Ενας ηθοποιός σε νουάρ μονοπάτια

Γνωρίσαμε τον Γιώργο Σύρμα στο θέατρο. Τώρα μας συστήνεται εκ νέου μέσα από τυπωμένες σελίδες, μας μιλά για το πρώτο του «αστυνομικό» μυθιστόρημα, τις γειτονιές της Αθήνας αλλά και όσα τού αρέσει να διαβάζει

3' 54" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Αν θέλετε να δείτε πόσο μπορεί να εξελιχθεί το αστυνομικό μυθιστόρημα στην Ελλάδα, πατήστε «play» στο ολόφρεσκο Rec (εκδ. Ίκαρος) του Γιώργου Σύρμα, τον οποίο γνωρίζαμε έως τώρα ως ηθοποιό. Είναι ένα σύγχρονο νουάρ, με πλούσια δράση, που εξελίσσεται στις γειτονιές του κέντρου της Αθήνας. Πρωταγωνιστούν βασανισμένες ψυχές, κακοποιητές και κακοποιημένοι, αστυνομικοί που ασφυκτιούν στον ρόλο τους, ιερείς με μυστικά, ενώ στο κέντρο της αφήγησης βρίσκεται μια σειρά ηχογραφήσεων σε ένα παλιό δημοσιογραφικό κασετοφωνάκι. 

Αυτή η εξομολόγηση μοιάζει να είναι η αφορμή για όλα…

Με γοητεύει πολύ η ιδέα της εξομολόγησης, γενικότερα το να εκφράζουμε μύχιες σκέψεις μας. Όταν ακούω ανθρώπους να εξομολογούνται, αλλά και τις στιγμές που εγώ ο ίδιος έχω εξομολογηθεί, μου φαίνεται ότι διαστέλλεται ο χρόνος. Είναι αυτή η συγκλονιστική ανάγκη που έχουμε οι άνθρωποι να βγάλουμε αυτά που έχουμε μέσα μας. Να ξεφορτώσουμε τα βάρη. Στην πραγματικότητα, όταν εξομολογούμαστε, ψάχνουμε ένα χέρι, ακόμα κι αν τα εξομολογούμαστε σε ένα μαγνητοφωνάκι. Θέλουμε να απαλλαγούμε από κάτι το οποίο μας είναι πλέον αβάσταχτο. Είναι μια πολύ ανθρώπινη ανάγκη για να προχωρήσουμε. Για μένα έχει να κάνει με την έννοια της συμπόνιας και της ενσυναίσθησης. Η εξομολόγηση είναι ζωτικής σημασίας για να συνεχίσει να ζει κάποιος. Όταν εξομολογούμαστε κάτι, είναι σαν να ζητάμε από τον απέναντί μας να μας συναισθανθεί, να ακουμπήσει λιγάκι αυτό το βάρος.

Ενας ηθοποιός σε νουάρ μονοπάτια-1

Μοιάζει ότι, χωρίς την εξομολόγηση, δεν προχωρούν τα πράγματα.

Έτσι είναι, διαφορετικά υπάρχει μια στατικότητα. Βέβαια, κι αυτό είναι μέρος της ζωής. Υπάρχουν άνθρωποι που πεθαίνουν και δεν έχουν εκφράσει πραγματικά συναισθήματα, δεν έχουν εκφράσει μύχιους φόβους, σκέψεις. Και εκεί καταλαβαίνεις ότι απομακρυνόμαστε από την ανθρώπινη φύση μας, κάπως σαν να μπλοκάρουμε μια νοητική και συναισθηματική λειτουργία που στην πραγματικότητα επιζητά τον άλλον. Οι εξομολογήσεις έχουν αυτή τη φύση. Οι άνθρωποι που μπλοκάρουν  αυτή τη λειτουργία μένουν στη μοναξιά, και είναι πολύ σκληρό αυτό.

«Υπάρχουν άνθρωποι που πεθαίνουν και δεν έχουν εκφράσει πραγματικά συναισθήματα, δεν έχουν εκφράσει μύχιους φόβους, σκέψεις». 

Μιλάς για πολλά πράγματα στο βιβλίο, τι θα ξεχώριζες ωστόσο; 

Αισθάνομαι ότι ήθελα να μιλήσω για την κατάχρηση της εξουσίας σε διάφορα επίπεδα, αλλά κυρίως στις έμφυλες σχέσεις. Ελπίζω, επίσης, να είναι σαφές ότι με ενδιέφερε να μιλήσω για τη γάγγραινα της πατριαρχίας. Μετά όμως αυτό άνοιξε σε μια οπτική που αφορούσε τον αδύναμο γενικότερα, με το ποιος έχει την ισχύ γενικότερα, με το πώς κρατάει κάποιος τον έλεγχο μιας σχέσης, είτε ερωτικής είτε οικογενειακής είτε φιλικής.

Είναι πολύ ορατή η Αθήνα και το κέντρο της στο κείμενό σου, μοιάζει να παίζει έναν δικό της ρόλο.

Έχω μεγαλώσει στο Μενίδι, αλλά τα περισσότερα χρόνια της ενήλικης ζωής μου τα έχω ζήσει στο κέντρο της Αθήνας. Έγραψα για τις γειτονιές της Αθήνας, χωρίς καν να το καταλάβω. Για τι άλλο να γράψω δηλαδή; Αυτές ξέρω καλά, αυτές έχω περπατήσει, αυτές έχω διασχίσει με το παπάκι μου. Οι ήρωες ζουν μέσα από τη δική μου ματιά σε σχέση με την πόλη. Βλέπουν την πόλη μέσα από τα δικά μου μάτια όλοι. Δεν είμαι ένας συγκεκριμένος. Όλων τα μάτια είναι τα δικά μου. 

Πριν ασχοληθείς με την υποκριτική, σπούδασες Διεθνείς Σχέσεις και έκανες μάλιστα ένα μεταπτυχιακό στην Τουρκολογία, αλλά δεν ακολούθησες το ακαδημαϊκό μονοπάτι. Τι συνέβη; 

Όταν αποφάσισα να μπω στη δραματική σχολή, ένιωθα ότι, αν δεν σπούδαζα θέατρο, θα ήμουν αμόρφωτος. Ήταν πολύ μεγάλη ανάγκη να ασχοληθώ βιωματικά με την τέχνη. Ήθελα με κάποιον τρόπο να εκφράσω θέσεις και συναισθήματα γι’ αυτό που ζούμε και δεν έβρισκα άλλο τρόπο. Η λογοτεχνία προέκυψε για τον ίδιο λόγο. 

Ενας ηθοποιός σε νουάρ μονοπάτια-2Είναι σαν να λες ότι ούτε το θέατρο σου αρκούσε.

Η ενασχόληση με το θέατρο δονούσε κάτι πολύ έντονα μέσα μου, κάτι το οποίο ένιωσα και όταν άρχισα να γράφω πιο συστηματικά. Υπήρξε μια δόνηση που, ενώ με το θέατρο έφερνε ανάταση και έκρηξη, όταν έγραφα έφερνε γαλήνη. Βρήκα λοιπόν μια πολύ ωραία ισορροπία, γιατί συνεχίζω να δουλεύω στο θέατρο. Στο θέατρο το ζητούμενο είναι η εξωστρέφεια, ενώ στη λογοτεχνία πρέπει να βυθιστεί κανείς σε πολύ εσωτερικές περιοχές και να αποτυπώσει όλη αυτή την έκρηξη και τη δόνηση που νιώθει μέσα του με λέξεις. Σ’ εμένα αυτό δημιουργεί ταυτόχρονα μια γαλήνη. Είναι και ένας από τους λόγους που θα συνεχίσω να γράφω. Βρίσκω μια ισορροπία, μια ηρεμία στο γράψιμο.

Θέλεις να μας πεις μερικά βιβλία αστυνομικής λογοτεχνίας που σε επηρέασαν; 

Υπάρχουν βιβλία που θυμάμαι να προκαλούν μέσα μου μια ελκυστική «ταραχή» κατά την ανάγνωση. Δεν ξέρω αν με επηρέασαν συγγραφικά, αλλά ενδεικτικά θα αναφέρω ορισμένα, γιατί κάτι που κουβαλάμε σαν έντονη ανάμνηση, αν μη τι άλλο, φέρει κάποια αξία: Ποιος σκότωσε τον Ρότζερ Ακρόυντ της Άγκαθα Κρίστι, Ελέησόν με του Ζαν-Κριστόφ Γκρανζέ, Αστυνομία του Γιου Νέσμπε, Το μαύρο τραγούδι της Μασσαλίας του Ζαν-Κλωντ Ιζζό και Όμορφα κορίτσια της Κάριν Σλότερ.

*Το Rec του Γιώργου Σύρμα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT