«Ξεκίνησα να βλέπω διαδικτυακό πορνό στα 13 μου. Για πάρα πολλά χρόνια πίστευα ότι, για να είναι ωραίο το σεξ, πρέπει να είναι βίαιο ή κυριαρχικό, κάτι που σχετίζεται σίγουρα με τις πρώτες εικόνες και τα ερεθίσματά μου. Μεγαλώνοντας, με τη βοήθεια της ψυχοθεραπείας, άρχισα να καταλαβαίνω πως ένα κομμάτι της πεποίθησής μου ίσως είναι “φορετό”», λέει η Μαριάννα, 27 ετών.
Όπως και οι περισσότεροι νέοι της ηλικίας της, αλλά και μεγαλύτεροι, η Μαριάννα ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το σεξ μέσω του διαδικτύου. Τότε ήταν ανήλικη και αρκούσε ένα κλικ για να αποκτήσει πρόσβαση σε μια τεράστια γκάμα πορνογραφικού υλικού παντός γούστου, όπως συμβαίνει και σήμερα. Και όχι μόνο η Μαριάννα. Σύμφωνα με την έρευνα της Common Sense Media, της μεγαλύτερης ΜΚΟ που ασχολείται με τα μίντια και την τεχνολογία, το 73% των εφήβων, δηλαδή τρεις στους τέσσερις, έχουν παρακολουθήσει πορνογραφικές σκηνές στην ηλικία των 13-17. Περισσότεροι από τους μισούς το έχουν κάνει πριν από τα 13 τους. «Σκοντάφτουν πάνω τους, συνήθως χωρίς καμία γνώση των γονέων ή κάποια άδεια», σχολιάζει στο «Κ» ο Τζέιμς Στέιερ, ιδρυτής και επικεφαλής του οργανισμού, νιώθοντας την ανάγκη να με ενημερώσει πως τα λόγια του δεν αποτελούν μέρος κάποιου συντηρητικού παραληρήματος. «Είναι ξεκάθαρο πως το διαδικτυακό πορνό έχει διαμορφώσει σε σημαντικό βαθμό τις αντιλήψεις των εφήβων για το σεξ και έχει επηρεάσει τις σεξουαλικές εμπειρίες τους στην αληθινή ζωή». Στην Αγγλία, στις αρχές του 2023, ο κρατικός επίτροπος δημοσίευσε μια μεγάλη έρευνα για την πορνογραφία και τα παιδιά. Τα μισά από τα 12χρονα και το 9% των 9χρονων είχαν δει πορνογραφικό περιεχόμενο και ένα τρίτο των νεαρών ενηλίκων ή των μεγαλύτερων παιδιών ανέφεραν ότι αναζητούσαν σκόπιμα βίαιο πορνογραφικό περιεχόμενο.
Οι πολιτικές που δρομολογούνται στη Δύση το τελευταίο διάστημα μαρτυρούν μια ξαφνική συνειδητοποίηση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδιάζει να αντιμετωπίσει το ζήτημα με ένα ψηφιακό πορτοφόλι που προγραμματίζεται να τεθεί σε λειτουργία το 2026. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, έως τον Ιούλιο, όλες οι ιστοσελίδες που περιέχουν πορνογραφικό υλικό, συμπεριλαμβανομένων των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης, πρέπει να εφαρμόσουν αυστηρές μεθόδους επαλήθευσης ηλικίας, όπως η απαίτηση φωτογραφικής ταυτότητας. Η Γαλλία και η Ισπανία έχουν επίσης λάβει δράση. Στην τελευταία, οι χρήστες θα πρέπει σύντομα να χρησιμοποιούν μια εφαρμογή που καταγράφει τα διαπιστευτήρια της εθνικής ταυτότητας, προκειμένου να αποδεικνύουν ότι είναι τουλάχιστον 18 ετών. Το ίδιο συμβαίνει και στην άλλη μεριά του Ατλαντικού. Οκτώ πολιτείες των ΗΠΑ έχουν περάσει την τελευταία διετία νόμους επαλήθευσης ηλικίας, με αποτέλεσμα ορισμένες πλατφόρμες πορνογραφικού υλικού να μπλοκάρουν εντελώς την πρόσβαση των κατοίκων αυτών των πολιτειών.
Αυτοεκτίμηση και τραυματισμοί
Όταν η Τζο Μόργκαν κλήθηκε να διδάξει σεξουαλική αγωγή σε μαθητές 11 έως 18 ετών σε σχολεία της Βρετανίας, συνειδητοποίησε ότι ο οδηγός διδασκαλίας που είχε στη διάθεσή της ήταν κάτι παραπάνω από παρωχημένος και γεμάτος στερεότυπα. Σήμερα, μέσω της συμβουλευτικής εταιρείας Engendering Change, παρέχει εκπαίδευση σε επιχειρήσεις, σχολεία και δασκάλους πάνω στη σεξουαλική αγωγή. «Ανησυχώ ιδιαίτερα για το γεγονός ότι οι έφηβοι βλέπουν συχνά το σεξ στο πορνό ως το πραγματικό σεξ και το αντιγράφουν. Πολύ από το περιεχόμενο που βλέπουν είναι κακό. Είναι επώδυνο για τα σώματα των γυναικών, εξευτελιστικό, βίαιο και κανονικοποιείται», λέει και αναφέρει ότι έχουν αυξηθεί τα περιστατικά τραυματισμού κοριτσιών λόγω πειραμάτων, π.χ., στο πρωκτικό σεξ ή στο «στραγγάλισμα», κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης. «Τα αγόρια πιστεύουν ότι είναι φυσιολογικό να το κάνουν στα κορίτσια και τα κορίτσια αποδέχονται ότι έτσι είναι», λέει. «Αντί να απολαύσουν την ελευθερία και την επιθυμία τους, οι νέοι απλώς προσπαθούν να αποδώσουν σαν πορνοστάρ».

Η Μόργκαν θέτει επίσης το ζήτημα της χαμηλής αυτοεκτίμησης· από το άγχος για τις τέλειες αποδόσεις στην πραγματική σεξουαλική ζωή μέχρι την απουσία έλξης στις πραγματικές σεξουαλικές σχέσεις. «Μπορεί τα αγόρια να μην έχουν το ίδιο επίπεδο οπτικής διέγερσης και να μη διεγείρονται με τον ίδιο τρόπο όπως όταν βλέπουν το βίντεο», λέει, ενώ αναφέρει πως η έλλειψη αυτοπεποίθησης των κοριτσιών συχνά έχει να κάνει με την αδυναμία τους να ανταποκριθούν σεξουαλικά στο πρότυπο των γυναικών πορνοστάρ. «Έχω μιλήσει με πολλά κορίτσια γι’ αυτό. Συχνά, γι’ αυτά, το σεξ στην πραγματική ζωή γίνεται παράσταση. Προσπαθούν να αποδίδουν σαν πορνοστάρ αντί να είναι παρούσες στη στιγμή».
Κακή εκπαίδευση
«Η πλειονότητα της πορνογραφίας, όπως κάθε κομμάτι της κουλτούρας στη Δύση, είναι πατριαρχική και εξακολουθεί να τείνει να ευνοεί την ευχαρίστηση των ανδρών. Αυτό που μας ανησυχεί πολύ είναι ότι πολλή από τη μέινστριμ πορνογραφία δείχνει τις γυναίκες να έχουν οργασμό μόνο μέσα από τη διείσδυση», σχολιάζει ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, Άλαν Μακί. Φέτος χαρακτηρίστηκε ως ο κορυφαίος ερευνητής σεξουαλικότητας της χώρας. Μελετά την επίδραση της πορνογραφίας για πάνω από 30 χρόνια. «Αν ρωτήσετε τους ετεροφυλόφιλους άνδρες αν είχαν οργασμό την τελευταία φορά που έκαναν σεξ, πάνω από το 95% θα απαντήσουν ναι. Εάν ρωτήσετε τις ετεροφυλόφιλες γυναίκες, είναι κάτω από τα δύο τρίτα. Αν ρωτήσετε τις ομοφυλόφιλες γυναίκες, είναι σχεδόν 100%. Άρα το πρόβλημα είναι οι ετεροφυλόφιλοι άνδρες», λέει. Είναι ενάντια στη δαιμονοποίηση της πορνογραφίας και πιστεύει πως οι ίδιες μορφές πανικού τείνουν να επιστρέφουν διαχρονικά. «Όταν ήμουν παιδί, ο πανικός υπήρχε γύρω από τα περιοδικά, έπειτα ήταν οι κασέτες VHS, μετά ήταν τα DVD, το διαδίκτυο, έπειτα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Υπάρχει λοιπόν αυτός ο συνεχής πανικός σχετικά με τους νέους που εκτίθενται σε σεξουαλικές αναπαραστάσεις», λέει, τονίζοντας πως το πρόβλημα με αυτή την προσέγγιση είναι ότι μας απομακρύνει από θεμελιώδη ζητήματα. Αφενός, από το να έχουμε μια ξεκάθαρη αντίληψη για το τι θεωρούμε υγιή σεξουαλικότητα και, αφετέρου, από το να βεβαιωθούμε ότι οι νέοι έχουν ολοκληρωμένη σεξουαλική αγωγή σε κάθε στάδιο της ζωής τους.
«Αντί να απολαύσουν την ελευθερία και την επιθυμία τους, οι νέοι προσπαθούν να αποδώσουν σαν πορνοστάρ», λέει η Τζο Μόργκαν, δημιουργός της συμβουλευτικής εταιρείας Engendering Change.
Σε ένα κείμενο στον Guardian ο Μακί σχολίασε πως η λέξη «υγιής» όσον αφορά τη σεξουαλικότητα είχε μια ηθική απόχρωση που χρησιμοποιούνταν για την «αστυνόμευση» συμπεριφορών κοινωνικά ευάλωτων ομάδων, όπως για παράδειγμα οι ομοφυλόφιλοι. Η ιδέα ότι το κάζουαλ (περιστασιακό) ή το κίνκι σεξ είναι κάτι κακό κυριαρχούσε στις προηγούμενες έρευνες για τις επιπτώσεις της πορνογραφίας. «Αυτό βασίζεται στην υπόθεση που υπήρχε ότι το ιδανικό είναι μια γεμάτη αφοσίωση, μονογαμική σχέση παντρεμένων ανθρώπων και ότι το σεξ μόνο εκφράζει την αγάπη και εξυπηρετεί την τεκνοποίηση», ανέφερε στο άρθρο.
«Το πρόβλημα είναι ότι η πορνογραφία καταλήγει να είναι η κύρια πηγή σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης για πολλούς ανθρώπους», μας λέει σήμερα, αναφέροντας κενά στη σχολική εκπαίδευση και στην ενδοοικογενειακή επικοινωνία. «Η πορνογραφία, όμως, δεν έχει σχεδιαστεί για να λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο. Έχει σχεδιαστεί για να είναι ψυχαγωγία». Η μεγαλύτερη ανησυχία για εκείνον έγκειται στο γεγονός ότι πολλές φορές ο κόσμος δεν βλέπει στο πορνό τις συναινετικές διαπραγματεύσεις που έχουν γίνει ανάμεσα στους πρωταγωνιστές. Υποστηρίζει πάντως πως η πορνογραφία βοηθά πολλούς ανθρώπους να εξερευνήσουν τα σεξουαλικά τους ενδιαφέροντα. «Το να ξέρεις τι θέλεις είναι το πρώτο βήμα για να μπορείς να το ζητήσεις», προσθέτει. «Δεν ανησυχώ τόσο για τις επιπτώσεις της πορνογραφίας. Ανησυχώ περισσότερο για το δημόσιο ντιμπέιτ σχετικά με αυτήν. Είχα πολλές συζητήσεις με νέους στρέιτ άνδρες στα 20 τους. Με ανησυχεί το γεγονός πως έχουν διδαχθεί ότι το να αυτοϊκανοποιούνται και να σκέφτονται εικόνες γυναικών είναι με κάποιον τρόπο μια μορφή βίας απέναντί τους. Δεν είναι. Δεν βλάπτει την ικανότητά σου να σχετιστείς μαζί τους και δεν είναι μια μορφή αντικειμενοποίησής τους».
«Το πρόβλημα είναι ότι η πορνογραφία καταλήγει να είναι η κύρια πηγή σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης για πολλούς ανθρώπους», λέει ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, Άλαν Μακί.
Κάποια παιδιά μάλιστα, όπως υποστήριξε στο The Atlantic η Έμιλι Ρόθμαν, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης στον τομέα δημόσιας υγείας, το πορνό μπορεί τόσο να τα εμπνεύσει όσο και να τα βοηθήσει. «Η αλήθεια είναι πως το πορνό είναι σαν το φαγητό», λέει. «Αρκετό από αυτό είναι αβλαβές, κάποιο είναι κακό και κάποιο είναι απλώς καλό. Οι νεότεροι άνθρωποι που είναι λεσβίες, γκέι, μπαϊσέξουαλ ή τρανστζέντερ και μεγαλώνουν σε μια μικρή πόλη χωρίς φίλους για να μπορούν να μοιραστούν τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό, ίσως βρουν στην πορνογραφία ένα παράθυρο όσον αφορά τη δική τους εμπειρία κι ένα μήνυμα πως τίποτα δεν πάει λάθος με τα αισθήματά τους».
«Προτιμούσα τον κόσμο της πορνογραφίας»
Ο Δημήτρης, 30 ετών, ήρθε κι αυτός για πρώτη φορά σε επαφή με πορνογραφικό περιεχόμενο τον πρώτο καιρό της εφηβείας του. Έβλεπε κάθε βράδυ πριν κοιμηθεί και ανακάλυπτε έναν καινούργιο κόσμο. «Μέχρι τότε, νόμιζα πως το σεξ είναι φιλιά και αγκαλιές. Με τους γονείς μου δεν μιλούσαμε ποτέ για σεξ. Η πρώτη συζήτηση έγινε στα 17 μου. Στο σχολείο δεν αναφερόταν τίποτα», θυμάται. Το συμπέρασμά του ήταν το εξής: «Πίστευα ότι για να κάνεις σεξ πρέπει να είσαι γυμνασμένος, γραμμωμένος – εγώ είχα παραπανίσια κιλά. Αργότερα είχα άγχος μήπως δεν μπορώ να αποδώσω, μήπως δεν είμαι όπως οι πορνοστάρ στις ταινίες, τους οποίους ένιωθα ότι έπρεπε να μιμηθώ. Στην πορεία κατάλαβα ότι τα πράγματα δεν ήταν έτσι». Παραδέχεται ότι μερικές φορές θα σκεφτεί κάποια πορνογραφική σκηνή ακόμη και κατά τη διάρκεια μιας σεξουαλικής συνεύρεσης. Αυτό τον προβληματίζει. «Πιστεύω πως αυτό δεν είναι υγιές, απλώς δεν μπορώ να χαρώ την πραγματική κατάσταση με κάποιο άλλο άτομο. Νομίζω πως είναι θέμα εμπειριών. Προτιμούσα τον κόσμο της πορνογραφίας από τον πραγματικό, γιατί ένιωθα ότι ήταν πιο ασφαλής, υπήρχε μια απόσταση», λέει.
«Η εφηβεία είναι μια περίοδος κατά την οποία οι άνθρωποι ακονίζουν τους μυς του σχετίζεσθαι, μαθαίνουν δηλαδή να σχετίζονται συστηματικά», αναφέρει ο Παναγιώτης Κορδούτης, καθηγητής του Τμήματος Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Υποστηρίζει πως στον ψηφιακό κόσμο οι άνθρωποι γνωρίζουν τη σύμβαση της θεατρικότητας, όμως οι άπειρες δυνατότητες που προσφέρει, όπως η επανάληψη των πορνογραφικών σκηνικών, δημιουργούν μια αίσθηση κανονικότητας. Οι χρήστες, αναφέρει, βλέπουν ανθρώπους που αλληλεπιδρούν σεξουαλικά με τρόπο αποσπασματικό, δηλαδή δεν εμπλέκονται πραγματικά με τον άλλον προσωπικά, δεν υπάρχει η γοητεία της αλληλεπίδρασης, η προσπάθεια του να κερδίσει κανείς τον άλλον, να γοητεύσει, ούτε η αγωνία της απόρριψης ούτε το άγχος της επίδοσης.

Ακόμη κι αυτό, το υπό κανονικές συνθήκες αρνητικό στοιχείο των σεξουαλικών σχέσεων, το άγχος, «μας κάνει περισσότερο ανθρώπους», λέει χαρακτηριστικά. «Τα στοιχεία αυτά μάς δίνουν ένα μέτρο ταπεινότητας σε σχέση με τους άλλους. Στην πορνογραφία οι χρήστες αλληλεπιδρούν με κάτι που είναι πλαστό, με αποτέλεσμα να μην εκπαιδεύονται πραγματικά στις διαπροσωπικές τους δεξιότητες». Όπως αναφέρει, όταν οι έφηβοι θα βγουν στην πραγματική σεξουαλική ζωή, θα αρχίσουν να ρωτάνε: «Γιατί εγώ δεν είμαι σαν τον ήρωα, σαν την ηρωίδα; Γιατί νιώθω αγωνία; Νιώθω άγχος, γιατί δεν έχω την ίδια επίδοση; Γιατί δεν εισπράττω την ίδια καθαρή, φαινομενική ικανοποίηση, απόλαυση; Γιατί νιώθω ανάμεικτα συναισθήματα; Έχω αναστολές, έχω φόβους, έχω τη διάθεση πολλές φορές να σταματήσω ή να απομακρυνθώ;». Η απάντηση, φυσικά, είναι ότι αυτό που ο χρήστης έχει θεωρήσει κανονικό απέχει πάρα πολύ από την πραγματικότητα. «Η σεξουαλική επαφή απαιτεί πραγματική εμπλοκή με τον άλλο άνθρωπο ως πρόσωπο, με ένα πραγματικό υποκείμενο που θα ανταποκριθεί, θα σου δείξει τι αισθάνεται, θα απομακρυνθεί αν το χρειαστεί, θα σε διακόψει, θα διαμαρτυρηθεί, θα ευχαριστηθεί ή όχι. Δεν θα είναι ένα αντικείμενο, ένα ενεργούμενο, ένα πλάσμα που χειρίζεσαι σαν σκεύος ηδονής, ένα καταναλωτικό προϊόν που παράγει κατά παραγγελία αυτό που θέλεις».
Στις περισσότερες πορνογραφικές παραγωγές, σε αυτή τη θέση βρίσκεται, όπως λέει ο κ. Κορδούτης, η γυναίκα. «Και εδώ θα βρούμε και τις εξηγήσεις για την εντεινόμενη κακοποιητική δραστηριότητα εις βάρος των γυναικών από άνδρες, όχι μόνο νεαρούς, αλλά ακόμη και εφηβικής ηλικίας. Δηλαδή, χρησιμοποιούν και γλώσσα και συμπεριφορά προσβλητική για τη γυναίκα, γιατί αυτό έχει κανονικοποιηθεί στο μυαλό τους».
Το άβολο μάθημα
Mια πρόσφατη έρευνα της Wall Street Journal αποκάλυψε ότι ψεύτικοι λογαριασμοί στο Instagram, από άτομα που είχαν δηλώσει ως ηλικία τα 13 έτη, εξετίθεντο τακτικά σε ήπιο πορνογραφικό περιεχόμενο από τους αλγόριθμους της πλατφόρμας. «Δημιουργοί περιεχομένου για ενήλικες άρχισαν να εμφανίζονται στη ροή μέσα σε μόλις τρία λεπτά», αναφέρει η Wall Street Journal. «Μετά από λιγότερο από 20 λεπτά παρακολούθησης, οι ροές των λογαριασμών κατακλύστηκαν από διαφημίσεις τέτοιων δημιουργών, μερικοί από τους οποίους πρόσφεραν γυμνές φωτογραφίες σε χρήστες που αλληλεπιδρούσαν με τις αναρτήσεις τους». Στην έρευνα του επιτρόπου των παιδιών στην Αγγλία αναφερόταν, όπως διαβάζουμε στον Guardian, ότι το Twitter ήταν η πλατφόρμα την οποία το μεγαλύτερο ποσοστό παιδιών και νέων (41%) ανέφεραν ως πηγή σεξουαλικού περιεχομένου, με τα πορνογραφικά σάιτ (37%) και το Instagram (33%) να ακολουθούν.
Η Μόργκαν υποστηρίζει πως, όσον αφορά τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση στα σχολεία, πολλές φορές αυτή γίνεται με τρόπο που είναι αμήχανος, άβολος και μπορεί στην πραγματικότητα να δημιουργήσει στα νέα άτομα αισθήματα ντροπής, ενοχής και φόβου. «Πρέπει να μην επιτρέπουμε να διδάσκουν την κανονικότητα οι ανταγωνιστικές πηγές του εμπορίου», σχολιάζει ο Παναγιώτης Κορδούτης. Οι προσπάθειες που έχουν γίνει για τη δημιουργία εγχειριδίων σεξουαλικής αγωγής για τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές σε διάφορες ηλικίες δεν είχαν, όπως υποστηρίζει, ούτε τα αναμενόμενα αποτελέσματα ούτε δημιούργησαν ένα ρεύμα αποδοχής και αναπαραγωγής μέσα στη σχολική κοινότητα. Η εισαγωγή του μαθήματος της σεξουαλικής αγωγής στις ελεύθερες ζώνες στο σχολείο έγινε με τη μορφή δραστηριότητας από τη δεκαετία του ’80 και του ’90, συνάντησε όμως αντιδράσεις από τους εκπαιδευτικούς, που δήλωναν άγνοια του σωστού τρόπου διδασκαλίας, αλλά και τη μήνι γονέων και εκκλησιαστικών παραγόντων, που ισχυρίζονταν ότι εξήρε την περιέργεια των παιδιών από πολύ νωρίς.
Πρόκειται άραγε να αποδώσει η μαζική κινητοποίηση των κρατών για τον έλεγχο της ηλικίας των χρηστών στους ιστότοπους πορνογραφικού περιεχομένου; «Δεν ξέρω αν θα είναι ποτέ εφικτό. Νομίζω ότι το διαδίκτυο έχει εξελιχθεί τόσο πολύ, που δεν μπορούμε πια να το ελέγξουμε», καταλήγει η Μόργκαν. «Θα προτιμούσα τα παιδιά να μην εκτίθενται στην πορνογραφία; Εκατό τοις εκατό, ναι. Αλλά η πραγματικότητα είναι ότι, ακόμα κι αν ένα παιδί έχει γονείς που δεν του επιτρέπουν να έχει κινητό τηλέφωνο ή αν εφαρμόζουν πολύ αυστηρούς γονικούς ελέγχους, αρκεί να πάει στο σχολείο και να δει κάτι στο κινητό ενός φίλου του. Έτσι, μέχρι να φτάσουμε σε ένα σημείο όπου τα παιδιά θα προστατεύονται πραγματικά, το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τα εκπαιδεύσουμε με ακριβή δεδομένα και δεξιότητες, ώστε να μπορούν να περιηγηθούν σε αυτόν τον χώρο και να κατανοήσουν τη διαφορά μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας».
«Δεν θα λειτουργήσει»
Ο δρ Γουίλουγκμπι είναι κοινωνικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Brigham Young και μελετά τις συνήθειες των εφήβων σχετικά με την πορνογραφία και τον αντίκτυπό τους στις σχέσεις. «Μπορείς να χώσεις το κεφάλι σου στην άμμο και να προσποιηθείς ότι η πορνογραφία δεν υπάρχει, να πεις ότι είναι κακιά και να προσεύχεσαι περισσότερο ή να χρησιμοποιείς τη γλώσσα που χρησιμοποιούμε για τους εθισμούς, αλλά πρέπει να έχεις μια ρεαλιστική κατανόηση αυτού που συμβαίνει», αναφέρει στους New York Times. Όπως λέει, πολλοί γονείς παλιότερα προσπαθούσαν να αγνοήσουν ή να απαγορεύσουν την πορνογραφία. Οι επιστήμονες όμως, όπως διαβάζουμε, λένε ότι είναι πλέον τόσο διαδεδομένη, σε σημείο που είναι αναγκαία μια πιο πρακτική προσέγγιση: να μιλήσουμε στους εφήβους για το περιεχόμενό της. Να διδαχθούν πως είναι μη ρεαλιστικό, παραπλανητικό όσον αφορά τις σεξουαλικές σχέσεις και, ως εκ τούτου, δυνητικά επιβλαβές. «Οι εποχές των γυμνών περιοδικών που άφηναν πολλά στη φαντασία έχουν περάσει. Αυτό ήταν σεξουαλικοποιημένο γυμνό», ανέφερε ο δρ Γουίλουγκμπι. «Πολλοί γονείς εξακολουθούν να νομίζουν ότι η πορνογραφία είναι το Playboy».
Ο Μακί πιστεύει πως ο ηλικιακός έλεγχος δεν θα δουλέψει. «Οι έφηβοι είναι πολύ καλύτεροι στο να παρακάμπτουν τους ηλικιακούς ελέγχους από τους γονείς τους. Ξέρουν ότι το μόνο που χρειάζονται είναι ένα VPN. Οπότε, αυτό το μέτρο δεν πρόκειται ποτέ να λειτουργήσει. Αλλά και, πέρα από αυτό, η συγκεκριμένη προσέγγιση είναι εντελώς λανθασμένη, γιατί ο τρόπος για να υποστηρίξουμε την υγιή σεξουαλική ανάπτυξη δεν είναι να περιορίσουμε την πληροφόρηση γύρω από το σεξ, αλλά να την εμπλουτίσουμε, ώστε οι άνθρωποι να ξέρουν πώς να τη διαχειριστούν». Όσον αφορά πάλι τους γονείς, τα πράγματα, όπως λέει, είναι αρκετά απλά. «Τη στιγμή που τα παιδιά σας αρχίζουν να κάνουν ερωτήσεις για το σεξ, κάτι που συνήθως συμβαίνει γύρω στα δύο τους χρόνια –όταν ρωτούν “Γιατί το σώμα μου είναι διαφορετικό;” ή “Από πού έρχονται τα μωρά;”– απαντάτε στην ερώτηση με γλώσσα κατάλληλη για την ηλικία τους, δείχνετε ξεκάθαρα ότι δεν ντρέπεστε, τα ενθαρρύνετε να κάνουν κι άλλες ερωτήσεις και μετά συνεχίζετε κανονικά τη ζωή σας. Και επαναλαμβάνετε αυτή τη διαδικασία για τα επόμενα 25 χρόνια».

