Δεν ξέρω αν θα είχα ποτέ την ψυχραιμία να παρακολουθήσω ένα ντοκιμαντέρ για τη γυναικοκτονία της Καρολάιν ή της Τοπαλούδη. Αλλά με την ευκολία που έχω δει σειρές με γυναίκες που προσπαθούν να δραπετεύσουν από το Ισλαμικό Κράτος ή να επιβιώσουν στην ταξική κοινωνία της Ινδίας, ξεκίνησα ένα βράδυ να βλέπω στο Netflix το «American Murder: Gabby Petito», την ιστορία μιας γυναίκας θεωρητικά της «διπλανής πόρτας». Ή και όχι.
Η στυγερή δολοφονία της 22χρονης Πετίτο από τον αρραβωνιαστικό της είχε αναστατώσει το 2021 την αμερικανική κοινωνία, λόγω και της πολύ μεγάλης κάλυψης από τα Μέσα Ενημέρωσης. Τέσσερα χρόνια αργότερα τηλεθεατές από όλο τον κόσμο διαπιστώσαμε πως μια κακοποιητική σχέση καμουφλαρίστηκε αριστοτεχνικά με ρομαντικά πλάνα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και πως το περιβάλλον του θύματος αγνόησε τα προειδοποιητικά σημάδια, με συνέπεια (άλλη μία φορά) μια πολύ νέα γυναίκα να βρει βασανιστικό θάνατο.
Επικίνδυνα μοτίβα
«Οι πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι στα social media συνήθως κρύβουν τα πιο σκοτεινά μυστικά στην ντουλάπα τους». Αυτό είναι ένα από τα συμπεράσματα, που μοιράζεται μαζί με το κοινό, η Ρόουζ Ντέιβις, μια συνομήλικη φίλη της αδικοχαμένης 22χρονης Γκάμπι Πετίτο. Η νεαρή Αμερικανίδα έγινε τελικά διεθνώς γνωστή όχι μέσω του ταξιδιωτικού της βλογκ- όπως η ίδια ονειρευόταν- αλλά μέσω της μυστηριώδους εξαφάνισης της το καλοκαίρι του 2021 που προκάλεσε πρωτοφανή κινητοποίηση στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Η ίδια μαζί με τον αρραβωνιαστικό της, Μπράιαν Λώντρι, είχαν οργανώσει ένα road trip διάρκειας τεσσάρων μηνών κατά μήκος των Πολιτειών της Αμερικής. Την καθημερινότητα τους στο βαν, όπου έμεναν, αλλά και τις περιπλανήσεις τους στα πιο όμορφα τοπία της περιοχής απαθανάτιζαν λεπτομερώς σε βίντεο και φωτογραφίες. Το ντοκιμαντέρ στηρίζεται εν πολλοίς στο υλικό που η νεαρή γυναίκα είχε συλλέξει από το ταξίδι τους, αλλά δεν είχε προλάβει εν ζωή να ποστάρει.
Παράλληλα, χάρη στην τεχνολογία ΑΙ ακούμε τη φωνή της Γκάμπι να «διαβάζει» το προσωπικό της ημερολόγιο. Η αφήγηση είναι λίγο ως πολύ γραμμική. Μαθαίνουμε για τα παιδικά χρόνια της Γκάμπι και του Μπράιαν, για τη γνωριμία τους και για τη μετακόμιση της κοπέλας σε άλλη Πολιτεία, προκειμένου να είναι μαζί με τον αγαπημένο της. Η ροή διακόπτεται από συνεντεύξεις των οικείων της Γκάμπι- των γονέων της (μητέρα και πατριός, πατέρας και μητριά), δύο φίλων της (τη μία την είχε γνωρίσει από το διαδίκτυο), του πρώην αγοριού της και βέβαια των αστυνομικών που χειρίστηκαν την υπόθεση.
Όλοι ισχυρίζονται ότι «κάτι» δεν τους άρεσε στο αγόρι της Γκάμπι, χωρίς κανείς να κάνει ουσιαστική αυτοκριτική για τη στάση του. Από την πλευρά του θύτη δεν μιλάει κανείς, εκτός τη μια συμμαθήτρια και κοινή φίλη του ζεύγους. Οι σκηνοθέτες δεν έκριναν σκόπιμο να συμπεριλάβουν κάποιον επαγγελματία ψυχικής υγείας, ο οποίος θα μπορούσε να δώσει μια διαφορετική προοπτική στη συζήτηση, εμβαθύνοντας στα ανησυχητικά σημάδια που έστελναν – επί της ουσίας- και οι δύο νέοι σχετικά με τη φύση και την πορεία της σχέσης τους. Είχε, τελικά, η ιστορία της Γκάμπι όλα εκείνα τα μοτίβα που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου;

Βίαιες και παραβιαστικές συμπεριφορές
«Αποτελεί ένα σταθερό μοτίβο η πρόθεση του κακοποιητή άμεσα ή έμμεσα να απομακρύνει το θύμα από το περιβάλλον του, την οικογένεια, τους φίλους, τη δουλειά ή τις σπουδές τους» απαντά ρητά η κ. Ελένη Χουβαρδά, σύμβουλος ψυχικής υγείας που εξειδικεύεται στην ψυχολογική υποστήριξη θυμάτων έμφυλης βίας. «Το επιχείρημα που επιστρατεύουν είναι ότι τη δεδομένη στιγμή το σημαντικότερο είναι η σχέση τους, σε αυτήν πρέπει να εστιάσουν, όλα τα άλλα είναι επουσιώδη».
Η πτυχή αυτή είναι εκκωφαντική στην υπόθεση της Πετίτο, η οποία μετακομίζει από τη Νέα Υόρκη στη Φλόριντα, μόλις έναν μήνα μετά την έναρξη της ερωτικής σχέσης με τον Μπράιαν και δη στο πατρικό του. Ακόμα και το «ρομαντικό» ταξίδι για δύο, όπως ισχυρίζεται στον φακό του Netflix η Ρόουζ, ήταν μια δική του ιδέα, προκειμένου να ανακόψει οποιαδήποτε δική της σκέψη για απομάκρυνση ή χωρισμό. Η πρόταση γάμου και η δέσμευση δύο νέων, που έχουν απλώς αποφοιτήσει από το Λύκειο και δεν φαίνεται να τους απασχολεί ούτε η προσωπική τους εξέλιξη ούτε ο βιοπορισμός, φαντάζει εξαιρετικά πρόωρη.
«Όταν μία γυναίκα αποφασίζει νωρίς, ουσιαστικά μόλις ενηλικιωθεί, να δεσμευθεί, αν αυτό δεν αποτελεί μια αυθεντική επιθυμία της, αναρωτιέμαι μήπως σημαίνει ότι θέλει να ξεφύγει από το δικό της οικογενειακό περιβάλλον ή ότι δεν έχει άλλες προοπτικές λόγω του πολιτισμικού πλαισίου, στο οποίο ζει». Η βίαιη και η παραβιαστική συμπεριφορά παίρνει πολλές μορφές. «Οι γυναίκες τείνουν να μην αξιολογούν τη λεκτική βία και τη συστηματική υποτίμηση εκ μέρους του συντρόφου τους», επισημαίνει η ίδια και στα μάτια μας εμφανίζεται ο Μπράιν με βλέμμα αποδοκιμασίας κάθε φορά που η Γκαμπι του ζητά να μιλήσει στον φακό, το δικό της «όπλο», καθώς πιστεύει ότι θα καταφέρει να γίνει γνωστή και έτσι να βγάλει χρήματα. Εκείνος τότε χαμογελάει σφιγμένα και λέει κάτι κοινότοπο.
«Οι γυναίκες βιώνουν μια ανελευθερία σε πολλά επίπεδα, λένε για παράδειγμα “ας μην βγω με μια φίλη, ας μην αργήσω, για να μην το εξαγριώσω”». Τα μηνύματα που εισπράττουν τα θύματα είναι συναισθηματικής φύσης όχι γνωστικής. «Είναι δύσκολο να παραδεχτούν ότι φοβούνται, ενώ διακατέχονται από έντονες ενοχές» υπογραμμίζει. Η Γκάμπι στις σπάνιες στιγμές που ανοίγεται λέει με έμφαση στη φίλη της «πόσο τυχερή είμαι που έχω τον Μπράιαν, δεν μου αξίζει!». Μετά θάνατον βρέθηκαν φωτογραφίες με μελανιές και εκδορές, τις οποίες η Γκαμπι όχι μόνο δεν μοιράστηκε με κανέναν όπως έκανε με τις υπόλοιπες φωτογραφίες τύπου honeymoon, αλλά φαίνεται ότι είχε κυριολεκτικά θάψει στη μνήμη του κινητού της.
Αστυνομική διαχείριση που σοκάρει
Για τα δεδομένα της ελληνικής οικογένειας η στάση της αντίστοιχης αμερικάνικης προκαλεί αίσθηση. Οι γονείς της Γκάμπι δεν είναι ίσως εξαρχής ενθουσιασμένοι με τη σχέση, αλλά δεν το εκφράζουν ρητώς, δεν τους αρέσει η ιδέα του ταξιδιού, αλλά δεν κάνουν τίποτα για να μεταπείσουν το παιδί τους. Ακόμα και όταν σε ένα τηλεφώνημα η Γκάμπι ακούγεται κλαμένη και αναφέρει ότι η Αστυνομία τους σταμάτησε και διερεύνησε μια διαμάχη τους, ανησυχούν αλλά δεν σκέφτονται να παρέμβουν. Ποια, όμως, είναι η ενδεδειγμένη στάση, όταν υποψιαζόμαστε ότι ένα προσφιλές μας πρόσωπο είναι θύμα κακοποίησης; «Μπορείτε να μοιραστείτε την αγωνία σας και τους φόβους σας» απαντά η κ. Χουβαρδά, «εν συνεχεία, κάντε μια ήπια, διερευνητική προσέγγιση, δώστε όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες, μην ενεργήσετε, όμως, για λογαριασμό του· τις αποφάσεις θα πρέπει να τις πάρει μόνο του, έτσι θα ενδυναμωθεί».

Η διαχείρισή της αστυνομίας στην περίπτωση της Πετίτο σοκάρει. Οι αστυνομικοί στην Πολιτεία της Γιούτα λαμβάνουν μια καταγγελία για ένα νεαρό ζευγάρι, στο οποίο ο άνδρας χτυπά τη γυναίκα. Ενεργοποιούνται άμεσα, βρίσκουν το όχημα και το ακινητοποιούν. Προτού ο θεατής ανακουφιστεί, παρακολουθεί τις πραγματικές στιχομυθίες από τα πλάνα αρχείου της Αστυνομίας και μένει άφωνος. Τα όργανα της τάξης καταλήγουν ότι ο Μπράιαν είναι το θύμα ενδοοικογενειακής βίας και τον στέλνουν σε ξενώνα κακοποιημένων γυναικών, ενώ στην 22χρονη Γκάμπι προτείνουν να διανυκτερεύσει μόνη στο βαν.
Οι αστυνομικοί αποφαίνονται ότι η Γκάμπι πάσχει από αγχώδη διαταραχή. Είναι και η μοναδική φορά που ακούγεται κάποιος όρος της ψυχιατρικής. Υπονοείται ότι η συνεχής επιδίωξη της για τέλεια πλάνα και φωτεινά χαμόγελα επιδεινώνουν το άγχος της κοπέλας. Μήνες αργότερα, αφού ο Μπράιαν έχει επιστρέψει στο πατρικό του στη Φλόριντα χωρίς τη μνηστή του, ισχυριζόμενος ότι εκείνη έχει εξαφανιστεί, οι αστυνομικοί φτάνουν στο κατώφλι της οικογένειας και πληροφορούνται τη δική εκδοχή των Λώντρι. Ουδείς καλεί για κατάθεση τον βασικό ύποπτο, μέχρις ότου εκείνος εξαφανίζεται σε ένα κοντινό πάρκο και εκεί αυτοκτονεί. Στα ιδιαίτερα «μαλακά» ερωτήματα που τίθενται στο ντοκιμαντέρ, οι αστυνομικοί αποδίδουν την αναποτελεσματικότητα τους στον κατακερματισμό των υπηρεσιών μεταξύ των διαφορετικών Πολιτειών.
Η επόμενη μέρα
Στη διάρκεια ενός σχεδόν μήνα, στον οποίο η Γκάμπι αγνοείται, μέχρι να βρεθεί νεκρή στον εθνικό δρυμό Bridger- Teton, υπάρχει συνεχής κάλυψη από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και εκτεταμένες έρευνες· ένα προνόμιο που «κέρδισε» ως λευκή Αμερικανίδα με έντονη διαδικτυακή παρουσία. Μετά τη διαλεύκανση της γυναικοκτονίας, η οικογένεια της Γκάμπι ίδρυσε τη Gabby Petito Foundation, που προάγει υποστήριξη στην αναζήτηση αγνοουμένων και βοήθεια στα θύματα ενδοοικογενειακής βίας.
Απόηχος αυτής της δημοσιότητας ήταν και η κατάταξη του ντοκιμαντέρ τις πρώτες μέρες στα πιο προβεβλημένα της πλατφόρμας. Άραγε, πόσο βοηθάει στην καταπολέμηση της έμφυλης βίας η δημόσια συζήτηση; «Συμβάλλει ασυζητητί στην εξάλειψη της ντροπής, του φόβου, του στίγματος» απαντά η κ. Χουβαρδά, «κάθε φορά μετά τη δημοσιοποίησης μιας γυναικοκτονίας, δεχόμαστε πολλαπλά αιτήματα από γυναίκες που ανησυχούν για τη ζωή του και μας ζητούν βοήθεια».

