Ισαβέλλα Ζαμπετάκη, Φωτογραφίες: Γεωργία Κοντοδήμου, Μανώλης Μαθιουδάκης
«Αυτό το ειδώλιο του μουσικού, παρά το μικρό του μέγεθος, εκπέμπει μια τρομερή δύναμη», μου λέει ψιθυριστά η αρχαιολόγος Ειρήνη Γαλλή, καθώς στεκόμαστε μπροστά σε μια προθήκη στο βάθος της αίθουσας περιοδικών εκθέσεων του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου. Και πράγματι, τόσο το ανοιχτό στόμα του μουσικού όσο και ο τρόπος με τον οποίο το σώμα του γέρνει μπροστά, καθώς τα δάχτυλά του ακουμπούν τη λύρα, σου δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι μπορεί και να ακουστεί κάτι από τη μελωδία του. Το χάλκινο αυτό ειδώλιο χρονολογείται στον 8ο αιώνα π.Χ. και, όπως εξηγεί η αρχαιολόγος, σηματοδοτεί ένα από τα πιο γοητευτικά γνωρίσματα των αρχαϊκών πόλεων της Κρήτης: την αξιοποίηση της δύναμης της αφήγησης. «Το να μοιραζόμαστε φαγητό και ιστορίες είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος για να δημιουργούνται δεσμοί και συνδέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους». Περνώντας στη διπλανή προθήκη, βλέπουμε κάποια από τα σκεύη που χρησιμοποιούνταν στα ανδρεία, στους χώρους όπου έτρωγαν από κοινού όλοι οι πολίτες μιας πόλης, συνεισφέροντας ο καθένας στο κόστος του γεύματος ανάλογα με τα εισοδήματά του.

Ολόκληρη η έκθεση, όπως την οραματίστηκε η διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου, Στέλλα Χρυσουλάκη, και σχεδιάστηκε σε συνεργασία με την προϊσταμένη του Τμήματος Μουσειολογίας, Μουσειογραφίας και Εκθέσεων, Ειρήνη Γαλλή, είναι γεμάτη από μικρά αντικείμενα που ζωντανεύουν στα μάτια του επισκέπτη την καθημερινότητα μιας εποχής που μέχρι πρότινος παρέμενε αχαρτογράφητη, κάτω από τον τίτλο «αρχαϊκό κενό» ή «αρχαϊκή σιωπή» της Κρήτης.

Επάνω σε έναν μύθο
Η απόλυτη σιωπή βασιλεύει ακόμη στην αρχαία Ριζηνία, μία από τις εκατό αρχαίες πόλεις της Κρήτης, που είναι γνωστή και ως Πατέλλα του Πρινιά, και βρίσκεται σε απόσταση μισής ώρας νότια από την πόλη του Ηρακλείου. Το στοιχείο που μαρτυρά την ύπαρξή της είναι το λευκό ξωκλήσι του Αγίου Παντελεήμονα, που ισορροπεί θεαματικά στην κορυφή ενός πανύψηλου γκρίζου βράχου από πωρόλιθο. Μαζί με τον Μανώλη Πιπεράκη, έμπειρο μάστορα της πέτρας από τις γειτονικές Άνω Ασίτες, ανεβαίνουμε τα σκαλοπάτια που οδηγούν στα ερείπια της αρχαίας πόλης. Από το υψόμετρο των 650 μ., είναι εντυπωσιακή η θέα που είχε η οχυρή αυτή πόλη στις παρυφές του Ψηλορείτη: στα βόρεια γυαλίζει το Κρητικό πέλαγος, ενώ προς τον νότο διαγράφεται η οροσειρά των Αστερουσίων. Στις κυματιστές πλαγιές που απλώνονται προς κάθε κατεύθυνση διακρίνονται αμπέλια και ελιές, ενώ το φρέσκο χορτάρι είναι διάστικτο με ίριδες, ένα όμορφο μοβ λουλούδι που μοιάζει με μικρογραφία ορχιδέας. «Όλη η Κρήτη -και όλη η Ελλάδα- είναι βασισμένη επάνω σε έναν μύθο, σε μια ιστορία. Αλλά η ιστορία αυτή είναι τόσο γοητευτική, που εξακολουθεί να δίνει τροφή για σκέψη», λέει ο Μαστρομανώλης καθώς διασχίζουμε την απόκρημνη πλευρά που οδηγεί προς το λευκό ξωκλήσι.

Κάθε τόσο συναντάμε μικρούς λόφους από πέτρες αρχαίων οικοδομημάτων που έχουν καταρρεύσει, τα οποία η Ιταλική Αποστολή του Πρινιά προσπαθεί να αποκαταστήσει στην αρχική τους μορφή. Καθώς βρίσκουμε κάποια τμήματα τοίχων που σώζονται σε καλύτερη κατάσταση, ο Μαστρομανώλης εξηγεί τις ιδιαιτερότητες της κρητικής ξερολιθιάς: «Επειδή ο τόπος μας έχει άφθονες μικρές πέτρες, οι μάστορες έβρισκαν πάντα έναν τρόπο να τις αξιοποιήσουν κι αυτές μαζί με τις μεγαλύτερες». Σημαδεύει με το δάχτυλό του μία από τις καμπύλες κορφές του Ψηλορείτη απέναντί μας και μου εξηγεί ότι εκεί επάνω έχτισαν με την ομάδα του ένα ξωκλήσι χρησιμοποιώντας τις πέτρες που έβρισκαν τριγύρω. Μάλιστα, προς έκπληξή τους, ανακάλυψαν ότι λίγα μέτρα παραδίπλα υπήρχε και ένας αρχαίος ναός, χτισμένος πιθανότατα με τον ίδιο τρόπο.

Δύο αρχαίους ναούς είχε και η Ριζηνία και προσπαθούμε να τους εντοπίσουμε ανάμεσα στους πολυάριθμους σωρούς από πέτρες. Κάποια στιγμή, ο Μαστρομανώλης αναφωνεί με άφθονο συναίσθημα: «Α, ρε συνάδελφε! Πώς το έφτιαξες αυτό;». Μπροστά μας βρίσκεται η όμορφα πελεκημένη ακρογωνιαία πέτρα ενός περιγράμματος που έχει σχήμα ορθογώνιου παραλληλόγραμμου. Πρόκειται για τη βάση ενός από τους δύο ναούς. Τον ρωτώ πόσο έχει αλλάξει ο τρόπος που δουλεύεται η πέτρα από την εποχή του αρχαίου «συναδέλφου» μέχρι τώρα και η απάντηση είναι αφοπλιστική: «Ελάχιστα». Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τα υπόλοιπα στοιχεία που κάποτε απάρτιζαν αυτόν τον ναό. Ανακαλώ στη σκέψη μου τα τμήματα της μεγάλης και εντυπωσιακής του ζωφόρου, που φυλάσσονται πλέον στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου. Απεικονίζουν μια πομπή από ιππείς και, όπως μου εξήγησε η Ειρήνη, σηματοδοτούν την εποχή που οι πόλεις είχαν ξεπεράσει την έννοια του μυθικού ήρωα και καλλιεργούσαν το αίσθημα της αλληλεγγύης μεταξύ των συμπολεμιστών. Πρόκειται άλλωστε για την εποχή που η Κρήτη διέθετε ήδη ένα ανεπτυγμένο νομικό σύστημα και η ωριμότητά της αυτή αναγνωριζόταν από αρχαίες πόλεις της ηπειρωτικής Ελλάδας.

Κάθε πέτρα με την ιστορία της
Ο πωρόλιθος στον οποίο σκαλίστηκε η ζωφόρος αφθονεί στην περιοχή του Πρινιά και χρησιμοποιήθηκε για να γίνουν, μεταξύ άλλων, και πολλές επιτύμβιες στήλες. Κάποιες από αυτές βρέθηκαν λίγο έξω από την αρχαία πόλη, ενώ στους βράχους της ίδιας περιοχής λαξεύτηκαν μεταγενέστερα ολόκληροι ρωμαϊκοί τάφοι. Μία από τις αρχαίες νεκρικές στήλες απεικόνιζε μια αριστοκρατική υφάντρα, που κρατούσε στο χέρι της μια ρόκα. Οι γυναίκες της αρχαϊκής Κρήτης είχαν δυναμική παρουσία στην κοινότητα και δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η λέξη «μητρίδα» χρησιμοποιούνταν τότε στο νησί αντί της λέξης «πατρίδα». Καθώς κατηφορίζουμε προς την έξοδο του αρχαιολογικού χώρου, ο Μαστρομανώλης σηκώνει από το χώμα έναν ξερό βλαστό μήκους ενός μέτρου με πολλές μικρές απολήξεις στη μία του άκρη. Λόγω του σχήματός του, οι γυναίκες τον αξιοποιούσαν για να τυλίγουν επάνω του το μαλλί των προβάτων και να το γνέθουν. Την ίδια αυτή φυσική ρόκα τη χρησιμοποιούσαν για καλαμπούρι οι άντρες του χωριού, πηγαίνοντάς τη «δώρο» στον χωριανό που γινόταν πατέρας κοριτσιού.

Οι γυναίκες της αρχαϊκής Κρήτης είχαν δυναμική παρουσία στην κοινότητα και δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η λέξη «μητρίδα» χρησιμοποιούνταν τότε στο νησί αντί της λέξης «πατρίδα».

Καθώς οδηγούμε με το αυτοκίνητο προς τις Άνω Ασίτες, ο Μαστρομανώλης μιλά για τις ιστορίες που κρύβουν μέσα τους οι πέτρες οικοδομημάτων περασμένων εποχών. «Κάθε πέτρα που έχει μπει σε έναν τοίχο μαρτυρά την ιστορία ενός ανθρώπου. Και είναι κρίμα να τη βγάλεις από τη θέση της. Υπάρχουν πολλά παλιά πετρόκτιστα σπίτια που οι μηχανικοί τα θεωρούν μη επισκευάσιμα. Στις περισσότερες όμως περιπτώσεις, αν παρέμβεις στα σωστά σημεία, τα κτίρια αυτά σώζονται και η ιστορία τους συνεχίζεται». Ο ίδιος έχει αναλάβει την αποκατάσταση πολλών λιθόκτιστων κτισμάτων τόσο στο χωριό του όσο και σε άλλες περιοχές της Κρήτης.

Ένα εντυπωσιακό παράδειγμα είναι το ενετικό ξωκλήσι του Αγίου Αντωνίου, στο φαράγγι των Άνω Ασιτών. Ο πελώριος βράχος που ορθωνόταν πάνω από τον ναό τον έσπρωχνε προς τον γκρεμό αποσταθεροποιώντας τους τοίχους του. Με τις σωστές παρεμβάσεις, έγινε η αποκατάσταση και η στήριξή του. Κάποια τμήματα της πρόσοψης, όπως ένα ενετικό οικόσημο και μια πλάκα στην οποία απεικονίζεται το κεφάλι ενός λιονταριού, δείχνουν να προέρχονται από άλλα κτίρια. Σχηματίζουν όμως ένα αρμονικό σύνολο με όλα τα άλλα στοιχεία που συνθέτουν το περιβάλλον του ναού: από τη λαξευτή πέτρινη γούρνα που ακουμπά στην πρόσοψή του μέχρι την καμπάνα του, φτιαγμένη από οβίδα που άφησαν πίσω τους οι Γερμανοί μετά τον πόλεμο. Ο Μαστρομανώλης τραβά το σκοινί της καμπάνας και οι ηχητικές της δονήσεις εξακολουθούν να είναι αισθητές για απρόσμενα πολλή ώρα μετά. Κάπως σαν τις παμπάλαιες πέτρες που βρίσκουν νέα θέση σε ένα μεταγενέστερο κτίσμα και συνεχίζουν να παραμένουν «ζωντανές».

*Η έκθεση ΕΚΑΤΟΜΠΟΛΙΣ. Ο κόσμος της αρχαϊκής Κρήτης συνεχίζεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου μέχρι και τον Αύγουστο.
Κεντρική φωτογραφία: Η εντυπωσιακή τοποθεσία της Ριζηνίας, μιας από τις εκατό αρχαίες πόλεις της Κρήτης, σε απόσταση μισής ώρας από το Ηράκλειο.

