Όσοι παρακολούθησαν το βραβευμένο με Όσκαρ ντοκιμαντέρ της Πίπα Έρλιχ Ο δάσκαλός μου το χταπόδι (2020) δεν είδαν ποτέ ξανά με τα ίδια μάτια τα χταπόδια. Κάποιοι μάλιστα σταμάτησαν να τρώνε αυτό το ζώο εξαιτίας της ταινίας. Στο νέο της έργο, Παγκολίνος: Το ταξίδι του Κούλου, η Έρλιχ εστιάζει και πάλι σε ένα ζώο, το οποίο είναι εξίσου έξυπνο και χαριτωμένο, αλλά πολύ πιο σπάνιο από το χταπόδι, ελπίζοντας να ευαισθητοποιηθούμε ξανά. Ο παγκολίνος είναι ένα από τα ζώα που απειλούνται σοβαρά με εξαφάνιση, καθώς αποτελεί το πλέον διακινούμενο θηλαστικό στις παράνομες αγορές της Αφρικής και της Ασίας. Οι φολίδες του θεωρούνται ιδιαίτερα πολύτιμες, λόγω της χρήσης τους στην παραδοσιακή κινεζική ιατρική, γεγονός που τροφοδοτεί τη ραγδαία εξάπλωση του λαθρεμπορίου του. Στη Νότια Αφρική, ωστόσο, άνθρωποι και οργανώσεις αγωνίζονται καθημερινά για την προστασία αυτού του μοναδικού είδους. Το ντοκιμαντέρ παρακολουθεί την ιστορία ενός μικρού παγκολίνου που διασώζεται από τον Γκάρεθ, έναν νέο άνδρα, ο οποίος αφιερώνει τη ζωή του σε αυτή την αποστολή. Η ταινία προβλήθηκε στο 27ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης τον Μάρτιο και παίζεται στο Netflix από τις 21 Απριλίου. Αναζητήσαμε την Έλριχ και κάναμε μαζί της μια ωραία συζήτηση.
Οι περισσότεροι από εμάς πληροφορηθήκαμε την ύπαρξη των παγκολίνων στην έναρξη της πανδημίας του κορωνοϊού, όταν άρχισε να κυκλοφορεί η θεωρία ότι αυτό ήταν το ζώο-ξενιστής του ιού. Ωστόσο, εσείς δεν αναφέρεστε καθόλου σε αυτή την ιστορία.
Η αλήθεια είναι ότι το σκεφτήκαμε. Όταν γυρίζεις μια ταινία, δοκιμάζεις σαράντα διαφορετικές εκδοχές, και σίγουρα σε μία από αυτές ήταν εκεί και η συγκεκριμένη πληροφορία. Δεν τη συμπεριλάβαμε, γιατί δεν θέλαμε να αποσπαστεί η προσοχή από τον Κούλου. Ο στόχος μας ήταν να συνδεθεί το κοινό μαζί του όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Όσο προχωρούσε το μοντάζ, τόσο λιγότερο σημαντική φαινόταν αυτή η θεωρία, η οποία έως τώρα δεν έχει αποδειχθεί με κανέναν τρόπο.

Πώς αποφασίσατε να γυρίσετε ταινία για έναν παγκολίνο;
Ένας φίλος του Γκάρεθ άρχισε να μου στέλνει ξανά και ξανά μηνύματα. Εκείνη την εποχή δεν καταπιανόμουν με κάτι, καθώς προσπαθούσα να ξεκουραστώ από την προηγούμενη ταινία. Τελικά, μου έστειλε ένα βίντεο. Πάτησα το play, χωρίς να έχω πολλές προσδοκίες. Δεν μου είχε πει καν περί τίνος επρόκειτο. Γνώριζα κάποια πράγματα για τους παγκολίνους, ήξερα για παράδειγμα ότι είναι το πιο κυνηγημένο ζώο στον κόσμο, αλλά όχι πολλά άλλα. Άρχισα λοιπόν να βλέπω το υλικό και ένιωσα να ερωτεύομαι αυτό το ζώο μόνο και μόνο από την εικόνα του. Σκέφτηκα ότι ο άνθρωπος που το κινηματογραφούσε θα πρέπει να ήξερε πολύ καλά αυτά τα ζώα και να καταλάβαινε πώς σκέφτονται και πώς συμπεριφέρονται. Συνειδητοποίησα γρήγορα ότι υπήρχε ένα επίπεδο οικειότητας και πρόσβασης που ήταν πολύ ιδιαίτερο. Στη συνέχεια γνώρισα τον Γκάρεθ και αρχίσαμε να μιλάμε για διάφορες ιδέες. Τελικά, φτάσαμε στον Κουτζίμα, ο οποίος κατόπιν μετονομάστηκε και έγινε ο Κούλου.
Τόσο στον Δάσκαλό μου το χταπόδι όσο και στο Ταξίδι του Κούλου βλέπουμε άνδρες να συνδέονται με ζώα ενώ αντιμετωπίζουν κάποιο είδος υπαρξιακής κρίσης. Υπάρχει ένα μοτίβο εδώ, το έχετε αναλύσει;
Το έχω σκεφτεί και μάλλον δεν πρόκειται να το ξανακάνω. Αντικατοπτρίζει πιθανώς κάτι από τη δική μου ζωή, σχετικά με τη σύνδεσή μου με τον φυσικό κόσμο. Γι’ αυτό βρίσκω αυτές τις ιστορίες τόσο συναρπαστικές. Νιώθω μεγάλη συναισθηματική σύνδεση με ιστορίες ανθρώπων που βρίσκουν τον εαυτό τους μέσα από τη σχέση τους με τη φύση. Αυτό που με τράβηξε στον Γκάρεθ είναι ότι περνάει το 50% της ζωής του περιπλανώμενος στους θάμνους παρέα με αυτό το μικρό ζωάκι. Είναι το είδος του ανθρώπου που, ενώ του αρέσει να παίζει πόκερ, να οδηγεί μοτοσικλέτες και να βγάζει χρήματα, κάποια στιγμή τα παρατάει όλα αυτά για να κάνει το ταξίδι με αυτό το πολύ παράξενο ζωάκι. Αυτό σίγουρα με έθελξε.
Γέλασα πολύ και αιφνιδιάστηκα με τη στρατηγική της επιβίωσης του Κούλου να τρίβεται στις ακαθαρσίες των ρινόκερων ώστε να μην τον πλησιάζουν οι μεγάλοι θηρευτές. «Αυτό λέγεται νοημοσύνη», σκέφτηκα. Μου θύμισε κάποιες ανθρώπινες συμπεριφορές – ίσως κι εμείς καμιά φορά να χρειάζεται να κάνουμε κάτι που δεν μας αρέσει για να αντιμετωπίσουμε κάτι πιο δυνατό.
Νομίζω ότι και στα σκυλιά αρέσει να κυλιούνται σε αηδιαστικά πράγματα. Πιθανώς να τα καθοδηγεί το ίδιο ένστικτο. Θέλουν να μεταμφιεστούν, να μιμηθούν. Τα χταπόδια κάνουν μιμήσεις όλη την ώρα. Όντως, οι παγκολίνοι είναι πάρα πολύ έξυπνα, μικρά πλάσματα.
Η εξέλιξη του Γκάρεθ είναι, επίσης, πολύ ενδιαφέρουσα. Τον βλέπουμε να μαθαίνει τόσο πολλά πράγματα.
Και όχι μόνο για τον Κούλου, μαθαίνει για το περιβάλλον του. Όταν περνάς έξι με οκτώ ώρες την ημέρα ακολουθώντας έναν παγκολίνο, υποχρεωτικά περνάς έξι με οκτώ ώρες την ημέρα κοιτάζοντας μυρμήγκια και τερμίτες, προσπαθώντας να κατανοήσεις τι κάνουν και γιατί το κάνουν. Δεν νομίζω ότι ο Γκάρεθ νοιαζόταν ιδιαίτερα για τα μυρμήγκια προηγουμένως. Τώρα έχει βυθιστεί εντελώς σε αυτόν τον κόσμο. Τοποθετεί κάμερες για να τα παρακολουθεί. Μαθαίνει όλο και περισσότερα για το περίεργο σύμπαν τους.

Εσείς τι μάθατε από αυτό το ταξίδι, από την εμπειρία της δημιουργίας αυτής της ταινίας;
Έμαθα πάρα πολλά. Το Χταπόδι ήταν πολύ πιο προσωπική υπόθεση, γιατί μεγάλωσα κάνοντας καταδύσεις στο δάσος των φυκιών. Με τον Κούλου, βρέθηκα σε ένα περιβάλλον που δεν γνώριζα τόσο καλά. Δημιουργικά, ως σκηνοθέτις, έζησα μια πολύ διαφορετική εμπειρία. Ήταν πιο απαιτητική, αλλά και, κατά κάποιον τρόπο, πιο εύκολη, γιατί μπορούσα να παρατηρώ το θέμα μου από μικρή απόσταση. Έμαθα πάρα πολλά για τους παγκολίνους. Όταν τους βλέπεις από κοντά για πρώτη φορά, δεν μπορείς να πιστέψεις ότι είναι αληθινοί. Είναι τόσο παράξενα πλάσματα. Μοιάζει σαν να έχουν δημιουργηθεί από λογισμικό υπολογιστή. Και μετά, περνάς χρόνο με έναν από αυτούς. Παρατηρείς ότι δεν έχει εκφράσεις στο πρόσωπό του. Πώς τον κινηματογραφείς; Αρχίζεις να τον βλέπεις με άλλους τρόπους, και παρατηρείς την αποφασιστικότητα και τις προθέσεις του. Μπορεί να μην εκφράζεται με το πρόσωπό του, αλλά εκφράζεται με το σώμα και τις κινήσεις του.
«Έμαθα πάρα πολλά για τους παγκολίνους. Όταν τους βλέπεις από κοντά για πρώτη φορά, δεν μπορείς να πιστέψεις ότι είναι αληθινοί. Είναι τόσο παράξενα πλάσματα».
Κάθε φορά που πηγαίνω στον φυσικό κόσμο και ασχολούμαι με τα ζώα, φτάνω όλο και πιο κοντά στο συμπέρασμα ότι είναι πολύ πιο κοντά μας από ό,τι συνειδητοποιούμε. Κάθε πλάσμα, από ένα μυρμήγκι μέχρι έναν παγκόλινο και από ένα χταπόδι μέχρι έναν ελέφαντα, είναι μια πλήρης οντότητα που έχει τη δική της προσωπικότητα και τους δικούς της στόχους. Είναι συναρπαστικό να κάνεις μια ταινία για ένα χταπόδι και στη συνέχεια να κάνεις μια ταινία για έναν παγκολίνο, δύο πλάσματα που δεν θα μπορούσαν να είναι πιο διαφορετικά και να ζουν σε τόσο διαφορετικό περιβάλλον, και να ανακαλύπτεις ότι θέτεις διαρκώς τα ίδια ερωτήματα και ότι εξερευνάς τα ίδια θέματα. Νομίζω ότι αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχει αυτή η οικουμενικότητα μεταξύ όλων των μορφών ζωής.
Ποια είναι η στάση σας απέναντι στην τεχνητή νοημοσύνη; Θα φανταζόσασταν ποτέ ταινίες σαν τις δικές σας να δημιουργούνται από μοντέλα ΑΙ;
Δεν ξέρω. Είναι μια ερώτηση που με τρομάζει. Δεν έχω απάντηση. Μου αρέσει να πιστεύω πως οι άνθρωποι μπορούν ακόμη να ξεχωρίσουν πότε κάτι είναι αληθινό και πότε όχι. Μου αρέσει να πιστεύω ότι μπορούμε να νιώσουμε πότε ένα συναίσθημα είναι αυθεντικό. Ίσως κάποια στιγμή η τεχνητή νοημοσύνη να καταφέρει να φτιάχνει κάτι που να φαίνεται αληθινό. Αλλά το αν θα μπορέσει να έχει την ψυχή και την ουσία των ταινιών που μας συγκινούν, αυτό μου φαίνεται δύσκολο. Από την άλλη, δεν ξέρουμε τι είναι ικανός να κάνει ένας «μηχανικός νους» και πόσο περίπλοκος ή συναισθηματικός μπορεί να γίνει. Ζούμε σε έναν πολύ αβέβαιο κόσμο. Πιστεύω ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να γίνει ένα απίστευτα χρήσιμο εργαλείο σε κάποια πράγματα.
Προσωπικά νιώθω ευγνώμων που είχα την ευκαιρία να φτιάξω τις ταινίες μου με αυθεντικό και ρεαλιστικό τρόπο. Για μένα, το να δουλεύω με αληθινούς ανθρώπους, με αληθινά ζώα και με πραγματικά τοπία είναι πηγή έμπνευσης. Και αυτή η έμπνευση μεταφέρεται μετά στο μοντάζ, στη μουσική, σε όλα. Όλα ξεκινούν από το να βρίσκομαι εκεί, να είμαι παρούσα, μπροστά σε ένα μοναδικό πλάσμα, όπως ο παγκολίνος. Είναι κάτι μαγικό, σαν έναν ομφάλιο λώρο που καταλήγει να ρέει μέσα στο έργο σου. Δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά.

