Μια πολεμίστρια στην πόλη
Μια κοπέλα στέκεται στον περίβολο της Ακαδημίας Αθηνών, στρέφει το κινητό της προς τον ουρανό όπου «κατοικούν οι θεοί» και απαθανατίζει την Αθηνά Πρόμαχο του Λεωνίδα Δρόση (1834-1882). Το σώμα της αρχαίας πολιούχου της πόλης που κατοικούμε, εξιδανικευμένα απεικονισμένο και γεμάτο συμβολισμούς καταπώς ορίζει το ρεύμα του κλασικισμού, ντυμένο με πέπλο γεμάτο πτυχώσεις που στο στέρνο του έχει «απλικαρισμένο» το πρόσωπο της Μέδουσας Γοργούς με τα φίδια στα μαλλιά, εκφράζει τη γυναικεία ρώμη και σπέρνει τον τρόμο στον εχθρό. Το κεφάλι της είναι στολισμένο με περικεφαλαία με λοφίο. Το δόρυ και η ασπίδα της είναι ορειχάλκινα. Φτιαγμένη από μάρμαρο σε υπερφυσικό μέγεθος –ξεπερνά τα 4 μέτρα– θωρεί την πόλη από έναν πανύψηλο κίονα ιωνικού ρυθμού με χρυσές διακοσμήσεις, εν είδει βάθρου. Το προσωνύμιό της σημαίνει «αυτή που πολεμάει στην πρώτη γραμμή της μάχης». —Π.Κ.
Ολα για τη Νίκη

H ενσάρκωση της Νίκης ως ανθρωπόμορφης θεότητας είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα θέματα στην ιστορία της τέχνης. Από τη Νίκη της Σαμοθράκης και τις φτερωτές Νίκες που στεφανώνουν θνητούς στα αγγεία, έως τις Νίκες του Εγκρ και του Ντελακρουά, η σωματοποίηση της Νίκης, ως συμβόλου ταχύτητας, υπεροχής και εσωτερικής υπέρβασης, εξακολουθεί να εμπνέει. Η Νίκη της Ιωάννας Σπητέρη (1920-2000), αφαιρετική και ρέουσα παρά τις δυναμικές απολήξεις της, αποδίδει εξαιρετικά τη φόρα της Νίκης και αυτό το συναίσθημα που σε κατακλύζει όταν κατακτάς έναν στόχο. Το γλυπτό από σίδερο αποτελεί μία από τις πρώτες αφαιρετικές συνθέσεις της καλλιτέχνιδας και εκτίθεται στην Εθνική Γλυπτοθήκη. —Ξ.Γ.
Ο ύπνος του νέου

Οι άντρες του Γιάννη Τσαρούχη (1910-1989) συχνάζουν σε καφενεία, κάθονται βαριεστημένα σε καναπέδες με φλοράλ μοτίβα, επιδίδονται σε ερωτικά παιχνίδια στα βράχια, υποδύονται τον Έρωτα και το Θέρος, γέρνουν σε κρεβάτια, σκεπτόμενοι έναν άγγελο· όλοι τους μας τραβούν στον κόσμο τους, στην ιδιαίτερη συνθήκη της ζωής τους. Όμως, τώρα το καλοκαίρι κανείς δεν το καταφέρνει καλύτερα από αυτόν τον νέο άντρα που τον παίρνει ο ύπνος με τον ήχο που κάνουν τα κύματα της θάλασσας όταν σκάνε στη στεριά. Στην ακουαρέλα Νέος κοιμισμένος δίπλα στη θάλασσα (1965), σχεδόν νιώθεις τη δροσιά που νιώθει και εκείνος, αντλείς την ίδια χαρά με εκείνον όταν παραδίδεται στον ύπνο μπροστά από ένα τέτοιο τοπίο. Θα τον συναντήσετε στο Ίδρυμα Τσαρούχη, στο Μαρούσι. —Ξ.Γ.
Πως χάνεις τον εαυτό σου

«Όταν ζωγραφίζω, πετώ τις φλυαρίες», εξηγούσε ο Γιάννης Μόραλης (1916-2009). Το Ερωτικό του 1981 ανήκει στα όψιμα έργα του ζωγράφου και αντανακλά τη μετάβασή του από τις ρεαλιστικές στις αφαιρετικές αποδόσεις των μορφών. Οι «εραστές» εδώ αποδομούνται, γίνονται σχήματα και η σχέση τους αποκτά ένταση μέσα από το χρώμα. Δεν είναι εύκολο να αναγνωρίσεις ποιος είναι ο άντρας και ποια η γυναίκα, όπως για παράδειγμα συνέβαινε στο χαρακτικό του Ζευγάρι, του 1942, που όπως και το Ερωτικό εκτίθεται στην Εθνική Πινακοθήκη. Το έργο δεν σηματοδοτεί μόνο την εικαστική εξέλιξη του Μόραλη, αλλά και μια σοφία που έρχεται με τον χρόνο και σου θυμίζει ότι σε μια ερωτική σχέση, αν αφεθείς, και είσαι τίμιος με τα αισθήματά σου, «χάνεις» λίγο τον εαυτό σου. —Ξ.Γ.
Η κουλ Αθηναία

Μια θεατρίνα της δεκαετίας του ’20, με bob cut και έντονο κραγιόν, υποδέχεται τους θεατές του θεάτρου Χώρα στην Κυψέλη. Ξαπλωμένη πάνω από τη μαρκίζα του θεάτρου, προτρέπει έναν νεαρό να πετάξει, να λύσει τα δεσμά του. Γύρω της υπάρχουν παντού κλουβιά με ανοιχτές πόρτες. Το έργο με τίτλο Πέτα μωρό μου, πέτα του Αλέξανδρου Βασμουλάκη (γεν. 1980) έγινε με ανάθεση του θεάτρου στον καλλιτέχνη το 2007. Ακόμα σηκώνω το κεφάλι να δω αν η γυναίκα είναι στη θέση της, αν την έχει φθείρει ο χρόνος ή αν έχει πέσει θύμα ανακαινίσεων. Με διασκεδάζει το ύφος της, μοιάζει λίγο να δυσανασχετεί με την κατάσταση, με όλους μας και μας προτείνει μια «πόρτα» σε μια άλλη πραγματικότητα. Είναι μια κουλ Αθηναία. Μάλλον γι’ αυτό την αγαπώ, επειδή τη θεωρώ απόλυτα ταιριαστή με το περιβάλλον. Ο Βασμουλάκης, πάλι, την έχει αποκηρύξει όπως και όλα τα έργα του αυτής της περιόδου. «Θέλω να την ξεχάσω», μου λέει. «Με ενοχλούν πια οι τοιχογραφίες, από εκεί ξεκίνησα, αλλά πλέον τις θεωρώ επεμβατικές, φλυαρία σε ένα αστικό περιβάλλον που ήδη φωνάζει για προσοχή». —Ξ.Γ.
Ενας άπιαστος υπερήρωας

Με το ένα του πόδι προτεταμένο και τα δυο του χέρια σε έκταση πίσω από την πλάτη του, σαν φτερά πουλιού που πετάει κόντρα σε πανίσχυρο άνεμο, ο Δρομέας μοιάζει ακινητοποιημένος σε μια στιγμή απίστευτης ταχύτητας. Το σώμα του, τρομερό στην όψη, φτιαγμένο από γυαλί που συγκρατείται από μεταλλικό σκελετό, προσφέρεται για επιφανειακές αισθητικές συγκρίσεις με τα φουτουριστικά μετα-σώματα της cyberpunk φιλολογίας. Όσοι έχουμε μνήμες από το 1988 που τοποθετήθηκε στην πλατεία Ομονοίας, θυμόμαστε και τις συζητήσεις που προκάλεσε για τις προθέσεις του δημιουργού του, Κώστα Βαρώτσου (γεν. 1955). Πλέον, «τρέχει» στην πλατεία της Μεγάλης του Γένους Σχολής. Το πρώτο του όνομα ήταν «Ξένος». —Π.Κ.
Το βάρος των σκέψεων

Ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας (1906-1994) έκανε σχέδια με ρυθμό αναπνοής, σκάρωνε μορφές και τοπία με την ίδια ευκολία με την οποία κινούνταν και μιλούσε, σχολιάζει η ιστορικός τέχνης Ντόρα Ηλιοπούλου-Ρογκάν στο λεύκωμα «Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας. Ο Απολλώνιος – Ο Διονυσιακός» (εκδ. Μπενάκη). «Εδώ δεν χωράει καμία διάκριση ανάμεσα σε πρόχειρα και σε πιο προσεγμένα σχέδια από τη στιγμή που ο ζωγράφος πάντοτε πιάνει στην εντέλεια και την παραμικρή δόνηση από μια συγκίνηση, από μια ερωτική περίπτυξη, από μια ατμόσφαιρα», γράφει. Η Σκεπτόμενη του Γκίκα του 1954, έργο φτιαγμένο με μολύβι σε χαρτί, μοιάζει να σβήνει από το βάρος των σκέψεών της. Ο τίτλος του έργου παραπέμπει συνειρμικά στον Σκεπτόμενο του Ροντέν, όμως εκεί είναι σμιλεμένη κάθε λεπτομέρεια, κάθε μυς του σώματος του άντρα. Εδώ αντίθετα η μορφή «υποχωρεί», μένει το περίγραμμα και αναδεικνύεται η ουσία του θέματός του. Το έργο βρίσκεται στην Πινακοθήκη Γκίκα. —Ξ.Γ.
Ο καλλιτέχνης είναι γυμνός

Με το ένα του χέρι κρατάει ένα καπέλο μπροστά στα γεννητικά του όργανα. Με το άλλο κραδαίνει τη Ματράκ, που συνδυάζει το γκλομπ του αστυνομικού, το σφυρί του γλύπτη και τον φαλλό. Ο Θόδωρος (1931-2018) χρησιμοποιούσε συχνά στα έργα του αυτό το σύμβολο, για να επισημάνει το σύμπλεγμα εξουσιών που επηρέαζαν την καλλιτεχνική δημιουργία. Το «κλικ» δεν είναι από κάποια περφόρμανς του, από εκείνες που το σώμα του γινόταν υλικό της τέχνης του, αλλά λεπτομέρεια της φωτογραφικής του εγκατάστασης Γλυπτική για τη συμμετοχή του κοινού – Απαγορεύεται η συμμετοχή, του 1970. Έως τις 8 Φεβρουαρίου του 2026 παρουσιάζεται στον 2ο όροφο του ΕΜΣΤ, στο πλαίσιο της έκθεσης Θόδωρος, Γλύπτης: Αντί αναδρομικής. —Π.Κ.
Μια γυναίκα ελεύθερη

H Γυμνή γυναίκα με σηκωμένα χέρια του Πάμπλο Πικάσο (1881-1973), έργο του 1907, είναι η πρώτη ελαιογραφία που ολοκληρώνει ο Ισπανός μετά τις Δεσποινίδες της Αβινιόν και είναι ένα από αυτά που σηματοδοτούν την πορεία του στον κυβισμό. Η εικονιζόμενη γυναίκα ανατρέπει τα στερεότυπα περί εύθραυστης θηλυκότητας. Δεν δείχνει παθητική, με το βλέμμα σταθερό και τα χέρια σηκωμένα εκπέμπει δυναμισμό, προκαλεί, σχεδόν, μοιάζει απειλητική. Η γύμνια της δεν εξυπηρετεί τα βλέμματα των αντρών, αλλά δηλώνει το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση και την ερωτική ελευθερία. Είναι λυπηρό που αυτές του τις θέσεις για τις γυναίκες ο Πικάσο τις κράτησε μόνο στον καμβά, αλλά τις ξέχασε στη ζωή. Εκτίθεται στον 1ο όροφο του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή. —Ξ.Γ.
Ωραίος σαν Ελληνας

Ο κορμός του στρίβει σε υπερέκταση. Τα χέρια του, υψωμένα στον ουρανό, κρατούν έναν δίσκο ανάμεσα στις παλάμες τους. Είναι γυμνός. Είναι μυώδης. Είναι μπρούντζινος. Το σώμα του «ωραίου σαν Έλληνα» δισκοβόλου που φιλοτέχνησε ο Κώστας Δημητριάδης (1879-1943), κερδίζοντας το χρυσό μετάλλιο γλυπτικής στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1924, φτιάχτηκε με μοντέλο τον Φινλανδό αθλητή Αρμάς Ταϊπάλε. Εμείς τον γνωρίζουμε από το αυθεντικό του αντίτυπο –χυτεμένο από το γύψινο πρόπλασμα του καλλιτέχνη, που ανήκει στην Εθνική Πινακοθήκη– στη Βασιλέως Κωνσταντίνου, απέναντι από το Καλλιμάρμαρο. Το πρώτο του αντίτυπο, όμως, βρίσκεται μπροστά από ένα στάδιο του Μανχάταν, στη Νέα Υόρκη. —Π.Κ.
Η ήττα του σώματος

Δεν υπάρχει κανένας σταυρός στην εικόνα που να μαρτυρά τα πάθη του «ανθρωπάκου» του Γιάννη Γαΐτη (1923-1984). Το μπορσαλίνο του στέκει σαν κολλημένο στο κεφάλι του. Το κορμί του είναι ντυμένο με ριγέ, ατσαλάκωτο κοστούμι – το κρατάει στα χέρια της, βαρύ, η θεά Νίκη. Δεν δείχνει να θέλει να το πάρει στον ουρανό. Τα φτερά της είναι κλειστά. Πιο πολύ φαίνεται να το σέρνει για να το αποθέσει στη Γη. Τελευταία ανάμνηση ζωής: Τα πόδια του «ανθρωπάκου» μοιάζουν κοκαλωμένα στη στροφή ενός ζεϊμπέκικου. Το έργο, μεικτής τεχνικής πάνω σε καμβά, ολοκληρώθηκε τη χρονιά θανάτου του Γαΐτη, λέγεται Αποκαθήλωση και βρίσκεται στον τέταρτο όροφο του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή, στο Παγκράτι. —Π.Κ.
Το σώμα που φτιάχνει σώματα

Σχεδόν δεν προσέχουμε ότι το δέρμα της εικονιζόμενης γυναίκας με το γλυκό βλέμμα είναι κυανό, σε μια απόχρωση χλωμή, ψυχρή. Κι αυτό γιατί είναι έγκυος – φέρει ένα σώμα μέσα στο σώμα της. Αυτή η πληροφορία επισκιάζει τη μορφική και χρωματική διαστρέβλωση που τόσο χαρακτηρίζει τα αλλόκοτα, καίτοι σαγηνευτικά έργα της Μαρλέν Ντουμά. Για την ιστορία, δεν πρόκειται για κάποια «τυχαία γυναίκα», αλλά για την κόρη της εγκατεστημένης στην Ολλανδία Νοτιοαφρικανής εικαστικού. Ο πίνακας, ένα λάδι πάνω σε καμβά, εκτίθεται έως τις 2 Νοεμβρίου στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, στο πλαίσιο της έκθεσης Marlene Dumas: Cycladic Blues. —Π.Κ.
Ο Κούρος που έπεσε από τον ουρανό

Σκαλισμένος σε λευκό μάρμαρο πριν από είκοσι οκτώ χρόνια, στέκει αινιγματικός στην ταράτσα του MOMus – Μουσείο Άλεξ Μυλωνά, στο Θησείο. Γύρω του απλώνεται ο ουρανός και ολόκληρη η πόλη. Το αμόλυντο σώμα του, γεωμετρικά αποδοσμένο σε μια καθαρή –ή λειψή, τα πάντα είναι θέμα οπτικής γωνίας– μορφή, όλο κοιλιακούς και πέος, παραπέμπει τόσο στην αρχαϊκή γλυπτική όσο και σε εξωγήινα όντα που έπλασε ο νους του ανθρώπου. Πάντως, δεν είναι μόνος στη σιωπηλή του ζωή. Η Άλεξ Μυλωνά (1920-2016) του έφτιαξε μια ανάλογης μορφής Κόρη, που δεν φαίνεται στη φωτογραφία, αλλά στην ταράτσα του μουσείου βρίσκεται ακριβώς δίπλα του. —Π.Κ.

