Lindsay Zoladz c.The New York Times Company / Απόδοση: Διονύσης Μαρίνος
Το καλοκαίρι του 1985, ο φίλος του Ρίνγκο Σταρ και επίσης ντράμερ Μαξ Γουάινμπεργκ μετέβη αεροπορικώς έως την Αγγλία για τα 45α γενέθλια του πρώην μέλους των Μπιτλς. Οι δυο τους είχαν γίνει φίλοι από τότε που γνωρίστηκαν, πέντε χρόνια νωρίτερα, στο Λος Άντζελες, στα παρασκήνια μιας συναυλίας όπου έπαιζε ο Γουάινμπεργκ με τον Μπρους Σπρίνγκστιν και τους E Street Band. Ωστόσο, στα πρώτα στάδια της φιλίας τους, ο Γουάινμπεργκ εξακολουθούσε να νιώθει δέος μπροστά στον παιδικό του ήρωα. Ο πάντα φιλικός Ρίνγκο Σταρ τού έδωσε τότε μια συμβουλή: «Μερικές φορές βοηθάει αν με λες Ρίτσι».
Καθώς γιόρταζαν στο Τίτενχερστ Παρκ (την τεράστια έπαυλη έξω από το Λονδίνο, που ανήκε παλαιότερα στον Τζον Λένον και στη Γιόκο Όνο), ο Ρίνγκο Σταρ γύρισε προς τον νεότερο φίλο του, τότε 34 ετών, και του είπε κάτι που παραμένει ως αστείο που μόνο αυτοί μπορούσαν να κατανοήσουν. «Λοιπόν, Μαξ, εγώ γίνομαι 45. Αυτό δεν σε κάνει να νιώθεις μεγάλος;»
Τι 50, τι 60, τι 80
Αυτή η ατάκα ήταν κλασική… Ρίνγκο έξυπνα σαρκαστική, ένα είδος ροκ εν ρολ κοάν από έναν θρύλο της μουσικής, τον άνθρωπο του οποίου οι «Ρινγκο-ισμοί» έγιναν διαχρονικοί ακόμα και σε τίτλους τραγουδιών των Beatles, όπως το A Hard Day’s Night και Tomorrow Never Knows.
Κάθε χρόνο, ο Σταρ επαναλάμβανε τη φράση στον Γουάινμπεργκ, μέχρι που έγινε κάτι σαν ετήσια παράδοση. «Φαντάζομαι, αν μιλούσα μαζί του στις 7 Ιουλίου», είπε ο Γουάινμπεργκ σε τηλεφωνική συνέντευξη, «θα μου έλεγε: “Είμαι 85”. Και πλέον δεν ακούγεται και τόσο μεγάλος αριθμός».
Ο Σταρ θα είναι το πρώτο μέλος των «Σκαθαριών» που φτάνει σε αυτό το ηλικιακό ορόσημο. Και όπως και ο έτερος επιζών των Μπιτλς, Πολ ΜακΚάρτνεϊ, δεν έχει αποσυρθεί. Μόνο τους τελευταίους επτά μήνες, ο Σταρ κυκλοφόρησε ένα άλμπουμ με μουσική κάντρι, ηχογραφημένο στο Νάσβιλ, και έκανε περιοδεία με την All-Starr Band του − μια ομάδα με εναλλασσόμενα μέλη που περιλαμβάνει αυτή τη στιγμή μουσικούς από τους Men at Work και τους Toto. Σε πρόσφατη εμφάνιση στο Radio City Music Hall στη Νέα Υόρκη, ανέβηκε στη σκηνή με την ενέργεια ανθρώπου στα μισά του χρόνια και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της συναυλίας πίσω από ένα υπερυψωμένο ντραμς σετ.

Κατά την παρουσίαση του παιχνιδιάρικου σινγκλ του 1974, No-No Song («Δεν πίνω πια / Βαρέθηκα να ξυπνάω στο πάτωμα»), αποκάλυψε έναν λόγο για τον οποίο έχει γεράσει τόσο καλά, όπως το έθεσε ο Γουάινμπεργκ: «Το νόημα αυτού του τραγουδιού», είπε στο κοινό, «είναι ο λόγος που είμαι σήμερα σε αυτή τη σκηνή». (Ο ίδιος και η σύζυγός του, Μπάρμπαρα Μπαχ, απέχουν από το αλκοόλ από το 1988.)
«Με εκπλήσσει», είπε ένα απόγευμα του Απριλίου στο Λος Άντζελες, μιλώντας για τα γενέθλιά του. «Κοιτάζομαι στον καθρέφτη και είμαι είκοσι τεσσάρων. Ποτέ δεν ένιωσα μεγαλύτερος από είκοσι τέσσερα».
«Αλλά μάντεψε τι…» είπε στον εαυτό του γελώντας. «Μεγάλωσες».
Κουλ και απρόβλεπτος
Ο Σταρ έχει τον ευχάριστο αέρα ενός αστείου θείου που τυχαίνει να ήταν μέλος του πιο επιτυχημένου συγκροτήματος στην ιστορία του κόσμου. Αφού ολοκλήρωσε μια φωτογράφιση στο Sunset Marquis −ξενοδοχείο που προτιμά, όπως είπε αστειευόμενος, «για να μη φέρνω τους δημοσιογράφους στο σπίτι μου»− φορούσε τα χαρακτηριστικά στρογγυλά του γυαλιά, ένα μαύρο σακάκι με λευκά σύμβολα ειρήνης και ένα T-shirt του της εταιρείας A Bathing Ape. Στα διαλείμματα, πετούσε έξυπνες ατάκες, χτυπούσε ρυθμούς στο τραπέζι και μουρμούριζε γεμάτος χαρά: «Ντου-ντα, ντου-ντα ντέ».
Όταν ρωτάς τον Σταρ για το παρελθόν, πιο πιθανό είναι να δώσει μια καλοσχηματισμένη ασαφή «Ρίνγκο-απάντηση» παρά να ανατρέξει σε συναισθηματικές αναμνήσεις. Επιμένει ότι δεν τον ενοχλούσε που για μεγάλο μέρος της πορείας των Μπιτλς δεν έγραφε τραγούδια, και αφηγείται ένα διάσημο περιστατικό από τα «άγρια» χρόνια του, «είχα ξυρίσει το κεφάλι μου», με ένα γέλιο και ένα αδιάφορο ανασήκωμα των ώμων.
Ωστόσο, δεν διστάζει να μιλά για τις στιγμές με τους Μπιτλς. Κατά την πρόσφατη πρόσκληση να εισέλθει στο μουσικό σωματείο του Νάσβιλ, θυμήθηκε: «Η μεγαλύτερή μας φοβία κάποτε ήταν ότι το σωματείο θα μας ανάγκαζε να διαβάζουμε παρτιτούρες. Γιατί κανείς από εμάς −ούτε ο Τζον ούτε ο Πολ ούτε ο Τζορτζ ούτε εγώ− δεν ήξερε να διαβάζει μουσική. Σκέφτηκα: Ε, τότε θα παίζω τουμπελέκι!”».
«Αυτός είναι ο καλύτερος»
Εφτά δεκαετίες μετά την πρώτη τους συνάντηση, και 55 χρόνια από τότε που το συγκρότημα διαλύθηκε, ο ΜακΚάρτνεϊ μίλησε με ενθουσιασμό για τον παλιό του φίλο.
«Παρόλο που έχω παίξει με πολλούς ντράμερ, αυτός είναι ο καλύτερος», είπε ο ΜακΚάρτνεϊ. «Ο Ρίνγκο έχει ένα αίσθημα που είναι πολύ δύσκολο να το αναπαράγουν άλλοι ντράμερ».
Περιγράφοντας αυτό το απροσδιόριστο «κάτι» που έχει ο Σταρ, πρόσθεσε: «Είναι ο Ρίνγκο. Και κανείς άλλος δεν είναι σαν αυτόν».
«Παρόλο που έχω παίξει με πολλούς ντράμερ, αυτός είναι ο καλύτερος. Ο Ρίνγκο έχει ένα αίσθημα που είναι πολύ δύσκολο να το αναπαράγουν άλλοι ντράμερ». ―Πολ ΜακΚάρτνεϊ
Ο Γουάινμπεργκ εξέφρασε ένα συναίσθημα που έχουν μοιραστεί πολλοί ντράμερ όλα αυτά τα χρόνια. «Είναι αδύνατο να παίξεις όπως έπαιζε ο Ρίνγκο στους Μπιτλς», είπε, αναφέροντας την απουσία «μαγείας» στις περισσότερες μπάντες που έπαιξαν τραγούδια των Μπιτλς ως απόδειξη. «Είναι σαν να τραγουδάς πάνω από έναν δίσκο του Σινάτρα. Μπορεί να πλησιάσεις σε αυτό που έκανε, αλλά ποτέ δεν θα πετύχεις τα μικρά, παράξενα πράγματα που έκανε».
Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα τον Ιανουάριο, στις δύο sold-out συναυλίες στο ιστορικό Ryman Auditorium του Νάσβιλ, οι οποίες ήταν γεμάτες από διάσημους καλεσμένους. (Οι συναυλίες προσαρμόστηκαν για ένα ειδικό επεισόδιο του CBS με τίτλο Ringo & Friends at the Ryman, που αυτή τη στιγμή προβάλλεται στο Paramount+). Όπως και το κάντρι άλμπουμ Look Up που κυκλοφόρησε τον ίδιο μήνα, οι εμφανίσεις στο Ryman τον έφεραν δίπλα σε μια νεότερη γενιά μουσικών, όπως τον ψυχεδελικό κιθαρίστα Μπίλι Στριγκς και την τραγουδίστρια της σουλ Μίκι Γκάιτον. Ο ογδοντάχρονος τους εντυπωσίασε με τη ζωντάνια και την αντοχή του.
«Θυμάμαι ότι έκανε αλματάκια στις πρόβες», είπε η 32χρονη κιθαρίστρια Mόλι Τατλ. «Και σκέφτηκα, θεέ μου, έχει περισσότερη ενέργεια από μένα!»
Η Μόλι και η περκασιονίστρια Σίλα E., που έχει περιοδεύσει τρεις φορές με την All-Starr Band, τόνισαν τη γενναιοδωρία του Σταρ ως συνεργάτη. Η Τατλ θυμήθηκε μια στιγμή στις πρόβες που της είπε να πάρει εκείνη την πρωτοβουλία για το πώς θα φτιάξουν μια ενορχήστρωση: «Ήταν ωραίο, καθώς το δουλεύαμε όπως θα το δούλευα με οποιοδήποτε άλλο μέλος της μπάντας». Στο τέλος της πρώτης της περιοδείας με το συγκρότημα, ο Σταρ είπε στη Σίλα E. ότι το να δουλεύει μαζί της τον έκανε καλύτερο ντράμερ. «Έβαλα τα κλάματα», είπε εκείνη. «Ουάου. Ουάου».

Την επόμενη μέρα της πρώτης συναυλίας στο Ryman, καθώς καθόμασταν σε μια σουίτα ξενοδοχείου γεμάτη υγραντήρες, ρώτησα τον Σταρ –που φορούσε στρατιωτικού τύπου παντελόνι παραλλαγής και ένα κολιέ με (τι άλλο;) ένα σύμβολο ειρήνης– πώς καταφέρνει να διατηρεί αυτή τη ζωντάνια στα μέσα της δεκαετίας των 80 του.
«Λοιπόν, αγαπάω αυτό που κάνω», είπε με έναν τόνο που έλεγε «προφανές δεν είναι;».
Ο καλύτερος πατριός του κόσμου
Στη συνέχεια, ο Σταρ άρχισε να θυμάται τα πρώτα του χρόνια, όταν έπαιζε μουσική στο Λίβερπουλ, πριν ακόμα ενταχθεί στο συγκρότημα που συχνά αποκαλεί «the Fabs». «Όταν ξεκίνησα», είπε, «η μητέρα μου ερχόταν στις συναυλίες. Πάντα έλεγε: “Ξέρεις, γιε μου, πάντα νιώθω πως είσαι πιο χαρούμενος όταν παίζεις τα ντραμς σου”. Οπότε το είχε καταλάβει. Κι εγώ έτσι νιώθω», είπε χαμογελώντας. «Λατρεύω να χτυπάω αυτά τα διαβολάκια!»
Ο Ρίτσαρντ Στάρκι γεννήθηκε σε μια φτωχογειτονιά του Λίβερπουλ που ονομαζόταν Ντινγκλ. Όταν ήταν τριών ετών, ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια· όταν ήταν δεκατριών, η μητέρα του, Έλσι, παντρεύτηκε τον Χάρι Γκρέιβς, τον οποίο ο Σταρ εξακολουθεί να περιγράφει με παιδικό θαυμασμό ως «τον καλύτερο πατριό του κόσμου».
Ο μικρός Ρίτσι υπέφερε από δύο σοβαρές ασθένειες: πρώτα, σε ηλικία έξι ετών, μια σοβαρή περίπτωση περιτονίτιδας τον έστειλε σε παιδιατρικό νοσοκομείο για έναν ολόκληρο χρόνο. Έπειτα, στα δεκατρία του, προσβλήθηκε από φυματίωση και χρειάστηκε να αναρρώσει για δύο χρόνια σε σανατόριο του Μερσεϊσάιντ. Κάποια στιγμή, ένας δάσκαλος μουσικής επισκέφθηκε το σανατόριο και έφερε στα παιδιά ταμπουρίνια, τρίγωνα και μικρά ντραμς για να διασκεδάζουν.
«Ήταν σαν να τρελάθηκα», έχει πει ο Σταρ γι’ αυτή την αποκαλυπτική στιγμή. «Χτύπησα τα ντραμς και από εκείνη τη στιγμή ήθελα μόνο να γίνω ντράμερ, αυτός ήταν ο στόχος μου».
Ο Σταρ άρχισε να αυτοσχεδιάζει με ό,τι έβρισκε, φτιάχνοντας πρόχειρα μπαγκέτες από τα καρούλια της ραπτομηχανής. Αυτή η ευρηματικότητά του του φάνηκε χρήσιμη λίγα χρόνια αργότερα, όταν το Λίβερπουλ καταλήφθηκε από τη «μανία του skiffle» – ένα μουσικό είδος με αμερικανικές μπλουζ επιρροές που χρησιμοποιούσε αυτοσχέδια όργανα, όπως τρίφτες και κανάτια. Όμως τίποτα δεν συγκρινόταν με τα κανονικά ντραμς. Τελικά, προς το τέλος του 1957, ο Γκρέιβς τού χάρισε το πρώτο του κανονικό σετ. Πραγματικά, ο καλύτερος πατριός του κόσμου.
Μια τεράστια επιτυχία
Ο Σταρ γρήγορα έκανε όνομα παίζοντας σε διάφορες skiffle μπάντες και στη συνέχεια πέρασε αρκετά χρόνια παίζοντας με τους Rory Storm and The Hurricanes. Κατά τη διάρκεια περιοδειών στο Αμβούργο και αργότερα στο Λίβερπουλ, συναντούσαν συχνά ένα άλλο νεανικό συγκρότημα από το Λίβερπουλ, το οποίο τελικά πρότεινε στον ντράμερ των Hurricanes να γίνει μέλος τους.

«Ήταν φανταστικός ντράμερ», θυμάται ο ΜακΚάρτνεϊ. «Τον ρωτήσαμε αν ήθελε να είναι στο συγκρότημά μας και ευτυχώς για εμάς είπε ναι».
Πολλοί επικριτές όλα αυτά τα χρόνια υποστήριξαν ότι ο Σταρ ήταν απλώς ο «τυχερός» της υπόθεσης − με τους τρεις άλλους Μπιτλς να είναι τα πραγματικά ταλέντα. Ειδικά οι ντράμερ της τζαζ τον είχαν στο στόχαστρο. Όμως, όσοι μίλησαν στο πλαίσιο του άρθρου ήταν αποφασισμένοι να διαλύσουν αυτόν τον «μύθο».
«Είναι το πιο γελοίο και αστείο επιχείρημα», είπε ο Γουάινμπεργκ, «ότι είχες τρεις ταλαντούχους τραγουδοποιούς και έναν που απλώς στάθηκε τυχερός. Αυτό απέχει πολύ από την αλήθεια, αν μιλήσεις με ανθρώπους που ζούσαν τότε στη σκηνή του Λίβερπουλ. Το να πάρεις τον Ρίνγκο στους Μπιτλς ήταν τεράστια επιτυχία για τους άλλους τρεις».
Ο Σταρ τραγουδούσε κυρίως ένα τραγούδι ανά άλμπουμ και ήταν ο τελευταίος από τα «Σκαθάρια» που άρχισε να γράφει δικά του τραγούδια. «Είναι δύσκολο να βγεις μπροστά όταν έχεις τον Τζον και τον Πολ», παραδέχτηκε. Θυμάται ότι οι πρώτες του απόπειρες στο γράψιμο ήταν κατά λάθος αστείες. «Έλεγα “έχω ένα τραγούδι” και στα μισά οι άλλοι είχαν πέσει στο πάτωμα από τα γέλια, γιατί δεν έγραφα νέα τραγούδια. Έγραφα νέους στίχους πάνω σε παλιά τραγούδια». (Ο ΜακΚάρτνεϊ το επιβεβαίωσε γελώντας: «Του λέγαμε ναι, είναι ωραίο. Ωραίο αυτό το τραγούδι του Μπομπ Ντίλαν!»)
Τελικά, ο Σταρ έμαθε να ακολουθεί τη δική του έμπνευση. Η πρώτη του σύνθεση για τους Μπιτλς ήταν το Don’t Pass Me By, ένα κάντρι-ροκ τραγούδι που μπήκε στο White Album. Τα περισσότερα τραγούδια των Μπιτλς που έγραψε ή τραγούδησε είχαν κάντρι και μπλουζ επιρροές − τα δύο αμερικανικά μουσικά είδη που τον είχαν μαγέψει από παιδί. (Ως λιμάνι με έντονη παρουσία του Εμπορικού Ναυτικού, το Λίβερπουλ ήταν γεμάτο από αμερικανικούς δίσκους.)
«Κανένας Άγγλος ντράμερ δεν έχει πλησιάσει αυτόν τον ρυθμό όπως αυτός», είπε ο μουσικός και παραγωγός από το Τέξας Τ-Μπόουν Μπερνέτ. «Έχει τρέλα στο shuffle του».
Τέσσερις βιογραφίες
Σήμερα, η ζωή του Σταρ είναι πολύ πιο ήρεμη. Αν και παλιότερα εκείνος και η Μπάρμπαρα Μπαχ είχαν «διάφορα σπίτια σε διάφορες χώρες», πλέον περνούν τον περισσότερο καιρό στο σπίτι τους στο Λος Άντζελες, το οποίο έχουν από το 1992.

Και επαγγελματικά, έχει απλοποιήσει τη ζωή του. Η υποκριτική −και οι συμπρωταγωνιστικοί ρόλοι δίπλα σε προσωπικότητες όπως ο Πίτερ Σέλερς και ο Μάρλον Μπράντο− ήταν παλιά σημαντικό κομμάτι της καριέρας του. Πλέον, όμως, πέρα από κάποιους συγκεκριμένους ρόλους που δανείζει μόνο τη φωνή του, δεν τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα.
Του λείπει; «Όχι και πολύ, όχι. Τώρα απλώς παίζω ζωντανά και στο στούντιο».
Ωστόσο, με κάποιον τρόπο, σύντομα θα ξαναεμφανιστεί στη μεγάλη οθόνη. Τον Απρίλιο, πέταξε στο Λονδίνο για να συναντήσει τον σκηνοθέτη Σαμ Μέντες, ο οποίος έχει αναλάβει το φιλόδοξο πρότζεκτ να σκηνοθετήσει τέσσερις διαφορετικές βιογραφικές ταινίες για τους Μπιτλς. (Τον περασμένο Νοέμβριο, ο Σταρ αποκάλυψε κατά λάθος ότι τον ρόλο του θα παίξει ο Ιρλανδός ηθοποιός Μπάρι Κίογκαν, από το Saltburn. Οι δυο τους συναντήθηκαν πρόσφατα για πρώτη φορά.)
Ο Σταρ και ο MακΚάρτνεϊ είναι οι τελευταίοι Μπιτλς που έχουν απομείνει τα τελευταία 25 χρόνια, και αυτή η κοινή εμπειρία έχει βαθύνει τον δεσμό τους.
«Με τον Τζον και τον Τζορτζ να μην είναι πια εδώ, νομίζω καταλαβαίνουμε ότι τίποτα δεν κρατάει για πάντα», είπε ο MακΚάρτνεϊ. «Οπότε, κρατιόμαστε σφιχτά σε ό,τι έχουμε τώρα, γιατί είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο. Είναι κάτι που σχεδόν κανείς άλλος δεν έχει. Στην περίπτωσή μας, δεν το έχει κανείς άλλος. Μόνο εγώ και ο Ρίνγκο. Είμαστε οι μόνοι που μπορούμε να μοιραστούμε αυτές τις αναμνήσεις».
«Ζω στο παρόν. Δεν σχεδίασα τίποτε από όλα αυτά. Λατρεύω αυτή τη ζωή που μου έχει επιτραπεί να ζω». ―Ρίνγκο Σταρ
Το προηγούμενο βράδυ από τη συνέντευξη στο Λος Άντζελες, ο Σταρ είχε περάσει χρόνο με, όπως είπε, «τον φίλο μου τον Πολ». Το ότι δεν είναι πια στο ίδιο συγκρότημα −ο διαχωρισμός του προσωπικού από το επαγγελματικό− έχει κάνει καλό στη φιλία τους. Και οι δύο λένε ότι αυτό έχει ενισχύσει τη σχέση τους, έτσι ώστε, όταν αποφασίζουν να δουλέψουν ξανά μαζί, αυτό να φαίνεται, όπως το περιγράφει ο ΜακΚάρτνεϊ, «αυθόρμητο». Άλλωστε, ο αυθορμητισμός αποτελεί, φυσικά, βασική αρχή στη φιλοσοφία ζωής του Ρίνγκο Σταρ. «Ζω στο παρόν», είπε. «Δεν σχεδίασα τίποτε από όλα αυτά. Λατρεύω αυτή τη ζωή που μου έχει επιτραπεί να ζω».

