Ετσι γυρίστηκε το Brutalist

Ο Έιντριεν Μπρόντι και ο Μπρέιντι Κόρμπετ σε ένα διαδικτυακό τετ-α-τετ με το «Κ» περιγράφουν την εμπειρία των γυρισμάτων, μιλούν για τις προκλήσεις και τις προσδοκίες τους και εξηγούν γιατί στο τέλος μένει πάντα το ερώτημα «αν άξιζε τον κόπο»

5' 24" χρόνος ανάγνωσης

Μέσα στην παραζάλη του Φεστιβάλ Βενετίας με τις τέσσερις και πέντε προβολές καθημερινά για τους διαπιστευμένους, το The Brutalist του Μπρέιντι Κόρμπετ ξεχώρισε διότι ήταν η μόνη ταινία που είχε… διάλειμμα. Με τρεισήμισι ώρες διάρκεια, αυτή η παλιομοδίτικη πια πολυτέλεια ήταν πρακτικά απαραίτητη. Παρ’ όλα αυτά, στις κουβέντες του ενός τετάρτου που ακολούθησαν δεν θυμάμαι σχεδόν κανέναν να προβλέπει μεγάλες επιτυχίες για το φιλμ, πόσω μάλλον τις δέκα οσκαρικές υποψηφιότητες που πρόσφατα εξασφάλισε. Το ίδιο βράδυ ωστόσο, στην επίσημη πρεμιέρα, το κοινό ήταν πολύ πιο εκδηλωτικό, όπως θυμάται ο Έιντριεν Μπρόντι: «Μόνο στη Βενετία κατάλαβα τη δυναμική της ταινίας. Θα ήθελα να λέω ότι είμαι συγκρατημένα αισιόδοξος, όμως δεν είμαι και τόσο. Ίσως είναι και μηχανισμός άμυνας. Όμως λατρεύω τη δουλειά του Κόρμπετ και ήξερα ότι είχε όλα τα φόντα για να ζωντανέψει αυτή την ιστορία. Και πάλι ξεπέρασε τις προσδοκίες μου. Δεν είναι μόνο η [ανταμοιβή για τη] σκληρή δουλειά. Πάνε 20 χρόνια από τότε που κάθισα σε μια σκοτεινή αίθουσα και είδα μια ταινία στην οποία πρωταγωνιστούσα [σ.σ. εννοεί τον Πιανίστα του Ρόμαν Πολάνσκι] να φτάνει σε τέτοιο βάθος και να αγγίζει τους ανθρώπους γύρω μου σε σημείο που να δακρύζουν και να με κοιτούν με ένα είδος θαυμασμού. Ήταν υπέροχο».

«Η αρχιτεκτονική δεν κινείται»

Ο Μπρόντι υποδύεται τον (επινοημένο) χαρακτήρα του Λάζλο Τοθ, έναν Ούγγρο αρχιτέκτονα του ακραία μοντερνιστικού ρεύματος του μπρουταλισμού, ο οποίος μεταναστεύει στις ΗΠΑ αμέσως μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Εκεί αναλαμβάνει να χτίσει ένα πρωτοποριακό κτιριακό σύμπλεγμα για λογαριασμό ενός ντόπιου μεγιστάνα. Όσα ακολουθούν, σε ένα επικό ταξίδι που διατρέχει τις δεκαετίες, αποτελούν μια εκδοχή του αμερικανικού ονείρου, συχνά θαυμαστή και άλλοτε τρομακτική. Γιατί όμως ένας ανερχόμενος Αμερικανός κινηματογραφιστής σαν τον Μπρέιντι Κόρμπετ να κάνει μια ταινία γύρω από αυτό το θέμα; «Μάλλον το συγκεκριμένο καλλιτεχνικό ρεύμα με ενδιαφέρει επειδή κι εγώ κάνω ταινίες που είναι, με έναν τρόπο, πολωτικές. Έχουν παράξενη κατασκευή και δομή που ίσως ενοχλεί κάποιους θεατές. Όπως τα μνημεία του μπρουταλισμού όμως, τιμούν τον καθαρό μινιμαλισμό και δεν απολογούνται για τον χώρο που καταλαμβάνουν. Από την άλλη, είναι πολύ δύσκολο να κάνεις μια ταινία γύρω από την αρχιτεκτονική, διότι η αρχιτεκτονική δεν κινείται. Έπρεπε να βρούμε τρόπους να την προσωποποιήσουμε και ολόκληρο το φιλμ να μοιάζει με ένα μπρουταλιστικό μνημείο», σημειώνει ο σκηνοθέτης. 

«Τρόμοι του παρελθόντος»

Πρώτα απ’ όλα, εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ανθρώπινη ιστορία, αυτήν του μετανάστη από τη ρημαγμένη Ευρώπη, ο οποίος όπως τόσοι άλλοι (παντού και πάντα) φτάνει στον ξένο τόπο αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον. «Η αλήθεια είναι ότι μιλάμε για έναν τόσο πολυεπίπεδο χαρακτήρα, γραμμένο με ευαισθησία και ταυτόχρονα με μια αίσθηση καθολικότητας. Έναν χαρακτήρα με τέτοιο εύρος βιωμένης εμπειρίας, που οποιοσδήποτε ηθοποιός θα “σκότωνε” γι’ αυτόν τον ρόλο», ομολογεί ο Μπρόντι. Πέρυσι ο Κίλιαν Μέρφι θριάμβευσε στα Όσκαρ υποδυόμενος τον Τζ. Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, έναν «καταστροφέα κόσμων», στο ομώνυμο φιλμ του Κρίστοφερ Νόλαν. Ο δικός του Λάζλο είναι ένας «χτίστης κόσμων», προερχόμενος από την ίδια εποχή. «Ιστορικά πρόκειται προφανώς για μια εποχή που μετασχημάτισε τον κόσμο μας. Δεν συσχετίζω τα δύο πρόσωπα, όμως νιώθω ότι υπάρχει μια συλλογική ανάγκη για αποδοχή και δημιουργική πλήρωση όταν ανατρέχουμε σε κάποιους σαν αυτούς. Πιστεύω επίσης ότι προσεγγίζοντας τους τρόμους του παρελθόντος, μπορούμε να βρούμε την προοπτική και την καθαρή σκέψη, ώστε να καταλάβουμε πώς θα κάνουμε τον κόσμο ένα καλύτερο μέρος στο παρόν. Και αυτό νομίζω ότι οι σκηνοθέτες προσπαθούν να ανακαλύψουν και να φέρουν στη δημόσια συζήτηση».

Ετσι γυρίστηκε το Brutalist-1

«Σαν τον παππού μου»

Όσο παράξενο κι αν φαίνεται πάντως, ο Έιντριεν Μπρόντι, για τον οποίο ο συγκεκριμένος ρόλος μοιάζει κατά παραγγελία γραμμένος, δεν ήταν ο πρώτος υποψήφιος για να τον πάρει· αντιθέτως, αυτός προοριζόταν για τον Αυστραλό Τζόελ Έτζερτον στην αρχική σύλληψη της ταινίας, περίπου πέντε χρόνια πριν. «Έτσι είναι. Είναι, όμως, επίσης αλήθεια ότι ο Έιντριεν έφερε κάτι πολύ ιδιαίτερο στον ρόλο λόγω της πολιτισμικής κληρονομιάς του και όχι μόνο. Εννοώ ότι μεγάλωσε σε ένα σπίτι με Ούγγρους που μιλούσαν ουγγρικά, οπότε είχε εξοικείωση με μια πολύ δύσκολη γλώσσα. Οπότε δεν χρειαζόταν και ιδιαίτερη σκέψη. Εφόσον τα προγράμματά μας συντονίστηκαν και τόσο εκείνος όσο και ο ρόλος ήταν διαθέσιμοι, ένιωσα ότι κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να το κάνει», παραδέχεται ο Κόρμπετ – «βασικά πρόσθεσα αρκετές ουγγρικές βρισιές που δεν υπήρχαν στο σενάριο», λέει ο Μπρόντι γελώντας. Για τον ρόλο αναφέρει ότι αναζήτησε ένα πρότυπο. «Έναν άνδρα με τη χαρακτηριστική επισημότητα και τον λόγο εκείνης της εποχής, κάποιον που θα μίλαγε παρόμοια με τον παππού μου».

«Τα μνημεία του μπρουταλισμού τιμούν τον καθαρό μινιμαλισμό και δεν απολογούνται για τον χώρο που καταλαμβάνουν», λέει ο Μπρέιντι Κόρμπετ σχολιάζοντας έμμεσα και τη μεγάλη διάρκεια του φιλμ.

«Δουλεύεις όλη την ώρα»

«Πιστεύω ότι είναι μεγάλη πρόκληση να κάνεις ανεξάρτητα φιλμ γενικά», λέει ο Μπρόντι. «Προφανώς, από τη μια έχεις έλλειψη πόρων και από την άλλη μια πληθώρα από δημιουργικές, οραματικές ιδέες. Και πρέπει να ζωντανέψεις την πιο περίπλοκη, λεπτομερή ιστορία. Πέφτει αρκετό βάρος στους ώμους ενός ηθοποιού, αφού η παραγωγή, μην έχοντας πολλά χρήματα, πιέζει στο όριο. Βασικά δουλεύεις όλη την ώρα. Έχεις τεράστια κομμάτια διαλόγου ή σκηνές μεγάλης συναισθηματικής φόρτισης κάθε μέρα, κι αυτό μπορεί να αποδειχθεί αρκετά εξοντωτικό. Δεν έχεις τον χρόνο ώστε να δώσεις στα πράγματα τον χώρο που απαιτούν. Οπότε πρέπει απλώς να τα καταφέρεις και να είσαι εξαιρετικά προετοιμασμένος, ειδικά όταν έχεις να κάνεις με αυτή την ιδιαίτερη προφορά. Όμως, όλα τα παραπάνω δεν ήταν πρωτόγνωρα για μένα. Έτσι ήταν στις περισσότερες ταινίες που έχω κάνει και νομίζω πως αυτές οι προκλήσεις είναι μέρος του ταξιδιού. Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, μπορούν ακόμα και να ενισχύσουν τη δουλειά σου».

«Γιατί κάνουμε ό,τι κάνουμε;»

Πίσω στην αρχιτεκτονική, η οποία αποτελεί μάλλον την προμετωπίδα-βιτρίνα του πραγματικού (κεντρικού) νοήματος του The Brutalist, τουλάχιστον σύμφωνα με τον ίδιο τον δημιουργό του: «Αυτό που έχει μεγάλη σημασία για μένα είναι το τι εκφράζουν οι καλλιτέχνες, ειδικά με αυτά τα επαναστατικά μνημεία. Και η ίδια η ταινία με αυτό έχει να κάνει. Το σινεμά και η αρχιτεκτονική αποτελούν δημόσιες τέχνες και οι άνθρωποι θα κάνουν με αυτές ό,τι θέλουν: θα ζωγραφίσουν πάνω τους και θα τις κατουρήσουν, και θα τις λατρέψουν και θα τις κατεδαφίσουν. Και ξέρετε, στο τέλος της ζωής αυτού του χαρακτήρα, μένεις με το ερώτημα: άξιζε τον κόπο; Δηλαδή γιατί κάνουμε όσα κάνουμε; Δεν έχω την απάντηση σε αυτή την ερώτηση, δεν γνωρίζω. Δεν ξέρω γιατί συνεχίζω να κάνω ταινίες όταν τόσο συχνά είναι μια εξαντλητική και επίπονη εμπειρία. Όμως, ήδη δουλεύω την επόμενη…».

Το The Brutalist του Μπρέιντι Κόρμπετ κάνει πρεμιέρα στις ελληνικές αίθουσες στις 6 Φεβρουαρίου. Πρωταγωνιστούν: Έιντριεν Μπρόντι, Φελίσιτι Τζόουνς, Γκάι Πιρς κ.ά. Διανομή Tanweer.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT