«Εις τον επίλεκτον Αρχιτέκτονα και Λάτρην κάθε ωραίου τοπίου, κ. Γεώργιον Λάμπρου Αναγνωστόπουλον», έγραφε μία από τις τιμητικές πλακέτες που του απονεμήθηκαν όσο ήταν εν ζωή, το 1975. Ήταν μία από τις πολλές στιγμές αναγνώρισης, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, της δουλειάς ενός επιστήμονα ο οποίος, ακόμα και αν το όνομά του δεν έγινε ευρέως γνωστό εκτός του κλάδου του, με τη δράση του άλλαξε για πάντα τον χώρο της αρχιτεκτονικής τοπίου εντός των συνόρων και έδειξε πως κάποιες φορές η δράση ενός μόνο ατόμου αρκεί για να επηρεάσει γενιές και γενιές. «Ήταν ένας πρωτοπόρος, από αυτούς που προσπαθούν να ανοίξουν τον δρόμο ενώ οι συνθήκες δεν είναι ώριμες», λέει η Ελένη Μπενέκη, επιμελήτρια της πλούσιας έκδοσης για τη ζωή και το έργο του Γιώργος Λ. Αναγνωστόπουλος. Αρχιτεκτονική τοπίου (εκδ. Μέλισσα).

Ο Γιώργος Αναγνωστόπουλος (1927-2018) ήταν ο πρώτος αρχιτέκτονας τοπίου στην Ελλάδα, έχοντας πάρει το αντίστοιχο δίπλωμα το 1958 από πανεπιστήμιο της Μεγάλης Βρετανίας, όταν ακόμη δεν υπήρχε στη χώρα μας αντίστοιχο τμήμα σπουδών. Σε αυτόν οφείλεται το ότι σήμερα η αρχιτεκτονική τοπίου υφίσταται ως προπτυχιακό μάθημα και ξεχωριστός μεταπτυχιακός τίτλος σε Πολυτεχνεία της χώρας. Ο ίδιος φρόντισε να γίνει μέλος, μεταξύ άλλων διεθνών φορέων, της Διεθνούς Ομοσπονδίας Αρχιτεκτόνων Τοπίου και, αργότερα, να ιδρύσει τον αντίστοιχο Πανελλήνιο Σύλλογο, προσφέροντας για τη στέγασή του το προσωπικό του γραφείο και πιέζοντας συστηματικά για ακαδημαϊκή αναγνώριση και επιστημονική κατοχύρωση του επαγγέλματος στην Ελλάδα. Έργα του είναι η διαμόρφωση του χώρου πρασίνου στη χερσόνησο Μικρό Καβούρι (εικόνες της οποίας δημοσιεύτηκαν σε ελβετικό περιοδικό με το σχόλιο: «Τα ωραία τοπία που βλέπουμε στην Ελλάδα είναι έργα ανθρώπων»), η μαρίνα της Πάτρας, η περιαστική περιοχή της πόλης του Ρεθύμνου, ο κήπος της Γενναδείου Βιβλιοθήκης, δεκάδες μικρά ή μεγαλύτερα ιδιωτικά έργα.

Ήταν από τους πρώτους που μίλησε για βιωσιμότητα και αειφόρο ανάπτυξη και την εφάρμοσε στην πρακτική του πολύ πριν ο όρος γίνει επίκαιρος. «Είχε συλλάβει ως ανάγκη τη βιωσιμότητα, πρέσβευε ότι το ίδιο το τοπίο σε οδηγεί και, αν πας να αλλάξεις τη φυσιογνωμία του, π.χ. να βάλεις γκαζόν στην αττική γη, αντί να κοιτάς τα ιθαγενή φυτά, το έργο δεν θα είναι βιώσιμο», συμπληρώνει η κ. Μπενέκη, η οποία για τις ανάγκες της συγγραφής του βιβλίου διεξήγαγε επίμονη έρευνα στο λεπτομερές αρχείο του αρχιτέκτονα.

Εως το Ισλαμαμπάντ
Τι είναι η αρχιτεκτονική τοπίου; Είναι ο σχεδιασμός κάθε πράσινης υποδομής, από έργα μικρής κλίμακας (όπως οι ιδιωτικοί κήποι μιας κατοικίας και οι πράσινες νησίδες στις λεωφόρους) και μεσαίας κλίμακας (δημόσια πάρκα, αστικοί υπαίθριοι χώροι, ρέματα, περιβάλλοντες χώροι μεγάλων εγκαταστάσεων) μέχρι μεγάλης κλίμακας (τοπία υποδομών, όπως η Εγνατία Οδός, μητροπολιτικά πάρκα, αρχαιολογικοί χώροι, τοπία ιστορικού χαρακτήρα κ.ά.). Σήμερα, η συμπερίληψη αρχιτέκτονα τοπίου σε κάθε έργο σχεδιασμού δημόσιου χώρου θεωρείται δεδομένη, όμως, όταν ο Αναγνωστόπουλος γύρισε από τις σπουδές του στο εξωτερικό, η κατάσταση ήταν τελείως διαφορετική. Ήταν η εποχή που στην Ευρώπη η ανοικοδόμηση μετά τον πόλεμο δημιουργούσε νέες προκλήσεις για τη σχεδίαση των πόλεων – στην Ελλάδα, όμως, παρακολουθούσαμε άλλο έργο. Από τα πρώτα έργα που ανέλαβε ήταν μια μελέτη για το «παριλίσιο τοπίο», τη διαδρομή κατά μήκος του αρχαιολογικού χώρου των Στύλων του Ολυμπίου Διός, της Αγίας Φωτεινής και της Πύλης Αδριανού. Στο κέντρο σχεδιασμού του περιπάτου που ο ίδιος πρότεινε, ήταν η φύτευση ελληνικών δέντρων, που θα προσέφεραν στους επισκέπτες την πολύτιμη σκιά τους. Με την ίδια σχολαστικότητα που είχε πάντα, έβαλε ως όρο στη μελέτη τη δωρεάν επίβλεψη του έργου, όμως το υπουργείο δεν του απάντησε ποτέ. «Ήταν νέος, του είχε κακοφανεί η έλλειψη υποδοχής της επιστήμης του από επίσημους φορείς», λέει η κ. Μπενέκη.

Ίσως γι’ αυτό μερικά από τα πιο σημαντικά έργα του έγιναν στο εξωτερικό. Ανάμεσά τους, η διαμόρφωση του τοπίου του Ισλαμαμπάντ, της πρωτεύουσας του Πακιστάν, που σχεδίασε πολεοδομικά το γραφείο Δοξιάδη τη δεκαετία του ’60. Για λογαριασμό του γραφείου, ο Αναγνωστόπουλος ταξίδεψε και μελέτησε διεξοδικά την περιοχή, για να διαπιστώσει τα ιδιαίτερα στοιχεία του περιβάλλοντος και της χλωρίδας, προτείνοντας να διατηρηθούν τα υφιστάμενα ποτάμια και ξεροπόταμοι και να φυτευτούν οι όχθες τους πυκνά, ώστε να προστατευτεί η πόλη από τις πλημμύρες. Άλλα σημαντικά έργα του στο εξωτερικό ήταν η προστασία του τοπίου στον ιστορικό οικισμό της Oudja στο Μαρόκο, για λογαριασμό της UNESCO, η διαμόρφωση τοπίου σε ιδιωτική τεχνητή νησίδα απέναντι απ’ την Τζέντα στη Σαουδική Αραβία, η διαμόρφωση του τουριστικού τοπίου στη νεόδμητη πόλη Cité Founty στο Μαρόκο, ξανά σε συνεργασία με το γραφείο Δοξιάδη, όπου με τις προτάσεις του για φυτεύσεις αντιμετώπισε το ζήτημα των ισχυρών ανέμων της περιοχής.

Η μαγεία του ελληνικού τοπίου
Μπορεί κάποια από τα μεγαλύτερα έργα του να ήταν στο εξωτερικό, όμως ο ίδιος ήταν μεγάλος θαυμαστής του ελληνικού τοπίου. «Σκέφτομαι με συγκίνηση τον Δημήτρη Πικιώνη με την αξεπέραστη Παιδική Χαρά στη Φιλοθέη, τον Σπύρο Παπαλουκά με τα υπέροχα τοπία του από το Άγιον Όρος και τη Μυτιλήνη, τους σπουδαίους ποιητές και συγγραφείς μας, τον Παλαμά, τον Παπαδιαμάντη, τον Μυριβήλη, τον Σεφέρη, τον Ελύτη και άλλους που μίλησαν με τόσο αίσθημα για τη μαγεία του ελληνικού τοπίου», έλεγε ο ίδιος σε μια ομιλία. Από πολύ νωρίς, ήδη από τη δεκαετία του ’50, υπογράμμιζε την ανάγκη να σεβαστούμε το φυσικό περιβάλλον και να το προστατεύσουμε, καθώς η χώρα χτίζεται. Δυστυχώς, όσο περνούν οι δεκαετίες, φαίνεται πως οι προβλέψεις του ήταν καίριες.
«Το ελληνικό τοπίο είναι προνομιακό. Η χώρα διαθέτει ακόμα μεγάλο αριθμό φυσικών, ημιφυσικών ή και ανθρωπογενών τοπίων ιδιαίτερης πολιτιστικής, περιβαλλοντικής και οικονομικής σημασίας. […] Κατά τα τελευταία 30-40 χρόνια οι περιοχές αυτές υφίστανται σοβαρές πιέσεις, που συχνά οδηγούν στην περιβαλλοντική υποβάθμιση», παρατηρούσε το 1993, προσθέτοντας την αναγκαιότητα εθνικής στρατηγικής για προστασία και ανάπτυξη του τοπίου στην Ελλάδα. Ακόμα νωρίτερα, το 1972, είχε προειδοποιήσει και για την εξέλιξη της πρωτεύουσας: «Η Αθήνα εξελίχθηκε σε ένα πέλαγος από σπίτια και δρόμους, χωρίς πνεύμονες, χωρίς χαρακτήρα, χωρίς πολεοδομική οργάνωση, που πάσχει από έλλειψη επαφής με το φυσικό στοιχείο». Τα δημόσια έργα με τα οποία είχε καταπιαστεί στην Ελλάδα ήταν πολλά, αλλά θα μπορούσαν να είναι και περισσότερα. Ίσως τότε, αν ο σχεδιασμός του τοπίου στη χώρα μας είχε ακολουθήσει τις αρχές ενός επιστήμονα ταγμένου στην εξασφάλιση της ποιότητας της ζωής των κατοίκων και της αρμονικής συνύπαρξης με το περιβάλλον, να ήταν το ελληνικό τοπίο ακόμη πιο μαγικό, όσο του άξιζε.
*Η έκδοση Γιώργος Λ. Αναγνωστόπουλος. Αρχιτεκτονική τοπίου κυκλοφορεί με επιμέλεια της Ελένης Μπενέκη από τις εκδόσεις Μέλισσα.

