2003) ανέδειξε το κωμικό και μουσικό χάρισμα του Τζακ Μπλακ και απέδειξε ότι οι «ταινίες για όλη την οικογένεια» μπορούν να είναι cool. Το Boyhood (Μεγαλώνοντας, 2014) είναι, ως σύλληψη και εκτέλεση, μία από τις πιο σπαρακτικά αληθινές ταινίες ενηλικίωσης που έχουμε δει ποτέ, μάλλον αδικημένη που κέρδισε μόνο ένα από τα έξι Οσκαρ που διεκδικούσε, και δικαίως προκριθείσα στη λίστα των κορυφαίων ταινιών του 21ου αι. των New York Times που θα διαβάσετε στο τεύχος. Το σχετικά πρόσφατο ρομαντικό-κωμικό θρίλερ του, Hit Man, αποτελεί υπόδειγμα ψυχαγωγικής ταινίας του Netflix που δεν προσβάλλει τη νοημοσύνη μας, ενώ το επερχόμενο ασπρόμαυρο, γαλλόφωνο και «τετράγωνο» σε φορμά Nouvelle Vague –ο φόρος τιμής του στον Ζακ Λικ Γκοντάρ και στο θρυλικό Με κομμένη την ανάσα– επιβεβαίωσε για πολλοστή φορά ότι είναι ένας από τους πιο τολμηρούς, αυθεντικούς, πολυσχιδείς και ενδιαφέροντες δημιουργούς του σινεμά σήμερα. Επιπλέον, είναι πολύ ωραίος τύπος. 

Παλιός γνώριμος του Oxbelly Retreat, o 65χρονος Τεξανός Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ χάρισε, απ’ ό,τι μαθαίνω, στους συμμετέχοντες μία από τις πιο απολαυστικές εμπειρίες της φετινής διοργάνωσης, συνομιλώντας μετά την προβολή του Nouvelle Vague επί σκηνής με τον τρομερό Ρουμάνο Ράντου Τζούντε (Μην περιμένετε πολλά από το τέλος του κόσμου, Κontinental ’25). Με αφορμή την επιστροφή του στην Ελλάδα, με το θάρρος της παλαιότερης γνωριμίας μας στα ίδια μέρη και με σύμμαχο την τύχη, τον πέτυχα ευδιάθετο και πρόθυμο για μια χαλαρή κουβέντα που εξελίχθηκε σε αυθόρμητη συνέντευξη.

Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ: Κουβεντιάζοντας με έναν πραγματικά αυθεντικό σκηνοθέτη-1
To «άστρο» του Μάθιου Μακ Κόναχι πρωτοέλαμψε στο Dazed & Confused. (Φωτογραφία: afp/visualhellasgr)

Το Oxbelly έχει εξελιχθεί πολύ από την τελευταία σου επίσκεψη. Ποιες είναι οι εντυπώσεις σου;

Ίσως είναι η καλύτερη χρονιά μέχρι τώρα. Έχει μεγαλώσει με τον σωστό τρόπο, χωρίς να χάσει την ψυχή του. Νομίζω πως οι συμμετέχοντες αποκόμισαν περισσότερα από ποτέ. Το πιο ξεχωριστό στοιχείο του Oxbelly είναι ο διεθνής χαρακτήρας του. Καλλιτέχνες από κάθε γωνιά του κόσμου φέρνουν το έργο, την οπτική και τις εμπειρίες τους. Είναι συγκλονιστικό να κάθεσαι απέναντι από κάποιον που μεγάλωσε σε εντελώς διαφορετικό πλαίσιο και να συγκρίνεις αυτό που έζησε με τη δική σου πραγματικότητα. Η τέχνη χρειάζεται αυτόν τον διάλογο, αυτή την ανταλλαγή. Και εδώ δεν είναι κάτι θεωρητικό. Τρως με κάποιον στο ίδιο τραπέζι, σου μιλάει για την παιδική του ηλικία και, ξαφνικά, ανοίγεται μπροστά σου ένας νέος κόσμος.

Έχεις κάνει σχεδόν τα πάντα, από ανεξάρτητες ταινίες μέχρι studio κωμωδίες, animation, πειραματικό σινεμά. Τι θα συμβούλευες έναν νέο σκηνοθέτη ή σεναριογράφο;

Το πιο σημαντικό είναι να γνωρίσεις πραγματικά τον εαυτό σου. Τι σε ενθουσιάζει, τι έχει νόημα για σένα. Αν κοιτάξω πίσω, νομίζω πως με καθορίζουν εξίσου κι αυτά που δεν έκανα, οι ευκαιρίες που απέρριψα γιατί δεν με συγκινούσαν. Πάντα επέστρεφα σε αυτό που με έκαιγε πιο πολύ. Είναι φυσιολογικό να νιώθεις ευάλωτος στην αρχή. Υπάρχει ενθουσιασμός, αλλά και φόβος, γιατί κάθε βήμα μοιάζει κρίσιμο. Φοβάσαι το λάθος. Και βλέπω σήμερα νέους δημιουργούς να πιέζονται, να υπεραναλύουν τα πάντα. Πώς θα φανούν, πώς θα «χτίσουν καριέρα». Η δική μου συμβουλή; Μη σκέφτεσαι με όρους καριέρας. Εγώ ποτέ δεν το έκανα. Δεν γύρισα ποτέ ταινία σκεπτόμενος ότι αυτό θα με πάει παρακάτω. Ο Ταρκόφσκι, ή ίσως ο Μπέργκμαν, είχε πει: Φτιάξε κάθε ταινία σαν να είναι η τελευταία σου. Προσπάθησα να το ακολουθήσω. Μη δουλεύεις πάνω σε κάτι που δεν θα είσαι περήφανος να αφήσεις πίσω σου.

Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ: Κουβεντιάζοντας με έναν πραγματικά αυθεντικό σκηνοθέτη-2
Γκλεν Πάουελ και Άντρια Αρχόνα στο Hit Man. (Φωτογραφία: afp/visualhellasgr)

Πολλές από τις ταινίες σου γεννιούνται από το ένστικτο, από μια τυχαία συνάντηση, μια έκλαμψη της στιγμής. Όπως όταν γνώρισες ένα κορίτσι σε ένα κατάστημα παιχνιδιών και από εκεί προέκυψε το Before Sunrise. Συμβαίνει ακόμη έτσι;

Μάλλον είμαι από τους λίγους σκηνοθέτες που παραδέχονται τα αυτοβιογραφικά στοιχεία. Δεν βλέπω τον λόγο να το κρύψω, γιατί για μένα είναι απλώς η αφετηρία. Π.χ. το Dazed and Confused ήταν εμπνευσμένο από τα σχολικά μου χρόνια, αλλά δεν είναι ντοκιμαντέρ. Παίρνεις μια πραγματική στιγμή, ένα συναίσθημα, και το μετασχηματίζεις. Αυτή η πρώτη σπίθα είναι το παν. Πάντα προσπαθώ να την αναγνωρίσω και να την κρατήσω. Συνήθως είναι κάτι που έχεις νιώσει. ‘Ενας τόνος, μια υφή, μια συναισθηματική μεταφορά. Και αν αυτή η σπίθα υπάρχει ακόμη μετά από χρόνια, τότε ίσως αξίζει να γίνει ταινία. Κάποιες ιδέες έρχονται και φεύγουν. Δεν κολλάνε. Αν συνεχίζεις όμως να κρατάς σημειώσεις, να διαβάζεις πράγματα που τη συντηρούν… τότε αυτή τη φωτιά αξίζει να την κρατήσεις ζωντανή. Η ταινία που θα δείξω απόψε; Η σπίθα της άναψε πριν από δεκατρία χρόνια. Και απλώς δεν έσβησε.

Από τη μία ταινία στην άλλη, κάνεις συχνά δημιουργικά άλματα, αλλάζεις στιλ, είδος. Είναι θέμα αυτοπεποίθησης; Μια ανάγκη να ξεπερνάς τις προσδοκίες; 

Είναι πολύ πιο απλό απ’ όσο φαίνεται. Σκέφτομαι, τι χρειάζεται αυτή η ταινία; Ποια είναι η σωστή μορφή της; Είναι animation; Ασπρόμαυρη; Live action; Η φόρμα συνήθως μού έρχεται πολύ νωρίς και προσπαθώ απλώς να την ακολουθήσω. Για μένα, όλες είναι κάτι ενιαίο. Δεν μπορώ να ξεφύγω από τον εαυτό μου, από τις εμμονές μου, τους περιορισμούς μου. Ακόμη και αν οι ταινίες φαίνονται πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, προέρχονται από το ίδιο μέρος. Είναι όλες δικές μου. Ακόμη κι αν βασίζονται σε βιβλίο ή τις κάνω με συνεργάτες, περνούν πάντα από την ίδια διαδικασία.

Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ: Κουβεντιάζοντας με έναν πραγματικά αυθεντικό σκηνοθέτη-3
O Έλαρ Κολτρέιν ήταν οκτώ ετών όταν άρχισε να γυρίζεται το Boyhood και 21 όταν ολοκληρώθηκε! (Φωτογραφία: afp/visualhellasgr)

Ο κόσμος σήμερα μοιάζει όλο και πιο απρόβλεπτος. Και όμως, έχεις δεσμευθεί σε ένα νέο, μακροπρόθεσμο πρότζεκτ: μια ταινία που θα ολοκληρωθεί σε 20 χρόνια, το Merrily we roll along (το πρώτο του μιούζικαλ, βασισμένο στο ομώνυμο έργο του Στίβεν Σόντχαϊμ). Ο χρόνος έχει κεντρική θέση στη δουλειά σου, αλλά αυτό μοιάζει σχεδόν σαν πρόκληση απέναντι στον ίδιο τον χρόνο. 

Ναι, είναι μια τρελή ιδέα, το ξέρω. Αλλά δεν ένιωσα πως ξεκινώ κάποιο μεγαλειώδες εγχείρημα. Περισσότερο σκέφτηκα «ΟΚ, έτσι πρέπει να λειτουργήσει αυτή η ταινία». Και από τη στιγμή που αυτό ξεκαθάρισε, το μόνο που έμενε ήταν να ξεκινήσουμε. Στην πραγματικότητα, έχουμε ήδη διανύσει το ένα τρίτο. Απλώς αρχίζεις και αφήνεις τον χρόνο να γίνει σύμμαχός σου. Όπως και η ζωή, σε πάει κάπου. Φυσικά, είναι αισιόδοξο να υποθέτεις ότι θα είσαι ακόμη παρών. Αλλά τα ίδια μού έλεγαν και όταν ξεκίνησα το Boyhood. «Πώς ήξερες ότι θα λειτουργήσει;» Και απαντούσα: Δεν ήξερα. Ο κόσμος περιμένει πάντα μια καταστροφή. Αλλά αν το σκεφτείς λογικά, ποιο είναι το πιθανότερο; Το φυσιολογικό: ότι απλώς θα συνεχίσουμε. Όταν αρχίσαμε το Boyhood, ήμουν λίγο πάνω από τα σαράντα. Στατιστικά, οι τέσσερίς μας που δουλεύαμε τότε στην ταινία είχαμε καλές πιθανότητες να τα καταφέρουμε. Με αυτή τη νέα ταινία, θα είμαι περίπου 79 όταν ολοκληρωθεί. Αλλά προσέχω τον εαυτό μου! Πιστεύω ότι είναι ΟΚ να ποντάρεις στο μέλλον, ακόμη κι αν δεν σου βγει. Σημαίνει ότι ήσουν διατεθειμένος να πιστέψεις σε κάτι. Και αυτό έχει σημασία.

Η αισιοδοξία έχει γίνει κάπως σπάνιο είδος στις μέρες μας…

Ναι, πάντοτε είχα μια ήπια, υπόγεια τραγική θεώρηση του κόσμου ή, τουλάχιστον, της ανθρώπινης κατάστασης. Αλλά σε ό,τι αφορά τη ζωή την ίδια, την καθημερινότητα, είμαι παράξενα αισιόδοξος. Πολλοί άνθρωποι που ξέρω αισθάνονται το ίδιο. Θα πουν «ο κόσμος καταρρέει», αλλά οι ζωές τους είναι στην πραγματικότητα αρκετά καλές. Αυτή είναι η παράδοξη ασυμμετρία της εποχής μας. Υπάρχει πραγματικός πόνος εκεί έξω, πόλεμοι, αδικία και ταυτόχρονα αυτές οι απειλητικές, υπαρξιακές ανησυχίες: «Θα καταστρέψει η τεχνητή νοημοσύνη τον κόσμο;», «Έρχεται μια νέα μαζική εξαφάνιση;». Το πιθανότερο είναι πως τα πράγματα δεν είναι ποτέ τόσο άσχημα όσο φοβόμαστε, αλλά ούτε και τόσο καλά όσο ελπίζουμε. Οπότε απλώς προχωράς. Αν το συζητάς υπερβολικά, αρχίζει να μοιάζει με κουβέντα για τον καιρό. Είτε μιλάμε για το μέλλον του κινηματογράφου είτε για την τεχνητή νοημοσύνη, κανείς μόνος του δεν μπορεί να το ελέγξει. Όλοι προσαρμοζόμαστε στο ρεύμα. Κι εγώ είμαι ΟΚ με αυτό.

Δεν θέλω να το γυρίσουμε στην πολιτική, αλλά αναρωτιέμαι πώς είναι να ζεις στο συντηρητικό Τέξας;

Το Τέξας δεν διαφέρει και τόσο από την υπόλοιπη Αμερική. Υπάρχει ο κλασικός διαχωρισμός «κόκκινοι και μπλε», πόλη και ύπαιθρος, φιλελεύθεροι και συντηρητικοί. Είναι σαν να υπάρχουν δύο διαφορετικές χώρες. Αλλά, ναι, έχει γίνει πιο δύσκολο μέρος για να ζεις, όχι τόσο για μένα προσωπικά, όσο για ανθρώπους που νοιάζομαι. Για τις γυναίκες, είναι επικίνδυνο να μείνουν έγκυοι. Αν είσαι μετανάστης χωρίς χαρτιά ή φυλακισμένος, η κατάσταση είναι σκληρή. Υπάρχει πολλή σκληρότητα στις παρυφές. Οπότε, ναι, είναι ανησυχητικό. Αλλά συνεχίζεις να μιλάς. Κάνεις ό,τι μπορείς.

Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ: Κουβεντιάζοντας με έναν πραγματικά αυθεντικό σκηνοθέτη-4
Η Ζιλί Ντελπί και ο Ίθαν Χοκ όταν… γνωρίστηκαν στο Before Sunrise. (Φωτογραφία: afp/visualhellasgr)

Μεγαλώσαμε με ταινίες που μας έκαναν να πιστεύουμε πως μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, ίσως και εμάς τους ίδιους. Μου έρχεται στο μυαλό ο Ταξιτζής. Πιστεύεις ότι τέτοιου μεγέθους έργα υπάρχουν σήμερα ή χάνονται μέσα σε πλατφόρμες, αλγορίθμους και κατακερματισμένο κοινό;

Αλλάζουν οι ταινίες τον κόσμο; Δεν είμαι σίγουρος. Ο Ταξιτζής… Είναι η ιστορία ενός μοναχικού, αποκομμένου, ψυχοπαθούς ανθρώπου σε μια συγκεκριμένη στιγμή και τόπο – και, ναι, είναι δυνατή. Αλλά στο τέλος της μέρας, είναι απλώς μια εμπειρία. Είναι στ’ αλήθεια πιο βαθιά από το να είχες γνωρίσει τον Τράβις Μπικλ σε ένα καφέ, και να σου μιλούσε επί τρεις ώρες για τη ζωή του; Οι ταινίες μπορούν να αφηγηθούν μια πλήρη ιστορία, είναι ένα υπέροχο μέσο έκφρασης. Αλλά δεν είμαι βέβαιος ότι αλλάζουν τον κόσμο. Δεν θέλω να τις φορτώνω με τέτοια ευθύνη. Στην ουσία, είναι ένα μέσο επικοινωνίας. Αντικατοπτρίζουν τον κόσμο, εκφράζουν την ανθρώπινη συνθήκη, όπως τα σπουδαία μυθιστορήματα, οι πίνακες, η μουσική. Εκεί βρίσκεται η δύναμή τους. Η τέχνη μπορεί να σε συγκινήσει, όμως η πραγματική ιστορική αλλαγή συνήθως προέρχεται από τη δημοσιογραφία, την πολιτική, τη διαμαρτυρία. Αυτό δεν σημαίνει ότι η αφήγηση δεν έχει δύναμη. Στις ΗΠΑ, βιβλία όπως η Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά, όντως, επηρέασαν την κοινή γνώμη την εποχή του Εμφυλίου. Αλλά, κατά βάση, νομίζω πως η τέχνη ανταποκρίνεται στον κόσμο περισσότερο απ’ όσο τον μεταμορφώνει.

«Οι ταινίες μπορούν να αφηγηθούν μια πλήρη ιστορία, είναι ένα υπέροχο μέσο έκφρασης. Αλλά δεν είμαι βέβαιος ότι αλλάζουν τον κόσμο. Δεν θέλω να τις φορτώνω με τέτοια ευθύνη».

Πιστεύεις λοιπόν στην αφήγηση με σκοπό; Στην τέχνη της διαμαρτυρίας;

Είναι και αυτό κομμάτι της δημιουργίας. Κάποιοι εκφράζονται πιο άμεσα, και το έχω κάνει κι εγώ. Το Fast Food Nation ήταν ξεκάθαρα πολιτικό. Πίστευα στο θέμα, ότι η βιομηχανία τροφίμων βλάπτει τη ζωή των ανθρώπων. Οπότε προσπάθησα να αφηγηθώ ανθρώπινες ιστορίες γύρω από αυτό. Δεν είναι ακριβώς ο φυσικός τρόπος μου, αλλά με νοιάζει. Με κάποιον τρόπο είμαι κι εγώ ακτιβιστής. Και μερικές φορές έχει ενδιαφέρον να κινείσαι σε εκείνο τον χώρο όπου οι προθέσεις σου είναι πιο ξεκάθαρες. Ακόμη κι εκεί, βέβαια, προσπαθώ να δείχνω τις γκρίζες ζώνες – τι μπορεί στ’ αλήθεια να κάνει ένα άτομο, πώς λειτουργεί η αλλαγή στην πράξη. Δεν νομίζω ότι θα κάνω ποτέ μια ταινία όπου οι ήρωες καταλήγουν να διαδηλώνουν στο Καπιτώλιο και να αλλάζουν πολιτικές. Δεν είναι αυτός ο τρόπος μου.

Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ: Κουβεντιάζοντας με έναν πραγματικά αυθεντικό σκηνοθέτη-5
O δαιμόνιος Τζακ Μπλακ στο School of Rock. (Φωτογραφία: afp/visualhellasgr)

Ο κ. Σμιθ πάει στην Ουάσιγκτον δεν είναι για σένα, δηλαδή.

(Γελάει) Διασκεδαστική ιδέα, αλλά όχι. Ας είμαστε ειλικρινείς: Ο Φρανκ Κάπρα ήταν κάπως μυστήριος, συντηρητικός τύπος. Αυτή η παλιά, ρομαντική πίστη στην Αμερική σήμερα μοιάζει αρκετά επιφανειακή. Όταν λες κάτι πολύ ξεκάθαρα, χάνει τις αποχρώσεις του. Η τέχνη χρειάζεται αμφισημία, περιθώριο για ερμηνείες. Το χειρότερο είναι το δόγμα. Ένα ενιαίο, απόλυτο σύστημα πεποιθήσεων. Εκεί δεν «ζουν» οι καλλιτέχνες. Έχω τεράστιο σεβασμό για τους συγγραφείς του μη μυθοπλαστικού λόγου, τους δημοσιογράφους, όσους αναζητούν την αλήθεια. Αυτό που κάνουν είναι απαραίτητο. Αλλά είναι άλλο πράγμα από την αφήγηση και από την τέχνη.

Ίσως μεγαλώνοντας με πιάνει κάτι νοσταλγικό, αλλά βλέποντας ξανά το Dazed and Confused ή το Before Sunrise, μου φαίνονται σαν ταινίες που μιλούν για μια πιο απλή εποχή, μου βγάζουν μια αθωότητα. Πέφτω έξω;

Το καταλαβαίνω αυτό. Αλλά για μένα, το Dazed έχει αρκετά σκοτεινά στοιχεία – αυτά τα παιδιά κακομεταχειρίζονται το ένα το άλλο. Υπάρχουν πολύ άγχος και εσωτερική σύγκρουση στην ταινία. Δεν προήλθε από νοσταλγία· δεν αγάπησα εκείνα τα χρόνια. Είχα πολύ αντικρουόμενα συναισθήματα μεγαλώνοντας σε εκείνο το περιβάλλον. Το Before Sunrise επίσης, αν το δεις προσεκτικά, βγάζει μια υπόγεια, σχεδόν μακάβρια ενέργεια. Ο θάνατος πλανάται στο φόντο, ακόμη και μέσα σε αυτή τη νεανική ρομαντική ιστορία. Επισκέπτονται ένα νεκροταφείο. Η θνητότητα διαπερνά την ταινία με τρόπους που ο κόσμος δεν παρατηρεί πάντα. Εκεί είχα το μυαλό μου τότε.

Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ: Κουβεντιάζοντας με έναν πραγματικά αυθεντικό σκηνοθέτη-6
Το 1991, ως τρομερό, αυτοδίδακτο παιδί της μεγάλης αναβίωσης του αμερικανικού ανεξάρτητου σινεμά. (Φωτογραφία: alamy/visualhellas.gr)

Δεν νομίζεις, ωστόσο, ότι το να είσαι έφηβος ή στις αρχές των είκοσι σήμερα είναι πολύ πιο δύσκολο;

Ναι, χωρίς αμφιβολία. Και το λέω και ως πατέρας. Δεν νομίζω ότι η ανθρώπινη συνείδηση έχει ποτέ ξαναβρεθεί αντιμέτωπη με κάτι τόσο παρεμβατικό όσο τα σόσιαλ μίντια. Έχουν ανατρέψει τα πάντα, τον τρόπο που σχετιζόμαστε με τον κόσμο και με τον εαυτό μας. Αυτή η «αθωότητα» που ανέφερες δεν έχει να κάνει μόνο με την ηλικία. Έχει να κάνει και με την απουσία βάρους, υποχρεώσεων. Πριν αποκτήσεις παιδιά ή σοβαρές ευθύνες, μπορούσες να κινείσαι πιο ελεύθερα. Τώρα οι νέοι κατακλύζονται. Δεν μου αρέσει να λέω «ήταν καλύτερα τότε», αλλά… τότε όλα ήταν λίγο πιο ήπια. Εγώ πάντα είχα ένστικτο αυτοπροστασίας. Μπορούσα να κλείσω τον θόρυβο απ’ έξω. Αλλά σήμερα, αυτή η ασταμάτητη έκθεση, οι σέλφι, η διαρκής ανάγκη να δείχνεσαι, δεν είναι κάτι φυσιολογικό. 

Αυτή η διαρκής αυτοαναφορικότητα…

Ακριβώς. Ο άνθρωπος δεν είναι φτιαγμένος για να κοιτάζει διαρκώς τον εαυτό του. Πρέπει να κοιτάζει προς τα έξω· τον κόσμο, τους άλλους, τη ζωή. Όχι να φτιάχνει μια βιτρίνα για να επιδεικνύεται. Αυτό με ενοχλεί βαθιά. Το να είσαι άνθρωπος δεν σημαίνει να φαίνεσαι. Σημαίνει να ενσωματώνεσαι στο περιβάλλον σου, να σχετίζεσαι. Η συνεχής εγωκεντρικότητα καλλιεργεί ναρκισσισμό. Δεν κάνει καλό σε έναν νου που ακόμη διαμορφώνεται. Αλλά τι μπορείς να κάνεις; Όλοι μέσα στο ίδιο ρεύμα κολυμπάμε. Οπότε εγώ λέω: Χάσου μέσα στην τέχνη. Διάβασε τα σπουδαία βιβλία. Δες τις σπουδαίες ταινίες. Άκου τη σπουδαία μουσική. Βγες από τον εαυτό σου. Ο «εαυτός» μπορεί να γίνει παγίδα. Το ιδανικό είναι ένας εμπνευσμένος εαυτός, ανοιχτός προς τον κόσμο, όχι ένας κλειστός εαυτός που αναλώνεται μονάχα στον εαυτό του.

«Ο άνθρωπος δεν είναι φτιαγμένος για να κοιτάζει διαρκώς τον εαυτό του. Πρέπει να κοιτάζει προς τα έξω· τον κόσμο, τους άλλους, τη ζωή. Όχι να φτιάχνει μια βιτρίνα για να επιδεικνύεται». 

Είναι καλή εποχή σήμερα για έναν νέο σκηνοθέτη; 

Ναι… και όχι. Δεν είναι ποτέ μόνο το ένα ή το άλλο. Από τη μία, είναι υπέροχη εποχή γιατί τα εργαλεία είναι προσβάσιμα. Μπορείς να γυρίσεις μια ταινία που δείχνει φανταστική με το κινητό σου. Δεν υπάρχει πια η δικαιολογία τού «δεν μπορώ». Από την άλλη, είναι πιο δύσκολο από ποτέ να δεις την ταινία σου να προβάλλεται, να αποκτά πολιτισμικό βάρος. Εγώ στάθηκα τυχερός. Όταν ξεκινούσα, τα indie φιλμ είχαν ακόμη μια θέση μέσα στον πολιτισμό. Οι άνθρωποι τα συζητούσαν, είχαν σημασία. Αλλά ήδη τότε η «μονοκουλτούρα» άρχιζε να σπάει. Και τώρα πια έχει χαθεί εντελώς. Ζούμε σε σιλό. Όλα είναι κατακερματισμένα. Όχι μόνο το σινεμά, αλλά και τα βιβλία, η μουσική. Η έννοια της πολιτισμικής απήχησης, ότι ένα έργο μπορεί να διαπεράσει την κοινωνία και να πυροδοτήσει έναν συλλογικό διάλογο, έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Μπορείς ακόμη να δημιουργήσεις κάτι που να έχει νόημα, απλώς είναι σπάνιο να γίνει μέρος της κοινής κουβέντας. Ενώ κάποτε αυτό συνέβαινε συνέχεια. Τώρα; Όχι τόσο.

Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ: Κουβεντιάζοντας με έναν πραγματικά αυθεντικό σκηνοθέτη-7
Σε ατμόσφαιρα Nouvelle Vague με τον Γκιγιόμ Μαρμπέκ, που υποδύεται τον Γκοντάρ στην ταινία. (Φωτογραφία: alamy/visualhellas.gr)

Πιστεύεις ότι έχει μικρύνει το χάσμα ανάμεσα στο να κάνεις την πρώτη σου ταινία με μηδενικό budget και στο να σκηνοθετείς κάτι σαν το Jurassic Park με 300 εκατομμύρια;

Νομίζω ότι αυτό το χάσμα υπήρχε πάντα. Θυμάμαι όταν βγήκε η πρώτη μου ταινία, το Slacker, στην Αμερική, ήταν το Σαββατοκύριακο της 4ης Ιουλίου του 1991. Την ίδια μέρα έκανε πρεμιέρα το Terminator 2, η πρώτη ταινία με μπάτζετ πάνω από 100 εκατομμύρια. Και ο διανομέας μου το εκμεταλλεύθηκε: «Ορίστε μια ταινία 23.000 δολαρίων απέναντι σε ένα μπλοκμπάστερ». Μου έλεγαν τότε: «Θα μπορούσες να γυρίσεις 400 Slacker με τα λεφτά του Terminator». Ναι, αλλά ποιος θέλει να δει 400 Slacker; Αυτό που με εντυπωσίασε τότε ήταν πως και οι δύο ταινίες κόστιζαν το ίδιο για να τις δεις στο σινεμά, γύρω στα 7-8 δολάρια. Σαν να έχτιζες μια καλύβα και ένα παλάτι και να χρέωνες το ίδιο εισιτήριο. Υπάρχει κάτι υπέροχα δημοκρατικό στο σινεμά γι’ αυτόν τον λόγο. Δεν πληρώνεις παραπάνω για την κλίμακα ή το μπάτζετ. Από αυτή την άποψη, είναι ίσως η πιο εξισωτική μορφή τέχνης.

Αν και υπάρχουν ταινίες που θα έπρεπε να σε πληρώσουν για να τις δεις…

(Γελάει) Ισχύει!

*Πριν το ξημέρωμα (1995), Πριν το ηλιοβασίλεμα (2004), Πριν τα μεσάνυχτα (2013). 

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT