Όλα οφείλονται σε μια ιδέα του Χάρι Μπελαφόντε, ο οποίος αποφάσισε να φτιάξει τους USA for Africa, ένα σούπεργκρουπ στο πρότυπο της Band Aid που τον Δεκέμβριο του 1984 είχε κυκλοφορήσει το «Do they know it’s Christmas?» με στόχο τη συγκέντρωση χρημάτων για την καταπολέμηση του μεγάλου λιμού που έπληττε από το 1983 την Αιθιοπία, στοιχίζοντας τη ζωή σε περίπου ένα εκατομμύριο ανθρώπους.
Η ιδέα του Μπελαφόντε έγινε πράξη στις 28 Ιανουαρίου του 1985 όταν μερικοί από τους μεγαλύτερους σταρ της εποχής συγκεντρώθηκαν σε ένα στούντιο στο Χόλιγουντ για να ηχογραφήσουν το «We are the world», που τελικά κυκλοφόρησε στις 7 Μαρτίου του ίδιου έτους και έμελλε να αποτελέσει ένα από τα μεγαλύτερα καλλιτεχνικά και κοινωνικοπολιτικά φαινόμενα της δεκαετίας του 1980.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
Η μεγαλύτερη νύχτα για την ποπ
Τη δημιουργία του σούπεργκρουπ ανέλαβε ο ατζέντης και παραγωγός Κεν Κρέιγκεν. Εκτός από τον Μάικλ Τζάκσον και τον Λάιονελ Ρίτσι που έγραψαν το τραγούδι κλεισμένοι στην οικογενειακή οικία των Τζάκσον στην Καλιφόρνια, στο «We are the world» σόλαραν επίσης, μεταξύ άλλων, ο Στίβι Γουόντερ, ο Μπρους Σπρίνγκστιν, η Σίντι Λόπερ, η Τίνα Τέρνερ, ο Ρέι Τσαρλς, η Νταϊάνα Ρος, η Ντιόν Γουόργουικ και ο Μπομπ Ντίλαν, ενώ στη χορωδία του συμμετείχαν ο Χάρι Μπελαφόντε, ο Μπομπ Γκέλντοφ (που είχε συν-γράψει το «Do they know it’s Christmas?»), η Λατόγια Τζάκσον και η Μπέτι Μίντλερ.
Το ντέμο του «We are the world» ηχογραφήθηκε στο στούντιο του Κένι Ρότζερς στις 22 Ιανουαρίου και δύο ημέρες μετά στάλθηκε σε όλους τους καλλιτέχνες που θα συμμετείχαν σε αυτό, για να το μάθουν. Η τελική ηχογράφηση συμφωνήθηκε να γίνει υπό άκρα μυστικότητα την επομένη της τελετής των Αμερικανικών Μουσικών Βραβείων, στις 28 του ίδιου μήνα, στο στούντιο A&M, αφού είχαν αποφασιστεί χίλια δυο «logistics» (μέχρι και το ποιος θα στέκεται δίπλα σε ποιον στο στούντιο) για να κυλήσουν όλα αρμονικά.
Η ηχογράφηση ολοκληρώθηκε στις 8 το πρωί και παρά τα «logistics» δεν έλειψαν τα απρόοπτα, όπως η μη-συμμετοχή του Πρινς στο παρά πέντε, αλλά και μία εξαιρετικά συγκινητική στιγμή, όταν κατά τις πρώτες πρωινές ώρες δύο εμβληματικοί Αιθίοπες τραγουδιστές, ο Μαχμούντ Αχμέντ και ο Τιλάχουν Γκεσέσε, μπήκαν στο στούντιο και συνάντησαν τους Αμερικανούς ως επί το πλείστον καλλιτέχνες, ως καλεσμένοι του Στίβι Γουόντερ.
Όποιος ενδιαφέρεται να μάθει την ιστορία του τραγουδιού μέσα από μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τη δημιουργία του, μπορεί να παρακολουθήσει στο Netflix το ντοκιμαντέρ «Η μεγαλύτερη νύχτα για την ποπ», παραγωγής 2024 (απ’ όπου οι φωτογραφίες).
Η επιρροή στη μουσική και τον κόσμο
Το σινγκλ έφτασε στην 1η θέση του τσαρτ των ΗΠΑ και δεκάδων άλλων χωρών ανά τον κόσμο, ενώ έγινε το πιο εμπορικό σινγκλ στην ιστορία της αμερικανικής δισκογραφίας και το 8ο πιο εμπορικό σινγκλ στην Ιστορία, πουλώντας 20 εκατομμύρια αντίτυπα. Την κυκλοφορία του την ακολούθησε ένα άλμπουμ με τον ίδιο τίτλο (την 1η Απριλίου του 1985) που περιελάμβανε εννέα ακόμα τραγούδια, ερμηνευμένα από τις Pointer Sisters, τον Πρινς, την Τίνα Τέρνερ, τον Μπρους Σπρίνγκστιν κ.ά. καλλιτέχνες. Στα, δε, βραβεία Γκράμι τιμήθηκε με τέσσερα αγαλματίδια: Δίσκος της Χρονιάς, Τραγούδι της Χρονιάς, Καλύτερη Ποπ Ερμηνεία από Ντουέτο ή Συγκρότημα με Φωνητικά και Καλύτερο Μουσικό Βίντεο Μικρής Διάρκειας.

Το σινγκλ και το άλμπουμ προωθήθηκαν με μία βιντεοκασέτα που περιελάμβανε το βιντεοκλίπ του «We are the world», ένα ειδικό περιοδικό, T-shirts, αφίσες, κονκάρδες και άλλα είδη μερτσαντάιζ. Επίσης, στις 5 Απριλίου του 1985, περίπου 8.000 ραδιοφωνικοί σταθμοί απ’ όλο τον κόσμο συντονίστηκαν για την ταυτόχρονη μετάδοση του τραγουδιού. Από όλα τα «We are the world» προϊόντα, υπολογίζεται ότι συγκεντρώθηκαν 80 εκατομμύρια δολάρια.
Από αυτά τα χρήματα, το 90% διοχετεύθηκε στη βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη ανακούφιση του πληθυσμού της Αιθιοπίας και άλλων κρατών της Μαύρης Ηπείρου από τον λιμό και άλλα προβλήματα – τέθηκαν σε εφαρμογή πρότζεκτ που είχαν να κάνουν με την αντισύλληψη, την εκπαίδευση, τη γεωργία, την αλιεία, τη διαχείριση του νερού, τις κατασκευές και την αναδάσωση (στη Μοζαμβίκη, τη Σενεγάλη, το Τσαντ, τη Μαυριτανία, την Μπουρκίνα Φάσο και το Μάλι). Το υπόλοιπο 10% διοχετεύθηκε στην καταπολέμηση της πείνας και της αστεγίας εντός των συνόρων των ΗΠΑ. Για την ιστορία, το πρώτο τζετ με ανθρωπιστική βοήθεια (τρόφιμα, φάρμακα και ρούχα) αναχώρησε από τις ΗΠΑ για την Αιθιοπία και το Σουδάν τον Ιούνιο του 1985.

Έχει σημασία, τέλος, ότι το «We are the world» δεν ήταν μία απλή «στιγμή» στην παγκόσμια ποπ κουλτούρα. Πέρα από τις μετέπειτα λάιβ παρουσιάσεις του σε φιλανθρωπικά και άλλα events, πέρα από τις επανεκτελέσεις του μέσα στα σαράντα χρόνια που μεσολάβησαν, πέρα από το φως που έριξε στα προβλήματα της Αφρικής, επηρέασε γενικότερα τη μουσική βιομηχανία, ωθώντας τους μουσικούς να συνεργάζονται πιο συχνά για πρότζεκτ με κοινωνικοπολιτικό προσανατολισμό.

Ένα «ελληνικό» τέτοιο παράδειγμα ήταν η κυκλοφορία του μάξι σινγκλ «Κάθε φορά που γελάει ένα παιδί» το 1992. Πρόκειται για σύνθεση του Μίμη Πλέσσα με στίχους της Λουκίλας Καρρέρ και της Ναταλίας Γερμανού που τραγούδησε συνεργατικά η dream team της εποχής (Αλέξια, Καίτη Γαρμπή, Δάκης, Ευρυδίκη, Μαντώ, Σάκης Ρουβάς κ.ά.). Μία τέτοια τοπική σύμπραξη α λα USA for Africa, όταν έγραφαν το τραγούδι τους ο Μάικλ Τζάκσον με τον Λάιονελ Ρίτσι, πιθανώς, όρκο δεν παίρνουμε, δεν την είχαν καν φανταστεί.
Στο Netflix είναι διαθέσιμο το ντοκιμαντέρ «Η μεγαλύτερη νύχτα για την ποπ», παραγωγής 2024, που καταγράφει τη δημιουργία του «We are the world».

