«Εδώ νιώθω σαν να είμαι σπίτι μου, δεν αντέχω αν δεν έρθω κάποιες μέρες την εβδομάδα», μου λέει η μικρή Μυρσίνη, που κάθεται σε μια πολυθρόνα στη μέση του καινούργιου μικρού, ανεξάρτητου βιβλιοπωλείου Penny Lane στη Νέα Σμύρνη, απορροφημένη από τις περιπέτειες της τρομερής Ανέτ που εκτυλίσσονται στις σελίδες του εικονογραφημένου βιβλίου που κρατάει στα πόδια της. Είναι περιτριγυρισμένη από ράφια γεμάτα με κάθε λογής βιβλία: από παιδικά και κλασικές εκδόσεις μέχρι σύγχρονα διαμάντια που μόλις κυκλοφόρησαν. «Δεν υπάρχουν αγαπημένα βιβλία, όλα είναι ξεχωριστά», μου λέει, πριν βυθιστεί και πάλι στον φανταστικό κόσμο από τον οποίο την έχω μόλις βγάλει. Το βιβλιοπωλείο άνοιξε πριν από έξι μήνες σε μια απόκεντρη γειτονιά και έχει ήδη εξελιχθεί σε μια ζεστή φωλιά για όλους όσοι αγαπούν το διάβασμα. Για τη μητέρα της Μυρσίνης, Πέννυ Μοσχογιάννη, που δούλευε πάνω από 25 χρόνια ως υπεύθυνη πωλήσεων σε βιβλιοπωλεία και εκδόσεις, το άνοιγμα ενός δικού της χώρου ήταν όνειρο ετών. «Είναι σαν η μικρή να βρίσκεται στο φυσικό της περιβάλλον», μου λέει σήμερα κοιτώντας την κόρη της. Προχθές, η Μυρσίνη ενθουσιάστηκε τόσο πολύ από μια βραδιά ποίησης που διοργανώθηκε στο βιβλιοπωλείο, που την επομένη έγραψε ένα ποίημα. «Εάν δεν είναι αυτό κέρδος, τότε τι είναι;» με ρωτάει η Πέννυ.
Τέτοιες εκδηλώσεις είναι το οξυγόνο των μικρών, ανεξάρτητων βιβλιοπωλείων. Δημιουργούν ένα πνεύμα κοινότητας, έναν κύκλο που τα κρατάει ζωντανά μέσα στον ανταγωνισμό, μεταμορφώνοντάς τα σε μικρές αναγνωστικές κοιτίδες ακόμη και μακριά από το αθηναϊκό κέντρο. Το ενοίκιο, άλλωστε, σε πιο κεντρικά μέρη θα ήταν απαγορευτικό, όπως μου λέει η Πέννυ και όπως πρόσφατα καταλάβαμε από την ιστορία του Επί Λέξει στην Ακαδημίας.

Μου εξηγεί ότι το περιθώριο κέρδους από ένα βιβλίο ανέρχεται περίπου στο 30% από την αρχική τιμή αγοράς από τους εκδότες. Την ίδια όμως στιγμή, τα μεγάλα βιβλιοπωλεία μπορούν και προσφέρουν πιο ανταγωνιστικές τιμές, υπάρχουν μάλιστα, όπως μάθαμε στο ρεπορτάζ, περιπτώσεις που οι τιμές είναι πιο φθηνές και από την τιμή χονδρικής στην οποία προμηθεύονται τα βιβλία οι ιδιοκτήτες των συνοικιακών βιβλιοπωλείων. «Δεν μπαίνεις καν στη διαδικασία να τα ανταγωνιστείς, το ξέρεις εξαρχής ότι είναι χαμένο το παιχνίδι, οπότε επενδύεις αλλού», σχολιάζει. «Δεν μπορείς να κάνεις 30% έκπτωση από τη στιγμή που αγοράζεις τόσο ώστε να έχεις 30% περιθώριο κέρδους.
Δεν μπορείς να έχεις την ποικιλία που έχουν τα πολύ μεγάλα μαγαζιά, οπότε επενδύεις στο ότι μπορείς να παραγγείλεις ένα βιβλίο και να το έχεις την ίδια ή την επόμενη μέρα, πράγμα που μια μεγάλη επιχείρηση δυσκολεύεται να κάνει. Επενδύεις επίσης στη σχέση που θα διατηρήσεις με τη γειτονιά, στις προσωπικές φιλικές σχέσεις, στην εξυπηρέτηση. Πρέπει να διαφοροποιηθείς στη σχέση που θα αναπτύξεις με τον κόσμο», λέει και συμπληρώνει: «Όποιος ασχολείται με τον χώρο και παίρνει την απόφαση αυτή ξέρει πολύ καλά ότι δεν πρόκειται ακριβώς για επιχείρηση, κάνεις μια επένδυση συναισθηματική, ψυχικής υγείας».
«Δεν είναι δεδομένες οι 20-30 πωλήσεις τη μέρα»

Άλλα μικρά βιβλιοπωλεία λειτουργούν παράλληλα και ως καφέ. Στο Booking Ηill, ένα γωνιακό ημιυπόγειο στη Δάφνη, κάθε τραπέζι έχει και το όνομα ενός βιβλίου: Όσα παίρνει ο άνεμος, Ο μικρός πρίγκιπας κ.ά. Σε αυτά θα βρείτε να κάθονται φίλοι του βιβλίου που γνωρίζονται με το μικρό τους όνομα με την ιδιοκτήτρια Αναστασία Κορινθίου. Άνοιξε το μαγαζί αφού έμεινε άνεργη στα 51 της χρόνια, έπειτα από προτροπή του μικρότερου γιου της. Όπως αναφέρει, οι προτάσεις που κάνει στους αναγνώστες του βιβλιοκαφέ τούς βοηθούν να διευρύνουν τις αναγνωστικές τους προτιμήσεις δοκιμάζοντας διαφορετικά είδη. Πολλοί βιβλιοπώλες παρέχουν χαρτικά και σχολικά είδη για να επιβιώσουν. «Κάποιοι το κάνουν, και καλώς μάλιστα, αλλά πιστεύω πως το βιβλίο θέλει μια ιδιαίτερη αντιμετώπιση, θεωρώ ότι κάποιος που θα μπει μέσα πρέπει να νιώσει ότι μπαίνει σε έναν χώρο όπου υπάρχουν βιβλία. Αν τον μπερδέψεις με κασετίνες και παιχνίδια,τον αποσυντονίζεις και δεν θα σεβαστείς και το βιβλίο. Είναι μια δική μου άποψη χωρίς απαραίτητα να είναι και σωστή», λέει. Εδώ τα βιβλία είναι κομμάτι ενός παιχνιδιού, τοποθετημένα σαν να είναι στοιχεία ενός κυνηγιού κρυμμένου θησαυρού. Λειτουργεί επίσης χαριστική βιβλιοθήκη, ενώ οι διαφόρων ειδών εκδηλώσεις που γίνονται συχνά –από stand up comedy και live μέχρι ζωντανές αφηγήσεις και δωρεάν καλλιτεχνικά εργαστήρια– συμβάλλουν στο να εντυπωθεί το μαγαζί στη συνείδηση του κόσμου, αυξάνοντας την προβολή.

«Όσοι ασχολούνται με το βιβλίο το κάνουν σε έναν μεγάλο βαθμό αναλαμβάνοντας ένα ρίσκο που τους επιβάλλει η αγάπη τους γι’ αυτό», μου λέει από την πλευρά του ο Δημήτρης Ανανιάδης από το Zatopek. Καθόμαστε στο βιβλιοκαφέ της Καλλιθέας που άνοιξε πριν από τέσσερα χρόνια μαζί με τη γυναίκα του, Εύη Γεροκώστα. Οι ίδιοι έχουν φροντίσει μόνοι τους για κάθε πτυχή της διακόσμησης, δημιουργώντας με μεράκι έναν ατμοσφαιρικό χώρο με αρκετά μεγάλη ποικιλία. Στους τοίχους κρέμονται πόστερ από εξώφυλλα βιβλίων του Κάφκα, του Κράβερ κ.ά. Στα τραπέζια, σκυμμένοι πάνω από τα βιβλία και τα λάπτοπ τους, βλέπω ψηφιακούς νομάδες, οικογένειες, παρέες που κουβεντιάζουν χαμηλόφωνα, ενώ η φωνή της Έλα Φιτζέραλντ έρχεται από ένα ηχείο στο βάθος. «Λόγω του συνδυασμού με τον καφέ, είχαμε να αντιμετωπίσουμε μικρότερη πρόκληση από ό,τι άλλοι που έχουν ένα αμιγές βιβλιοπωλείο. Το ένα στηρίζει το άλλο», εξηγεί ο Δημήτρης, παρομοιάζοντας παρ’ όλα αυτά τα τέσσερα χρόνια λειτουργίας του Zatopek με ένα ρόλερ κόστερ επιτυχίας, φόβου και στρες. «Νιώθουμε ευγνωμοσύνη για τον κόσμο που βοήθησε και συνεχίζει να βοηθάει», λέει. Όταν τον ρωτάω για τον αριθμό πωλήσεων που πρέπει να κάνει ένα βιβλιοπωλείο καθημερινά για να επιβιώσει, απαντά: «Δεν είναι δεδομένο ότι ένα συνοικιακό ανεξάρτητο βιβλιοπωλείο θα πουλήσει 20-30 βιβλία τη μέρα. Αυτό είναι στενάχωρο. Δείχνει και κάτι για την εποχή, ότι για να είναι βιώσιμο ένα βιβλιοπωλείο, πρέπει να έχει και καφέ. Παρά το γεγονός ότι εμένα είναι κάτι που μου ταιριάζει και το οποίο με την Εύη το έχουμε αγαπήσει, είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο εκτός από ορισμένες εξαιρέσεις να επιβιώσει το βιβλιοπωλείο μόνο με τα βιβλία. Και αυτό είναι κάτι τρελό».

Ο σκοπός των συνοικιακών βιβλιοπωλείων είναι ακριβώς όπως λέει, η δημιουργία μιας κοινότητας. «Εδώ γίνονται επαφές, ζυμώσεις. Το Zatopek γίνεται στέκι κάποιων λογοτεχνικών κύκλων. Τα μικρά βιβλιοπωλεία συγκεντρώνουν γύρω τους έναν κύκλο ανθρώπων οι οποίοι δεν είναι μόνο αναγνώστες, θέλουν και να το εξωτερικεύσουν, να το συζητήσουν», εξηγεί. Όσον αφορά τον νεαρόκοσμο που βλέπουμε σε μεγάλο αριθμό γύρω μας στα τραπέζια, υποστηρίζει πως έρχεται ενημερωμένος για τις νέες εκδόσεις. «Οι νέοι διαβάζουν και δύσκολα πράγματα – κυρίως λογοτεχνία, και ξένη και ελληνική, και μάλιστα την πιο απαιτητική. Πρόκειται για είδη που πάνε σταθερά καλά και στηρίζονται από τα παιδιά αυτά», λέει.
«Δεν σταματούν να κυκλοφορούν νέες εκδόσεις»
Η σχέση αγάπης που έχουν οι άνθρωποι του χώρου και η οποία τροφοδοτεί το εγχείρημά τους δεν είναι πάντα ανταποδοτική. Οι δυσκολίες στον χώρο είναι μεγάλες. Ενίοτε ο ανταγωνισμός περιλαμβάνει, πέρα από τα μεγάλα και τα μικρά, συνοικιακά βιβλιοπωλεία, και τους ίδιους τους εκδότες από τους οποίους αγοράζονται εξαρχής σε χονδρική τα βιβλία. «Είναι κάποιοι μήνες που σπουδαίοι εκδοτικοί οίκοι έχουν σημαντικές εκπτώσεις όχι μόνο σε παλιά, αλλά και σε πιο πρόσφατα βιβλία», λέει ο Δημήτρης και συμπληρώνει: «Σε μεγάλα βιβλιοπωλεία θα βρεις βιβλία να πωλούνται σε λιανική φθηνότερα από ό,τι τα αγοράζεις εσύ σε χονδρική. Από την άλλη, να πούμε ότι κι ένας εκδότης στην παρούσα συγκυρία, αν δεν κάνει αυτό το πράγμα, μπορεί να μη βγει, είναι αναγκασμένος να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση».

Η Ελένη Τενεκετζή, από το καφέ-βιβλιοπωλείο koukoubook, έχει παρόμοια άποψη. «Ένα μεγάλο πρόβλημα, εκτός από τις μεγάλες αλυσίδες βιβλιοπωλείων, είναι και οι ίδιοι οι εκδότες που έχουν και βιβλιοπωλεία και e-shops, με αποτέλεσμα οι προμηθευτές μας να είναι και ανταγωνιστές μας», λέει χαρακτηριστικά. Ήταν βιβλιοπώλις στα Χανιά της Κρήτης, όταν πριν από δύο χρόνια αποφάσισε να αξιοποιήσει μαζί με την κόρη της, Στέλλα Τραγούδα, που βρισκόταν στην Αθήνα, την αυλή ενός κτιρίου που κάποτε στέγαζε ένα δημοτικό σχολείο. Έτσι δημιούργησαν ένα σημείο συνάντησης στην Καλλιθέα, ιδιαίτερα αγαπητό από τις οικογένειες. Το koukoubook δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο παιδικό βιβλίο, με πολλές παιδικές δραστηριότητες και αφηγήσεις παραμυθιών κάθε Σαββατοκύριακο αλλά και με συζητήσεις. «Το βιβλιοπωλείο πρέπει να έχει νέες κυκλοφορίες και κάποιους κλασικούς τίτλους που οφείλουν να είναι στο ράφι», λέει. Η μεγάλη παραγωγή συχνά οδηγεί στο να περάσουν απαρατήρητα βιβλία που θα άξιζαν την προσοχή του κοινού. «Κάποιοι τίτλοι μπορεί να είναι και διαμαντάκια, όμως αυτό δεν φτάνει στον αναγνώστη. Χάνονται πριν ακόμα δούμε αν είναι καλοί ή όχι, γιατί μπορεί να έχουν έρθει νέες κυκλοφορίες. Δεν θα προλάβω να τις δω όλες, πολύ γρήγορα κάποια βιβλία θα τα επιστρέψω, γιατί στο μεταξύ θα έχουν έρθει άλλα, καινούργια».
«Κάποιοι τίτλοι μπορεί να είναι και διαμαντάκια, όμως αυτό δεν φτάνει στον αναγνώστη. Χάνονται πριν ακόμα δούμε αν είναι καλοί ή όχι, γιατί μπορεί να έχουν έρθει νέες κυκλοφορίες» —Ελένη Τενεκετζή, koukoubook
Την ανάγκη για συνεχή ενημέρωση των τίτλων επισημαίνει και ο Σπύρος Βαλτετσιώτης, ιδιοκτήτης του Fata Libelli, που άνοιξε το 2021 στον Πειραιά. «Δεν σταματούν να κυκλοφορούν νέες εκδόσεις. Δεν είναι σαν να πουλάς ρούχα που ξέρεις ότι θα βγουν καινούργια τον Σεπτέμβριο, νέα βιβλία βγαίνουν καθημερινά και μπορεί να κριθείς από το εάν τα έχεις ή όχι στο μαγαζί σου», λέει, αναφέροντας παράλληλα στα αρνητικά την άμεση έκπτωση που είθισται να μπαίνει από την πλειονότητα των βιβλιοπωλείων σε ένα βιβλίο που έχει μόλις κυκλοφορήσει.

Πίσω από το όνομα του βιβλιοπωλείου κρύβεται, όπως εξηγεί ο Σπύρος, η πεποίθηση πως ανάλογα με τις ικανότητες του αναγνώστη τα βιβλία έχουν και τη δική τους μοίρα. Έτσι και η μοίρα του δικού του εγχειρήματος. Όταν ξεκινούσε, ήταν, όπως μου λέει, αβέβαιη. Πωλητής βιβλίων σε όλη του τη ζωή, έμεινε άνεργος πριν αποφασίσει να κάνει το όνειρό του πράξη. Η πρόσοψη, που θυμίζει παριζιάνικο βιβλιοπωλείο, προσελκύει τόσο Πειραιώτες όσο και Αθηναίους που επιστρέφουν για ένα βιβλίο κάθε φορά που θα βρεθούν στη γειτονιά. «Εμένα αυτό με τιμά», λέει ο Σπύρος. «Είναι πολύ σημαντικό να σε ξέρει κάποιος από μια άλλη πόλη, χιλιόμετρα μακριά, να έχει στο μυαλό του πως, όταν βρεθεί εδώ, θα έρθει να σε επισκεφθεί». Ο στόχος δεν μπορεί να είναι μόνο το κέρδος. «Το βιβλιοπωλείο δεν θα σε κάνει πλούσιο», λέει χαρακτηριστικά.

Ένα στέκι στο κέντρο
Στο εσωτερικό του Μονόκλ, του βιβλιοπωλείου του Αντώνη Τσόκου, στην οδό Φειδίου 11, ξεχωρίζει μια ζωγραφιά του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα που κοιτάει όποιον μπαίνει για να ξεφυλλίσει κάποια από τις επιλεγμένες εκδόσεις που βρίσκονται στα ράφια. Έξω, στο τραπεζάκι μπροστά στο πεζοδρόμιο, συγκεντρώνονται θαμώνες που τα Σαββατοκύριακα συζητούν πίνοντας μια κερασμένη ρακή ή έναν καφέ, ή άλλοτε ακούν συγγραφείς και ομιλητές σε παρουσιάσεις βιβλίων. Πρόκειται για ένα πραγματικό στέκι, ένα βιβλιοπωλείο που έχει στηρίξει ιδιαίτερα την ποίηση και τις μικρές εκδόσεις, δημιουργώντας μια σχέση αμφίδρομη με τους ποιητές. Από το 2021, όταν και το άνοιξε (προϋπήρχε ένα ομώνυμο ηλεκτρονικό λογοτεχνικό περιοδικό), ο Aντώνης συγκεντρώνει βιβλία που «θα διάλεγε για τη βιβλιοθήκη του σπιτιού του», όπως λέει. «Η μεγαλύτερη χαρά είναι όταν ένας αναγνώστης θα ξανάρθει στο βιβλιοπωλείο και θα σου πει ότι το βιβλίο που του πρότεινες του άρεσε πολύ». Υποστηρίζει πως υπάρχουν μικροί εκδοτικοί οίκοι που κάνουν ό,τι μπορούν και στηρίζουν τόσο με εκδηλώσεις όσο και παρέχοντας με πίστωση και έκπτωση τα βιβλία τους. «Αυτό είναι πολύ σημαντικό, όπως και το ότι τα μικρά βιβλιοπωλεία επίσης στηρίζουν τους μικρούς εκδοτικούς οίκους και κατηγορίες όπως αυτήν της ποίησης ή του θεάτρου. Εάν κλείσουν τα μικρά βιβλιοπωλεία, θα υπάρχει θέμα στα βιβλία που δεν είναι τόσο εμπορικά», λέει, υποστηρίζοντας παράλληλα πως υπάρχουν μεγάλοι εκδοτικοί που θα έπρεπε να στηρίζουν τα μικρά βιβλιοπωλεία, αλλά δεν το κάνουν.

«Τα τέσσερα χρόνια που είμαι στο βιβλιοπωλείο, έχω αφήσει την προσωπική μου ζωή», καταλήγει. Δουλεύει από τις οκτώ το πρωί έως τις εννιά το βράδυ, ενώ σε μέρες εκδηλώσεων θα τύχει να φύγει και στις δύο τα ξημερώματα. Αναγνωρίζει τον ρομαντισμό πίσω από τη συνθήκη του μικρού, ανεξάρτητου βιβλιοπωλείου. «Κι εγώ έτσι το ξεκίνησα, αλλά πρέπει να σκεφτόμαστε ότι είναι και επιχείρηση, πρέπει να πληρωθούν λογαριασμοί, το ενοίκιο», λέει. «Το σημαντικότερο όμως είναι ότι κάθε πρωί έρχομαι κι ανοίγω το βιβλιοπωλείο και είμαι πάρα πολύ χαρούμενος. Σε καμία άλλη δουλειά δεν θα χαιρόμουν που ξημερώνει Δευτέρα».
Βιβλιοκουβέντες με τους βιβλιοπώλες
Penny Lane: «Η Μποκανιέρα (εκδ. Πόλις) της Μισέλ Πεντινιελί είναι ένα νουάρ μυθιστόρημα όπου επιτέλους ο επιθεωρητής είναι γυναίκα. Βαρέθηκα να διαβάζω επιθεωρητές που είναι άντρες. Ένα άλλο καταπληκτικό βιβλίο είναι το Σπάνιο να σου τύχει καλός άνθρωπος (εκδ. Αντίποδες) της Ο’Κόννορ. Καταπληκτικό βιβλίο, με υπέροχη μετάφραση».
Zatopek: Το Μικρά πράγματα σαν κι αυτά (εκδ. Μεταίχμιο) της Κλερ Κίγκαν είναι ένα βιβλίο που πήγε και εξακολουθεί να πηγαίνει πάρα πολύ καλά. Το Για την εξαφάνιση των τελετουργιών (εκδ. Όπερα) του Μπιουνγκ Τσουλ Χαν και η Κρίση της αφήγησης του ίδιου είναι βιβλία που μου έχουν κάνει εντύπωση.
Booking Hill: Ένα βιβλίο που δώσαμε πρόσφατα και μου φάνηκε παράξενο ήταν όταν ένας μικρός, εννιά χρονών, μου ζήτησε την έκδοση ενηλίκων από τον Κήπο του προφήτη (εκδ. Ψυχογιός) του Χαλίλ Γκιμπράν. Του είχαν ήδη κάνει δώρο την παιδική και του είχε αρέσει. Αγαπήθηκε πολύ ο Ιππόκαμπος (εκδ. Καστανιώτη) του Αντώνη Μυλωνάκη, όπως και το Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους (εκδ. Μεταίχμιο) του Μίνου Ευσταθιάδη.
Μονόκλ: Από βιβλία ποίησης και σύγχρονων Ελλήνων ποιητών προτείνω ένα βιβλίο που βραβεύτηκε πριν από λίγες εβδομάδες από τα Βραβεία του Αναγνώστη, το Αγρός αίματος (εκδ. Μωβ Σκίουρος) του Γιώργου Χ. Ζαχαρόπουλου και τη Μόρα (εκδ. Ενύπνιο) της Βίκυς Κατσαρού. Χαίρομαι να τα προτείνω στους αναγνώστες, γιατί επιστρέφουν και είναι χαρούμενοι που τα διάβασαν.
Fata Libelli: Διάβασα πρόσφατα και μου άρεσαν ο Λοιμός (εκδ. Ποταμός) του Ανδρέα Φραγκιά, η Καρτεσιανή σονάτα (εκδ. Gutenberg) του Γουίλιαμς Γκας και το Σπάνιο να σου τύχει καλός άνθρωπος της Ο’Κόννορ.
Koukoubook: Μου αρέσουν πάρα πολύ τα βιβλία των εκδόσεων Carnivora. Έίναι όλα ένα κι ένα. Ξεχωρίζω το Η Έλενα ξέρει της Κλαούντια Πινέιρο. Επίσης τα Η άλωση των Αθηνών από τις αδερφές Γαργάρα (εκδ. Διόπτρα) του Γιάννη Ξανθούλη, τα Τεφτέρια (εκδ. Θεμέλιο) του Μανόλη Χατζηπαναγιώτου. Από παιδικά το Ο θησαυρός του Ζορζ (εκδ. Μάρτης) και από τα παλιά Το εργαστήριο της πεταλούδας (εκδ. Νεφέλη) της Μπέλι Γιοκόντα.

