Τι συμβαίνει με τη βιώσιμη ανάπτυξη;

H αλλαγή πολιτικής και παραδείγματος στις ΗΠΑ, η επόμενη μέρα για τις επενδύσεις ESG και οι εξελίξεις στην Ελλάδα

10' 34" χρόνος ανάγνωσης

Οι προκλήσεις ήταν ούτως ή άλλως πολλές για τη διάδοση της έννοιας της βιώσιμης ανάπτυξης: να πειστούν οι εκατοντάδες χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα για την αναγκαιότητα υιοθέτησης των σχετικών πολιτικών, να βρεθούν οι απαιτούμενοι πόροι για τη χάραξη και την υλοποίηση της στρατηγικής, να κρατηθούν οι εταιρείες μακριά από το δέλεαρ του green washing και του όποιου εύκολου και γρήγορου κέρδους θα μπορούσε αυτό να φέρει, αλλά και να χρηματοδοτηθούν οι απαιτούμενες επενδύσεις. Κι ήρθε το 2025 να τις κάνει αυτές τις προκλήσεις ακόμη μεγαλύτερες. Θα επισημανθεί η φετινή χρονιά στο χρονικό της ιστορίας της βιώσιμης ανάπτυξης, και ας μη γνωρίζουμε ακόμη τι μας ξημερώνει μέχρι το τέλος της. 

Η αλλαγή πολιτικής στις Ηνωμένες Πολιτείες με τους δασμούς και το «drill baby drill» αποτελεί καμπή. Θα γενικευτεί και θα επικρατήσει ο σκεπτικισμός γύρω από την αναγκαιότητα υλοποίησης των ESG επενδύσεων (δηλαδή επενδύσεων για την προστασία του περιβάλλοντος, την υγιή συνύπαρξη της επιχειρηματικότητας με τις ανάγκες της κοινωνίας και φυσικά τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων) ή θα έρθει το επόμενο χτύπημα της κλιματικής κρίσης για να μας θυμίσει πόσο κρίσιμο είναι να αποφευχθεί η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη και να συμμαζευτούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα; 

Τι συμβαίνει με τη βιώσιμη ανάπτυξη;-1

Πολλές και αλυσιδωτές οι εξελίξεις μετά τις εκλογές στις ΗΠΑ:

Η «ψήφος εμπιστοσύνης» της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ στα ορυκτά καύσιμα και οι σχέσεις της Κίνας με τη Δύση επηρεάζουν την ενεργειακή πολιτική και τις επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Η Ευρώπη δέχεται πιέσεις σε πολλά μέτωπα: να υπερασπιστεί την Ουκρανία, να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες, να απαντήσει στην επιβολή δασμών από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Είναι πιθανό να οδηγήσει αυτό σε καθυστέρηση ή και «απλοποίηση» των πολιτικών ESG και των σχετικών νομοθεσιών που επιδιώκεται να εφαρμοστούν από όλες τις χώρες-μέλη; Είναι.

H αλλαγή των όρων λειτουργίας του παγκόσμιου εμπορίου είναι λογικό να επηρεάζει και τις προτεραιότητες στο επιχειρείν. Μπορεί η άμεση προσαρμογή στα νέα δεδομένα να φέρει σε δεύτερη μοίρα τη χάραξη των πολιτικών βιώσιμης ανάπτυξης; Μπορεί, είναι η απάντηση. Θα γίνει; Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει ούτε την έκταση ούτε την ένταση.

Τι συμβαίνει με τη βιώσιμη ανάπτυξη;-2

Σε αυτό το διεθνές περιβάλλον, η ελληνική αγορά προσπαθεί να κάνει τα επόμενα βήματα προς τα εμπρός. Οι ετήσιες έρευνες αποτυπώνουν βελτίωση στο κομμάτι της αναγνώρισης της σημαντικότητας εννοιών όπως η βιώσιμη ανάπτυξη και η εταιρική υπευθυνότητα, αλλά όχι πολύ μεγάλη πρόοδο στην υιοθέτηση των απαιτούμενων πολιτικών. Φταίει γι’ αυτό και η διάρθρωση του ελληνικού επιχειρείν, το οποίο χαρακτηρίζεται από πολύ μεγάλο αριθμό μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και εξαιρετικά μικρό αριθμό μεγάλων επιχειρήσεων; Είναι μια σημαντική παράμετρος διαρθρωτικού χαρακτήρα. Η δομή του ελληνικού επιχειρείν δεν θα αλλάξει από τη μία στιγμή στην άλλη, και αυτό θα αποτυπωθεί σε πολλά πεδία: οι πολιτικές βιώσιμης ανάπτυξης είναι ένα από αυτά.

Πολιτικές ESG στις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις

Είναι απαραίτητη λοιπόν η διάκριση ανάμεσα στις μεγάλες και τις μικρές επιχειρήσεις προκειμένου να καταγραφεί η πρόοδος που συντελείται από χρονιά σε χρονιά. Τον ρυθμό υιοθέτησης των πολιτικών ESG στις μεγάλες επιχειρήσεις κατέγραψε η ICAP CRIF με την ετήσια έρευνα βιώσιμης ανάπτυξης και ESG που πραγματοποιήθηκε στο πρώτο δίμηνο της φετινής χρονιάς. Το δείγμα –περίπου 345 επιχειρήσεις– αντλήθηκε από τον πληθυσμό των 3.000 μεγαλύτερων επιχειρήσεων της χώρας όπως αυτές κατατάσσονται με κριτήριο τον αριθμό των εργαζομένων. Ο σκοπός ήταν να αποτυπωθεί η αντίληψη των ελληνικών επιχειρήσεων για τη σημαντικότητα της βιώσιμης ανάπτυξης σε εταιρικό και εθνικό επίπεδο, να προσδιοριστεί και να αξιολογηθεί ο βαθμός υιοθέτησης των ESG πρακτικών, να κατανεμηθεί το ετήσιο κόστος των δράσεων που υλοποιούνται προς αυτή την κατεύθυνση. «Οι ελληνικές επιχειρήσεις αναγνωρίζουν τη σημαντικότητα της βιώσιμης ανάπτυξης αξιολογώντας τη με σκορ 8,4 στα 10. Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικά περιθώρια βελτίωσης, αφού ο βαθμός υιοθέτησης των πρακτικών ESG από τις ίδιες τις επιχειρήσεις του δείγματος κυμάνθηκε σε μέτρια επίπεδα (σκορ: 5,7 στα 10) και ο αντίστοιχος βαθμός για το σύνολο των ελληνικών επιχειρήσεων σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα (4,4 στα 10), καταδεικνύοντας σημαντική απόκλιση», επισημαίνει ο Νικήτας Κωνσταντέλλος, επικεφαλής του ομίλου ICAP CRIF, και συμπληρώνει: «Η πρόκληση για τα επόμενα έτη καθίσταται μεγαλύτερη για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Για τον λόγο αυτόν κρίνεται απαραίτητη η ενημέρωση αυτών, αλλά και γενικότερα του κοινωνικού συνόλου, η εκπαίδευση των στελεχών των επιχειρήσεων, η προσαρμογή στο νέο απαιτητικό θεσμικό πλαίσιο και η παροχή κινήτρων από πλευράς της πολιτείας που θα ενθαρρύνουν ολοένα και περισσότερες εταιρείες στην υιοθέτηση δράσεων ESG».

Ποια είναι τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας;

Το 70% των εταιρειών που συμμετείχαν αξιολόγησε χαμηλά τον βαθμό ενσωμάτωσης του ESG στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας. Το ποσοστό των εταιρειών που επέλεξε την αντίστοιχη χαμηλή αξιολόγηση, όσον αφορά τον βαθμό υιοθέτησης πρακτικών ESG από την ίδια την εταιρεία τους, περιορίζεται στο 40%, καταδεικνύοντας σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης του ESG. Η συμπεριφορά των εταιρειών σε όλους τους τομείς της οικονομίας είναι καίριας σημασίας τόσο για την ανάπτυξή τους όσο και για την επιτυχή μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 (Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία) και την επίτευξη των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών, συμπεριλαμβανομένων των στόχων για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το περιβάλλον.

Τι συμβαίνει με τη βιώσιμη ανάπτυξη;-3

Τα υψηλότερα κονδύλια και το 2024 κατευθύνθηκαν σε περιβαλλοντικές δράσεις (40%). Ακολούθησαν οι κοινωνικές δράσεις (34%) και οι ενέργειες που αφορούν την εταιρική διακυβέρνηση (26%). Καθώς εντείνεται συνεχώς η ανησυχία και ο δημόσιος διάλογος για την κλιματική αλλαγή, οι δαπάνες για το περιβάλλον παραμένουν σταθερά πρώτες τα τελευταία έτη. Ωστόσο, συγκριτικά με τα αποτελέσματα της αντίστοιχης περσινής έρευνας προκύπτει ότι η εταιρική διακυβέρνηση «κέρδισε έδαφος» το 2024 σε σχέση με το 2023 (μερίδιο της τάξεως του 24%), με τις επιχειρήσεις να εστιάζουν στην αλλαγή και στον εκσυγχρονισμό του τρόπου διακυβέρνησής τους με όρους βιωσιμότητας.

Τα υψηλότερα κονδύλια κατευθύνθηκαν σε περιβαλλοντικές δράσεις (40%). Ακολούθησαν οι κοινωνικές δράσεις (34%) και οι ενέργειες που αφορούν την εταιρική διακυβέρνηση (26%). 

Το 45% των εταιρειών δεν δημοσιεύει κανένα στοιχείο σχετικά με τις πρακτικές ESG που εφαρμόζει. Το 16% των συμμετεχόντων εκδίδει Έκθεση Βιώσιμης Ανάπτυξης (κυρίως μεγάλου μεγέθους εταιρείες, εισηγμένες στο ΧΑ). Την Ετήσια Οικονομική Έκθεση επιλέγει το 14% των επιχειρήσεων, ενώ την ιστοσελίδα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προτιμά το 12% και 9% αντίστοιχα του δείγματος.

 Διερευνώντας το ύψος των κονδυλίων που δαπανούν οι επιχειρήσεις για δράσεις ESG, προκύπτει ότι η συντριπτική πλειονότητα αυτών (87%) δαπανά έως 200.000 ευρώ. Το 5% των εταιρειών δαπανά από 200.000 έως 500.000 ευρώ και το 4% από 500.000 έως 1.000.000 ευρώ. Από ένα έως πέντε εκατομμύρια ευρώ επένδυσαν σε δράσεις ESG το 4% των εταιρειών του δείγματος, ενώ πάνω από πέντε εκατομμύρια ευρώ έδωσε μόλις το 1%. Από την επεξεργασία των απαντήσεων των συμμετεχόντων προκύπτει άμεση συσχέτιση του συνολικού κύκλου εργασιών τους με τα ποσά που δαπανούν για τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Η βιώσιμη ανάπτυξη στην πράξη

Οι πολιτικές βιώσιμης ανάπτυξης δεν είναι θεωρία, αλλά πράξη. Ποιες επιλέγουν οι εταιρείες στους τρεις βασικούς πυλώνες, το περιβάλλον (το E του ESG), την Κοινωνία (το S) και την εταιρική διακυβέρνηση (το G); Τα στοιχεία προέρχονται από την έρευνα της ICAP CRIF.

Τι συμβαίνει με τη βιώσιμη ανάπτυξη;-4

Περιβάλλον: Το 69% των εταιρειών του δείγματος έχει ως προτεραιότητα την αποτελεσματική διαχείριση του χαρτιού και των στερεών αποβλήτων (διαχωρισμός ανά κατηγορία υλικού ανακύκλωσης κ.λπ.) σε μεγάλο βαθμό («πολύ» ή «πάρα πολύ»). Ακολουθεί η ενίσχυση της περιβαλλοντικής συνείδησης του προσωπικού, καταλαμβάνοντας μερίδιο 63%. Σημαντικά μερίδια (62%) αποσπούν η υιοθέτηση συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης σύμφωνα με εθνικά/διεθνή πρότυπα και η εφαρμογή εσωτερικών προγραμμάτων ανακύκλωσης. Η χρήση συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης επιλέχθηκε (45%) ως η πρώτη δράση που έχει υιοθετηθεί σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό. Αξιόλογα μερίδια καταλαμβάνουν οι δράσεις για την αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας των κτιρίων (57%) και τα φιλικά προς το περιβάλλον εταιρικά οχήματα (ηλεκτρικά, υβριδικά, με 48%). Η αξιολόγηση των ενεργειακών επιδόσεων σε σχέση με συγκεκριμένους μεσοπρόθεσμους περιβαλλοντικούς στόχους που έχει θέσει η ίδια η εταιρεία για τη μείωση του ενεργειακού της αποτυπώματος υιοθετείται από το 48%. Τέλος, η χρήση ενέργειας προερχόμενη από ανανεώσιμες πηγές (π.χ. φωτοβολταϊκά) αποσπά μερίδιο 40%. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ποσοστιαίες διαφορές μεταξύ των διαφόρων περιβαλλοντικών δράσεων μειώθηκαν συγκριτικά με τα αντίστοιχα ποσοστά των προηγούμενων ετών.

Κοινωνία. Αναγνωρίζοντας τον κοινωνικό αντίκτυπο της λειτουργίας τους, το 86% των εταιρειών του δείγματος δήλωσε ότι παρέχει ίσες ευκαιρίες σε όλους τους εργαζομένους σε «πολύ» ή «πάρα πολύ» μεγάλο βαθμό. Το 68% των επιχειρήσεων αξιολογεί σε ετήσια βάση την επίδοση του ανθρώπινου δυναμικού και παρέχει δυνατότητες εκπαίδευσης, επιμόρφωσης και ανάπτυξης των δεξιοτήτων του προσωπικού, ενώ το 65% παρέχει πρόσθετη ιατροφαρμακευτική κάλυψη των εργαζομένων. Η ανταπόκριση σε έκτακτες καταστάσεις, όπως οι φυσικές καταστροφές από πυρκαγιές, πλημμύρες κ.λπ. ακολουθεί, αποσπώντας μερίδιο 55%. Αξιόλογο ποσοστό (52%) καταλαμβάνει και η υποστήριξη καλλιτεχνικών, αθλητικών και πολιτισμικών εκδηλώσεων. Τέλος, ο εθελοντισμός των εργαζομένων/συμμετοχή σε πρωτοβουλίες βιώσιμης ανάπτυξης (π.χ. αιμοδοσία, καθαρισμοί περιοχών, δενδροφύτευση, κ.λπ.) και οι δράσεις/πρωτοβουλίες για την ενίσχυση ΜΚΟ υιοθετούνται από το 37% και το 28% αντίστοιχα των εταιρειών του δείγματος.

Εταιρική διακυβέρνηση. Η εταιρική διακυβέρνηση αφορά το σύνολο των αρχών που υιοθετεί μια εταιρεία προκειμένου να διασφαλίσει την απόδοσή της, τα συμφέροντα των μετόχων της και όλων των ενδιαφερομένων μερών (stakeholders). Στο πλαίσιο αυτό, το 83% των εταιρειών δήλωσαν ως «πολύ» και «πάρα πολύ» σημαντική τη μισθολογική ισότητα ανδρών και γυναικών. Ακολούθησε, αποσπώντας 77%, η εφαρμογή δράσεων/πρωτοβουλιών με στόχο την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (π.χ. GDPR – Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων). Έπονται η συμμόρφωση με τις ισχύουσες πρακτικές Επιχειρηματικής Ηθικής (76%) και η ενσωμάτωση των τεχνολογιών cloud για την αποθήκευση και τη χρήση δεδομένων (π.χ. αντικατάσταση έντυπου αρχείου με ψηφιακές βάσεις δεδομένων – 71%). Η συνεχής επικοινωνία και ο διάλογος με όλα τα ενδιαφερόμενα μέλη (stakeholders, κ.λπ.) με σκοπό τη βελτίωση της λειτουργίας της εταιρείας, των προϊόντων και υπηρεσιών της με θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία, στο περιβάλλον και στην οικονομία επιλέχθηκε από το 59%, ενώ η εκπροσώπηση γυναικών στο διοικητικό συμβούλιο από το 57%. Έπονται η συμμόρφωση με το ισχύον Κανονιστικό Πλαίσιο, διεθνείς βέλτιστες πρακτικές και πρότυπα για τη βιώσιμη ανάπτυξη (πρότυπα GRI, κ.ά.), που υιοθετούνται από το 47% των εταιρειών του δείγματος, και η συμπερίληψη ΑμεΑ και ευπαθών κοινωνικών ομάδων από το 44%. Τέλος, το 43% των συμμετεχόντων χαρακτήρισε ως πολύ και πάρα πολύ σημαντική την εισαγωγή κοινωνικών και περιβαλλοντικών κριτηρίων στις διαδικασίες επιλογής συνεργατών και προμηθευτών.

Αφορά η βιώσιμη ανάπτυξη τις ελληνικές ΜμΕ;

Τις αφορά, αλλά είτε δεν το γνωρίζουν ακόμη είτε δεν θεωρούν ότι ένα νέο μοντέλο λειτουργίας προσαρμοσμένο στις ανάγκες της βιώσιμης ανάπτυξης τις αφορά άμεσα. Ο Νίκος Αυλώνας, πρόεδρος του Κέντρου Αειφορίας, απαριθμεί έξι λόγους για τους οποίους οι ελληνικές ΜμΕ συνεχίζουν να διστάζουν να την ενσωματώσουν στις λειτουργίες τους. «Ουσιαστικά δεν αντιλαμβάνονται την υποχρεωτικότητα της εφαρμογής της και ότι δεν υπάρχει μέλλον χωρίς την εφαρμογή βασικών πρακτικών, όπως για παράδειγμα η χρήση φιλικών υλικών προς το περιβάλλον, η ανακύκλωση, η μέτρηση και μείωση του ανθρακικού αποτυπώματός τους, η κοινωνική συνεισφορά και η ανάπτυξη των εργαζομένων τους». Οι έξι λόγοι, σύμφωνα με τον κ. Αυλώνα, είναι οι εξής:

Τι συμβαίνει με τη βιώσιμη ανάπτυξη;-5

1. Ελλειψη ενημέρωσης και κατάρτισης. Πολλές ΜμΕ αγνοούν τι πραγματικά σημαίνει βιώσιμη ανάπτυξη και πώς αυτή μπορεί να εφαρμοστεί στις δραστηριότητές τους, παρότι υπάρχουν οργανωμένα προγράμματα επιμόρφωσης που μεταφέρουν την έννοια και τις πρακτικές με απλό και εφαρμόσιμο τρόπο εδώ και χρόνια. 

2, Περιορισμένοι οικονομικοί πόροι. Η έλλειψη πρόσβασης σε χρηματοδοτικά εργαλεία και η αντίληψη ότι απαιτούνται υψηλές επενδύσεις για τη βιωσιμότητα αποθαρρύνουν τις ΜμΕ. Πολλές λειτουργούν οριακά και βλέπουν τη βιώσιμη μετάβαση ως «πολυτέλεια» και όχι ως εργαλείο επιβίωσής τους, όπως και θα έπρεπε. 

3. Η βιωσιμότητα και η κερδοφορία. Για πολλούς, η βιωσιμότητα δεν φαίνεται να σχετίζεται με την κερδοφορία, παρά τις εκατοντάδες έρευνες που το αναδεικνύουν, εφόσον φυσικά το επιχειρηματικό μοντέλο τους είναι λειτουργικό. Υπάρχει επιπρόσθετα η εντύπωση ότι αφορά μόνο τις πολυεθνικές ή είναι θέμα «εικόνας» και όχι ουσίας. 

4. Πολυπλοκότητα και γραφειοκρατία. Η γραφειοκρατική φύση της ελληνικής πραγματικότητας και οι πολύπλοκες απαιτήσεις συμμόρφωσης σε κάποιες περιπτώσεις με πρότυπα βιωσιμότητας ή και νομοθεσίες αποτρέπουν πολλές ΜμΕ από το να κάνουν την αρχή. Η αλήθεια όμως είναι ότι υπάρχουν πρότυπα για ΜμΕ επιχειρήσεις που δεν απαιτούν μεγάλο κόπο και χρόνο για εναρμόνιση. 

5. Ελλειψη εξωτερικής πίεσης. Η πλειονότητα των ΜμΕ δεν συμμετέχουν ακόμα σε διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού. Ούτε οι πελάτες ούτε οι συνεργάτες τις πιέζουν συστηματικά για πρακτικές βιωσιμότητας και μόλις φέτος οι τράπεζες ξεκίνησαν να ζητούν ESG κριτήρια για τη χρηματοδότησή τους. Ουσιαστικά, εάν δεν συμμορφωθούν, θα υπάρχει δυσκολία στη μελλοντική χρηματοδότησή τους 
ή επιβάρυνση. 

6. Παραδοσιακή κουλτούρα διοίκησης. Η κουλτούρα πολλών μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων είναι συντηρητική και αντιστέκεται σε εσωτερικές αλλαγές όπως η ενσωμάτωση των πρακτικών βιώσιμης ανάπτυξης. 

«Η ευκαιρία δεν πρέπει να χαθεί πριν να είναι αργά. Η βιωσιμότητα δεν είναι απλώς ευθύνη, είναι ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και η εφαρμογή βασικών πρακτικών της είναι πλέον υποχρεωτική για όλους τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω. Οι ΜμΕ που θα προχωρήσουν, θα έχουν πρόσβαση σε νέες αγορές, χαμηλότερο κόστος χρηματοδότησης και υψηλότερη εμπιστοσύνη από καταναλωτές. Δεν μπορούμε να έχουμε βιώσιμη οικονομία χωρίς να εμπλέξουμε και τις μικρότερες επιχειρήσεις, που αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής επιχειρηματικότητας», καταλήγει ο κ. Αυλώνας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT