Στο Spotify παίζει αδιάκοπα το Hare Krishna, το πνευματικό μάντρα του Τζορτζ Χάρισον, από το πολυσυλλεκτικό άλμπουμ The Radha Krisna Temple που ηχογραφήθηκε στο στούντιο των Μπιτλς – πέρα από τη μουσική, οι δύο άλλες μεγάλες αγάπες του ήταν ο ινδουισμός και η κηπουρική. Ροκ σταρ της «εποχής των λουλουδιών», τον φαντάζομαι με τα μακριά μαλλιά και το όμορφο, παχύ μουστάκι του να φροντίζει τα παρτέρια και να κλαδεύει τους θάμνους που σχημάτιζαν δαιδαλώδεις διαδρομές στα πέριξ της έπαυλής του, πάντα υπό το φως του φεγγαριού και μέχρι οι δείκτες του ρολογιού να χτυπήσουν μεσάνυχτα, καταπώς είχε κάποτε αφηγηθεί ο γιος του, Ντάνι.

Ενας ροκ σταρ με τσάπα
Όλα ξεκίνησαν μετά τη διάλυση των Μπιτλς, το 1970, όταν ο Χάρισον, μόλις 27 ετών, αγόρασε και «έφερε στα ίσια του» το παρηκμασμένο Φράιαρ Παρκ, που καταλάμβανε περίπου εκατόν είκοσι στρέμματα γύρω από μια νεογοτθική έπαυλη στο Χένλι-ον-Τέιμς, εξήντα χιλιόμετρα δυτικά του Λονδίνου. Επρόκειτο για ένα ιδιοσυγκρασιακής αισθητικής κτήμα των τελών του 19ου αιώνα, το οποίο είχε διαμορφωθεί σύμφωνα με το γούστο του εκκεντρικού δικηγόρου Φρανκ Κρισπ, που ήταν ο πρώτος του ιδιοκτήτης. Την ίδια χρονιά, με φόντο τις βελανιδιές και τα έλατα του Φράιαρ Παρκ και για παρέα μερικούς από τους διακοσμητικούς νάνους του κήπου του, φωτογραφήθηκε για το εξώφυλλο του άλμπουμ του All things must pass, που έβγαλε τη μεγαλύτερη επιτυχία του, το My sweet lord. Σε αυτό, ένα φολκ-ροκ τραγούδι –παιγμένο χωρίς σιτάρ ή ινδική τάμπλα–, ο «μαχαραγιάς της ράγκα ροκ» επικαλούνταν ξανά τον Κρίσνα.

Οι κήποι του φιλοξενούσαν, επίσης, θερμοκήπια, τεχνητές λίμνες, σπηλιές, υπόγεια περάσματα και… μια μικρογραφία του βουνού Μάτερχορν των Άλπεων. Ανάμεσα σε αιωνόβια δέντρα, αγγλικά τριαντάφυλλα, ροδόδεντρα, κρίνους, νάρκισσους, μπρομέλιες και νούφαρα, ο Χάρισον «διεύρυνε τη σκέψη του» με τη χρήση LSD, συναντούσε πνευματικούς γκουρού και έκανε «διαλογισμό μετά κηπουρικής», ερχόμενος σε επαφή με τον «αληθινό» εαυτό του. Το 1979, δήλωνε στο Rolling Stone πως είναι «απλώς ένας κηπουρός», ενώ την αυτοβιογραφία του I, me, mine (εκδ. Genesis), που κυκλοφόρησε έναν χρόνο μετά, την αφιέρωσε στους απανταχού κηπουρούς. Μετά τον θάνατό του, το 2001, οι στάχτες του σκορπίστηκαν στους ιερούς ποταμούς Γάγγη και Γιαμούνα, με το Φράιαρ Παρκ να περνάει στην οικογένειά του.

Από την αγγλική εξοχή στη Φλόριντα
Δύο δεκαετίες μετά, στη Σεϊρασότα –μια μικρή πόλη στη Φλόριντα, που το 1998 αποτέλεσε το φυσικό σκηνικό για το ατμοσφαιρικό φιλμ Μεγάλες προσδοκίες, βλέπει στον Κόλπο του Μεξικού και το υποτροπικό κλίμα της ουδεμία σχέση έχει με την αγγλική εξοχή– παρουσιάζεται μέχρι το τέλος του Ιουνίου η έκθεση Τζορτζ Χάρισον: Η ζωή ενός κηπουρού. Πιο συγκεκριμένα, φιλοξενείται στους Βοτανικούς Κήπους Μαρί Σέλμπι –που δημιουργήθηκαν πριν από μισό αιώνα με τη χορηγία και εις μνήμην της φιλανθρώπου Μαρί Σέλμπι (1885-1971), συζύγου του πετρελαιοπαραγωγού Μπιλ Σέλμπι– και εκτείνεται τόσο σε υπαίθριους χώρους όπου έχουν «φυτευτεί» εικαστικές εγκαταστάσεις και «μίνι κήποι» κατ’ εικόνα εκείνων του Φράιαρ Παρκ, όσο και στο Μουσείο Φυτολογίας και Τεχνών τους.

Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η Τζένιφερ Ρομανέκι, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος των Κήπων Σέλμπι, μας λέει ότι την ιδέα για την έκθεση την οφείλει στον σύζυγο και στους δύο γιους της, που είναι φαν των Μπιτλς. «Πριν από αρκετά χρόνια, μου ανέφεραν ότι ο Χάρισον ήταν παθιασμένος κηπουρός, κάτι που μου έκανε εντύπωση. Άρχισα, λοιπόν, να ψάχνω την ιστορία του και κατάλαβα ότι η κηπουρική έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο στη ζωή του». Πρόκειται για μια έκθεση-πολυαισθητηριακή εμπειρία, που η ίδια περιγράφει ως «immersive». «Δεν παρουσιάζει τον Χάρισον μόνο ως θρύλο της μουσικής, αλλά και ως έναν άνθρωπο που έβρισκε παρηγοριά, νόημα και έμπνευση στη φροντίδα του κήπου του», συνεχίζει.
«Η έκθεση δεν παρουσιάζει τον Χάρισον μόνο ως θρύλο της μουσικής, αλλά και ως έναν άνθρωπο που έβρισκε παρηγοριά, νόημα και έμπνευση στη φροντίδα του κήπου του».
Το Spotify, στην αυτόματη αναπαραγωγή, παίζει τώρα το Here comes the sun. Είναι οκτώ το πρωί. Από το παράθυρό μου ρίχνω μια ματιά στη βεράντα μου, που βλέπει στο Άλσος Παγκρατίου. Πατάω παύση και βάζω Κατερίνα Κυρμιζή: «Έχω μια αυλή που θυμίζει Αριζόνα / μες στο κέντρο της πόλης μια παράξενη εικόνα / τι κι αν πήρα γεράνια, μπουκαμβίλια και δάφνη / ξεραθήκανε όλα και μου μείναν οι κάκτοι». Καθένας με τον «κήπο» και το ταλέντο του, σκέφτομαι.

