Είδαμε τον Νιλ Γιανγκ στο Βερολίνο

Συγκινηθήκαμε με το παίξιμό του, θυμηθήκαμε τη δύναμη των στίχων του και αναρωτηθήκαμε –περισσότερες από μία φορές– τι έχει να μας πει σήμερα

8' 22" χρόνος ανάγνωσης

Δεν θα με ενδιέφερενα δω τον Νιλ Γιανγκ από τα 100 μέτρα. Ήθελα να είμαι μπροστά. Να παρατηρώ τη γυαλάδα στα μάτια του, το προγούλι, τον καρπό του δεξιού χεριού πάνω από τις χορδές της κιθάρας. Ιερή φιγούρα στο σταυροδρόμι της φολκ με το ροκ, προάγγελος του γκραντζ (λόγω της αγάπης του για τον «βρόμικο» ήχο), ο Γιανγκ παραμένει ένας ασταμάτητος δημιουργός, σε μόνιμη ρήξη με το mainstream και τη σαχλή πλευρά της επιτυχίας. Σχεδόν 80 ετών σήμερα, μπαίνει εύκολα στην πεντάδα των κορυφαίων εν ζωή τραγουδοποιών της Αμερικής, μαζί με τον Ντίλαν, την Τζόνι Μίτσελ, τον Πολ Σάιμον και τον Σπρίνγκστιν. Αν του το πεις, θα αλλάξει κουβέντα. Θα σου μιλήσει για αμάξια, για τη νέα του ζωή με την Ντάριλ Χάνα στον Καναδά ή για τις παράλογες πολιτικές του Τραμπ.

Ιούλιος στο ζεστό Βερολίνο, το υπαίθριο θέατρο Waldbühne είναι έτοιμο να μας δεχτεί. Φανταστείτε ένα μέρος σαν το Ηρώδειο επί τέσσερα, με μπόλικο χώρο για ορθίους μπροστά και γύρω γύρω δέντρα. Περιμένουμε στην ουρά από το μεσημέρι. Όταν ανοίγουν οι πόρτες, τρέχουμε προς το κάγκελο μαζί με άλλους τρελούς. Κυρίως άντρες. «Τον έχω δει 12-13 φορές», μου λέει ένας εξηντάρης Γερμανός. «Είναι φοβερός. Δεν ανησυχώ». Όταν με βλέπει να κάθομαι για να ξεκουράσω λιγάκι τη μέση, απορεί. Μετά συναντάω μια ξανθιά κυρία. «Έκανα επέμβαση στο γόνατο τον Μάιο», λέει, «αλλά δεν μπορούσα να μην έρθω». Συζητάμε για ορθοπαιδικά.

Ένα ψυχωμένο λάιβ

Είδαμε τον Νιλ Γιανγκ στο Βερολίνο-1
Στιγμές από το λάιβ στο Βερολίνο, από την πρώτη στιγμή στο άδειο ακόμα θέατρο Waldbühne μέχρι τον αποχαιρετισμό του Νιλ Γιανγκ στο κλείσιμο της συναυλίας. (Φωτογραφίες: Βύρωνας Κριτζάς)

Η μουσική ξεκινάει με τους παλιοροκάδες Γάλλους The Inspector Cluzo. Περιμένουμε, περιμένουμε λίγο ακόμα, ώσπου στις οκτώ και κάτι ο Νιλ Γιανγκ επιτέλους εμφανίζεται. Να τος! Αργά βήματα, λιτά ρούχα και ένα καπελάκι που τον κάνει να μοιάζει λιγάκι με καπετάνιο. Ξεκινά με το ακουστικό Ambulance blues: «Πίσω στις παλιές μέρες της φολκ/ Ο αέρας ήταν μαγικός όταν παίζαμε». (Περισσότερα για το κομμάτι αυτό παρακάτω.)

Στο επόμενο, ο Νιλ πιάνει την ηλεκτρική. Ένας θόρυβος από feedback, μαγικός θόρυβος, οδηγεί στο ριφ του κλασικού Hey hey, my my. H ενέργεια του χώρου αλλάζει, όπως όταν μπαίνει γκολ στα γήπεδα ή όπως όταν στις εκκλησίες ακούγεται το «Χριστός Ανέστη». Από εκεί και μετά, ο Νιλ Γιανγκ εναλλάσσει γνωστά με λιγότερο γνωστά κομμάτια, χαμόγελα με γκριμάτσες πόνου, ηλεκτρικές κιθάρες με ακουστικές και φυσαρμόνικες. Παρότι δεν βρίσκεται σε τρελά κέφια, το λάιβ του έχει ψυχή. Κάθε τόσο, μας πετάει ένα χαμηλόφωνο «thank you folks». Σε ένα σημείο (μόνο σε ένα) πίνει μπίρα από γυάλινο μπουκάλι. Κυριαρχεί μια ραθυμία στις κινήσεις, που δεν καταλαβαίνω αν είναι γεράματα, κούραση, χόρτο, ηρεμιστικά, κάποιο βαρύ γεύμα που έφαγε το μεσημέρι ή όλα αυτά μαζί. 

Είδαμε τον Νιλ Γιανγκ στο Βερολίνο-2

Στο μεταξύ ακούμε τραγουδάρες: Το Southern man, που κάποτε φωτογράφισε τον ρατσισμό στις περιοχές του αμερικανικού νότου. Το ακουστικό The needle & the damage done – ό,τι πιο τρυφερό έχει γραφτεί ποτέ για χρήστες ηρωίνης. Το θεϊκό, ανεξάντλητο Like a hurricane, το ρομαντικό Harvest moon, το Cinammon girl αλλά και το Old man. Αυτό το τελευταίο ο Γιανγκ το έγραψε στα 24, για τον ηλικιωμένο επιστάτη του ράντσου που μόλις είχε αγοράσει. «Με την τραγουδοποιία, το κλειδί είναι να μην έχεις προκαταλήψεις», θα έλεγε χρόνια μετά στο περιοδικό Time. «Να είσαι ορθάνοιχτος και να μην ανησυχείς αν [σ.σ. αυτό που γράφεις] είναι κουλ ή όχι. Χρησιμοποίησε ό,τι έχεις και ανησύχησε μετά για το αν είναι κουλ». H παραπάνω προσέγγιση τον έχει οδηγήσει σε πάνω από 1.200 τραγούδια. Σπουδαία, καλά, αδιάφορα, ακόμα και ντροπιαστικά. Στα τελευταία βάζω το Family life από το νέο άλμπουμ Talkin to the trees: Ο Γιανγκ εδώ τραγουδάει για τα παιδιά και τα εγγόνια του, εκτός ρυθμού, σαν να σκέφτεται τους στίχους εκείνη την ώρα. Το άλμπουμ βρίσκει τα πατήματά του στο τρυφερό First fire of winter, αγριεύει ωραία στο Big change και στο Bottle of love φτιάχνει μια ατμόσφαιρα ονείρου. Κατά τα άλλα, μιλάμε για μέτριο δίσκο, από τον οποίο δεν ακούσαμε κανένα κομμάτι στο λάιβ – και ούτε ζητήσαμε. Κλείνει η παρένθεση.

Είδαμε τον Νιλ Γιανγκ στο Βερολίνο-3

Με αποκορύφωμα τους Crazy Horse, ο Νιλ Γιανγκ είχε πάντα στο πλευρό του μουσικούς που τον συνόδευαν εξαιρετικά, χωρίς να γίνονται ποτέ το επίκεντρο. Μουσικούς ουσίας, οι οποίοι δεν έπαιζαν τίποτα δύσκολο τεχνικά, αλλά έφτιαχναν κλίμα. Κάπως έτσι είναι και η τρέχουσα μπάντα του, οι Chrome Hearts. Αφοσιωμένοι, παρακολουθούν κάθε κίνηση και βλέμμα του αρχηγού, σαν αστυνομικοί μπροστά στον διοικητή. Ανάμεσά τους και ο Μίκα Νέλσον, γιος του θρυλικού Γουίλι, ο οποίος φορούσε μπλούζα Sonic Youth – μία από τις χιλιάδες μπάντες που επηρέασε ο Γιανγκ με το ωμό, ασυμβίβαστο και θορυβώδες παίξιμο της κιθάρας του. Η οποία κιθάρα εκείνο το βράδυ στο Βερολίνο πέταγε σπίθες, ως συνήθως. Τα σόλο του δεν κουράζουν ποτέ. Ακούγονται, δε, λες και γεννιούνται σε πραγματικό χρόνο, μέσα από τυχαίες εμπνεύσεις ή νεύρα της στιγμής. Απολαυστική και η κινησιολογία του καθώς τα παίζει. 

Μια φωνή που λέει την αλήθεια

Ο Νιλ Γιανγκ γεννήθηκε στο Οντάριο του Καναδά το 1945. Σε ηλικία πέντε ετών προσβλήθηκε από πολιομυελίτιδα, μένοντας μερικώς παράλυτος για ένα διάστημα σε όλη την αριστερή του πλευρά, η οποία παραμένει μέχρι σήμερα συγκριτικά πιο αδύναμη. Είναι αυτή η δυσλειτουργία που τον κάνει να παίζει κιθάρα κυρίως με το δεξί χέρι, δίνοντας έμφαση στον ρυθμό και τον ήχο, χωρίς εντυπωσιακά σόλο, παράξενες συγχορδίες κ.λπ. Ιδίως στην ηλεκτρική, o ήχος του είναι μοναδικός στη ροκ μουσική, άμεσα αναγνωρίσιμος. Το ίδιο και η λεπτή του φωνή. O Tομ Γιορκ έχει πει πως άρχισε να τραγουδάει διαφορετικά όταν άκουσε το After the gold rush – με «απαλότητα και αφέλεια». 

Τα σόλο του δεν κουράζουν ποτέ. Ακούγονται, δε, λες και γεννιούνται σε πραγματικό χρόνο, μέσα από τυχαίες εμπνεύσεις ή νεύρα της στιγμής. 

Το μεγαλείο του Νιλ Γιανγκ, όμως, είναι ο συναισθηματικός του κόσμος. «Μου βγάζει μια αίσθηση ότι φτάνω σπίτι», λέει μια φίλη όταν τη ρωτάω γιατί της αρέσει. Τα τραγούδια του αναδίδουν μια θαλπωρή και παράλληλα μια κλεισούρα, σαν παλιά τραπεζομάντιλα σε συρτάρια. Καθρεφτίζουν τις ατέλειωτες εκτάσεις της Αμερικής, τις ξύλινες σιταποθήκες, τα γκρίζα σύννεφα και τα δέντρα. Αντανακλούν περισσότερο τη ζαλάδα του ταξιδιού, παρά την περιπέτειά του. Υπάρχει μια ανάγκη για κατανόηση, μια ευαλωτότητα και μια «αρρωστίλα», σαν να σου μιλάει ένα παιδί που σήμερα δεν πήγε σχολείο ή ένας άντρας που πληγώθηκε και τώρα κοιτάει το πάτωμα αφηρημένος. Η αγάπη, το άγχος για την πορεία του πλανήτη, η πολιτική διαμαρτυρία και η ζεστασιά από το τζάκι γίνονται ένα πράγμα, με τρεις συγχορδίες και μια απαλή φωνή που λέει την αλήθεια. 

Τα τραγούδια του αναδίδουν μια θαλπωρή και παράλληλα μια κλεισούρα, σαν παλιά τραπεζομάντιλα σε συρτάρια. 

Κόντρες με το κατεστημένο

Είδαμε τον Νιλ Γιανγκ στο Βερολίνο-4

Από εκεί και πέρα, η πορεία του Γιανγκ είναι σαν την πορεία των μπαμπάδων μας· γεμάτη ιστορίες. Η αγαπημένη μου: Έγραψε τα κλασικά Cinnamon girl, Cowgirl in the sand και Down by the river την ίδια μέρα, ξαπλωμένος στο κρεβάτι με 39 πυρετό. Μια άλλη που μου αρέσει: Το 1983, η δισκογραφική Geffen τού έκανε μήνυση, επειδή τα άλμπουμ που της παρέδιδε ήταν «μη αντιπροσωπευτικά». Γενικότερα, η κόντρα του με την «κορπορετίλα», τον μοντέρνο κόσμο και τους ισχυρούς είναι διαχρονική: Πίσω στο 2014, η αγανάκτησή του με τα mp3 τον έκανε να λανσάρει ολόκληρη υπηρεσία λήψης μουσικής, καθώς και συσκευή αναπαραγωγής, που υποσχόταν ότι παίζει τα τραγούδια ακριβώς όπως ακούγονται στην ηχογράφηση (η βαλίτσα δεν πήγε μακριά). Το 2022 απέσυρε τον κατάλογό του από το Spotify, επειδή η γνωστή πλατφόρμα φιλοξενούσε τα podcasts «παραπληροφόρησης» του Τζο Ρόγκαν για τα εμβόλια. Φέτος, κατηγόρησε το Glastonbury ότι λειτουργεί υπό τον εταιρικό έλεγχο του BBC, μη επιτρέποντας τη μετάδοση της εμφάνισής του. Πρόσφατο άρθρο των LA Times κάνει λόγο για μια «μάχη δεκαετιών ενάντια στις δομές εξουσίας που δίνουν προτεραιότητα στα κέρδη έναντι της τέχνης». Το γιατί εγώ χρειάστηκε να πληρώσω 182 ευρώ για να τον ακούσω λάιβ στο Βερολίνο, παραμένει ένα μυστήριο.  

Ο «ελεύθερος κόσμος»

Είδαμε τον Νιλ Γιανγκ στο Βερολίνο-5

Προς το τέλος της συναυλίας στο θέατρο Waldbühne, ήρθε και το κοινωνικοπολιτικό σχόλιο. Με τυπική αμερικανική απλοϊκότητα αλλά και ουσία: «Ο κόσμος είναι ένα παράξενο μέρος αυτή την εποχή», μας είπε ο Γιανγκ, «και πρέπει να φροντίσουμε ο ένας τον άλλον». Ακολούθησε το Rockin’ in the free world, με το κατάμεστο θέατρο να τραγουδάει παθιασμένα και χιλιάδες φωτάκια κινητών να λάμπουν στο σούρουπο. Ροκάρουμε όντως στον «ελεύθερο κόσμο»; Λίγες ημέρες πριν, το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ ανακαλούσε τις βίζες των μελών του συγκροτήματος Bob Vylan, μετά τα συνθήματα που φώναξαν κατά του Ισραήλ στο Glastonbury. Μέλος του ιρλανδικού συγκροτήματος Kneecap κατηγορήθηκε για φιλοτρομοκρατία, στοχοποιήθηκε και πέρασε την πόρτα του δικαστηρίου επειδή ύψωσε φωνή για την Παλαιστίνη. Ίσως ο «ελεύθερος κόσμος» του Νιλ Γιανγκ να είναι ένας στόχος. Ή μια ουτοπία. Στο τέλος του λάιβ θα σπάσει τις χορδές της κιθάρας του και θα αποθεωθεί. Εκεί εγώ ένιωσα σαν να μας έλεγε «έπαιξα τόσα ωραία τραγούδια, σας δίνω τώρα και ένα παλαιάς κοπής ροκ φινάλε και από εκεί και πέρα κάντε ό,τι θέλετε· εγώ είμαι ήδη 80 χρονών». 

Είδαμε τον Νιλ Γιανγκ στο Βερολίνο-6
Γερμανικό πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Die Welt με τον Νιλ Γιανγκ, μία μέρα πριν από το λάιβ. Η λεζάντα γράφει «Παλαιωμένο απίστευτα καλά».

Το επόμενο πρωί, ο αλγόριθμος μου πέταξε στο κινητό άρθρο με τίτλο «Ο Νιλ Γιανγκ παίζει σπάνια εκτέλεση του Ambulance blues». Ναι, έχει πει ελάχιστες φορές το συγκεκριμένο κομμάτι του 1974, που κλείνει τον δίσκο On the beach. Κάθισα και διάβασα τους στίχους. Το τραγούδι ξεκινάει αναπολώντας τις παλιές καλές μέρες της φολκ. Λίγο μετά, προειδοποιεί ότι πολύ εύκολα κανείς μένει θαμμένος στο παρελθόν. Ακούμε για ένα κορίτσι που το λένε Ισαμπέλα και είναι αληθινό μόνο όταν φοράει μέικ-απ. Σερβιτόρες κλαίνε στη βροχή, άδειες υπόγειες διαβάσεις, αδιάφοροι γονείς, μια γυναίκα που θέλει να ουρλιάξει σε κάποιον και ένας κατά συρροήν ψεύτης, που δεν είναι άλλος από τον Ρίτσαρντ Νίξον. Τι ακριβώς συμβαίνει εδώ; Tι θα πει Ambulance blues; Ποιον έρχεται να σώσει το ασθενοφόρο; Στα σχόλια του YouΤube, ένας φαν κάνει λόγο για την ακριβέστερη κριτική της αμερικανικής κοινωνίας των ’70s. Εκείνο το βράδυ στο Βερολίνο, ο Νιλ Γιανγκ τραγούδησε το Ambulance blues χωρίς να περιμένει τίποτα.

*Στις 8 Αυγούστου, ο Νιλ Γιάνγκ ξεκινά περιοδεία στην Αμερική. Το νέο του άλμπουμ, Talking to the trees, κυκλοφορεί από τη The Other Shoe και τη Reprise.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT