Τον ρωτάω ποια είναι η κληρονομιά που θα ήθελε να αφήσει και στο πρόσωπό του σχηματίζεται ένα μεγάλο χαμόγελο. «Να λένε “ήταν καλός σε αυτό που έκανε”», απαντά και γρήγορα διευκρινίζει ότι αστειεύεται, δίνοντας εξαρχής ένα δείγμα του βρετανικού του χιούμορ. «Θα ήταν ωραίο να λένε για μένα ότι αφηγήθηκα μερικές ιστορίες που ίσως άλλοι δεν θα αφηγούνταν. Έχω σκόπιμα επιλέξει ορισμένα θέματα. Μου αρέσει να παρουσιάζω ιστορίες ανθρώπων της εργατικής τάξης, εκείνων που αγωνίζονται και επιθυμούν να δραπετεύσουν από τη μοίρα τους». Ο Στίβεν Νάιτ βρίσκεται απέναντί μου, συνδεδεμένος μέσω του Zoom. Μπορεί να μας χωρίζει μια οθόνη, ωστόσο η κουβέντα μας κυλά ευχάριστα. Ο πολυβραβευμένος Βρετανός σεναριογράφος, παραγωγός και σκηνοθέτης, γνωστός κυρίως για τη δημιουργία της δημοφιλούς σειράς του BBC Peaky Blinders, μου μιλά λίγο πριν από την πρεμιέρα του νέου τηλεοπτικού του εγχειρήματος με τίτλο Χίλια χτυπήματα (A Thousand Blows), που θα κάνει πρεμιέρα στην Ελλάδα στις 21 Φεβρουαρίου στην πλατφόρμα του Disney+. Πρόκειται για ένα ιστορικό δράμα έξι επεισοδίων, που εστιάζει στον επικίνδυνο κόσμο της παράνομης πυγμαχίας και μας συστήνει την απίθανη ιστορία της γυναικείας εγκληματικής οργάνωσης των Σαράντα Ελεφάντων με φόντο το βικτωριανό Λονδίνο της δεκαετίας του 1880· το ημίφως από τις λάμπες γκαζιού ταιριάζει στον Νάιτ.
Μαθαίνοντας να γράφει
Γεννημένος το 1959, ο Νάιτ μεγάλωσε στο Μπέρμιγχαμ, το μικρότερο από τα επτά παιδιά των Τζορτζ και Αΐντα Νάιτ. Ο πατέρας του εργαζόταν ως σιδηρουργός-πεταλωτής αλόγων και πολλές φορές έπαιρνε μαζί του τον μικρό Στίβεν για να βοηθά στη ρύθμιση της ροής του αέρα στο καμίνι. Στη συνέχεια έτρωγαν αυγά με μπέικον, που έψηναν πάνω στη φωτιά. Η μητέρα του εργαζόταν ως πράκτορας στοιχημάτων. Στο σπίτι τους δεν υπήρχαν καθόλου βιβλία και, όπως έχει δηλώσει ο Στίβεν στο παρελθόν, δεν ήταν ένα μέρος όπου η σχολική εκπαίδευση θεωρούνταν ιδιαίτερα σημαντική. Παρ’ όλα αυτά, ο ίδιος ήθελε από μικρός να γράφει, με το ταλέντο του να αναγνωρίζεται στην ηλικία των 10 ετών, όταν οι δάσκαλοι στο σχολείο βρήκαν καλό ένα ποίημα που έγραψε. Ήταν η πρώτη «επίσημη σφραγίδα» για τη δεξιότητά του στο γράψιμο. Κάποια χρόνια αργότερα, η γραφή του θα τον έκανε διάσημο σε όλο τον κόσμο.

Μετά τις σπουδές του στην αγγλική φιλολογία στο UCL, ο Νάιτ ξεκίνησε την καριέρα του στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση και το 1998 έγινε γνωστός ως ο συνδημιουργός του τηλεπαιχνιδιού Ποιος θέλει να γίνει εκατομμυριούχος; που μέσα στα επόμενα χρόνια γνώρισε μεγάλη επιτυχία σε περισσότερες από 150 χώρες. Το 2002 έγραψε το σενάριο της ταινίας Dirty Pretty Things, για το οποίο κέρδισε και υποψηφιότητα για Όσκαρ Πρωτότυπου Σεναρίου. «Όπως είπε ο Λέοναρντ Κόεν, τα μόνα χαρακτηριστικά που χρειάζεσαι για να γίνεις συγγραφέας είναι η αλαζονεία και η απειρία. Είχα και τα δύο σε μεγάλο βαθμό. Με άλλα λόγια, δεν ήξερα τι έπρεπε να κάνω, και έτσι δεν υπήρχαν κανόνες να με ανησυχούν. Ήταν ένα ασυνήθιστο “βάπτισμα” στον κόσμο του κινηματογράφου», έλεγε ο σεναριογράφος εκείνη την εποχή.
«Όπως είπε ο Λέοναρντ Κόεν, τα μόνα χαρακτηριστικά που χρειάζεσαι για να γίνεις συγγραφέας είναι η αλαζονεία και η απειρία. Είχα και τα δύο σε μεγάλο βαθμό».
Ακολούθησαν 14 ταινίες με μεγάλο εύρος: Έγραψε από ιστορικές ταινίες (Amazing Grace) και ρομαντικές ιστορίες (Locked Down), αστυνομικά (Επικίνδυνες υποσχέσεις), κατασκοπικά (Σύμμαχοι), ένα σκακιστικό δράμα (Pawn Sacrifice), περιπέτειες (Το κορίτσι στον ιστό της αράχνης), συνεργάστηκε με σημαντικούς σκηνοθέτες –από τον Κρόνεμπεργκ μέχρι τον Ζεμέκις–, ενώ κάποιες φορές σκηνοθέτησε και ο ίδιος, όπως το Σε λάθος χρόνο, το Hummingbird, το Νησί της αποπλάνησης.
Οι θείοι μου, οι Peaky Blinders

Ο Νάιτ μιλά σε κάθε ευκαιρία για το αγαπημένο του Μπέρμιγχαμ, το οποίο άλλωστε μετέτρεψε σε δημοφιλή τουριστικό προορισμό όταν παρουσίασε στο Peaky Blinders την ιστορία των αδίστακτων αλλά γοητευτικών αδερφών Σέλμπι. «Οι Peaky Blinders ήταν θείοι του πατέρα μου, που οργάνωναν παράνομα στοιχήματα», είπε ο Νάιτ σε πρόσφατη συνέντευξη στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CBS. «Μια μέρα, καθώς μετέφερε ένα μήνυμα, ο πατέρας μου χτύπησε μια πόρτα και βρήκε οκτώ άντρες καθισμένους γύρω από ένα τραπέζι όπου ήταν στοιβαγμένα τα κέρδη τους από το παράνομο στοίχημα. Ήταν άψογα ντυμένοι, είχαν λεπίδες, όπλα και έπιναν μπίρα και ουίσκι από βάζα μαρμελάδας».
Η σειρά προβλήθηκε από το 2013 μέχρι το 2022, αφήνοντας ένα ισχυρότατο αποτύπωμα στην ποπ κουλτούρα. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Νάιτ, πρόκειται για ένα πρότζεκτ που τον κάνει να αισθάνεται πολύ περήφανος. Εκτός από τα προσωπικά του βιώματα, η σειρά είναι εμπνευσμένη από τις ταινίες γουέστερν και τη ρωσική λογοτεχνία που ο ίδιος αγαπάει πολύ, καθώς επικρατεί μια τάση να μην ενδιαφέρει τους ήρωες αν θα ζήσουν ή θα πεθάνουν. Αυτό είναι το στοιχείο που τον συναρπάζει. Τον ενδιαφέρει επίσης να εξερευνά την ηθική πολυπλοκότητα δημιουργώντας ατελείς χαρακτήρες που ανήκουν στην γκρίζα ζώνη. «Προσπαθώ να αφηγούμαι ιστορίες καλών ανθρώπων που διαπράττουν άσχημα πράγματα, που όμως γίνονται για καλό σκοπό», μου εξηγεί. «Και αυτή είναι η ουσία. Ωστόσο, όταν ένας χαρακτήρας κάνει κάτι αυτονόητα κακό αλλά το κοινό καταλαβαίνει ποιος είναι και γιατί το κάνει, τότε δημιουργείται κάποια συμπάθεια προς αυτόν. Δεν πιστεύω ότι οι άνθρωποι γεννιούνται καλοί ή κακοί, αλλά ότι οι περιστάσεις μπορεί να δημιουργήσουν ιδιαίτερα εγωιστικά άτομα.

»Νομίζω πως τείνω να επιλέγω ιστορίες που προκαλούν έκπληξη, που συμβολίζουν κάτι διαφορετικό ή αποτελούν παράδειγμα για κάτι που μπορεί να συνιστά ένα μεγαλύτερο ζήτημα. Έτσι, λοιπόν, με ενδιαφέρουν θέματα απόδρασης και πεπρωμένου, οι στιγμές που οι άνθρωποι βρίσκονται σε καταστάσεις όπου η μοίρα τους φαίνεται αναπόφευκτη, σαν να μην υπάρχει άλλος δρόμος. Συχνά είναι θέμα μοίρας και συγκυρίας. Για παράδειγμα, αν έχεις γεννηθεί μέσα στη φτώχεια, πώς θα ξεφύγεις από αυτή;»
Υπάρχουν όμως και ιστορίες, όπως της πριγκίπισσας Νταϊάνα, ένα κρίσιμο στάδιο της ζωής της οποίας καταγράφεται στην ταινία Spencer, σε δικό του σενάριο και σκηνοθεσία Πάμπλο Λαραΐν. «Η Νταϊάνα γεννήθηκε μέσα στα πλούτη, η πορεία της στη ζωή φαινόταν προκαθορισμένη. Το πιο συναρπαστικό δράμα, νομίζω, προέρχεται από ανθρώπους που επαναστατούν κόντρα σε αυτές τις προσδοκίες».
Η εξουσία της τηλεόρασης

Μετά το Spencer, ο Νάιτ συνεργάστηκε σε μία ακόμα βιογραφική ταινία με τον Λαραΐν, στην πρόσφατη Maria, όπου η Αντζελίνα Τζολί υποδύεται την Κάλλας λίγο πριν από τον θάνατό της. «Ο Πάμπλο Λαραΐν με πλησίασε και μου πρότεινε να συνεργαστούμε. Είναι τόσο καλός και μου αρέσει πολύ να δουλεύω μαζί του. Και οι δύο περιπτώσεις αφορούσαν διάσημους ανθρώπους, “φωτίζουμε” το κομμάτι πίσω από τη δόξα και προσπαθούμε να καταλάβουμε για ποιο λόγο έπρεπε να συμβιβαστούν με αυτό που τους είχε δώσει η μοίρα». Ο Νάιτ μιλάει με πάθος όταν λέει ότι εκείνο που τον προσέλκυσε στην ιστορία της Νταϊάνα και της Κάλλας ήταν η ένταση ανάμεσα στη μοίρα και την προσωπική επιλογή. Έχει ενδιαφέρον ο τρόπος που ξεχωρίζει ποια ιστορία είναι κατάλληλη για την τηλεόραση και ποια για το σινεμά. «Πιστεύω ότι, αν μια ιστορία περιστρέφεται γύρω από ένα μεμονωμένο γεγονός, θα πρέπει να γίνει ταινία, γιατί έχει ξεκάθαρη αρχή, μέση και τέλος. Αλλά αν μια ιστορία αφορά περισσότερο την παρατήρηση του πώς συμπεριφέρονται και εξελίσσονται οι άνθρωποι, τότε χρειάζεται τον εκτεταμένο χρόνο οθόνης που παρέχει η τηλεόραση», τονίζει και εξηγεί τη δική του θεωρία κατά την οποία η τηλεόραση μοιάζει περισσότερο με μυθιστόρημα, ενώ οι κινηματογραφικές ταινίες με μικρές ιστορίες. «Αυτό δεν σημαίνει ότι το ένα είναι καλύτερο από το άλλο. Αλλά υπάρχει μια θεμελιώδης διαφορά στο τι μπορείς για παράδειγμα να κάνεις σε 90 λεπτά και τι σε 36 ώρες». Τον ρωτάω αν ο ίδιος προτιμάει ένα από τα δύο μέσα και απαντάει με σιγουριά: «Μου αρέσουν οι ταινίες και η κοινή εμπειρία της παρακολούθησης σε μεγάλη οθόνη είναι φανταστική. Αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι με την τηλεόραση ο σεναριογράφος έχει πραγματική ιδιοκτησία και εξουσία. Στον κινηματογράφο, ο σεναριογράφος συχνά ωθείται στο περιθώριο, ενώ στην τηλεόραση βρίσκεται στο επίκεντρο της αφήγησης».

Παρ’ όλα αυτά, μου αποκαλύπτει ότι δεν παρακολουθεί πολλή τηλεόραση, ούτε πηγαίνει πολύ συχνά στο σινεμά. «Γιατί αισθάνομαι σαν να είμαι στη δουλειά», λέει. Όσο για το streaming, που τα τελευταία χρόνια μας έχει καθηλώσει στον καναπέ του σπιτιού, ο ίδιος θεωρεί ότι δεν υπάρχει τίποτα κακό με αυτό. «Οι streaming υπηρεσίες άλλαξαν το τοπίο της τηλεόρασης, έκαναν τη ζωή μου πολύ καλύτερη, επειδή υπάρχει πολύ περισσότερο περιθώριο και πολύ περισσότερος χρόνος για να εξερευνήσω αυτά που θέλω να δείξω».
«Οι streaming υπηρεσίες άλλαξαν το τοπίο της τηλεόρασης, έκαναν τη ζωή μου πολύ καλύτερη, επειδή υπάρχει πολύ περισσότερο περιθώριο και πολύ περισσότερος χρόνος για να εξερευνήσω αυτά που θέλω να δείξω».
Λίγο πριν τον αποχαιρετήσω, του ζητάω να μου δώσει κάποιο στοιχείο για την επερχόμενη ταινία Peaky Blinders που περιμένουμε με αγωνία από τότε που ανακοινώθηκε το πρότζεκτ, περίπου πριν από τρία χρόνια. Ο Νάιτ γελάει δυνατά. «Μπορώ να σας πω ότι είναι φανταστική. Τα γυρίσματα ολοκληρώθηκαν τον Δεκέμβριο και, σοβαρά, είναι πολύ καλή. Έχουμε το καλύτερο καστ στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου του Στίβεν Γκράχαμ, που παίζει και στα Χίλια χτυπήματα. Αξίζει η αναμονή. Δεν αργεί πολύ μέχρι να τη δείτε, αξίζει να περιμένετε. Ας ελπίσουμε ότι η ταινία θα κυκλοφορήσει στο τέλος του 2025 ή πολύ νωρίς το 2026». Η ιστορία μεταφέρεται στο 1940 και ένα μεγάλο μέρος των ηθοποιών που συμμετείχαν στη σειρά επιστρέφει. Το πιο σημαντικό; Μαζί τους επιστρέφει και ο Κίλιαν Μέρφι για μια τελευταία παράσταση ως Τόμι Σέλμπι, στον ατμοσφαιρικό κόσμο που έπλασε ο Νάιτ και αγαπήθηκε από δεκάδες εκατομμύρια θεατές.
Σαράντα ελέφαντες, Χίλια χτυπήματα
Η ιστορία πίσω από την καινούργια σειρά

Πρωταγωνιστές στα Χίλια χτυπήματα είναι οι Εζεκάια Μόσκοου (Μελάκι Κίρμπι) και Άλεκ Μονρό (Φράνσις Λόβχολ), δύο φίλοι από την Τζαμάικα, οι οποίοι αναζητούν μια καλύτερη ζωή. Σύντομα, όμως, θα αναμειχθούν στον εγκληματικό υπόκοσμο της πυγμαχίας, που σιγά σιγά ακμάζει στην πόλη. Το ταλέντο του Εζεκάια στο ρινγκ θα εντοπίσει η Μέρι Καρ (Έριν Ντόχερτι), «βασίλισσα» της γυναικείας εγκληματικής οργάνωσης «Σαράντα Ελέφαντες». Την ίδια στιγμή, ο βετεράνος στην πυγμαχία, Σούγκαρ Γκούντσον (Στίβεν Γκράχαμ) νιώθει ότι απειλείται από τον Εζεκάια και θα προσπαθήσει να τον καταστρέψει. «Ο Στίβεν Γκράχαμ μου μίλησε για την αληθινή ιστορία των “Ελεφάντων” και στη συνέχεια πληροφορήθηκα για τον Εζεκάια Μόσκοου, που ήρθε από την Τζαμάικα στο Λονδίνο με την ελπίδα να γίνει δαμαστής λιονταριών και τελικά έγινε διάσημος πυγμάχος. Αλλά η ιστορία των Ελεφάντων ήταν εξαιρετική και αρκετή από μόνη της για να με κάνει να θέλω να προχωρήσω με το πρότζεκτ», εξηγεί ο Νάιτ και προσθέτει ότι, μετά την έρευνα που έκανε, ενθουσιάστηκε με τις σαράντα γυναίκες «οι οποίες, τη δεκαετία του 1880, έκλεβαν πολυτελή πολυκαταστήματα όπως το Harrods και τα Selfridges, εκτελούσαν συμβόλαια εκβιασμού και επιθέσεων σε άτομα για οικονομικά οφέλη».
Η σειρά Χίλια χτυπήματα θα κάνει πρεμιέρα στην Ελλάδα στις 21 Φεβρουαρίου από την πλατφόρμα του Disney+.
Κεντρική Φωτογραφία: Ο Στίβεν Νάιτ μπροστά σε ένα πιστό αντίγραφο ξύλινου ρινγκ από τα τέλη του 19ου αιώνα που χρησιμοποιήθηκε για τη νέα σειρά του Disney+. 2025 Disney

