Peanuts: Στιγμές μιας τρυφερής Αμερικής

Ο Τσάρλι Μπράουν, ο Σνούπι και οι ετερόκλητοι φίλοι τους: 75 χρόνια μετά την πρώτη τους έκδοση, οι χαρακτήρες του Τσαρλς Σουλτς παραμένουν επίκαιροι, προσφέροντας μια ανάσα ηρεμίας και στοχασμού στη σκιά ενός κόσμου που δεν σταματά να φωνάζει και να βιάζεται

10' 1" χρόνος ανάγνωσης

Ένας μικρόσωμος άσπρος σκύλος με μαύρες βούλες σκαρφαλώνει πάνω στο σκυλόσπιτό του, φοράει γυαλιά αεροπόρου και ονειρεύεται ότι εφορμά ενάντια στον Κόκκινο Βαρώνο, τον θρυλικό Γερμανό πιλότο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Την ίδια στιγμή, ένα οκτάχρονο παιδί βυθίζεται ακόμα πιο βαθιά στον καναπέ μιας αθηναϊκής μονοκατοικίας, καθώς γίνεται ένα με τις ονειροφαντασίες του Σνούπι. Μπορεί να πέρασαν μερικές δεκαετίες από τα ελληνικά ’90s, μπορεί όταν ήμουν μικρός να μην καταλάβαινα τι ακριβώς με μαγνητίζει στο εν λόγω κινούμενο σχέδιο (αφού δεν είχε κανένα στοιχείο εντυπωσιασμού συγκρινόμενο με τους υπερήρωες και τις υπερπαραγωγές της Disney), αλλά ακόμα και σήμερα δυσκολεύομαι να ξεχάσω το συναίσθημα που μου προκαλούσε. Πώς θα το περιέγραφα; Με δύο λέξεις: ήσυχη χαρά.

«Το γιατί είναι αστείο να παρακολουθείς ένα νεαρό αγόρι να λέει “θρηνώ για τη γενιά μας” καθώς ακουμπά το κεφάλι του σε ένα δέντρο, είναι δύσκολο να το εξηγήσει κανείς. Ο Τσάρλι Μπράουν και ο δημιουργός του, Τσαρλς Σουλτς, όμως πέτυχαν το φαινομενικά ακατόρθωτο», έγραφαν οι New York Times στις 4 Ιανουαρίου του 2000. Ήταν το αποχαιρετιστήριο κείμενό τους για ένα από τα πιο διάσημα κόμικς όλων των εποχών, που στην Ελλάδα οι περισσότεροι γνωρίσαμε ως τηλεοπτικό «παιδικό». Κάτι περισσότερο από έναν μήνα μετά, ο άνθρωπος πίσω από τα θρυλικά Peanuts θα αποχαιρετούσε τον μάταιο τούτο κόσμο. Ένα τέταρτο του αιώνα αργότερα, η κληρονομιά του είναι ακόμα εδώ: μια ετερόκλητη παρέα παιδιών και κατοικιδίων που μεταφέρει το χιούμορ, τους προβληματισμούς αλλά και τις νευρώσεις της σκεπτόμενης, μεταπολεμικής Αμερικής, παρά το γεγονός ότι στο δικό της σύμπαν οι «μεγάλοι» είναι ηχηρά απόντες. «Ήταν κάτι περισσότερο από κόμικ∙ ήταν μια παραβολή για τη σύγχρονη ζωή στις ΗΠΑ του 20ού αιώνα», επισήμαινε χαρακτηριστικά η νεοϋορκέζικη εφημερίδα. Εύλογα, βέβαια, προκύπτει η εξής ερώτηση: τι δουλειά έχει η ήσυχη χαρά (αλλά και μελαγχολία) των Peanuts σε έναν σημερινό κόσμο που συνεχώς φωνάζει και βιάζεται;

Peanuts: Στιγμές μιας τρυφερής Αμερικής-1
Ο Τσαρλς Σουλτς, δημιουργός του κόμικ, με φόντο μια τοιχογραφία του Σνούπι. (Φωτογραφία: Douglas Kirkland/ Getty Images/ Ideal Image)

Ένας αμερικανικός θεσμός

«Ας πούμε ότι τα Peanuts είναι για τα κόμικς, και ειδικά για τα comic strips, ό,τι ήταν οι Beatles για τη μουσική», αναφέρει ο γνωστός Έλληνας κομίστας Tasmar, κατά κόσμον Τάσος Μαραγκός. Τα 17.897 (!) στριπάκια τους «έτρεξαν» χωρίς διακοπή για πέντε ολόκληρες δεκαετίες, καταφέρνοντας να γίνουν, σύμφωνα με τους New York Times, η «ενδεχομένως πιο μακροσκελής ιστορία που έχει ειπωθεί ποτέ από έναν άνθρωπο». Ο Τσάρλι Μπράουν και η παρέα του, ξεκινώντας από την «ταπεινή» Mineapolis Star, βρέθηκαν στις σελίδες μερικών εκ των πιο έγκριτων αμερικανικών μέσων, όπως η Washington Post. Πέρα, όμως, από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, εντύπωση προκαλούν και οι αριθμοί: φιλοξενία σε περισσότερες από 2.600 εφημερίδες ανά τον κόσμο, μετάφραση σε 21 γλώσσες, εμφάνιση σε 75 διαφορετικές χώρες, κοινό που αγγίζει τα 355 εκατομμύρια (!) θεατές. Μάλιστα, όλα αυτά συνέβησαν παρότι ο τίτλος του κόμικ ήταν τελείως «λάθος» σύμφωνα με τον δημιουργό του. Ο Σουλτς πέρασε τη ζωή του προσπαθώντας να πείσει τους εκδότες του ότι το έργο του θα έπρεπε να λέγεται Τσάρλι Μπράουν και όχι Peanuts – κάτι που τελικά δεν κατάφερε ποτέ, με αποτέλεσμα αυτό να αποτελεί πηγή μόνιμης ενόχλησης σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του.

«Ήταν κάτι περισσότερο από κόμικ∙ ήταν μια παραβολή για τη σύγχρονη ζωή στις ΗΠΑ του 20ού αιώνα», έγραφαν οι New York Times τον Απρίλιο του 2000.

«Ο Σουλτς δημιουργούσε αυτό το στριπάκι μόνος του επί 50 χρόνια, χωρίς βοηθούς, χωρίς υπολογιστές, χωρίς όλες αυτές τις ευκολίες που έχουμε οι σημερινοί δημιουργοί», σημειώνει ο Tasmar. Από τα χέρια του Αμερικανού δημιουργού πέρασαν πολλοί και –κυρίως– αξιομνημόνευτοι χαρακτήρες. Δεν ήταν μόνο ο Τσάρλι Μπράουν και ο Σνούπι· ήταν η αυταρχική αλλά δίκαιη Λούσι, ο Λάινους, που δεν αποχωριζόταν ποτέ την κουβέρτα του, το αχώριστο δίδυμο της Πέπερμιντ Πάτι και της Μάρσι, ο Γούντστοκ, το πουλάκι που δεν έμαθε ποτέ να πετάει σωστά, ο Σρέντερ, που το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν ο Μπετόβεν, αλλά και ο Φράνκλιν, ο πρώτος Αφροαμερικανός της παρέας, ο οποίος έκανε την εμφάνισή του μετά τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, το 1968, και ύστερα από πρόταση ενός αναγνώστη προς τον δημιουργό. 

Στα στριπάκια των Peanuts χωρούσε οτιδήποτε θα μπορούσε να απασχολεί τον μέσο Αμερικανό: από αλλαγές στα σχολικά βιβλία μέχρι το πνεύμα των Χριστουγέννων και από την κούρσα του διαστήματος (o Σνούπι μέχρι σήμερα είναι μασκότ της NASA για θέματα ασφάλειας) μέχρι τον Πόλεμο του Βιετνάμ. Είναι φανερό ότι ο Σουλτς δεν δίσταζε να ασκεί –με ήπιο, μετρημένο και σεμνό τρόπο– κριτική σε όσα ο ίδιος θεωρούσε κακώς κείμενα. Σε ένα πολύ χαρακτηριστικό στριπάκι από το 1960, ο Τσάρλι Μπράουν καταφέρνει να συνοψίσει σε δύο φράσεις τα δικά του ζητήματα κατάθλιψης αλλά και μια γενικότερη αγωνία για το τεταμένο ψυχροπολεμικό κλίμα εκείνων των ημερών: «Τις Τρίτες ανησυχώ για τα προσωπικά μου προβλήματα. Η Πέμπτη είναι η μέρα που ανησυχώ για την πιθανότητα να τιναχτεί ο πλανήτης στον αέρα», λέει. 

Peanuts: Στιγμές μιας τρυφερής Αμερικής-2
(Εικόνα: 2025 Peanuts Worldwide llc)

Το χιούμορ των Peanuts δεν έχει χοντροκομμένα αστεία ούτε κάνει επίδειξη του καλλιτεχνικού ακτιβισμού. Είναι πράο και ήρεμο, όπως η εικόνα μιας προοδευτικής Αμερικής που προσπαθεί να κοιτάξει με ειλικρίνεια τον εαυτό της στον καθρέφτη. Άλλωστε, μόνο τυχαίο δεν είναι ότι ο Τσάρλι Μπράουν και η παρέα του έφτασαν μέχρι το εξώφυλλο του περιοδικού Time τον Απρίλιο του 1965 ως «ο ηγέτης ενός νέου είδους το οποίο ρίχνει το βάρος του, σε πρωτοφανή βαθμό, στα βασικά ζητήματα της ζωής». 

Η ελληνική εμπειρία

«Αν ρωτήσεις τους φίλους μου, θα σου πουν ότι είμαι λίγο “Λούσι”. Είχα για καιρό έξω από το διαμέρισμά μου μια πινακίδα με το περίφημο “Psychiatric Help 5$. The doctor is in”», αναφέρει η Λήδα Τσενέ, ιδρυτικό μέλος του διεθνούς φεστιβάλ Comicdom Con Athens, σημειώνοντας ότι ο συγκεκριμένος χαρακτήρας την εμπνέει επειδή μιλάει κατά καιρούς για τα δικαιώματα των γυναικών και πιστεύει ότι μπορεί να φέρει τον κόσμο στα μέτρα της. Στην αντίπερα όχθη υπάρχει ο Τσάρλι Μπράουν, ο οποίος θα μπορούσε να είναι χαρακτήρας από το πρώιμο σινεμά του Γούντι Άλεν: χαμηλών τόνων, μελαγχολικός, νευρικός και με μόνιμα ζητήματα χαμηλής αυτοπεποίθησης. Σε αντίθεση, όμως, με αυτό που φαίνεται στην αρχή, δεν είναι κλασικός loser, αφού, όσες φορές και αν αποτύχει σε κάτι, συνεχίζει ακάθεκτος (όπως, για παράδειγμα, να κλοτσήσει μια μπάλα του αμερικανικού φούτμπολ στην «κλασική» φάρσα που του στήνει η Λούσι και στην οποία πάντα πέφτει θύμα). Η επιμονή ότι μια μέρα θα τα καταφέρει με τον δικό του τρόπο είναι συγκινητική. Πιστεύει ότι, λίγο έως πολύ, μπορεί να λύσει –ή έστω να προσπαθήσει να λύσει– κάθε πρόβλημα μέσα από την ενδοσκόπηση και τη συζήτηση. Απέχει έτσι έτη φωτός από το πρότυπο του macho Αμερικανού, ο οποίος επιβάλλει τη θέλησή του μέσα από την πυγμή – σωματική, πολιτική ή οικονομική.

«Ήταν περισσότερο ένα κινούμενο σχέδιο που έπαιζε τα πρωινά του Σαββατοκύριακου την ώρα των “παιδικών”, παρά ένας θεσμός της ποπ κουλτούρας, όπως ισχύει για τις ΗΠΑ εδώ και τρία τέταρτα του αιώνα. Η δικιά μου γενιά των Μillennials έχει περισσότερες αναφορές όσον αφορά το ίδιο το comic strip, καθώς παλαιότερα κυκλοφορούσαν και μεταφρασμένα. Σταμάτησαν όμως να κυκλοφορούν αφήνοντας ένα κενό, μέχρι το come back που έγινε από την Καθημερινή, το οποίο πιστεύω ανανέωσε κάπως το αναγνωστικό τους κοινό και στη χώρα μας», σχολιάζει η Λήδα Τσενέ, πριν θυμηθεί τι έγινε τη δεύτερη χρονιά του Comicdom Con Athens, πίσω στο μακρινό 2007. «Επειδή αγαπούσα και αγαπώ ακόμα τα Peanuts, είπα ότι θα προσπαθήσω να φέρω μια έκθεση αφιερωμένη σε αυτά. Όπως αντιλαμβάνεστε, οι συνεργάτες μου με κοίταξαν λίγο περίεργα, καθώς οι πιθανότητες δεν ήταν και πολύ με το μέρος μας. Έγραψα αμέσως στο Charles Schulz Museum and Research Center και η απάντηση που έλαβα ήταν πραγματικά αξέχαστη. Όχι μόνο συμφωνούσαν να μας δανείσουν πρωτότυπες σελίδες, αλλά και θα τις συνόδευαν η σύζυγος του Σουλτς, Τζίνι, και η creative director της σειράς, Πέιτζ Πράντοκ». Η έκθεση πήγε εξαιρετικά, το ελληνικό κοινό γνώρισε από πιο κοντά τα Peanuts και η Λήδα απέκτησε μια σχέση ζωής με την Τζίνι Σουλτς. Είχε την επιμονή να κυνηγήσει το όνειρό της και να φέρει τον κόσμο στα μέτρα της – κάπως σαν τη Λούσι, με άλλα λόγια.

Peanuts: Στιγμές μιας τρυφερής Αμερικής-3
(Εικόνα: 2025 Peanuts Worldwide llc)

Τι αξία έχουν σήμερα;

«Ως γνήσιο παιδί των ’80s, γνώρισα τον Σνούπι, όπως τη Μαφάλντα και τον Αρκά. Κυρίως, δηλαδή, από βιβλία που υπήρχαν στο σπίτι μου ή σε φιλικά σπίτια», εξηγεί ο κομίστας Κουραφέλκηθρος, κατά κόσμον Αντώνης Βαβαγιάννης. Αντίστοιχα, ο Tasmar δεν μπορεί καν να θυμηθεί την πρώτη του επαφή με τα Peanuts. Είναι σίγουρος ότι πρέπει να έγινε μέσα από κάποια μπλούζα ή κάποιο κουκλάκι, αν και έκανε χρόνια να αντιληφθεί ότι το ασπρόμαυρο σκυλάκι είναι μέρος μιας παρέας και όχι σόλο χαρακτήρας. Όλα αυτά, βέβαια, συνέβαιναν σε εποχές που το διαδίκτυο ήταν απλώς μια ανερχόμενη τεχνολογία. «Καθώς η γενιά Ζ ενηλικιώνεται, αντιμετωπίζει ένα μπαράζ από πολιτικές και κλιματικές καταστροφές που δημιουργούν μια απελπιστική συνθήκη. Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, το ότι ο Σνούπι έχει γίνει ήρωάς τους. Μερικές φορές οι άνθρωποι θέλουν απλώς να σηκώσουν τα χέρια τους προς τον απέραντο ουρανό και να αποσυρθούν σε έναν ελεγχόμενο εσωτερικό κόσμο –ένα δικό τους σκυλόσπιτο– όπου μπορούν να έρθουν σε επαφή για όσο θέλουν με τα συναισθήματά τους», διαβάζουμε στο The Atlantic, σε μια προσπάθεια να εξηγήσει τον λόγο που ο συμπαθέστατος σκυλάκος έγινε viral στο TikTok τόσες δεκαετίες μετά την πρώτη του νιότη.

«Πιστεύω ότι ένα από αυτά που κάνουν τα Peanuts να ξεχωρίζουν είναι ότι, με τόσο απλές γραμμές σε τόσο λίγα καρέ, ο Σουλτς μπορούσε να λέει τόσο πολλά», λέει ο Tasmar για τον «ποπ υπαρξιστή», όπως τον αποκάλεσε το διάσημο αμερικανικό περιοδικό. Από την πλευρά του, ο Κουραφέλκηθρος τονίζει το πόσο σημαντικοί είναι οι «επαναλαμβανόμενοι» χαρακτήρες, στους οποίους μπορείς να αναγνωρίσεις τον εαυτό σου και τους φίλους σου. Όσο για το αν ταιριάζει το τρυφερό χιούμορ των Peanuts στην εποχή ακραίας τοξικότητας που ζούμε; «Προσφέρουν μια ανάσα ηρεμίας που σε ταξιδεύει σε πιο απλές εποχές, μέσα από μια αφήγηση που παίρνει τον χρόνο της για να φτιάξει έναν κόσμο γύρω σου χωρίς να κυνηγάει να γίνει viral», συμπληρώνει, χωρίς όμως να είναι σίγουρος ότι αυτά τα χαρακτηριστικά αρκούν για την πιο νέα γενιά αναγνωστών. Τελικά, αντέχει ή όχι το έργο του Σουλτς στον χρόνο; «Αν φτάσουμε στο σημείο που νομίζουμε ότι δεν έχουν κάτι να μας πουν οι ιστορίες των Peanuts, τότε ας κατσουφιάσουμε λίγο και σαν άλλοι Τσάρλι Μπράουν ας αναρωτηθούμε τι έχει πάει στραβά με τη ζωή μας», λέει με απόλυτη σιγουριά o Tasmar.

Peanuts: Στιγμές μιας τρυφερής Αμερικής-4

Ένας διαφορετικός ορισμός της ευτυχίας

«H απλότητα και η αμεσότητα που είχαν αυτά τα σχέδια φανερώνουν τη φιλοσοφία του συγκεκριμένου κόμικ. Είναι αδύνατον να ταιριάξει το συγκεκριμένο σενάριο με ένα σχέδιο με αυστηρές γραμμές και γωνίες. Είναι ένα σχέδιο που ρέει, που είναι φιλικό, καθησυχαστικό», επισημαίνει ο Κουραφέλκηθρος. Διαβάζοντας ξανά δεκάδες στριπάκια των Peanuts για τις ανάγκες αυτού του κειμένου και βιώνοντας παράλληλα περίοδο παρατεταμένου στρες, ένιωσα ότι έβρισκα καταφύγιο. Σε τέτοιο βαθμό ώστε, όταν κάτι (ένα email, ένα τηλέφωνο, μια υποχρέωση) με τραβούσε μακριά από τη «φωλιά» των Peanuts, να εκνευρίζομαι φανερά. Ήταν σαν κάτι να με έβγαζε –επιτέλους– από την πρίζα του τοξικού και υπερηχητικού κόσμου που ζούμε. Τα καρέ του Σουλτς με έφερναν ξανά κοντά σε μια εικόνα της Αμερικής που έχω σχεδόν ξεχάσει. Άλλωστε, ο Αμερικανός κομίστας άφηνε την ψυχή και τη ζωή του πάνω στο χαρτί· η φράση που χρησιμοποιεί η Σάλι για τον Λάινους, που τον αποκαλεί «my sweet bamboo», ήταν κάτι που έλεγε η σύζυγός του σε εκείνον.

«Προσφέρουν μια ανάσα ηρεμίας που σε ταξιδεύει σε πιο απλές εποχές, μέσα από μια αφήγηση που παίρνει τον χρόνο της για να φτιάξει έναν κόσμο γύρω σου». – Κουραφέλκηθρος

Τα Peanuts αποτελούν, 75 χρόνια μετά το πρώτο καρέ τους (2 Οκτωβρίου 1950), ένα σύμβολο μιας ήσυχης και τρυφερής Αμερικής που μοιάζει να ξεγλιστράει από τα χέρια μας, καθώς ημίγυμνοι άντρες εισβάλλουν ουρλιάζοντας στο Καπιτώλιο, φορώντας γούνινα καπέλα με κέρατα και κραδαίνοντας τον πυρσό της δικιάς τους άγριας μετα-αλήθειας. Τι θα σκέφτονταν άραγε ο Σνούπι και ο Τσάρλι Μπράουν αν τους έβλεπαν μπροστά τους; Μάλλον αυτό που έλεγε η Λούσι αγκαλιάζοντας τον Σνούπι: «Η ευτυχία είναι ένα ζεστό κουταβάκι».

*Τα Peanuts επιστρέφουν στην Καθημερινή της Κυριακής. Ο 15ος τόμος κυκλοφορεί εκτάκτως το Μεγάλο Σάββατο (19/04). 

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT