Γιατί αποφασίσατε να ξεκινήσετε τη σειρά ταινιών της DC Studios με ένα φιλμ για τον Σούπερμαν;
Ο Σούπερμαν είναι η αρχή των πάντων. Είναι ο πρώτος υπερήρωας. Είναι ένας εξαιρετικά σημαντικός χαρακτήρας για το σύμπαν της DC. Υπάρχει μια τριάδα: ο Μπάτμαν, ο Σούπερμαν και η Wonder Woman. Παρ’ όλα αυτά, έχουμε δει πολύ περισσότερο τη Wonder Woman και τον Μπάτμαν τα τελευταία χρόνια από όσο τον Σούπερμαν, οπότε ένιωσα ότι πρέπει να ξεκινήσουμε τη νέα εποχή της DC Studios με το καλύτερό μας χαρτί. Και αυτός είναι ο Σούπερμαν.
Ποια ήταν η στιγμή που καταλάβατε πώς να προσεγγίσετε την ιστορία του;
Ήταν στις πρώτες κιόλας σελίδες (του σεναρίου). Είχα δοκιμάσει πολλές διαφορετικές ιδέες, αλλά η στιγμή που με άγγιξε ήταν όταν φαντάστηκα τον Σούπερμαν χτυπημένο, στο έδαφος, σε ένα μέρος που μοιάζει με την Αρκτική. Και τότε εμφανίζεται ο Κρύπτο –ένα σκυλί που είναι λίγο σκανταλιάρικο– και προσπαθεί να παίξει μαζί του, αλλά στην πραγματικότητα τον τραυματίζει περισσότερο. Έπειτα μπαίνει στο Οχυρό της Μοναξιάς, όπου βρίσκονται και τα ρομπότ Σούπερμαν. Παράλληλα, βλέπουμε τον Λεξ Λούθορ και το πώς κινεί τα νήματα με διάφορους ανθρώπους που δουλεύουν για εκείνον. Εκεί ήταν που κατάλαβα προς τα πού πήγαινε η ιστορία. Είχα προσπαθήσει για χρόνια να «ξεκλειδώσω» την αφήγηση του Σούπερμαν και τότε όλα πήραν μορφή.

Το όραμά σας περιλαμβάνει κάτι ασυνήθιστο για το είδος των κόμικς σήμερα: το να δημιουργήσεις μια ιστορία για έναν «καλό» ήρωα. Από πού πηγάζει αυτό;
Όταν ανέλαβα τους Φύλακες του γαλαξία, ήξερα ότι είχαμε περάσει 25 χρόνια με απαισιόδοξες ταινίες επιστημονικής φαντασίας, όπου όλα ήταν αληθινά επειδή ήταν σκοτεινά. Αισθανόμουν όμως ότι υπήρχε χώρος για το χρώμα. Κάτι σαν την παλαιάς κοπής φαντασία, που είχε χαθεί από τον κινηματογράφο. Ο Σούπερμαν είναι ένας χαρακτήρας όσο το δυνατόν πιο καλός μπορεί να είναι ένας άνθρωπος. Είναι καλοκάγαθος, αλλά το να είσαι απόλυτα καλός δεν σημαίνει ότι πάντα κάνεις το σωστό με βάση τη λογική. Η ταινία έχει να κάνει με έναν χαρακτήρα απόλυτα καλό σε έναν κόσμο που δεν είναι καλός, και πιστεύω πως αυτό δεν το βλέπουμε συχνά. Πλέον όλοι είναι αντιήρωες και, όταν κάποιος φαίνεται καλός, υπάρχει η τάση να τον κοροϊδεύουμε ή να τον θεωρούμε αφελή. Αλλά αυτός ο χαρακτήρας είναι ευγενής, όμορφος, δεν έχει πάντα δίκιο, κάνει λάθη. Με συγκινεί, γιατί αυτό που προσπαθεί να πει η ταινία είναι το γιατί αγαπάμε τόσο πολύ τον Σούπερμαν. Είναι επειδή μπορεί να ρίξει γροθιά σε πλανήτες ή να σηκώσει ουρανοξύστες; Δεν νομίζω. Τον αγαπάμε για την έμφυτη καλοσύνη του, για την ανθρώπινη πλευρά του –παρόλο που είναι εξωγήινος– και για το γεγονός ότι δεν έχει πρόβλημα να είναι αισιόδοξος, ευάλωτος και να ελπίζει.
Πότε ερωτευτήκατε για πρώτη φορά τον εν λόγω χαρακτήρα; Ήταν μέσα από τα κόμικς ή τις παλαιότερες ταινίες;
Πάντα μου άρεσε. Ως παιδί ήμουν ιδιαίτερα δεμένος με τα κόμικς της οικογένειας του Σούπερμαν: με τον Σούπερμαν, τη Σούπεργκερλ, τον Κρύπτο και όλη την παρέα. Ήμουν επίσης μεγάλος θαυμαστής της ταινίας του Ρίτσαρντ Ντόνερ ως παιδί· η μουσική, τα πάντα με συγκλόνισαν. Ήταν η εποχή που άρχισα να συνειδητοποιώ πόσο σημαντικός είναι για μένα ο κινηματογράφος, διαφορετικά απ’ ό,τι για τους περισσότερους ανθρώπους γύρω μου.
«Τον αγαπάμε για την έμφυτη καλοσύνη του, για την ανθρώπινη πλευρά του –παρόλο που είναι εξωγήινος– και για το γεγονός ότι δεν έχει πρόβλημα να είναι αισιόδοξος, ευάλωτος και να ελπίζει».

Πώς πιστεύετε ότι έχει αλλάξει ο χαρακτήρας με τα χρόνια και ποιες ήταν οι κύριες επιρροές για τη δική σας εκδοχή του Σούπερμαν;
Οι δυνάμεις του Σούπερμαν έχουν αλλάξει δραστικά με τα χρόνια· άλλοτε αυξάνονται, άλλοτε μειώνονται. Όταν πρωτοεμφανίστηκε, ήταν απλώς ένας πολύ δυνατός τύπος που μπορούσε να πηδήξει πάνω από κτίρια, αλλά δεν πετούσε. Μπορούσε να δώσει δυνατές γροθιές, αλλά δεν ήταν άτρωτος. Οι σφαίρες εξοστρακίζονταν από πάνω του, αλλά αυτό ήταν το όριο. Με τα χρόνια, γινόταν όλο και πιο δυνατός, μέχρι που τη δεκαετία του ’70, πριν από την εποχή του Τζον Μπιρν [σ.σ. δημιουργός κόμικς], έφτανε στο σημείο να αλλάζει την τροχιά πλανητών με μια γροθιά ή, όπως στην πρώτη ταινία, να γυρίζει τον χρόνο πίσω. Υπήρχαν στιγμές που ήταν τόσο παντοδύναμος, που δεν μπορούσα να τον νιώσω ως έναν ενδιαφέροντα χαρακτήρα. Αλλά τότε συνέβησαν δύο πράγματα: Πρώτον, διάβασα το All-Star Superman του Γκραντ Μόρισον, που ήταν τρομερά επιδραστικό για μένα. Ερωτεύτηκα τον χαρακτήρα μέσα από αυτό το κόμικ – και δεν ήμουν παιδί τότε. Το All-Star Superman μου έδειξε πως η δύναμη του Σούπερμαν είναι μέρος της γοητείας του. Ήταν ένας ευγενικός, γεμάτος αυτοπεποίθηση τίμιος τύπος που πάντα έκανε το σωστό, και αυτό ήταν που τον έκανε ενδιαφέροντα. Ο Γκραντ τού έδωσε μια πλευρά που αγάπησα: την έμφυτη καλοσύνη του. Αυτή η πλευρά έγινε το θεμέλιο για τον Σούπερμαν της δικής μου ταινίας. Στην ταινία μας έκανα τον Σούπερμαν λιγότερο παντοδύναμο. Δεν γυρίζει τον χρόνο πίσω. Δεν γρονθοκοπεί πλανήτες. Είναι πολύ δυνατός, μπορεί να σηκώσει έναν ουρανοξύστη, αλλά δεν είναι άτρωτος. Στην αρχή της ταινίας βλέπουμε έναν Σούπερμαν που αιμορραγεί. Με το που το φαντάστηκα αυτό, σκέφτηκα: «Πώς φτάσαμε εδώ;».
Για να παρουσιάσετε στον κόσμο το όραμά σας, επιλέξατε τον Ντέιβιντ Κορένσουετ. Τι ήταν αυτό που τον έκανε τον ιδανικό Σούπερμαν και Κλαρκ Κεντ;
Νομίζω ότι όποιος δει την ταινία θα καταλάβει γιατί ο Ντέιβιντ Κορένσουετ είναι ο Σούπερμαν. Τον είχα δει στην ταινία Pearl του φίλου μου Τι Γουέστ και σκέφτηκα πως αυτός ο τύπος πρέπει να κάνει οντισιόν για τον Σούπερμαν. Πήρα την πρώτη παρτίδα με βίντεο-οντισιόν και υπήρχαν περίπου 30 Σούπερμαν και 30 Λόις. Ανάμεσά τους, την πρώτη μέρα ήταν η Ρέιτσελ Μπροσνάχαν για τη Λόις και ο Ντέιβιντ Κορένσουετ για τον Σούπερμαν. Περίμενα ότι θα έβρισκα τη Λόις πιο εύκολα, επειδή δεν περιορίζεται τόσο από τη φυσική εμφάνιση όσο εκείνος. Φοβόμουν ότι δεν θα βρω τον σωστό Σούπερμαν. Ευτυχώς, είδα τον Ντέιβιντ να διαβάζει και ήταν εξαιρετικός. Μία από τις βασικές σκηνές της οντισιόν ήταν μια διαφωνία μεταξύ Σούπερμαν και Λόις για τη θέση του στον κόσμο. Ο Ντέιβιντ ήταν φανταστικός· όταν δείτε αυτή τη σκηνή στην ταινία, θα καταλάβετε ότι πρόκειται για έναν εκπληκτικό ηθοποιό που τυχαίνει επίσης να μοιάζει και να ακούγεται σαν τον Σούπερμαν. Είναι και στην πραγματική ζωή λίγο «τετράγωνος», όπως εκείνος. Ακούει παλιά τζαζ και σουίνγκ μουσική.

Η δυναμική μεταξύ Σούπερμαν/Κλαρκ και Λόις είναι κεντρική στην ιστορία σας. Τι πρέπει να γνωρίζουμε για τη δική σας Λόις;
Πιστεύω ότι η Λόις έχει ένα παρελθόν πολύ πιο ταραχώδες από αυτό του Σούπερμαν, κάτι που λέει πολλά, αφού ο δικός του πλανήτης εξερράγη και εκείνος στάλθηκε εδώ ως βρέφος. Αλλά, πέρα από αυτό το γεγονός, ο Σούπερμαν μεγάλωσε με δύο υπέροχους ανθρώπους που τον αγάπησαν πολύ και ήταν το καμάρι τους. Αντίθετα, το παρελθόν της Λόις ήταν λίγο πιο τρελό. Είναι σκληρή. Λατρεύω τη Μάργκοτ Κίντερ στην ταινία του Ντόνερ, αλλά εκεί ήταν πιο παθητική. Ηταν ερωτευμένη με τον Σούπερμαν, κι εκείνος ήταν απλώς ο… Σούπερμαν. Στην ταινία μας βλέπετε ότι η Λόις είναι αντάξια του Σούπερμαν και καταλαβαίνετε γιατί ένας τόσο δυνατός, καλός και κουλ τύπος θα ερωτευόταν εκείνη. Είναι ιδεαλίστρια και έχει ακεραιότητα, αλλά δεν πιστεύει απαραίτητα στην καλοσύνη. Και μέσα από τη σχέση τους, με τη σοφία της Λόις και την καθαρότητα του Σούπερμαν, δημιουργείται κάτι πολύ όμορφο.
*Ο νέος Superman, που επανεκκινεί τον μύθο του ήρωα, κυκλοφορεί από την Πέμπτη 10/7 στις ελληνικές αίθουσες.
Ευχή και κατάρα
Από τα τέλη των ’70s μέχρι σήμερα, και από τον Κρίστοφερ Ριβ μέχρι τον Χένρι Κάβιλ, η κινηματογραφική ιστορία του Σούπερμαν είναι γεμάτη εισπρακτικούς θριάμβους, μεγάλες αστοχίες και ακόμα μεγαλύτερες ατυχίες.
Όπως εύστοχα επισημαίνει ο Τζέιμς Γκαν, ο Σούπερμαν είναι ο αρχετυπικός υπερήρωας· ο «υπεράνθρωπος», όπως μεταφράζεται και το όνομά του από τα αγγλικά. Όταν αυτή η κομίστικη ενσάρκωση της ανώτερης οντότητας παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο ευρύ κοινό του σινεμά, ήταν λογικό να γοητεύσει. Το Superman (1978) του Ρίτσαρντ Ντόνερ εμφανίστηκε στο δεύτερο μισό μιας δεκαετίας όπου ο κόσμος είχε αρχίσει πια να μαθαίνει την ιδέα των μπλοκμπάστερ φαντασίας σαν Τα σαγόνια του καρχαρία του Στίβεν Σπίλμπεργκ ή τον Πόλεμο των άστρων του Τζορτζ Λούκας. Και εκείνος, όμως, ο πρόδρομος των σημερινών υπερηρωικών franchise δεν είχε τυχαίους συντελεστές: Ο Μάριο Πούζο, συγγραφέας του Νονού, υπέγραφε το σενάριο, ενώ στο καστ συναντά κανείς γίγαντες σαν τον Μάρλον Μπράντο (Τζορ-Ελ) και τον Τζιν Χάκμαν (Λεξ Λούθορ) δίπλα στον Σούπερμαν-Κρίστοφερ Ριβ. Το εμβληματικό σκορ της ταινίας είναι φυσικά του Τζον Γουίλιαμς, ενώ τα πρωτοποριακά ειδικά εφέ ανάγκασαν την ακαδημία να απονείμει ειδικό Όσκαρ, αφού η σχετική κατηγορία δεν είχε ακόμη καθιερωθεί.
Με μπάτζετ 55 εκατομμύρια δολάρια, ήταν επιπλέον η ακριβότερη ταινία που είχε γίνει ποτέ, ενώ η επιτυχία της γέννησε μέσα στην επόμενη δεκαετία τρία σίκουελ, όλα με τον ίδιο πρωταγωνιστή. Κυρίως όμως εδραίωσε τον καλτ κινηματογραφικό μύθο του Σούπερμαν σε ένα κοινό πολύ ευρύτερο από τους πιτσιρικάδες και τους «σπασίκλες», που ασχολούνταν τότε με τα κόμικς. Όσοι γεννήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1970, σε μια εποχή που ο Ψυχρός Πόλεμος και ο παγκόσμιος συναγερμός των πυρηνικών κρατούσε ακόμα καλά, είδαν στον Σούπερμαν έναν ελπιδοφόρο ήρωα, πιο φωτεινό από τον Μπάτμαν και πιο ενωτικό από –για παράδειγμα– τον Κάπτεν Αμέρικα.

Και οι επόμενες γενιές, όμως, είχαν τους δικούς τους Super-men. Η δεκαετία του 1990 καλύφθηκε με το τηλεοπτικό Λόις και Κλαρκ, το οποίο είδαμε και στα μέρη μας, σε ατελείωτες μεσημεριανές επαναλήψεις. Το επίσης τηλεοπτικό Smallville σημείωσε τεράστια επιτυχία από το 2001 μέχρι το 2011, εστιάζοντας στα νεανικά χρόνια του ήρωα με έντονα στοιχεία εφηβικής κομεντί. Παράλληλα, ο Σούπερμαν επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη με το πολυσυζητημένο Superman Returns (2006) του Μπράιαν Σίνγκερ. Το 2013 πλέον, και με τη Warner να θέλει να απαντήσει στους ανερχόμενους υπερήρωες της Marvel-Disney, κυκλοφορεί το Άνθρωπος από ατσάλι του Ζακ Σνάιντερ, με τον Κρίστοφερ Νόλαν να βάζει το χέρι του στο σενάριο και τον Χένρι Κάβιλ να πείθει στον κεντρικό ρόλο, έχοντας στο πλευρό του και την Έιμι Άνταμς ως Λόις Λέιν. Αυτός ήταν ίσως και ο τελευταίος αξιόλογος Σούπερμαν που είδαμε στη μεγάλη οθόνη, αφού οι μεταγενέστερες συμμετοχές σε υπερηρωικά franchise (Batman v Superman, Justice League κ.ο.κ.) αποδείχθηκαν κατώτερες του αναμενομένου.
Όπως βέβαια συμβαίνει με τους περισσότερους καλτ μύθους, έτσι και ο κινηματογραφικός Σούπερμαν έχει παραγάγει τους δικούς του… θρύλους. Ένας από τους πιο γνωστούς έχει να κάνει με την περίφημη «κατάρα» που συνοδεύει τόσο όσους ενσαρκώνουν τον ήρωα, όσο και το ευρύτερο περιβάλλον παραγωγής των συγκεκριμένων ταινιών. Όλα ξεκίνησαν με δύο από τους πρώτους Σούπερμαν: Τον Τζορτζ Ριβς, ο οποίος ερμήνευσε τον ρόλο στο σχετικά χαμηλού προϋπολογισμού Superman and the Mole Men του 1951, όπως και σε μια σχετική τηλεοπτική σειρά, όμως η ταύτισή του με τον ήρωα τον εμπόδισε να βρει άλλες δουλειές στο μέλλον. Το 1959, λίγες μέρες πριν από τον γάμο του, ο Ριβς βρέθηκε νεκρός με ένα πιστόλι δίπλα του, με τις Αρχές να κάνουν λόγο για αυτοκτονία.

Και ο Κρίστοφερ Ριβ, όμως, δεν γλίτωσε από την «κατάρα». Επίσης, κουβαλώντας το σημάδι της τυποποίησης σε όλη τη μετέπειτα καριέρα του, έμεινε παράλυτος από τον λαιμό και κάτω έπειτα από ένα ιππικό ατύχημα το 1995. Ο θάνατος τον βρήκε τελικά το 2004, μόλις στα 52 του χρόνια. Από εκεί και έπειτα, αρκετά λιγότερο ή περισσότερο σοβαρά περιστατικά που σημειώθηκαν στον περίγυρο του Σούπερμαν συνδέθηκαν με τη μεταφυσική, ωστόσο η κάπα του ήρωα αποδεικνύεται σταθερά πιο θελκτική από τις δεισιδαιμονίες. Ο Σούπερμαν είναι άλλωστε άτρωτος…

