«Ο Ντίλαν μπορεί κάλλιστα να γίνει ο πιο δημιουργικός τροβαδούρος της χώρας μας – αν δεν εκραγεί». Με αυτή τη φράση είχε συνοψίσει τον κορυφαίο τραγουδοποιό του 20ού αιώνα ο επίσης θρυλικός Πιτ Σίγκερ, το 1964. Υπό μια έννοια, ο Ντίλαν όντως εξερράγη λίγο μετά. Και μάλιστα πολλαπλώς: Πρώτα με τα σουρεαλιστικά, ρηξικέλευθα τραγούδια του. Ύστερα, με τη θρυλική ηλεκτρική εμφάνιση στο Νιούπορτ. Τέλος, με το μοτοσικλετιστικό ατύχημα. Ποιος ήταν όμως στ’ αλήθεια ο Ντίλαν της περιόδου 1961-1965; Η νέα βιογραφική ταινία του Tζέιμς Μάνγκολντ ακολουθεί (επιφανειακά και «χολιγουντιανά» έστω) τον ανερχόμενο τροβαδούρο από το πρώτο ταξίδι στη Νέα Υόρκη μέχρι τη θορυβώδη εμφάνιση στο Νιούπορτ. Ένα καλλιτεχνικό γεγονός το οποίο συμβολίζει την επικράτηση του ροκ έναντι της παραδοσιακής φολκ, τόσο σε επίπεδο ήχου όσο και ως στάση ζωής (ρήξη με το παρελθόν, ελευθερία, κ.λπ.).


Ο 20χρονος Ντίλαν ήταν ένα νευρικό παιδί. Μονίμως προχειροντυμένο, συνήθως χαμογελαστό, ταλαντούχο και μυθομανές. Ύστερα, ήρθε η κοινωνικοπολιτική αφύπνιση, τo αλκοόλ, ο έρωτας, τα διαβάσματα, η χαρά της επιτυχίας και βέβαια η πίεση του πρώτου κύματος δόξας, εκεί γύρω στο 1963. Ακούγοντας τραγούδια όπως το Blowing in the wind, τον αποκάλεσαν φωνή της γενιάς του, αλλά ο ίδιος σύντομα ένιωσε ότι τα κινήματα και οι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων τον έπνιγαν αντί να τον σπρώχνουν μπροστά.
Ο 20χρονος Ντίλαν ήταν ένα νευρικό παιδί. Μονίμως προχειροντυμένο, συνήθως χαμογελαστό, ταλαντούχο και μυθομανές.

«Η Εθνική Ένωση για την Πρόοδο των Έγχρωμων Ατόμων είναι ένα μάτσο γέροι», αναφέρει σε ένα άκρως διαφωτιστικό και απολαυστικό πορτρέτο του New Yorker, το 1964. «Καμιά φορά δεν ξέρεις αν κάποιος θέλει να κάνεις κάτι επειδή είναι κολλημένος ή επειδή του αρέσεις πραγματικά. Είναι τρομερά μπερδεμένο, και το καλύτερο που μπορείς να κάνεις είναι να το αναγνωρίσεις». Στο ίδιο κείμενο, το 23χρονο παιδί που υπήρξε τότε, εξηγεί στον δημοσιογράφο Νατ Χέντοφ ότι κάποιοι άνθρωποι «αλυσοδένονται» αποζητώντας την αποδοχή. «Φοβούνται μη μείνουν μόνοι τους. Αλλά, σε τελική ανάλυση, τι σημαίνει μένω μόνος μου; Υπήρξα μόνος μου κάποιες φορές μπροστά σε τρεις χιλιάδες ανθρώπους». Είναι σκέψεις σαν αυτές που τον οδήγησαν εκείνη τη χρονιά στο τραγούδι My back pages, με τον περιεκτικό στίχο «ήμουν τόσο γέρος τότε/ είμαι πιο νέος τώρα». Το επόμενο διάστημα σύστησε στους Μπιτλς τη μαριχουάνα, επέστρεψε στην ηλεκτρική κιθάρα που έπαιζε ως έφηβος, έγραψε το Like a rolling stone και παντρεύτηκε. Είναι μια τρελή, παράλογη πορεία, σε έναν κόσμο που άλλαζε παράλληλα μαζί του.

Γόης χωρίς αιτία
Ένα τμήμα του A Complete Unknown εστιάζει στα κορίτσια του νεαρού Μπομπ. Είναι ίσως το πιο ζωντανό και πικάντικο κομμάτι για ένα κοινό που δεν καίγεται ιδιαίτερα να μάθει το παρασκήνιο της εμφάνισης στο Νιούπορτ, αλλά διψάει να γνωρίσει έστω λίγο καλύτερα τον άνθρωπο Ντίλαν. Η Σουζ Ροτόλο, λοιπόν, ήταν η πρώτη σοβαρή, η πρώτη στενή του σχέση. Μια κοπέλα καθοριστική για την κοινωνικοπολιτική του αφύπνιση: Πριν από αυτή, ο Ντίλαν έγραφε τραγούδια για τη ζωή στη Νέα Υόρκη και τον φολκ τροβαδούρο Γούντι Γκάθρι. Στο πλευρό της, άρχισε να καταπιάνεται με θέματα όπως τα φυλετικά δικαιώματα και η απειλή του πυρηνικού πολέμου. Ήταν επίσης εκείνη που του έδωσε να διαβάσει Ρεμπώ. Μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη που οδήγησε σε έκτρωση, μια παράλληλη σχέση του τραγουδοποιού με την Τζόαν Μπαέζ και η εχθρότητα με την οποία τον αντιμετώπισε η οικογένεια της Ροτόλο ήταν οι βασικοί λόγοι χωρισμού τους. Στο τραγούδι Ballad in plain D, ο Ντίλαν εκείνης της εποχής βγάζει τα προσωπικά τους στη φόρα. «Πρέπει να ήμουν μεγάλο κάθαρμα για να γράψω κάτι τέτοιο», θα έλεγε χρόνια μετά. «Από όλα τα τραγούδια που έχω γράψει, αυτό είναι που θα πέταγα».
«Φοβούνται μη μείνουν μόνοι τους. Αλλά, σε τελική ανάλυση, τι σημαίνει μένω μόνος μου; Υπήρξα μόνος μου κάποιες φορές μπροστά σε τρεις χιλιάδες ανθρώπους». ―Μπομπ Ντίλαν, 1964

Στη σχέση με την Μπαέζ, τα πράγματα ήταν ακόμα πιο σύνθετα: κοινές εμφανίσεις, οπορτουνισμός, έρωτας, συναδελφικότητα αλλά και ζήλια. Χρόνια μετά, η φημισμένη τραγουδίστρια θα έγραφε για εκείνον το ανατριχιαστικό Diamonds & Rust, ενώ πολύ αργότερα ο ίδιος θα απολογούνταν για το πώς της φέρθηκε στα ’60s, λέγοντας πως «δεν μπορείς να είσαι σοφός και ερωτευμένος ταυτόχρονα». Γεγονός πάντως είναι ότι η συχνά επιπόλαιη συμπεριφορά του Ντίλαν απέναντι στις γυναίκες φωτίζεται σήμερα μέσα από το πρίσμα μιας νέας εποχής, που μας λέει ότι οι σπουδαίοι καλλιτέχνες δεν υπήρξαν πάντοτε σωστοί άνθρωποι. Το βλέπουμε στην πρόσφατη αυτοβιογραφία-εξομολόγηση του Σαββόπουλου. Το βλέπουμε, επίσης, στις αποκαλύψεις που βγαίνουν κάθε τόσο, συμβάλλοντας σε έναν ενίοτε απομυθοποιητικό αλλά πάντως γόνιμο επαναπροσδιορισμό των μεγάλων αντρών που θαυμάζουμε. Για την ιστορία, στο A Complete Unknown, ο 83χρονος Ντίλαν ζήτησε να αλλάξει το όνομα της Σουζ Ροτόλο σε Σίλβι Ρούσο. Προς αποφυγή μηνύσεων, λογικά, αλλά ίσως και ως μια μικρή ένδειξη σεβασμού στον πρώτο του μεγάλο έρωτα.

_________________________________________________________________________
Κεντρική φωτογραφία: Μάιος, 1962: Χαρούμενος τροβαδούρος στη γειτονιά Γκρίνουιτς Βίλατζ της Νέας Υόρκης. (Φωτογραφία: David Gahr/Getty Images/Ideal Image)

