Οι περισσότεροι μουσικοί κάνουν soundcheck λίγες ώρες πριν από το λάιβ. Ρυθμίζουν με τον ηχολήπτη τις εντάσεις, εξοικειώνονται με τη σκηνή, τσεκάρουν ότι όλα είναι ΟΚ. Ο Πολ Μακάρτνεϊ, πάλι, πηγαίνει για soundcheck μία μέρα πριν. Και το μετατρέπει σε μίνι συναυλία για κατόχους VIP εισιτηρίων. Τέτοιος είναι!
Τον βλέπω στα διάφορα βίντεο που μου πετάει το Instagram από την πρόσφατη περιοδεία του και απορώ: Πού το βρίσκει τέτοιο κέφι; Πού βρίσκει τόση όρεξη ένας άνθρωπος τόσο χορτάτος; Κατά τον ίδιο τρόπο, μένω άναυδος και με τον Ρίνγκο Σταρ, ο οποίος ετοιμάζεται να κλείσει τα 85, αλλά μοιάζει 65. Το νέο του κάντρι άλμπουμ, Look up, είναι ακόμα μία σπουδή στην ελαφρότητα. Ο Ρίνγκο δεν μπορεί να κάνει κάτι στιβαρό, κάτι σημαντικό. Αυτό τον τρώει και αυτό τον σώζει. Οι ερμηνείες του πάντως είναι πολύ καλές σε αυτόν τον δίσκο, η παραγωγή του T Bone Burnett λοξοκοιτάει προς το ροκ και το μελαγχολικό Time on my hands πατάει τα σωστά κουμπιά συγκίνησης.
Κατά τα άλλα, οι Μπιτλς διαλύθηκαν το 1970, αλλά στην πραγματικότητα δεν διαλύθηκαν ποτέ. Κάθε τόσο είναι στην επικαιρότητα. Πάντα αγαπητοί, πάντα ευχάριστοι. Προσωπικά βρίσκω μικρό ενδιαφέρον σε ντοκιμαντέρ μιας χιλιοειπωμένης ιστορίας ανόδου προς τη δόξα, όπως το πρόσφατο του Σκορσέζε, ή σε ΑΙ φωτογραφίες που τους δείχνουν όλους μαζί γέρους. Μια κάποια συγκίνηση ένιωσα ανακαλύπτοντας όψιμα προ ημερών τα Esher Demos – πρώιμες καταγραφές των τραγουδιών που τελειοποιήθηκαν στο White Album. Τίποτα πάντως δεν συγκρίνεται με την ακρόαση των δίσκων της ώριμης περιόδου τους (1965-1969), που εξακολουθούν να μεταδίδουν όλη την αγάπη και όλη την τρέλα του κόσμου.
ΣΤΟ ΠΙΚΑΠ

Ντέιβιντ Λιντς – Crazy clow time (2011)
Πιθανώς επηρεασμένοι από την απώλεια, επανεκτιμούμε το πιο αδικημένο άλμπουμ του σκηνοθέτη. Έναν δίσκο που πειράζει τα μπλουζ, εντάσσοντας σε αυτά στοιχεία ηλεκτροπόπ, αβανγκάρντ και βέβαια το αίνιγμα του Λιντς. Οι στίχοι είναι όλοι δικοί του, οι μουσικές φτιάχτηκαν σε συνεργασία με τον Ντιν Χάρλεϊ.

