«Πες της να κάνει την κραυγή!», μου λέει μια φίλη μου όταν την παίρνω τηλέφωνο για να της πω ότι η ατζέντισσα της Λούσι Λόουλες μου είχε δώσει το οκέι για μια συνέντευξη με τη «Ζήνα της καρδιάς και της παιδικής μας ηλικίας». Στα μέσα προς τα τέλη της δεκαετίας του 1990, μαθήτρια του Δημοτικού, με το που άρχιζε να παίζει η εισαγωγή από τη Ζήνα: Η πριγκίπισσα του πολέμου στην τηλεόραση (πρόκειται για διασκευή του παραδοσιακού βουλγαρικού τραγουδιού Kaval sviri, το οποίο πολλά χρόνια αργότερα θα διασκεύαζε και η Μαρίνα Σάττι με τις Fonés της), όπου κι αν βρισκόταν στο σπίτι της, προσπερνούσε με σάλτα βουνά από παιχνίδια, μαξιλάρες και ό,τι άλλο εμπόδιο έβρισκε, μέχρι να προσγειωθεί σε μια πολυθρόνα για να παρακολουθήσει το υπερεπιτυχημένο spin-off του Ηρακλή. Αν τυχόν κάποιος το έχει ξεχάσει, έξι μήνες πριν αποκτήσει τη δική της σειρά, η Ζήνα αποτέλεσε τον πιο επιτυχημένο «δεύτερο ρόλο» της «μυθιστορικά ευέλικτης» περιπέτειας του Ηρακλή, κάνοντας το ντεμπούτο της στο επεισόδιο Η πριγκίπισσα του πολέμου, που πρωτομεταδόθηκε στην αμερικανική τηλεόραση στις 13 Μαρτίου του 1995, σαρώνοντας σε τηλεθέαση.
«Δεν μοιάζω στη Ζήνα»
Αδυνατώ να ζητήσω από τη Λόουλες να αρχίσει τους λαρυγγισμούς, θέλω όμως να τη μεταφέρω νοερά τριάντα χρόνια πίσω. Της ζητάω, λοιπόν, να μου πει πώς αισθάνθηκε όταν φόρεσε πρώτη φορά την «πανοπλία» της γεννημένης στην Αμφίπολη –κατά τον επινοημένο μύθο– πολεμίστριας που μάγεψε εκατομμύρια τηλεθεατές ανά τον κόσμο. «Για να είμαι ειλικρινής, το κοστούμι της Ζήνας δεν είχε τελειοποιηθεί όταν κάναμε τα πρώτα γυρίσματα. Ο κορσές δεν εφάρμοζε σωστά στα πλευρά μου και δεν μπορούσα να αναπνεύσω ελεύθερα, ειδικά στις σκηνές μάχης. Μάλιστα, υπήρξαν φορές που ένιωσα ότι πάθαινα κρίση πανικού». Τους πήρε χρόνο, όπως μου λέει, για να καταφέρουν να δέσουν πάνω της τον κορσέ με τρόπο που να της επιτρέπει να αναπνέει κανονικά. «Επίσης, ένιωθα τρελή αμηχανία με τη φούστα που φορούσα, επειδή ήταν πραγματικά κοντή και άφηνε τα πόδια μου εκτεθειμένα. Δεν είχα ποτέ πριν φορέσει τόσο αποκαλυπτικά ρούχα και ένιωθα εξαιρετικά άβολα μέχρι να τη συνηθίσω». Ομολογώ ότι περίμενα να ακούσω μια άλλη, πιο ανώδυνη ιστορία ή κάτι το μπανάλ, από αυτά που λένε συχνά οι ηθοποιοί, του τύπου «με το που φόρεσα τα ρούχο, μπήκα στο πετσί του ρόλου». Φευ!

Η Λόουλες, το γένος Ράιαν, πήρε τον ρόλο της Ζήνας χάρη σε ένα παιχνίδι της τύχης, όταν η ηθοποιός που αρχικά προοριζόταν γι’ αυτόν αρρώστησε και δεν μπόρεσε να ταξιδέψει έως τη Νέα Ζηλανδία, όπου γίνονταν τα γυρίσματα. Μέχρι τότε αναλάμβανε κυρίως μικρούς ρόλους σε τηλεοπτικές σειρές και ταινίες, ενώ στον Ηρακλή είχε βρεθεί αναμεμειγμένη αφού έπαιξε μια Αμαζόνα στον πιλότο της σειράς και τη γυναίκα ενός Κενταύρου σε ένα από τα πρώτα της επεισόδια. Καθολική και ιρλανδικής καταγωγής, κόρη μιας εκπαιδευτικού και του τραπεζίτη Φραν Ράιαν που διετέλεσε επί είκοσι ένα χρόνια δήμαρχος στο Μάουντ Άλμπερτ, ένα προάστιο του Όκλαντ που εκτείνεται γύρω από ένα ανενεργό ηφαίστειο, ήταν το προτελευταίο από τα έξι παιδιά της οικογένειας. Πρώτη φορά έπαιξε σε μιούζικαλ στα δέκα της, αλλά χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια για να λάμψει το άστρο της. Στα δεκαοκτώ της, ενώ μελετούσε ξένες γλώσσες στο Πανεπιστήμιο του Όκλαντ, παράτησε τις σπουδές της για να ταξιδέψει ανά τον πλανήτη με έναν άντρα ονόματι Γκαρθ Λόουλες, που δεν είχε και δεν απέκτησε ποτέ του σχέση με τον κόσμο του θεάματος. Της έδωσε, όμως, το επώνυμό του. Παντρεύτηκαν το 1988 και απέκτησαν μία κόρη. Έναν χρόνο μετά, η Λόουλες θα στεφόταν Μις Νέα Ζηλανδία και θα έκανε τις πρώτες της προσπάθειες στη σόουμπιζ, έχοντας παρακολουθήσει μαθήματα υποκριτικής στην καναδική σχολή καλών τεχνών VanArts, στο Βανκούβερ. Το 1995, αφού έβαψε τα ξανθά μαλλιά της μαύρα και μεταμορφώθηκε στη Ζήνα, πήρε διαζύγιο. Δύο χρόνια αργότερα θα παντρευόταν τον Αμερικανό Ρόμπ Τάπερ –σκηνοθέτη, σεναριογράφο και παραγωγό της Ζήνας– με τον οποίο θα αποκτούσε ακόμα δύο παιδιά.
Ας επιστρέψουμε, όμως, στη λαοφιλία της Ζήνας. Το κοινό τη λάτρεψε άμα τη εμφανίσει της. Γι’ αυτό και σχεδόν αμέσως μετά το ντεμπούτο του χαρακτήρα στον Ηρακλή, άρχισε να στήνεται η «δική της» σειρά. Εκτάθηκε σε έξι σεζόν και 134 επεισόδια, μεταδόθηκε σε περισσότερες από εκατό χώρες και ξεπέρασε κατά πολύ σε επιτυχία και ανθεκτικότητα στον χρόνο τον Ηρακλή, παρότι ήταν spin-off του. Ένας από τους λόγους που συνεισέφεραν στο «σουξέ» της ήταν το ότι «αγκαλιάστηκε» από το φεμινιστικό κίνημα αλλά και τη ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητα. Η Ζήνα ήταν μια όμορφη, χαρισματική, δυναμική πολεμίστρια, ένα πρότυπο χειραφετημένης γυναίκας, όπως ακριβώς είναι η Λόουλες.
Το 2012, ως ακτιβίστρια της Greenpeace, κατέλαβε με άλλους έξι ακτιβιστές ένα πλοίο γεώτρησης πετρελαίου και παρέμεινε σε αυτό επί εβδομήντα επτά ώρες, καθυστερώντας την αναχώρησή του από το Βόρειο Νησί της Νέας Ζηλανδίας για την Αρκτική. Συνελήφθη, ήρθε αντιμέτωπη με ποινή φυλάκισης έως δέκα ετών, τελικά τη «γλίτωσε» με ένα χρηματικό πρόστιμο και εκατόν είκοσι ώρες κοινωνικής εργασίας.
Τη ρωτάω αν η ίδια εντοπίζει ομοιότητες ανάμεσα στον εαυτό της και στη Ζήνα. «Για να είμαι ειλικρινής, δεν πιστεύω ότι μοιάζω στη Ζήνα. Είναι δύσκολο, βέβαια, να δεις τι από τον εαυτό σου έχεις συνεισφέρει σε έναν ρόλο, καθώς στην υποκριτική ξεστομίζεις τα λόγια, ντύνεσαι με τα ρούχα, “φοράς” ακόμα και τα μαλλιά ενός άλλου ανθρώπου! Υποθέτω, όμως, ότι αυτή η δύναμη ζωής που επιδεικνύει η Ζήνα πρέπει να βγήκε από εμένα. Υποθέτω ότι τα χούγια της είναι και δικά μου. Παρ’ όλα αυτά, είμαι και πολλά άλλα πράγματα, που δεν είναι η Ζήνα. Ζω μια αληθινή, μοντέρνα ζωή, έχω μια μεγάλη οικογένεια και δεν πηγαίνω σε μπαρ γυρεύοντας καβγάδες».
Η «ελαφριά ψυχαγωγία»
Τη ρωτάω αν υπήρχε κάτι στη Ζήνα που δεν μπορούσε με τίποτα να ανεχτεί, κάτι που να τη δυσκόλευε, πέρα από τον κορσέ. «Ναι, πάντα μισούσα τους καβγάδες. Είμαι από τη φύση μου αδέξια ή τουλάχιστον ήμουν μέχρι που ενσάρκωσα επί έξι χρόνια τη Ζήνα και τα αντανακλαστικά μου ακονίστηκαν. Με εκνεύριζαν οι σκηνές μάχης. Για την ακρίβεια, με κλόνιζαν». Το τελευταίο επεισόδιο της σειράς προβλήθηκε το 2001, όταν και, σεναριακά, η Ζήνα βρήκε έναν δραματικό θάνατο, που απογοήτευσε πολύ κόσμο. Στη συνέχεια η Λόουλες ανέλαβε μικρούς ρόλους σε δεκάδες σειρές και ταινίες, όπως στο X-Files (2001), στον Spider-Man (2002) και στο CSI Miami (2008), ενώ είχε μεγαλύτερη παρουσία στο Battlestar Galactica (2005-2009), στο Spartacus (2010-2012) και στο Salem (2015-2017). Με κανέναν από τους μετέπειτα ρόλους της δεν επανέλαβε την επιτυχία της Ζήνας. Παρ’ όλα αυτά, δεν φαίνεται να την ενοχλεί η «σκιά» της «πολεμίστριας πριγκίπισσας» στην καριέρα της. Είναι εντελώς κουλ και ακομπλεξάριστη. Όταν τη ρωτάω για το reboot που τόσο πολύ επιθυμούν οι φαν, αλλά πάντα κάτι γίνεται και τα σχέδια ναυαγούν, ενθουσιάζεται. «Ελπίζω και εύχομαι, πραγματικά, να γίνει. Γίνονται συνέχεια προσπάθειες, αλλά κανείς μέχρι τώρα δεν έχει καταφέρει να γράψει ένα σενάριο εξίσου καλό ή καλύτερο από εκείνο της αυθεντικής σειράς. Ποιος ξέρει, όμως, μια μέρα ίσως και να δούμε τη Ζήνα ξανά στην οθόνη!»

την έκανε διάσημη, την τελευταία νύχτα των γυρισμάτων της σειράς Ζήνα: Η πριγκίπισσα του πολέμου, το 2001. (Φωτογραφία: afp/visualhellas.gr)
Όπως συμβαίνει σχεδόν παντού στον πλανήτη, η Ζήνα διατηρεί ένα τεράστιο cult following και στην Ελλάδα, παρά το ότι όταν προβλήθηκε για πρώτη φορά η σειρά στη χώρα μας, από το Star (το πρώτο της επεισόδιο βγήκε στον αέρα στις 5 Ιουνίου του 1996), χαρακτηρίστηκε «αχταρμάς». Υπήρξαν, μάλιστα, πολλοί τηλεθεατές και τηλεκριτικοί που δεν εκτίμησαν καθόλου την επινοημένη εκδοχή της αρχαίας Ελλάδας που είδαν, ούτε τις «ιστορικές ανακρίβειες». Τη ρωτάω σε τι στόχευαν οι άνθρωποι που δούλευαν για τη Ζήνα: στην πιστότερη αναπαράσταση του αρχαίου κόσμου ή στην επινόησή του με τέτοιον τρόπο που να μπορεί να «λειτουργήσει» στη διεθνή τηλεοπτική αγορά; «Λυπάμαι που το λέω, αλλά, όχι, δεν μας απασχολούσε καθόλου η πιστή αναπαραγωγή της αρχαιότητας. Είχαμε πλήρη επίγνωση του ότι η μυθοπλασία μας αποσκοπούσε στην ελαφριά ψυχαγωγία. Γι’ αυτό και θα ήταν ανόητο το να αναζητήσει κάποιος την ιστορική ακρίβεια στη σειρά – ανακατεύαμε τις χρονολογίες, θέλαμε το τελικό αποτέλεσμα να είναι διασκεδαστικό. Παρ’ όλα αυτά, συνέβη κάτι παράδοξο. Η σειρά, παρά την ελαφράδα της, έκανε πολλούς τηλεθεατές να ενδιαφερθούν και να μελετήσουν την αυθεντική ελληνική μυθολογία».
Κι αν η Ζήνα συνεχίζει να είναι η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία της Λόουλες λίγες ημέρες πριν η Νεοζηλανδή ηθοποιός μπει στα 57 της χρόνια, από όλα τα καλλιτεχνικά της πρότζεκτ για ποιο αισθάνεται μεγαλύτερη περηφάνια; «Για το ότι πέρυσι σκηνοθέτησα την πρώτη μου ταινία, το Never look away». Έχει πλάνα για το μέλλον; «Σύντομα θα ξεκινήσω γυρίσματα για την πέμπτη σεζόν της σειράς My life is murder, στην οποία εξιχνιάζω εγκλήματα και παράλληλα… δείχνω τις ομορφιές της πόλης μου, του Όκλαντ». Κατά τα άλλα, πώς περνάει τις μέρες της; «Γράφω σενάρια για ταινίες που θέλω να σκηνοθετήσω. Αυτή είναι η τελευταία μου εμμονή και με κάνει να ζω την πιο συναρπαστική φάση της μέχρι τώρα ζωής μου. Υπάρχει, αλήθεια, μια μαγεία στο να δημιουργείς κάτι από το τίποτα, στο να αποτυπώνεις την έμπνευσή σου, κάτι το άυλο, σε μια σελίδα χαρτί». «Πέτρα, μολύβι, χαρτί», σκέφτομαι συνειρμικά ενώ αναρωτιέμαι αν υπάρχει κάποια σκηνή στη Ζήνα που να παίζουν αυτό το παιχνίδι ή αν πρόκειται για μια δική μου, επινοημένη ανάμνηση…
Mελετώντας το «φαινόμενο»
Μια συζήτηση με τη Βρετανίδα πανεπιστημιακό Αμάντα Πότερ, που έχει ασχοληθεί εκτενώς με το φαινόμενο της Ζήνας, αποκαλύπτει το εύρος της επιρροής της αμερικανικής σειράς.
Αν κάποιος σκεφτόταν να αφιερώσει τη ζωή του στη μελέτη της δραματικής τέχνης και της Ιστορίας, δύσκολα θα φανταζόταν τη Ζήνα ως αντικείμενο ακαδημαϊκής έρευνας. Γι’ αυτό και η Αμάντα Πότερ, όταν αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές της σε διδακτορικό επίπεδο, σκέφτηκε πρώτα τον Σαίξπηρ και την αρχαία ελληνική τραγωδία ως πεδία έρευνας. Καθ’ οδόν για την πρώτη της συνάντηση με τον μελλοντικό επιβλέποντα καθηγητή της, όμως, αποφάσισε να κάνει κάτι που κανείς δεν είχε κάνει μέχρι τότε: ένα διδακτορικό για την πρόσληψη της αρχαίας μυθολογίας από τους θεατές της Ζήνας: Η πριγκίπισσα του πολέμου και των Μαγισσών (Charmed), που στην Ελλάδα προβλήθηκαν και αυτές από το Star. Τη Ζήνα την είχε ανακαλύψει όντας ενήλικη, στην παιδική πρωινή ζώνη της βρετανικής τηλεόρασης. Γρήγορα συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν απλώς μια «ένοχη τηλεοπτική απόλαυση» για να παίζει στο background την ώρα που σιδερώνει κανείς τα ρούχα του.

Κατά τη διάρκεια της πρώτης καραντίνας, με αφορμή το κύμα νοσταλγίας για τη δεκαετία του 1990 που τη συνόδευσε και τα είκοσι, τότε, χρόνια από τον τηλεοπτικό θάνατο της Ζήνας, σκέφτηκε να διοργανώσει ένα διεθνές, ονλάιν συνέδριο. Τα πρακτικά του εξελίχθηκαν στα δεκατέσσερα κεφάλαια του τόμου Classical receptions and impact of “Xena: Warrior princess”, που κυκλοφόρησε πριν από μερικές εβδομάδες, σε επιμέλεια δική της και της Ανίς Κ. Στρονγκ. Οι δυο τους, όταν έκαναν το κάλεσμα συμμετοχής, έλαβαν περισσότερες από διακόσιες αιτήσεις, από τριάντα μία χώρες. Όχι, η Ζήνα δεν ήταν μια «χαμηλού κόστους καλτ σειρά που είχαν συνδυάσει με τα νιάτα τους ένα μάτσο μεσήλικες κλασικίστριες», αλλά ένα παγκόσμιο φαινόμενο που απασχολούσε επιστήμονες με διαφορετικό υπόβαθρο: μελετητές των ΜΜΕ, κοινωνιολόγους, ιστορικούς, ειδικούς των fan studies.
Μια «ένοχη απόλαυση» που έγινε παγκόσμιο φαινόμενο
Της αναφέρω τις αντιδράσεις περί «αχταρμοποίησης». «Η ελληνική, η ρωμαϊκή και η αιγυπτιακή αρχαιότητα και μυθολογία δύνανται να αποτελέσουν πηγή για άπειρο περιεχόμενο», μου λέει. «Ο καθένας μπορεί να πάρει ένα κομμάτι τους και να δημιουργήσει κάτι σπουδαίο. Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ξαναγράψεις έναν μύθο, π.χ. από μια γυναικεία ματιά, να τον αφηγηθείς εκ νέου. Μιλάμε για ενδιαφέρουσες, συναρπαστικές, πραγματικά καλές ιστορίες· ενδυναμωτικές, με ενδιαφέροντες χαρακτήρες». Ας μην ξεχνάμε ότι στο δέκατο επεισόδιο της δεύτερης σεζόν της σειράς, που είχε τον τίτλο Οι πάπυροι της Ζήνας, σύμφωνα με το σενάριο, η Ζήνα υπήρξε όντως· ήταν ένας αληθινός μύθος που διαγράφηκε από την Ιστορία λόγω της πατριαρχίας. Τι γίνεται με την «ελληνικότητά» της; «Στη σειρά αυτό που αντιπροσωπεύει είναι κάπως πολυπολιτισμικό, καθώς το σχετικό κόνσεπτ ήταν και παραμένει σημαντικό για την Αμερική: οι χαρακτήρες να είναι ενδυναμωτικοί για τον οποιονδήποτε, άσχετα με το υπόβαθρό του». Η Ζήνα, ως τηλεοπτικό πρόγραμμα, υπήρξε μπροστά από την εποχή του. Μπορεί σήμερα να μιλάμε για colour-blind κάστινγκ ως κομμάτι της woke ατζέντας, αλλά πριν από τριάντα χρόνια την Ωραία Ελένη στη Ζήνα την ενσάρκωσε η Γκάλιν Γκοργκ, μια έγχρωμη ηθοποιός.

Η Ζήνα –έξυπνη, αμφισβητίας, χειραφετημένη– εξελίχθηκε σε σύμβολο γυναικείας ενδυνάμωσης. Η δε σειρά λατρεύτηκε από τη ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητα, με τη φύση της σχέσης της Ζήνας με τη Γαβριέλλα να απασχολεί ατερμόνως το λεγόμενο fandom τους. Δεν είναι, όμως, μόνο το πάθος των φαν που κράτησε τον θρύλο τους ζωντανό. «Η Ζήνα προβλήθηκε σε μια εποχή που οι άνθρωποι είχαν μόλις ξεκινήσει να γράφουν τις σκέψεις τους στο διαδίκτυο, να δημοσιεύουν ονλάιν τις δικές τους ιστορίες με πρωταγωνιστές παρμένους από τις σειρές που αγαπούσαν», μου λέει η Πότερ. Τη στιγμή που γραφόταν το βιβλίο που συνεπιμελήθηκε, υπήρχαν στο διαδίκτυο 2.539 τέτοιες ιστορίες με πρωταγωνίστρια τη Ζήνα, οι οποίες εντάσσονται στο είδος του fanfiction. Κι αν αυτός ο αριθμός δεν εντυπωσιάζει, ας μείνουμε στο ότι, το 2005, το όνομα της Ζήνας προτάθηκε να δοθεί σε έναν τότε νεοανακαλυφθέντα πλανήτη. Τελικά, του δόθηκε το όνομα Dysnomia. Ναι, πρόκειται για έμμεση αναφορά στη Λούσι Λόουλες. [Κι εδώ ακούγεται ο ήχος της κραυγής της.]
Το συλλογικό έργο Classical receptions and impact of “Xena: Warrior princess”, σε επιμέλεια της Αμάντα Πότερ και της Ανίς Κ. Στρονγκ, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Bloomsbury Academic.
Κεντρική φωτογραφία: Φωτογραφία: Irvin Rivera/Contour/Getty Images/Ideal Image.

