Η Τάμτα δεν έχασε ποτέ καμία ευκαιρία

Ένα ριζικό rebranding μεταμόρφωσε την ποπ τραγουδίστρια σε εναλλακτική καλλιτέχνιδα της αθηναϊκής νύχτας. Τώρα είναι έτοιμη να παρουσιάσει το «νέο» της πρόσωπο σε ένα ευρύ κοινό, στο Ξέφωτο του Νιάρχου

10' 5" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Ήμουν στην εφηβεία όταν η Τάμτα εμφανίστηκε για πρώτη φορά στις οθόνες μας μέσα από το τάλεντ σόου Super Idol, το 2004. Θυμάμαι ακόμα τη φρενίτιδα που προκαλούσε στα παιδιά της ηλικίας μου το γλυκό κορίτσι με την καθαρή φωνή και την αέρινη παρουσία, που είχε μεταναστεύσει από τη Γεωργία στην Ελλάδα αναζητώντας μια καλύτερη ζωή. Στα χρόνια που ακολούθησαν, με συνέπεια, ταλέντο και αισθητική ταυτότητα, η Τάμτα μετέτρεψε τη συμμετοχή της στο ριάλιτι σε μια πολυετή και επιτυχημένη ποπ διαδρομή, γεμάτη ραδιοφωνικά σουξέ και χαρακτηριστικό στιλ.

Την τελευταία διετία, το άλλοτε ανέμελο κορίτσι της mainstream ελληνικής ποπ σκηνής επιχειρεί ένα ενδιαφέρον, τολμηρό, ριζικό rebranding. Αφήνοντας πίσω τις λαμπερές αθηναϊκές πίστες, επέλεξε να βυθιστεί στο υπόγειο σύμπαν του Smut, ενός queer techno club στην πλατεία Βάθης. Εκεί, ανάμεσα σε καπνούς, ιδρώτα και αέρα απελευθέρωσης, παρουσίασε μια σειρά από εικαστικές περφόρμανς που έμοιαζαν να ξεπηδούν περισσότερο από τις εναλλακτικές σκηνές του Βερολίνου ή της Νέας Υόρκης παρά από τη γνώριμη ελληνική νύχτα. Κάθε της εμφάνιση συνοδευόταν από ρητή απαγόρευση φωτογραφιών και βίντεο, απέχοντας παρασάγγας από τη χαριτωμένη εικόνα των πρώτων της χρόνων, με την ίδια να ξεκλειδώνει μια σκοτεινότερη, πειραματική εκδοχή του εαυτού της, βασισμένη στον αιχμηρό ηλεκτρονικό ήχο και στην έντονη εσωτερικότητα, αγκαλιάζοντας παράλληλα και τις παλιές της επιτυχίες μέσα από ευφυείς διασκευές. Αυτή η «νέα Τάμτα» αποτυπώνεται καθαρά και στα δύο πιο πρόσφατα άλμπουμ της, Identity Crisis και The Villain Heroine, όπου η καλλιτεχνική ελευθερία παίρνει –αναπολογητικά– τη θέση της εμπορικότητας.

Τη συνάντησα ένα πρωινό μέσω Zoom ενώ βρισκόταν σε ολιγοήμερες διακοπές στη Σαρδηνία, ενόψει της επικείμενης μεγάλης συναυλίας της στο Ξέφωτο του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ), το Σάββατο 26 Ιουλίου. Είχε μόλις ξυπνήσει, αλλά η διάθεσή της για κουβέντα ήταν ζωντανή. «Ξέρεις πώς νιώθω αυτή την περίοδο; Πιο ολόκληρη από ποτέ», μου είπε ως απάντηση σ’ ένα τυπικό «τι κάνεις;». Δεν έμοιαζε με φράση που ειπώθηκε για τις ανάγκες της συνέντευξης. Ήταν περισσότερο μια παραδοχή με βάθος, που εξηγεί απόλυτα την καλλιτεχνική τροχιά που έχει επιλέξει να ακολουθήσει σήμερα.

Τραγούδια στο σκοτάδι

Η Τάμτα δεν έχασε ποτέ καμία ευκαιρία-1

«Νομίζω πως η αλλαγή είναι μια φυσική συνέχεια της ύπαρξής μας. Αν το καλοσκεφτείς, η ζωή μου είναι γεμάτη επαναπροσδιορισμούς. Παντρεύτηκα και έγινα μητέρα όντας μόλις 14 ετών. Χώρισα. Μετανάστευσα στην Ελλάδα. Η μητέρα μου με έπεισε να πάω σε μια οντισιόν για ένα μουσικό τάλεντ σόου, κι αυτό άλλαξε τα πάντα. Μπήκα σε μια βιομηχανία που πάντα αγαπούσα, αλλά ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι θα γινόταν η δουλειά μου. Δεν είχα τις “προδιαγραφές” για να το ονειρευτώ. Μεγάλωσα στη Γεωργία, σε μια εποχή μεγάλης φτώχειας, λίγο πριν και λίγο μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Ζούσα σε ένα μικρό σπίτι, που έμοιαζε με δωμάτιο, χωρίς ρεύμα. Κι εκεί, στο σκοτάδι, μ’ ένα κεράκι, τραγουδούσα. Χωρίς να περνάει από το μυαλό μου ότι μια μέρα θα μπορούσε αυτό να γίνει το επάγγελμά μου. Ήξερα, όμως, ότι δεν μπορούσα να μείνω ακίνητη. Η στασιμότητα ήταν για μένα πάντα βασανιστική. Γι’ αυτό και νιώθω ευγνωμοσύνη που δεν έμεινα στάσιμη ποτέ. Δεν ξέρω αν υπάρχει τύχη ή αν τη φτιάχνουμε μόνοι μας, αλλά αισθάνομαι ευλογημένη που βρίσκομαι πάνω από είκοσι χρόνια στην Ελλάδα και καταφέρνω να ζω από κάτι που αγαπώ αληθινά. Τελικά, νομίζω ότι αυτό που με χαρακτηρίζει είναι το ότι πάντα άρπαζα τις ευκαιρίες της ζωής. Δεν τις άφηνα ποτέ να περνούν έτσι», λέει.

«Αισθάνομαι ευλογημένη που βρίσκομαι πάνω από είκοσι χρόνια στην Ελλάδα και καταφέρνω να ζω από κάτι που αγαπώ αληθινά». 

Στα χρόνια της καραντίνας, η Τάμτα βρήκε για πρώτη φορά τον χρόνο και τον χώρο να αναμετρηθεί με τις βαθύτερες ανάγκες της. «Ξέρεις, για πολλά χρόνια δεν έλεγα ένα “μπράβο” στον εαυτό μου, κι αυτό ίσως είχε να κάνει με τις συνθήκες που ζούσα. Με ακολουθούσε πάντα ένα άγχος βιοπορισμού, από πολύ μικρή, να σταθώ στα πόδια μου, να φροντίσω την κόρη μου, την οικογένειά μου. Η καραντίνα μού έδωσε τον χώρο να καθαρίσει το μυαλό μου και να πάρω κάποιες αποφάσεις πιο συνειδητά. Επέτρεψα στον εαυτό μου να πει: “Δεν είμαι ικανοποιημένη”. Όχι από τη ζωή μου συνολικά, μιλάω καλλιτεχνικά, γιατί ένιωθα ότι δεν είχα αφήσει να εκτεθούν πλευρές του εαυτού μου στη σκηνή, όντας κάπως “εγκλωβισμένη” στην εικόνα της χαρούμενης, ανάλαφρης, εύκολα αναγνωρίσιμης Τάμτα.

»Δεν με πίεσε κάποιος συγκεκριμένα να είμαι μόνο έτσι. Με πίεζαν οι δικοί μου φόβοι. Ο φόβος της απόρριψης, της αποτυχίας, του “κι αν δεν δουλέψει;”. Και ξέρεις… ο φόβος καταστρέφει πολλά όνειρα. Σίγουρα έπαιξε ρόλο και η προσωπική μου ζωή, το γεγονός ότι έχω έναν άνθρωπο δίπλα μου που μου δίνει πολλή αγάπη και στήριξη. Χαλάρωσα. Και κάπου εκεί είπα: Ας κάνω αυτό που θέλω, όπως το θέλω. Ό,τι κι αν σημαίνει αυτό για την αποδοχή, για την καριέρα μου, για την εμπορικότητα».

«Καλά, αυτή τρελάθηκε;»

Το ρίσκο που πήρε ήταν και το ότι κάποιοι από τους θαυμαστές της ίσως να μην κατανοήσουν τη νέα της εκδοχή. Τη ρωτάω αν αισθάνεται ότι έχει χάσει μέρος του κοινού της κάνοντας μια μη εμπορική, πιο “ειδική” ποπ. «Ξέρω πολύ καλά ότι κάποιοι λένε: “Μα καλά, αυτή τρελάθηκε;”. Υπάρχουν άνθρωποι που με ξέρουν χρόνια και βλέποντάς με στο Smut, δεν το πίστευαν. Έχω φίλους που ήρθαν στο live και μετά μου είπαν: “Δεν το περιμέναμε ποτέ αυτό από σένα”. Ξαφνιάστηκαν. Και τους καταλαβαίνω. Σίγουρα ήθελε τόλμη να φύγω από κάτι που ήταν πιο εμπορικό, αν και, για να είμαι ειλικρινής, για τα ελληνικά δεδομένα δεν υπήρξα ποτέ η σούπερ εμπορική τραγουδίστρια. Η ποπ γενικά δεν έγινε ποτέ τόσο εμπορική στην Ελλάδα. Εγώ πάντα φρόντιζα να μη χάνω τον εαυτό μου. Έβαζα κάποιες πινελιές που δεν ήταν “στα μέτρα” τού τι περίμενε ο κόσμος ή η βιομηχανία. Ακόμα και όταν έκανα πιο εμπορικά τραγούδια, πάντα υπήρχαν στοιχεία που διαφοροποιούσαν τη μουσική μου. Για μένα, η μουσική μου παραμένει απόλυτα εμπορική, αλλά με έναν πιο προσωπικό, πιο εναλλακτικό τρόπο. Είναι απλώς μια διαφορετική εμπορικότητα».

Το τελευταίο της διπλό άλμπουμ, The Villain Heroine, αποτυπώνει πλήρως αυτή την πειραματική στροφή, όχι μόνο ως προς το ύφος των τραγουδιών, αλλά και ως προς τη διαδικασία της δημιουργίας τους. «Το άλμπουμ γεννήθηκε μέσα από ένα μουσικό camp που κάναμε στο σπίτι μου, μία ολόκληρη εβδομάδα με φίλους και συνεργάτες που αγαπώ και εκτιμώ βαθιά. Μέναμε όλοι μαζί, κοιμόμασταν, γράφαμε, τρώγαμε, γελούσαμε. Δεν είχαμε τη λογική “πάμε να κάνουμε ένα τραγούδι που θα παίξει στο ραδιόφωνο” ή “τι είναι τώρα στη μόδα;”. Παλιά μού έφερναν κομμάτια συνθέτες και στιχουργοί που δεν με ήξεραν καν, με βιώματα που δεν ήταν δικά μου. Κι εγώ τα “φορούσα” και τα ερμήνευα. Είχα πάντα την αίσθηση ότι η ζωή μου είναι πολύχρωμη, γεμάτη ιστορίες, αλλά δεν είχα τον τρόπο να τις βάλω στη μουσική μου. Αυτό με στενοχωρούσε πολύ. Στο camp όμως, βρήκα τον δικό μου τρόπο. Έλεγα στα παιδιά τις ιστορίες μου την ώρα του φαγητού και την επόμενη μέρα οι ιστορίες μου είχαν γίνει τραγούδια».

Από τα πιο πρόσφατα τραγούδια της, νιώθει πιο συναισθηματικά δεμένη με το Khorumi, εμπνευσμένο από τον ομώνυμο πολεμικό χορό της Γεωργίας και τον ρυθμό του παραδοσιακού γεωργιανού τυμπάνου doli, με ελληνικό και γεωργιανό στίχο, ένα κομμάτι που ξεχώρισε μέχρι και το BBC Radio London. «Δεν επισκέπτομαι τη Γεωργία όσο συχνά θα ήθελα, αλλά κάθε φορά που επιστρέφω, είναι συγκινητική. Ακόμα κι ο αέρας στο αεροδρόμιο μου μυρίζει σπίτι», λέει. «Έχω εκεί συγγενείς και παιδικούς φίλους που, ακόμα κι αν περάσει καιρός, όταν βρισκόμαστε, είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα. Μεγαλώσαμε σε δύσκολες συνθήκες, αλλά με βαθιά ανθρώπινη σύνδεση και αλληλεγγύη. Πια, έχω ζήσει πάνω από τη μισή μου ζωή στην Ελλάδα και τη νιώθω δικό μου τόπο. Αν και θεωρώ τον εαυτό μου από τους τυχερούς, καθώς σπάνια βίωσα ρατσισμό, ακόμη και αυτή η ελάχιστη εμπειρία ήταν αρκετή για να καταλάβω πόσο σκληρός μπορεί να είναι. Ακόμα μπορεί να μου γράψει κάποιος στα σόσιαλ μίντια “Έλα, μωρέ, με τη Γεωργιανή!”, θεωρώντας ότι μπορεί να με κάνει να νιώσω ντροπή. Εγώ, όμως, μόνο περήφανη νιώθω για το ποια είμαι. Αγαπώ την Ελλάδα βαθιά, με έχει αγκαλιάσει και την έχω αγκαλιάσει. Αν η ζωή με φέρει ξανά στη Γεωργία ή αλλού, δεν φοβάμαι. Ξέρω ότι, όπου κι αν βρεθώ, θα σταθώ στα πόδια μου. Έχω ένα ισχυρό ένστικτο επιβίωσης που με ακολουθεί διαρκώς».

«Μου αρέσει να ξαφνιάζω» 

Η Τάμτα δεν έχασε ποτέ καμία ευκαιρία-2

Στη σκηνή νιώθει ότι μπορεί να εκφράσει ελεύθερα πλευρές του εαυτού της που δύσκολα εμφανίζονται στην καθημερινότητά της. «Μπορώ, για παράδειγμα, να γίνω πιο άγρια ή πιο σέξι, πτυχές που δεν θα εκφράσω εύκολα στη ζωή μου», λέει. Την ίδια ελευθερία νιώθει και με το στιλ της. Δεν είναι τυχαίο που την αποκαλούν «fashion icon». Πριν από δύο χρόνια είχαμε συνταξιδέψει στη Νέα Υόρκη, καλεσμένοι του οίκου Mugler, και από τις κουβέντες μας μπορώ να επιβεβαιώσω την οξεία αίσθηση της μόδας που διαθέτει. Η Τάμτα ενημερώνεται διαρκώς για τις τάσεις, τους νέους δημιουργούς, ενώ κάθε της εμφάνιση, εντός κι εκτός σκηνής, λειτουργεί ως στιλιστική πρόταση. Τον περασμένο χειμώνα, μάλιστα, βρέθηκε στην πρώτη σειρά του σόου του οίκου Balenciaga στο Παρίσι, καλεσμένη του συντοπίτη της και πλέον καλλιτεχνικού διευθυντή του οίκου Gucci, Ντέμνα Γκβασάλια.

«Αγαπώ βαθιά τη μόδα, όχι ως στρατηγική εικόνας, αλλά ως ειλικρινή έκφραση», θα μου πει. «Μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον όπου η μητέρα μου έραβε κι από μικρή ήμουν εξοικειωμένη με τα υφάσματα και τη δημιουργία. Λατρεύω να ψάχνω σε vintage αγορές, να μεταποιώ ρούχα. Η γκαρνταρόμπα μου αποτελείται κυρίως από κομμάτια νέων σχεδιαστών ή vintage ευρήματα, όχι απαραίτητα ακριβά brands. Κάποτε με συμβούλευαν να μην αλλάζω συχνά μαλλιά, για να μην μπερδεύεται το κοινό, κι εγώ ονειρευόμουν να τα ξυρίσω. Δεν το έχω κάνει ακόμη, είναι το μόνο μου στιλιστικό απωθημένο! Έχω άπειρες περούκες, τις βάφω, τις κουρεύω, φτιάχνω νύχια, παίζω με την εικόνα μου. Δεν ντύνομαι πάντα εκκεντρικά, όπως πολλοί πιστεύουν, αλλά αν κάνεις μια εκκεντρική εμφάνιση, αυτή θα μείνει στον κόσμο. Δεν με πειράζει. Μου αρέσει να ξαφνιάζω, να δοκιμάζω, να φεύγω από τα στερεότυπα».

Δύσκολοι καιροί για όνειρα

Ανυπομονεί για τη συναυλία της στο Ξέφωτο του ΚΠΙΣΝ. Χαίρεται ιδιαίτερα που θα είναι ανοιχτή για όλους και θα παρουσιάσει το ανατρεπτικό πρότζεκτ, που ξεκίνησε στο Smut, σ’ ένα ευρύτερο κοινό για πρώτη φορά. «Μου αρέσει που έχει ελεύθερη είσοδο και μπορεί να έρθει όποιος θέλει», λέει. «Ετοιμάζουμε ένα δίωρο δυναμικό πρόγραμμα που διατρέχει ολόκληρη τη δισκογραφία μου, από τα πιο πρόσφατα τραγούδια μου μέχρι εκείνα με τα οποία με γνώρισε το κοινό. Τη βραδιά θα ανοίξουν η Miss Trouli μ’ ένα warm-up DJ set και ο ΤΣΟ με live φωνητικά, ενώ στη συνέχεια στη σκηνή θα ανέβει η Vassilina. Θα έχουμε και κάποιους καλεσμένους-έκπληξη, αγαπημένα πρόσωπα με τα οποία έχω συνεργαστεί στο παρελθόν. Όλα αυτά, υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του σταθερού μου συνεργάτη, Bill Roxenos, ο οποίος θα βρεθεί επί σκηνής μαζί με άλλους επτά χορευτές και περφόρμερ, με τους οποίους δουλεύουμε σταθερά εδώ και καιρό».

«Μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον όπου η μητέρα μου έραβε κι από μικρή ήμουν εξοικειωμένη με τα υφάσματα και τη δημιουργία. Λατρεύω να ψάχνω σε vintage αγορές, να μεταποιώ ρούχα». 

Δυσκολεύεται να κάνει όνειρα για το μέλλον. «Η αλήθεια είναι πως η παγκόσμια συνθήκη δεν βοηθάει καθόλου για να ονειρευτείς ελεύθερα. Νομίζω πως όποιος έχει έστω λίγη συναισθηματική νοημοσύνη το νιώθει αυτό. Είναι δύσκολο να φανταστείς το μέλλον όταν το παρόν είναι τόσο ρευστό. Προσπαθώ όσο μπορώ να μένω στο σήμερα, χωρίς να χάνω την πίστη στα όνειρα», μου λέει λίγο πριν την αποχαιρετήσω. «Σίγουρα θα ήθελα να βρω χρόνο να ξεκουραστώ λιγάκι. Η τελευταία περίοδος ήταν πολύ έντονη για μένα καλλιτεχνικά. Πίεσα τον εαυτό μου τόσο πολύ μέχρι να καταφέρω να βγει ένα αποτέλεσμα που να με ικανοποιεί πραγματικά. Δούλεψα σκληρά, τόσο που τον χειμώνα υπέστην αλωπεκία. Ξύπνησα μια μέρα και είχα ένα κενό στο κεφάλι. Δεν πτοούμαι, το ξεπερνάω. Έτσι κι αλλιώς, μου αρέσει να ξεβολεύομαι. Η ζωή μού έχει δείξει ότι κάθε φορά που πήρα μια γενναία απόφαση, όπως όταν άλλαξα χώρα, για παράδειγμα, υπήρχε αυτό το σφίξιμο στο στομάχι αλλά και μια φωνή μέσα μου που έλεγε “μη φοβάσαι”. Αυτό είναι που με πηγαίνει μπροστά. Θα ήθελα να είμαι ακόμα πιο τολμηρή. Αρέσω δεν αρέσω, πετύχω ή αποτύχω, δεν έχει σημασία».

*Τάμτα & Friends, Σάββατο 26 Ιουλίου. 
19.30 DJ Set Miss Trouli + ΤΣΟ,
20.30 VASSIŁINA, 21.00 ΤAMTA + guests-έκπληξη. 
Στο Ξέφωτο του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Είσοδος ελεύθερη. Πληροφορίες: snfcc.org

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT