Μπομπ Ντίλαν, ένας άγνωστος;

Μερικές σκέψεις πάνω στη βιογραφική ταινία «A complete unknown» για τα πρώτα χρόνια του εμβληματικού τραγουδοποιού στη μουσική βιομηχανία

4' 10" χρόνος ανάγνωσης

«Γνώρισα» τον Μπομπ Ντίλαν στις αρχές της δεκαετίας του ’70, πέφτοντας πάνω σε ένα βιβλίο με τους στίχους των τραγουδιών του. Παρότι δεν ήμουν της ποίησης, με τράβηξε αρκετά ώστε να μαγνητοφωνήσω από ένα συμμαθητή μου το δίσκο του «Greatest Hits». Ξεκίνησα από κει και δε σταμάτησα. Έλιωσα δίσκους του στο πικάπ, διάβασα άρθρα και βιβλία, είδα ντοκιμαντέρ και ταινίες γι αυτόν και φωτογράφησα μέρη στα οποία σύχνασε στο Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη.

Μπαίνοντας όμως στην αίθουσα του κινηματογράφου για το «A complete unknown», το τελευταίο φιλμ του Τζέιμς Μάνγκολντ, είχα επιφυλάξεις. Κι αυτό γιατί οι «βιογραφικές» ταινίες, στην προσπάθεια να δημιουργήσουν ενδιαφέρον, συνηθίζουν να κάνουν εκπτώσεις: προσθέτουν στο σενάριο πρόσωπα που δεν υπήρξαν και πράγματα που δεν έγιναν, ενώ τείνουν να σκιαγραφούν το χαρακτήρα μονοδιάστατα. Aν είναι και μουσικές, υπάρχει πάντα η αναπόφευκτη σύγκριση του ηθοποιού με το πρωτότυπο.

Ευτυχώς, μετά από δυόμιση ώρες έφυγα σε εξαιρετική διάθεση. Ένας λόγος είναι ότι επιλέγοντας απογευματινή προβολή σε εργάσιμη μέρα είχα την τύχη να είμαστε «εννιά και ο κούκο»ς στο σινεμά και να μην κάνει κιχ κανείς. Ο δεύτερος και σημαντικότερος; Ότι η ταινία αξίζει. Γιατί δε λέει ψέματα.

Εστιάζοντας στα πρώτα χρόνια

Ο Μάνγκολντ εστιάζει στα πρώτα χρόνια του Ντίλαν, από τις πρώτες εμφανίσεις του στα κλαμπ της Νέας Υόρκης μέχρι και το Φεστιβάλ του Νιούπορτ το ’65. Όπως και στο «Walk the line» για τη ζωή του Τζόνι Κας, ο σκηνοθέτης έχει κάνει καλή δουλειά σε όλα τα επίπεδα. Δεν αποφεύγει βέβαια τις συνηθισμένες υπερβάσεις που ανακατεύουν αυθαίρετα ανθρώπους, καταστάσεις και χρονισμό. Για παράδειγμα: Ο Ντίλαν δεν γνώρισε τον Πιτ Σίγκερ στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν ο Γούντι Γκάθρι, τη μοτοσυκλέτα την πήρε αργότερα από ότι δείχνει το έργο, και, βέβαια, η σύντροφός του Σουζ Ρότολο (Σίλβι στο φιλμ) δεν πήγε καν στο Nιούπορτ το ’65.

Μπομπ Ντίλαν, ένας άγνωστος;-1

Αυτά όμως δεν ενοχλούν, γιατί επί της ουσίας δεν αλλοιώνουν την πραγματικότητα. Η ταινία είναι «αληθινή». Η εποχή και η αύρα της αποτυπώνονται εξαιρετικά στα πάντα (φάτσες, ρούχα, δρόμοι, κτίρια), οι μουσικές στιγμές αναπαράγονται σωστά, ενώ οι προσωπικές σκηνές σκιαγραφούν χαρακτήρες και καταστάσεις πιστά, χωρίς υπερβολές. Και επειδή μιλάμε για βιογραφία και χαρακτήρες: Είναι ο Ντίλαν ένας άγνωστος, όπως υποδηλώνει ο τίτλος της ταινίας;

Ο βάρδος που έγινε ρόκερ

Ναι, με δύο επιφυλάξεις. Η μία, ότι το φιλμ καλύπτει μία περίοδο τεσσάρων ετών σε μια καριέρα που κοντεύει τα 65 χρόνια. Η δεύτερη και σημαντικότερη, ότι εστιάζει σε μία διάσταση της προσωπικότητάς του. Διότι ο Ντίλαν – όπως όλοι οι μεγάλοι – δεν μπαίνει σε κουτάκι.

Είναι ο βάρδος που έγινε ρόκερ, ο Εβραίος που έγινε Χριστιανός και τούμπαλιν, ο σταρ της μουσικής που έπαιξε κομπάρσος σε ταινίες, ο ζωγράφος που φιλοτέχνησε εξώφυλλα δίσκων, ο μοναδικός τραγουδιστής που έκανε μεγάλη καριέρα χωρίς μεγάλη φωνή και ο μοναδικός μουσικοσυνθέτης που πήρε Νόμπελ Λογοτεχνίας. Έπαιξε φολκ, ροκ, κάντρυ και μπλουζ, έκανε εκπομπές στο ραδιόφωνο με τα αγαπημένα του τραγούδια και όλα αυτά, τα έκανε στα πλαίσια μιας συνεχούς αναζήτησης. Ο Ντίλαν είναι ο ορισμός του όρου «larger than life»· είναι όλα αυτά, και πολλά άλλα.

Κι αυτό γιατί κινητήρια δύναμή του είναι η αναζήτηση και η αλλαγή. Ο Ντίλαν αλλάζει και προχωράει, ακόμα και αν αυτό πάει κόντρα στο ρεύμα, δεν αρέσει, ή πλήττει την εικόνα του. Και αυτό δεν περιλαμβάνει μόνο τα στυλ μουσικής.

Στις συναυλίες του, εκτός του ότι μετά βίας μιλάει, αλλάζει εκτελέσεις στα τραγούδια γιατί βαριέται να τα παίζει όπως στο δίσκο. Στις συνεντεύξεις του, είναι ο μόνος που δεν ενδιαφέρεται τι εντύπωση θα δημιουργήσει: «O Τζάγκερ θέλει να φοβίζει, ο Σπρίνγκστιν θέλει να αγαπιέται, ο Στιγνκ θέλει να θαυμάζεται… Ο Ντίλαν δεν δίνει δεκάρα*», όπως έγραφε ο Ντέιβιντ Χέπγουορθ, στο περιοδικό Q, τον Ιανουάριο του 1986. Ίσως, μάλιστα, το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η συμμετοχή του το 1987 στην ταινία «Hearts of fire», όπου υποδύεται έναν παρωχημένο ροκ σταρ. (Σε μια εποχή που για πολλούς ΗΤΑΝ παρωχημένος ροκ σταρ).

Ο Ντίλαν και τα τραγούδια του

Πάνω από όλα αυτά, ο Ντίλαν είναι τα τραγούδια του. Αυτά που έκαναν την αφρόκρεμα της σύγχρονης μουσικής να τον τιμήσει με μια συναυλία στα 30 χρόνια καριέρας. Αυτά που διασκεύασαν εκατοντάδες καλλιτέχνες, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το «Knockin’ on heaven’s door» από το Γουόρεν Ζέβον, λίγο πριν υποκύψει στον καρκίνο. Αυτά που αισθάνεσαι ότι τα ακούς ακόμα και όταν δεν παίζει μουσική, όπως «άκουσα» το «Watching the river flow» ατενίζοντας τον Μισισιπή.

Αν ενδιαφέρεστε για το Ντίλαν και θέλετε ντοκιμαντέρ, δείτε το «Don’t look back» ή το «No direction home». Αν θέλετε σινεφίλ πειραματισμό, δείτε το «I’m not there». Και αν θέλετε μια ταινία που θα σας αρέσει οπωσδήποτε, είτε ξέρετε πολλά είτε λίγα για το Ντίλαν, δείτε το «A complete unknown». Άλλωστε, έχει ήδη 8 υποψηφιότητες για Όσκαρ, ένα προσωπικό ρεκόρ για τον Μάνγκολντ.

Ο Μωρίς Σιακκής σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες «εδώ» και «έξω», δούλεψε 30 χρόνια στο μάρκετινγκ και την επικοινωνία και έχει μόνιμη αδυναμία στη μουσική, την ιστορική έρευνα και τα ταξίδια. Έχει κάνει ραδιοφωνικές εκπομπές, έχει γράψει άρθρα και έχει δημοσιεύσει δύο βιβλία για την ιστορική εξέλιξη της ροκ μουσικής.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT