Η γενική αίσθηση είναι ότι η Lady Gaga θέλησε να επισπεύσει την κυκλοφορία του νέου της άλμπουμ, για να αφήσει γρήγορα πίσω την αποτυχία του Joker. «Να θυμίσουμε λίγο ποια είμαι», την αισθάνομαι να λέει στο Mayhem. Εντάξει, ξέρουμε. Προς τι τόση ανασφάλεια; Επίσης, δεν καταλαβαίνω την παρακάτω δήλωση: «Το άλμπουμ ξεκίνησε με εμένα να αντιμετωπίζω τον φόβο της επιστροφής μου στην ποπ που αγάπησαν οι πρώτοι μου φαν». Πόσο δύσκολο μπορεί να ήταν; Τα ξεσηκωτικά pop anthems δεν είναι κάτι τόσο τολμηρό για την ίδια, είναι το δίκτυ ασφαλείας της.
To Μayhem έχει πολλά τέτοια. Ξεκινάει με τρεις δυναμίτες (Disease, Abracadabra, Garden of Eden), περνάει μέσα από industrial μονοπάτια και διάφορες εκφάνσεις της ηλεκτρόνικα, αλλά καταλήγει πάντα στο πατροπαράδοτο dancefloor. Tο Killah θυμίζει Πρινς και Μπάουι. Κάπου στην πορεία επιταχύνει συναρπαστικά, για να επιβραδύνει πάλι στο τέλος. Το Zombieboy είναι τόσο πυκνό ηχητικά και υφολογικά, που με ζαλίζει.
Προς το τέλος του άλμπουμ έρχονται και οι αναπόφευκτες μπαλάντες, για τους αισθηματίες. Χλιαρές τις βρίσκω. Ιδίως το Die with a smile, με τη συμμετοχή του Μπρούνο Μαρς, μου υπενθύμισε ότι δεν πηγαίνω σχολείο. Ψάχνοντας ένα κρυφό διαμάντι που να μην έχει κυκλοφορήσει ως σινγκλ, πέφτω στο Ηοw bad do u want me: Αν και τυποποιημένο, φοράει τα κλισέ του σαν παράσημα και είναι γεμάτο χρώματα.
Προσωπικά δεν θα τα βάψω μαύρα αν η Gaga δεν ξαναπαίξει σε ταινία, αλλά στην ποπ δεν υπάρχουν πολλές σαν αυτήν και το Mayhem είναι μια φιλική υπενθύμιση του γιατί την αγαπάμε.
ΣΤΟ ΠΙΚΑΠ
Sam Fender – People watching
Ακόμα ένα παιδί που αντιγράφει τον Σπρίνγκστιν, φτάνοντας σε ένα συμπαθητικό αποτέλεσμα. Όμορφο εξώφυλλο, ήχος φτιαγμένος για μεγάλους χώρους, αλλά και μια υπερφορτωμένη παραγωγή, με κιθάρες που σε περικυκλώνουν από παντού και δεν σε αφήνουν σε ησυχία. Κάποιοι κάνουν λόγο για αριστούργημα. Καμία σχέση.


