Η στιγμή που ο ΛΕΞ είδε το πλήθος

Μια μαρτυρία από τη σαββατιάτικη συναυλία του δημοφιλούς ράπερ στο ΟΑΚΑ και κάποιες σκόρπιες σκέψεις

5' 48" χρόνος ανάγνωσης

Υπήρχε μια στιγμή το περασμένο Σάββατο στο ΟΑΚΑ, όπου ο ΛΕΞ απλώς στεκόταν και χαμογελούσε. Δίπλα του η Χαρούλα Αλεξίου. Μπροστά του δεκάδες χιλιάδες παιδιά να χειροκροτάνε, o μπλε ουρανός της Αθήνας φωτεινός και ο ΛΕΞ χαρούμενος, συγκινημένος, αλλά και λίγο αμήχανος – σαν παιδί που του τραγουδάνε το happy birthday. Κάποτε ο Σαββόπουλος είχε περιγράψει ως «το απόλυτο κενό» τη συναυλία του στο Ολυμπιακό στάδιο. Δε νομίζω πως ο ΛΕΞ βίωσε κάτι τέτοιο. Αρκετός κόσμος, πάντως, παραπονέθηκε ότι δεν ήταν ιδιαίτερα επικοινωνιακός, ότι δεν είπε τίποτα για την Παλαιστίνη (τη δεύτερη μέρα ανέβηκαν στη σκηνή ακτιβιστές του March to Gaza), ότι τα προηγούμενα λάιβ του είχαν μια πιο αυθεντική μελαγχολία, ότι το πράγμα ξεχείλωσε κάπως με τόσο κόσμο. Mα εγώ για τον κόσμο πήγα! Όπως έγραψε κάποιος, στα λάιβ του ΛΕΞ πηγαίνεις για να δεις το πλήθος που πηγαίνει στα λάιβ του ΛΕΞ.

Ας μην κοροϊδευόμαστε: Οι περισσότεροι που κάνουν λόγο για «φαινόμενο ΛΕΞ» δεν αναφέρονται σε ποιοτικά χαρακτηριστικά αλλά σε ποσοτικά. Τι προκάλεσε το φαινόμενο αυτό; Πολλά πράγματα μαζί: Η μεγάλη απήχηση του χιπ χοπ, η σχετική πτώση/κόπωση καλλιτεχνών που παραδοσιακά συγκέντρωναν μεγάλα πλήθη σε συναυλίες (βλ. Θανάσης και Βασίλης Παπακωνσταντίνου), η ακεραιότητα του Θεσσαλονικιού ράπερ, η συνειδητή απόσταση από τα σόσιαλ μίντια και τα μίντια γενικώς. Α ναι, γράφει και καλούς στίχους. Με τη σοβαρότητα και το ταλέντο του, έκανε χιλιάδες νέους ανθρώπους μέσα στα χρόνια να τον αισθάνονται «δικό τους». Και ειδικά σε επίπεδο ζωντανών εμφανίσεων, αισθάνονται την ανάγκη να γίνουν μέρος ενός κοινωνικού γεγονότος, πάνω και πέρα από τη μουσική.

Αυτά σκεφτόμουν το Σάββατο, στη μεγαλύτερη αθηναϊκή συναυλία του ΛΕΞ ως τώρα, την πιο μαζική, που λέγεται ότι συγκέντρωσε 60.000 κόσμου. Το ντεκόρ με το βενζινάδικο, τα μηχανάκια και τα δορυφορικά πιάτα, ταιριαστό με την αστική ποίηση του θεσσαλονικιού ράπερ, έθεσε τις βάσεις. Οι σταθεροί συνεργάτες του, Dof και Squeezy, έστρωσαν το χαλί για να πατήσουν οι στίχοι. Οι χορευτές (ναι, είχε και τέτοιους) συνέβαλαν στο θέαμα χωρίς σαχλαμάρες και περιττές φιγούρες. Το βασικό θέαμα, άλλωστε, ήταν τα παιδιά με τα καπνογόνα, τα κινητά, τις φωνές αλλά και, σε ορισμένες φάσεις, μια παράξενη ησυχία και απάθεια, για την οποία κανένας δε θα γράψει. 

Ο ΛΕΞ είπε το πρώτο κομμάτι, τις 3000 στροφές, από τον χώρο του backstage. Παράλληλα τον βλέπαμε στις οθόνες, σαν ποδοσφαιριστή στη φυσούνα λίγο πριν βγει στον αγωνιστικό χώρο. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι έβαλε γκολ από τα αποδυτήρια. Ακολούθησαν όλα τα hits, το Vittorio, η Μουσική για τσόγλανους, η Χειρότερη γενιά και άλλα πολλά από το πρόσφατο άλμπουμ με τίτλο Γ.Τ.Κ.. Και βέβαια αρκετοί guests, όπως ο Σαντάμ, ο Ηγεμόνας και η Χαρούλα Αλεξίου («κυρία Χαρά»), στην οποία το playback έδεσε κάπως άτσαλα με την όποια λάιβ ερμηνεία. 

Είναι γεγονός ότι οι πολυάριθμοι γκεστ και το μέγεθος του πλήθους δεν βοήθησαν στο να γίνει ο κόσμος ένα. Κάποια παιδιά δίπλα μου έλεγαν πως στη Νέα Σμύρνη, πριν 3 χρόνια, ήταν καλύτερα. Ήδη νοσταλγούσαν. 

Από την άλλη, εγώ νιώθω ότι ο ΛΕΞ έδωσε το καλύτερο που είχε. Ταπεινός και αληθινός, ήρεμος μέσα στη χαρά του, πήγαινε από τη μια άκρη της σκηνής στην άλλη με αργά βήματα. Σε κάποια σημεία, παρατηρώντας την έκφραση του προσώπου του στην οθόνη, ένιωσα ότι θα προτιμούσε να βλέπει ταινία Τρίτη βράδυ στο Βακούρα, παρά να ραπάρει. Δε με ένοιαξε καθόλου, τον ένιωθα φίλο μου. Ύστερα συγκεντρωνόμουν στους στίχους του, που συνήθως έλεγαν κάτι βαρύγδουπο όπως: «Night City, παιδιά χωρίς σπίτι/ συμμορίες, πολυεθνικές κι εμφυτεύματα στη μύτη». Ή «Μέσα στα σπίτια χωρίς ρεύμα που μωρά μπουσουλάνε/ ό,τι σταυρό κι αν κουβαλάμε, όλοι κάτι αγαπάμε». 

Μιλάει για τη ζωή μας;

Είμαστε ειλικρινείς όταν λέμε ότι ο ΛΕΞ «μιλάει για τη ζωή μας»; Ζούμε όντως μέσα στην αδικία, τις κόντρες με την αστυνομία και τους φίλους που χάνονται από ναρκωτικά; Εγώ πάντως όχι. Ούτε καν ο ίδιος ο ΛΕΞ δεν ανήκει στο περιθώριο για το οποίο μιλάει (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δε μπορεί και να το εκφράσει). Τα παιδιά που αναπαράγουν στίχους του στο Ίνσταγκραμ, όλο πίκρα και αγανάκτηση, μπορεί απλά να ζητάνε likes. Ή να το κάνουν «για την κουλτούρα». 

Με επιφύλαξη ακούω και τους γονείς τους, όταν λένε πως μέσα από τον ΛΕΞ «αφουγκράζονται τη νεολαία». Σε πρόσφατο άρθρο σχετικό με το γρήγορο sold out του ΟΑΚΑ, η συγγραφέας Σοφία Νικολαΐδου λέει πως ένιωσε «σχεδόν υποχρεωμένη» να μελετήσει τη σημερινή ραπ σκηνή, από τη στιγμή που αποφάσισε να γράψει το βιβλίο Δικά μας παιδιά, ένα μυθιστόρημα για τους σημερινούς νέους. Ας σκεφτούμε με πόσες αστοχίες, πόσα λάθη και παρανοήσεις αντιλαμβάνονται οι γονείς μας τα δικά μας ακούσματα – και ίσως έτσι καταλάβουμε πόσο μάταιο είναι να μελετάμε τα ακούσματα των παιδιών.

Για να γυρίσω στο ΟΑΚΑ, υπήρξαν στιγμές που βαρέθηκα και άλλες πάλι που συγκινήθηκα, όπως όταν μια ομάδα λευκοντυμένων παιδιών, ηλικίας Δημοτικού, ανέβηκε στη σκηνή για το χορωδιακό μέρος του τραγουδιού Αλήτικη αγάπη. Ο ΛΕΞ κάθισε στο πλάι και μας κοιτούσε να τραγουδάμε και να χειροκροτάμε, όχι τόσο εκείνον, αλλά αυτό που συνέβαινε: Μια σοβαρή, ενωτική, καλλιτεχνική άρτια χειρονομία, από ένα μουσικό είδος που επί δεκαετίες θεωρείτο «αλήτικο» και πλέον τραγουδιέται από λευκοντυμένα παιδάκια σε χορωδία στο ΟΑΚΑ. Ήταν η στιγμή που ο ΛΕΞ είδε το πλήθος μπροστά του και κατάλαβε τι είχε συμβεί. 

Κατάθλιψη 

Τελικά, τι σημαίνει ο φετινός συναυλιακός θρίαμβος του ΛΕΞ; Είναι κάτι παραπάνω από μια προσωπική νίκη; «Οι μεγάλες συναυλίες του Γιώργου Νταλάρα και του Διονύση Σαββόπουλου τη δεκαετία του 1980 στο ΟΑΚΑ αποτέλεσαν τομή», γράφει ο Βασίλης Βαμβακάς στην Καθημερινή, «γιατί έβαλαν ένα τέλος στη σύνδεση της μουσικής συναυλίας με την πολιτική στράτευση της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου. Η συναυλία ενός Έλληνα μουσικού έπειτα από τόσα χρόνια στο ίδιο γήπεδο ίσως σηματοδοτήσει κάτι νέο, ίσως την ιδεολογική αχρωματοψία της συλλογικής κατάθλιψης που ο ίδιος επαγγέλλεται και απαγγέλλει». 

Και εδώ βέβαια γεννιέται ένα ερώτημα: Η «κατάθλιψη» αυτή είναι αληθινή «πάθηση» ή εκφραστική ευκολία και μανιέρα; «Προσωπικά τα πράγματα πάνε πολύ καλά για να βγαίνει τόση μαυρίλα από μέσα μου μουσικά», έλεγε ο συμπαραγωγός του ΛΕΞ, Dof Twogee, σε πρόσφατη συνέντευξη στον Κώστα Μανιάτη. Πριν λίγους μήνες, ο ίδιος ο ΛΕΞ έκανε σχολιασμό  στην τηλεοπτική μετάδοση του Ρεάλ-Μπαρτσελόνα. Ήταν ετοιμόλογος, ατακαδόρος και (το λέω ψιθυριστά) χαρούμενος. Γιατί η τέχνη του προκύπτει τόσο λυπημένη;

Εντάξει, αντιλαμβάνομαι ότι το είδος έχει τις συμβάσεις του. Το να λέμε ότι δε μας αρέσει το χιπ χοπ επειδή έχει παράπονο και οργή, είναι σα να κατηγορούμε τα καψουροτράγουδα επειδή εξιδανικεύουν τον έρωτα. Ακόμα και έτσι, προσωπικά περιμένω από τον πιο χαρισματικό Έλληνα ράπερ της γενιάς του κάτι παραπάνω από τα κλισέ. Η φαντασία, η έκπληξη, το χιούμορ, η πολυχρωμία, στοιχεία που υπάρχουν σε αφθονία, για παράδειγμα, στον παλιό καλό Κάνιε Γουέστ, θα έφερναν κάτι νέο την τέχνη του και στις ζωές μας. Φοβάται μη χάσει τους fans; Mα κάτι μέσα μου λέει ότι είναι ο πρώτος που αισθάνεται άβολα με όλον αυτόν τον πανικό και την υπερβολή γύρω από το όνομά του. Ο δε στίχος του «η νίκη του ενός ποτέ δε θα ‘ναι αρκετή», που ακούστηκε στο τέλος του λάιβ, με βεβαιώνει ότι ξέρει καλά πού πατάει, ξέρει για τι παλεύει, ξέρει πώς βλέπει την επιτυχία του και τον κόσμο ολόκληρο. 

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT