Πόση φύση αντέχουν οι πόλεις μας;

Με αφορμή το νέο του βιβλίο, «Αστική ζούγκλα», συζητάμε με τον διακεκριμένο ιστορικό Μπεν Γουίλσον για τη συνύπαρξη ανθρώπου και άγριας φύσης στα αστικά κέντρα

πόση-φύση-αντέχουν-οι-πόλεις-μας-563610034

Πριν από χρόνια, στη γειτονιά μας κατεδαφίστηκε μια μονοκατοικία. Στη θέση της υπήρχαν μόνο μπάζα. Όταν καθαρίστηκαν με τη σειρά τους, το οικόπεδο έμεινε άδειο, στο έδαφός του υπήρχε μόνο χώμα και τσιμέντο. Περικυκλωμένο από πολυκατοικίες νεότερης κατασκευής, έλεγες πως δεν υπήρξε ποτέ κτίριο στη θέση του, λες και κάποιος το έσβησε με μια μεγάλη γόμα. Καμιά κατασκευή δεν πήρε τη θέση του μέσα στους επόμενους μήνες, αλλά, προς έκπληξη των περιοίκων, στη θέση του κτιρίου δημιουργήθηκε μια πράσινη ζώνη. Φύτρωσε γρασίδι, εμφανίστηκαν ποώδη φυτά, όπως μαργαρίτες, και έκαναν την εμφάνισή τους έντομα και ζωύφια που βγήκαν στο πεζοδρόμιο και τρόμαξαν τους περαστικούς, οι οποίοι αποφεύγουν να περπατήσουν από εκείνη την πλευρά. 

Η εικόνα αυτού του οικοπέδου είναι ένα παράδειγμα του πώς η πόλη και η φύση είναι συνδεδεμένες με τρόπους που συνήθως παραβλέπουμε ή δεν μπορούμε να συνηθίσουμε. Δείτε, για παράδειγμα, τις μπουκαμβίλιες και τα αναρριχώμενα φυτά που «κατασπαράζουν» κτίρια σε χρήση ή και όχι, το γρασίδι που φυτρώνει στις πλάκες των πεζοδρομίων. Σε όλα αυτά τα ασυμμάζευτα και μη περιποιημένα μέρη, η φύση αποκτά τεράστια ελευθερία ανάπτυξης, βρίσκει πρόσφορο έδαφος να ξεμυτίσει και να γιγαντωθεί ανέμελα. Αδάμαστη και πάντα εφευρετική, η φύση είναι κομμάτι των οικοσυστημάτων των πόλεων, όσο περίπλοκη κι αν είναι η σχέση ανάμεσα σε εμάς, τους κατοίκους, και στο περιβάλλον που δημιουργήθηκε μέσα στις πόλεις και στον περίγυρό τους, όπως εμφανίζεται με τη μορφή των άγριων ζώων που ξεμυτίζουν στις παρυφές των πόλεων και δημιουργούν τρομολαγνικούς τίτλους στις ειδησεογραφικές ιστοσελίδες. 

Πόση φύση αντέχουν οι πόλεις μας;-1
Το φυσικό καταφύγιο Μάι Πο στα προάστια της Σενζέν στην Κίνα, ένας πράσινος πνεύμονας για 20 εκατομμύρια κατοίκους. (Φωτογραφία: Billy H.C. Kwok/The New York Times)

Στη διάρκεια της πανδημίας, όταν άρχισε να εντείνεται η συζήτηση περί κλιματικής κρίσης και κατάρρευσης της βιοποικιλότητας, ο Βρετανός ιστορικός και συγγραφέας Μπεν Γουίλσον αποφάσισε να εξερευνήσει αυτή την άγρια πλευρά των πόλεων και μέσω του βιβλίου του, Αστική ζούγκλα (εκδ. Διόπτρα), να προσεγγίσει μέσα από επιμέρους περιπτώσεις το πόσο οργανικό κομμάτι των πόλεων είναι η φύση, επανεξετάζοντας μάλιστα τον χώρο που καταλαμβάνουν οι πόλεις στο οικοσύστημα του πλανήτη μας.

Ένα νέο είδος πόλης

Η ιδέα για τη σύλληψή του προήλθε αμέσως μετά την ολοκλήρωση του διεθνούς μπεστ σέλερ Metropolis: Η ιστορία των πόλεων (εκδ. Διόπτρα), όπου ξεκίνησε να θέτει ερωτήματα στον εαυτό του γύρω από το μέλλον των πόλεων και για το πώς μοιάζει μια μοντέρνα πόλη. «Υπάρχει η ιδέα ότι οι πόλεις θα γίνουν πιο ψηφιακές, πλησιάζοντας σε μια σύλληψη επιστημονικής φαντασίας. Καθώς είχα περιηγηθεί σε διάφορες πόλεις που έχουν υπερσύγχρονα χαρακτηριστικά (Σαγκάη, Σιγκαπούρη) αλλά και άλλες που λειτουργούν πιο αναλογικά (Βερολίνο), παρατήρησα ότι ο τρόπος που οι πόλεις αλληλεπιδρούν με τη φύση είναι πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα της νεωτερικότητας απ’ ό,τι η αλληλεπίδραση με τις ψηφιακές τεχνολογίες», αναφέρει στο διαδικτυακό ραντεβού μας.  

Πόση φύση αντέχουν οι πόλεις μας;-2
Με σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, ο Μπεν Γουίλσον εξερεύνησε διεξοδικά την άγρια πλευρά των πόλεων.

Στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορικής βιβλιογραφίας που αναζήτησε, πρόσεξε ότι η φύση δεν ήταν κομμάτι της συζήτησης. Ακόμα και όταν γινόταν λόγος γι’ αυτήν, οριοθετούνταν στο πλαίσιο του πάρκου και όχι της άγριας φύσης, η οποία ενυπάρχει στη σύσταση και την ύπαρξη κάθε πόλης. Γι’ αυτό και στα πρώτα κεφάλαια ασχολείται εκτενώς με το φαινόμενο του rus in urbe – λατινικός όρος που περιγράφει την ψευδαίσθηση της υπαίθρου που προκύπτει από τη δημιουργία ενός κήπου ή ενός χώρου πρασίνου εντός της πόλης και συναντάται κυρίως στο Λονδίνο του 19ου αιώνα. Πολεοδόμοι και αρχιτέκτονες αντιλήφθηκαν τη βίαιη εξάπλωση της βρετανικής πρωτεύουσα, αλλά και τις ανάγκες των κατοίκων των κατώτερων τάξεων που «διψούσαν» για λίγο πράσινο, καθώς ήταν συνυφασμένο ως προνόμιο μόνο των αριστοκρατών, και ύστερα πρότειναν τη δημιουργία πράσινων σφηνών και κηπουπόλεων. Έτσι αναδύθηκε ένα νέο είδος πόλης στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, οι ανάγκες της οποίας ήταν στενά συνδεδεμένες με το περιβάλλον τους, με τους κατοίκους να συνάπτουν ένα είδος εταιρικής σχέσης μαζί του, όπως η αξιοποίηση των δασών για την παροχή οικοδομικών υλικών. Ωστόσο, η κλιματική αλλαγή ήταν απούσα από τη συζήτηση στη δημόσια σφαίρα.

«Πολύ λίγο πράσινο. Γιατί;»

Πλημμύρες, δηλητηριασμένος αέρας, υψηλές θερμοκρασίες είναι τα βασικά προβλήματα με τα οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι μέσα στον χρόνο. Όλα αυτά μπορεί και να μην υπήρχαν, αν οι μητροπόλεις αξιοποιούσαν τις ευκαιρίες να δημιουργήσουν με πλάνο μια πόλη με επίκεντρο τη φύση και να μη λησμονούσαν την εξάρτησή τους από την ενδοχώρα. Βέβαια, το εκάστοτε κράτος θεωρεί πως η απάντηση σε αυτά τα φαινόμενα δίνεται μέσα από κατασκευαστικά έργα, ωστόσο την επιβράδυνση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων την πιστώνεται η ίδια η φύση. «Είμαστε εκπαιδευμένοι να πιστεύουμε ότι πάντα θα μπορούμε να μηχανευόμαστε για να ξεφύγουμε από τα προβλήματα. Η μηχανική όμως που υπάρχει ήδη μέσα στη φύση, όπως η σκιά που παρέχουν τα δέντρα, η ικανότητα αναχαίτισης των ομβρίων μέσω των υγροτόπων και οι πράσινες στέγες, είναι πιο αποτελεσματική και κάνει τις πόλεις μας πιο ευχάριστες και πιο βιώσιμες. Είναι ωραίο να έχουμε την άγρια φύση στο κατώφλι μας», επισημαίνει.

Πόση φύση αντέχουν οι πόλεις μας;-3
Σε αυτό το δημοτικό σχολείο της Νανίνγκ στην Κίνα, οι μαθητές και οι δάσκαλοι μαθαίνουν πώς να καλλιεργούν λαχανικά στην οροφή του κτιρίου. (Φωτογραφία: , Costfoto/NurPhoto/ Getty Images/ Ideal Image)

Τον ρωτάω αν ξέρει πώς μοιάζει η Αθήνα στον χάρτη. Απαντάει πως την έχει επισκεφτεί παλιότερα. Τον παροτρύνω να ανοίξει το Google Maps και να ενεργοποιήσει τη λειτουργία του δορυφόρου. Μόλις βλέπει την Αθήνα από ψηλά, γουρλώνει τα μάτια. «Πολύ λίγο πράσινο. Γιατί;»

«Η μηχανική που υπάρχει ήδη μέσα στη φύση είναι πιο αποτελεσματική και κάνει τις πόλεις μας πιο ευχάριστες και πιο βιώσιμες. Είναι ωραίο το να έχουμε την άγρια φύση στο κατώφλι μας».

Με απλά λόγια τού εξηγώ για το μπάζωμα των ποταμών της Αθήνας, την έλλειψη σχεδιασμού στη δόμηση, την έντονη αστικοποίηση αλλά και τα καιρικά φαινόμενα που πλήττουν την Αττική, όπως οι καταστροφικές πλημμύρες και οι πυρκαγιές στα βουνά. Αστικοί πνεύμονες που μπορούν να βοηθήσουν την πόλη να πάρει ανάσα, του λέω, αλλά δυστυχώς κάθε χρόνο καταστρέφονται. 

Πόση φύση αντέχουν οι πόλεις μας;-4
Το Λονδίνο είναι μία από τις πρώτες μητροπόλεις που ενσάρκωσαν την ιδέα του rus in urbe, δηλαδή της υπαίθρου μέσα στην πόλη. (Φωτογραφία: Jeff Overs/ BBC/ Getty Images/ Ideal Image)

«Νομίζω όμως πως υπάρχει ελπίδα. Ξέρεις, μετά από μια πυρκαγιά υπάρχει ένα ριμπάουντ από τη φύση. Φυτά που είναι ειδικά στο να αντέχουν τις φωτιές ανακαταλαμβάνουν το έδαφος. Το αξιοσημείωτο είναι το πόσο γρήγορα η φύση επιστρέφει μετά από τέτοια γεγονότα ή μετά από βομβαρδισμούς, όπου τα κτίρια δεν χτίζονται τόσο εύκολα, όπως για παράδειγμα στο Βερολίνο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά τη σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή του και κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, εγκαταλείφθηκαν μεγάλες εκτάσεις γης, όπου οι άνθρωποι μπόρεσαν να δουν για πρώτη φορά τι είδους φυτά ανθίζουν σε αυτές. Και δεν ήταν η φύση που έμοιαζε με απομίμηση της υπαίθρου, αλλά ήταν μια πιο άγρια, πιο ζωτικής σημασίας, στην οποία έβρισκαν καταφύγιο είδη υπό εξαφάνιση. Και, ναι, οι πόλεις μπορεί να βρίσκονται σε διαφορετικά οικοσυστήματα, να έχουν τη δική τους τοπογραφία, αλλά αισθάνομαι πως κάθε πόλη, όπου και να βρίσκεται στον χάρτη, μπορεί να υποστηρίξει κάποια είδη χλωρίδας και πανίδας, τα οποία μπορούν να υποκαταστήσουν τα γκρίζα, τσιμεντένια κατασκευάσματα».

Πόση φύση αντέχουν οι πόλεις μας;-5
Το πράσινο είναι δεδομένο και στα κτίρια της Σιγκαπούρης. (Φωτογραφία: Pavel Tochinsky/Getty Images/ Ideal Image)

Ωστόσο, η καθημερινότητα στην Αθήνα δεν επιτρέπει τέτοιες συζητήσεις. Ο Γουίλσον επιμένει: «Γιατί υπάρχει τόσο τσιμέντο; Υπάρχει κάποιο κίνημα να κάνει την Αθήνα πιο πράσινη;». Του απαντώ πως κανονικά η πόλη χρειάζεται κατεδάφιση και επανασχεδιασμό, διότι, ακόμα και αν υπάρχει κάποιο κίνημα, οι πράσινες επεμβάσεις θα έχουν μακροπρόθεσμα αποτελέσματα και δεν θα μπορέσουν να βοηθήσουν περιβαλλοντικά την Αθήνα, αν δεν συνδυαστούν με καθημερινές πρακτικές, όπως η μείωση χρήσης ΙΧ και η ενθάρρυνση της ποδηλατικής κουλτούρας, ή με την καλλιέργεια μιας πράσινης προσέγγισης. «Ναι, νομίζω ότι δεν μπορούμε να μιλάμε με όρους μιας μεσογειακής πόλης, όπως η Βαρκελώνη. Είναι πολύ διαφορετική από την Αθήνα, ακόμα και τα κτίρια έχουν διαφορετικό στιλ. Για μένα, όμως, κάθε πόλη έχει χώρο για πράσινο. Θα έπρεπε να ισχύει το ίδιο και για την Αθήνα».

Αναρχία στο Κολοσσαίο

Στο πρώτο μισό του βιβλίου στέκομαι σε μια παράγραφο του τρίτου κεφαλαίου. «Για πολλούς ανθρώπους, η πόλη αντιπροσώπευε την αποξένωση της ανθρωπότητας από τη φύση. Η φύση άκμαζε στην πόλη με απίστευτη αφθονία· θεωρούνταν όμως ότι ήταν το λάθος είδος. Μισητή, παραγνωρισμένη, παραμελημένη, αυτή η πρασινάδα θεωρούνταν κάτι σαν ρύπανση». Ένα από τα αγαπημένα του παραδείγματα είναι η άγρια φύση του Κολοσσαίου. Στον Μεσαίωνα, αυτό το έμβλημα της πάλαι ποτέ ρωμαϊκής υπεροχής είχε καλυφθεί από 337 είδη φυτών: κάποια από αυτά εξωτικά, κάποια άλλα άγρια βότανα που τα αξιοποιούσαν οι χωρικοί των προαστίων. Τον 19ο αιώνα, το μνημείο απογυμνώθηκε από το πράσινο και παραμένει έτσι όπως το γνωρίζουμε.

Πόση φύση αντέχουν οι πόλεις μας;-6
Μονοπάτια στους βάλτους του πάρκου Μπεντζακίτι στην Μπανγκόκ. (Φωτογραφία: Lauren DeCicca/The New York Times)

Ακόμα και σήμερα υπάρχουν φορές που η φύση θεωρείται εχθρός, κάτι άναρχο, κάτι επικίνδυνο και ασυμβίβαστο με την εικόνα μιας σύγχρονης μητρόπολης. Παρομοίως και τα ζιζάνια, η εμφάνιση των οποίων μπορεί να πανικοβάλει τους περαστικούς και να δημιουργήσει συνειρμούς παραμέλησης. Αυτή η αναρχία, όμως, είναι η πιο καθαρή έκφραση του τρόπου της φύσης να συνυπάρξει με το αστικό οικοσύστημα. 

Γιατί όμως εχθρευόμαστε τη φύση; Υπάρχει κάποιος λόγος που οι άνθρωποι μισούν τη φύση; «Ιστορικά υπάρχει και είναι η απειλή της φύσης  προς τους ανθρώπους. Μία από αυτές ήταν τα ζώα και οι αστικοί μύθοι που τα συνόδευαν, όπως η μετάλλαξή τους και οι ασθένειες που μετέδιδαν, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τους αλιγάτορες στο αποχετευτικό σύστημα της Νέας Υόρκης. Η αναρχία της φύσης δημιουργεί συνειρμούς πως κάτι έχει πάει στραβά στις πόλεις. Οτιδήποτε είναι αυθόρμητο, είναι άσεμνο. Οτιδήποτε βρίσκεται υπό ανθρώπινο έλεγχο, είναι καλό. Βέβαια, μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν πολλά φυτά που προκαλούν ζημιές, κάποια ζώα φέρνουν όντως ασθένειες. Στο βάθος όλων, όμως, υπάρχει αυτό που λέμε αισθητική και το βρίσκουμε σε κάθε πόλη. Βλέπω τους ανθρώπους να φοβούνται το γρασίδι όταν ψηλώνει, το κόβουν αμέσως από τις ρίζες μόλις ξεπεράσει ένα ύψος, με τον φόβο τού τι θα πει η κοινότητα».

Μπάνιαν, πιπάλ και άλλα

Πόση φύση αντέχουν οι πόλεις μας;-7
Οι ρίζες και τα πελώρια κλαδιά του μπανιάν μεγαλώνουν ανεξέλεγκτα στο Χονγκ Κονγκ, προσφέροντας καταφύγιο από την υγρασία. (Φωτογραφία: Paul Hogwood/ Getty Images/ Ideal Image)

Βέβαια, στη Νέα Υόρκη κάποιοι σύγχρονοι Γαλάτες αδιαφορούν για το τι θα πει ο κόσμος. Φυτεύουν τα δικά τους οπωροκηπευτικά χρησιμοποιώντας κόπρανα για λίπασμα, μια κίνηση που θεωρείται ακτιβιστική απέναντι στο υψηλό κόστος της καθημερινότητας στο «Μεγάλο Μήλο» και εντελώς ξένη στους Νεοϋορκέζους. Οι πόλεις προβάλλουν το πράσινο και την αυτάρκεια, έστω και με ανορθόδοξες μεθόδους, ως ασπίδα σε μια ασφυκτική αστικοποίηση που επιδεινώνεται από την υπερθέρμανση του πλανήτη. Μέσα στην υγρή πόλη του Χονγκ Κονγκ, οι κάτοικοι βρίσκουν μια όαση δροσιάς στους δρόμους που περικυκλώνονται από δέντρα μπάνιαν, τα οποία έχουν βαθιές ρίζες στο απόκρημνο έδαφος. Το Νέο Δελχί καμαρώνει για τα δέντρα πιπάλ, δηλαδή της ιερής συκιάς που αποκαλείται «δέντρο του λαού». Το Άμστερνταμ αφήνει το πράσινο να θεριέψει στους δρόμους της πόλης, ενώ η Σιγκαπούρη ποντάρει στην τεχνολογία για να υποκαταστήσει το φυσικό περιβάλλον που χάνει. Αυτές οι οικολογικές στροφές δείχνουν μια κοινωνία που νιώθει πίεση, ίσως όχι μόνο από την ακρίβεια, αλλά και από μια οικολογική αβεβαιότητα. Μήπως όλα –από τα δέντρα έως τα περιττώματα– αποτελούν απαντήσεις σε έναν κοινό παγκόσμιο φόβο; Μήπως είναι τελικά όλα θέμα κλιματικής αλλαγής;

«Δεν νομίζω ότι έχει να κάνει με την κλιματική αλλαγή, ακόμα κι αν αποδειχθεί πως έχει να κάνει με αυτήν. Έχει να κάνει με τη θέληση των ανθρώπων για περισσότερο πράσινο, η οποία θα λειτουργήσει ευεργετικά και θα τους μάθει να ζουν αρμονικά με την φύση. Ωστόσο, θεωρώ πως ο κίνδυνος είναι το να είμαστε πάντα δέσμιοι των παλιών αντιλήψεων, αντί να σκεφτούμε πως οι πόλεις είναι ένα είδος πειραματικού πεδίου στο οποίο μπορούμε να είμαστε αρκετά ριζοσπαστικοί». 

Πόση φύση αντέχουν οι πόλεις μας;-8Ολοκληρώνοντας την ανάγνωση της Αστικής ζούγκλας, μέσα στα εντυπωσιακά παραδείγματα που αλλάζουν την εικόνα που είχα για τις πόλεις, σημειώνω πως ο τόνος του Γουίλσον δεν είναι τρομολαγνικός. Δεν προειδοποιεί για το μέλλον των πόλεων με όρους Αποκάλυψης. Αντίθετα, επιστρατεύει μια ευγενική γλώσσα με ήρεμο ύφος, σαν να μιλάει σε ένα κοινό διαφορετικών ηλικιών και καταβολών, ενώ, μέσω των ιστορικών γνώσεων και των μικροπραγμάτων, φαίνεται να έχει μεγαλύτερη επιρροή από ό,τι οι τρομολάγνοι. «Οι πόλεις μπορεί να είναι η απόλυτη κόλαση στη γη ή μπορεί να είναι υπέροχα μέρη ή μπορεί να είναι και τα δύο ταυτόχρονα, ή μπορεί να μετατραπούν πολύ γρήγορα από το ένα στο άλλο. Εναπόκειται στη δύναμή μας να κάνουμε το καλύτερο για όσα βρίσκονται έξω από την πόρτα μας».

Το βιβλίο του Μπεν Γουίλσον, Αστική ζούγκλα, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα σε μετάφραση Χριστόδουλου Λιθαρή.

Κεντρική εικόνα: Οι κατοικίες του Bosco Verticale. Το κατακόρυφο δάσος του Μιλάνου φιλοξενεί πάνω από 20.000 φυτά και 900 δέντρα. (Φωτογραφία: Michael Nguyen / NurPhoto / AFP)

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT