Σε ένα τραπέζι πριν από λίγες μέρες, άκουσα τους γύρω μου να απαριθμούν στόχους για τη νέα χρονιά. Ένας φίλος είπε πως θέλει να μάθει ιταλικά, άλλος να μαγειρεύει έστω ένα ωραίο φαγητό την εβδομάδα, μια τρίτη να οργανώνει ένα τραπέζι τον μήνα στο σπίτι της. Και έπειτα μια φίλη είπε αυτό: «Από τη νέα χρονιά θα αποστηθίζω τουλάχιστον ένα ποίημα την εβδομάδα, θέλω να φροντίσω τη σκέψη μου». Ανάμεσα σε όσα συζητιούνταν, αυτή ήταν μια μη αναμενόμενη δήλωση, η οποία όμως με βοήθησε να σκεφτώ λίγο περισσότερο και μάλλον να καταλάβω την κοινή συνισταμένη όλων των υπολοίπων. Η πρωτότυπη και μάλλον κάπως ερασιτεχνική προσπάθεια της φίλης για να κρατήσει το μυαλό της σε φόρμα ήταν μια κραυγή αγωνίας για την παύση της εξωτερικής και εσωτερικής φλυαρίας που πληγώνει καθημερινά τη διαύγεια του μυαλού μας, κάνοντάς μας να αναρωτιόμαστε αν χάνουμε λίγο λίγο δεξιότητες που είχαμε παλαιότερα. Δεν είναι μόνο ότι πλέον δεν θυμόμαστε απ’ έξω τους αριθμούς τηλεφώνων αγαπημένων προσώπων ούτε ότι δεν μπορούμε να οδηγήσουμε χωρίς GPS, αλλά ότι δεν συγκεντρωνόμαστε σε μία μόνο δουλειά, ότι διαβάζουμε σχεδόν πάντα διαγώνια, ότι σπάνια βυθιζόμαστε χωρίς περισπασμούς σε είκοσι σελίδες ενός βιβλίου ή σε μια ταινία, κι όλο και πιο συχνά ξεχνάμε τι θέλαμε να πούμε. Το μυαλό μας, λένε οι ειδικοί, θυμίζει μαϊμού που πηδά από κλαδί σε κλαδί. Νιώθουμε εξαντλημένοι, αγχωμένοι και τελικά ανεπαρκείς.
Γινόμαστε λιγότερο έξυπνοι;
H ψηφιακή επανάσταση που αναδιαμόρφωσε τον κόσμο μας, αναμόρφωσε και το μυαλό μας; Οι ανησυχίες είναι τόσο παλιές όσο και το διαδίκτυο. Εντάθηκαν με την έντονη χρήση των κοινωνικών δικτύων και εκτοξεύθηκαν με την πρόσβαση στα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης. Σε έρευνα του 2019 διαπιστώθηκαν οξείες και διαρκείς μεταβολές σε συγκεκριμένες περιοχές της νόησης που μπορεί να αντανακλούν αλλαγές στον εγκέφαλο, επηρεάζοντας τις ικανότητες προσοχής, τις διαδικασίες μνήμης –οι μόνιμα προσβάσιμες διαδικτυακές πληροφορίες μπορούν να αλλάξουν τους τρόπους με τους οποίους ανακτούμε, αποθηκεύουμε, ανακαλούμε, ακόμη και αξιολογούμε τη γνώση– και τέλος την κοινωνική νόηση, αφού το πλαίσιο κοινωνικών αλληλεπιδράσεων έχει αλλάξει δραστικά.
Το μυαλό μας, λένε οι ειδικοί, θυμίζει μαϊμού που πηδά από κλαδί σε κλαδί. Νιώθουμε εξαντλημένοι, αγχωμένοι και τελικά ανεπαρκείς.
Η Εύη Πιτουρά, καθηγήτρια Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και Πληροφορικής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και ερευνήτρια στη Μονάδα «Αρχιμήδης» του ερευνητικού κέντρου «Αθηνά», ζώντας μέσα στις ασυναγώνιστες δυνατότητες της τεχνολογίας, συμμερίζεται όλες αυτές τις ανησυχίες. Δεν φαίνεται αισιόδοξη ότι στο μέλλον θα είμαστε το ίδιο έξυπνοι με σήμερα. Για την ίδια, το κλειδί βρίσκεται στην τεμπελιά. «Εξαρτάται από τον τρόπο που θα χρησιμοποιήσουμε την τεχνολογία, όπως συμβαίνει με όλα τα πράγματα. Αν υποκύψουμε στη φυσική τάση που έχουμε όλοι να τεμπελιάζουμε, να κάνουμε εκείνα που είναι πιο ευχάριστα και απαιτούν λιγότερο κόπο, αν δεν κατανοήσουμε τι πραγματικά μάς προσφέρουν τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη, υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να γινόμαστε όλο και λιγότερο έξυπνοι», μου λέει με μια συγκατάβαση. Η αντίσταση σε αυτό, λέει, είναι η εκπαίδευση στην ορθή χρήση αλλά και η υπενθύμιση της χαράς της δημιουργίας. «Για παράδειγμα, ακούω ανθρώπους που χρησιμοποιούν την τεχνητή νοημοσύνη για να τους βοηθήσει στον προγραμματισμό της ημέρας τους, για να γράψει τα κείμενά τους και να λύσει τις ασκήσεις τους. Μας βοηθάει αυτό; Στους φοιτητές μου λέω ότι, ακόμα και αν θέλουν να χρησιμοποιήσουν το ChatGTP, ας το κάνουν αφού έχουν δοκιμάσει να λύσουν την άσκηση. Έτσι, μπορούμε να ελπίζουμε ότι χάρη στην τεχνολογία στο μέλλον μάλλον θα είμαστε διαφορετικά έξυπνοι», καταλήγει.
Από κλαδί σε κλαδί
Η αντίσταση στην τεμπελιά δεν είναι εύκολη. Είναι διάφοροι οι παράγοντες που λειτουργούν ανασταλτικά: ιλιγγιώδεις ρυθμοί ζωής, εθισμός στην ταχύτητα, ανυπομονησία για τη λύση ή την απάντηση ενός προβλήματος· ειδικά στον εργασιακό στίβο, που όσο πιο πολυπράγμων είσαι, τόσο το καλύτερο. Δουλεύουμε ενώ τρώμε. Σκεφτόμαστε ένα πρότζεκτ ενώ γυμναζόμαστε. «Κοινωνικά μάς έχουν επιβληθεί αυτοί οι όροι ταχύτητας, με αποτέλεσμα να κινούμαστε σε ένα μικρό μόνο πλαίσιο ικανοτήτων του εγκεφάλου», λέει η Ελισάβετ Κάλμπαρη, νευροψυχολόγος και σύμβουλος ανάπτυξης δεξιοτήτων σε επαγγελματίες. «Ξέρουμε ότι λόγω των άπειρων πληροφοριών παθαίνουμε αυτό που έχει οριστεί ως monkey mind – οι ανήσυχες, ανεξέλεγκτες σκέψεις μας τρέχουν σαν μαϊμούδες από κλαδί σε κλαδί. Δηλαδή, ο εγκέφαλος παίρνει μεν τις πληροφορίες, αλλά ο τρόπος ζωής μας δεν βοηθά ώστε να τις ξεσκαρτάρουμε και να τις επεξεργαστούμε σε τέτοιο βαθμό ώστε να νιώσουμε ικανοποίηση, να εξελιχθούμε και να αναπτύξουμε τον εγκέφαλό μας λίγο περισσότερο». Για να μην είμαστε καθημερινά σαν τον Σίσυφο με τον βράχο και να φροντίσουμε την υγεία του μυαλού μας, πρέπει πρώτα να πατήσουμε φρένο και έπειτα να επιστρέψουμε σε συνήθειες που μας προσφέρουν απόλαυση.

Η φίλη που ήθελε να φροντίσει τη σκέψη της αποστηθίζοντας ποιήματα και η κ. Πιτουρά, που μας λέει ότι κάνει fasting από την τεχνολογία και τον κόσμο για να ηρεμήσει το μυαλό της, έχουν κάνει, σύμφωνα με την κ. Κάλμπαρη, το πρώτο σπουδαίο βήμα για ένα κοφτερό μυαλό: έχουν συνειδητοποιήσει ότι η ταχύτητα προκαλεί σύγχυση. «Πολλοί άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν τι ακριβώς χάνουν από την αυτοματοποίηση της ζωής τους. Η αυτοπαρατήρηση λοιπόν είναι το πρώτο βήμα. «Δεν είναι όλα to do list και φυσικά η εγρήγορση μπορεί να έρθει από την ηρεμία», ξεκαθαρίζει και υπογραμμίζει ότι «η αναγνώριση ερεθισμάτων και η παρατήρηση των ήχων γύρω μας είναι από μόνες τους μια άσκηση για το μυαλό».
Πίσω στο χαρτί
Το γράψιμο σε χαρτί –μια συνήθεια που σταδιακά εγκαταλείπουμε– είναι ευεργετικό. Αφενός γιατί ενεργοποιεί τμήματα του εγκεφάλου που ενισχύουν τη δημιουργική σκέψη. Η κ. Πιτουρά, για παράδειγμα, όταν διδάσκει, γράφει στον πίνακα. Είναι ένας τρόπος για να ωθήσει τους φοιτητές της να αντιγράψουν. «Πιστεύω πολύ ότι αντιγράφοντας ή απλώς γράφοντας επιτελούμε μια λειτουργία που ενισχύει το μυαλό μας. Είναι ο κόπος που καταβάλλουμε για να κάνουμε κάτι. Χρειάζεται να προσπαθήσουμε για να μας εντυπωθεί κάτι», σκέφτεται, και όχι άδικα. «Το γράψιμο ενεργοποιεί έτσι διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου. Βάζοντας τον άλλο να παρακολουθήσει, επιβάλλει μια παύση στην αυτόματη λογική και αναγκάζει τους φοιτητές αρχικά να χρησιμοποιήσουν την όραση για να παρατηρήσουν. Έπειτα, να αντιληφθούν τι διαβάζουν και να ενεργοποιήσουν τις αισθήσεις τους. Αν κάνουν λάθος, θα το διορθώσουν και έτσι παραμένουν σε εγρήγορση. Πολλοί θα κουραστούν από αυτό, γιατί έχουμε συνηθίσει στην ταχύτητα, αλλά πρέπει να επανεκπαιδευτούμε στην υπομονή», σχολιάζει η κ. Κάλμπαρη. «Ειδικά οι οπτικοί τύποι χρειάζεται να γράψουν κάτι που έχουν διαβάσει για να το αποτυπώσουν. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργούν ένα αποτύπωμα και ένα στίγμα στον εγκέφαλο. Το αποτύπωμα αυτό μπορεί να γίνει η αρχή για κάτι πιο δημιουργικό», συμπληρώνει.
Η γραφή σε χαρτί με τα δικά μας γράμματα αποτελεί επίσης ένα ολοκληρωτικά μοναδικό στίγμα για τον καθένα μας: «Το να κρατάμε και να διαβάζουμε δικές μας σημειώσεις για δικές μας σκέψεις είναι μια διαδικασία που μπορεί να ενεργοποιήσει ντοπαμίνη και σεροτονίνη, ενεργοποιώντας τμήματα του εγκεφάλου απαραίτητα για τη δημιουργία».
Ο ρυθμός και οι αισθήσεις
Μετά την ηρεμία, σειρά έχει η απόλαυση. Ο χορός και η μαγειρική ενεργοποιούν τις ορμόνες που χρειάζεται ένα μυαλό για να είναι κοφτερό και δημιουργούν νέες συνδέσεις όσο περνάμε καλά. «Για να χορέψεις, πρέπει να μάθεις τα βήματα και να ακολουθείς τον ρυθμό. Αυτό μπορεί να είναι ιδιαίτερα δύσκολο στην αρχή, αφού απαιτεί συγχρονισμό και μεγάλη συγκέντρωση. Σκανάροντας εγκεφάλους, έχουμε δει ότι βοηθάει την περιοχή του ιππόκαμπου, ενισχύοντας την ταχύτητα και τη μνήμη», σχολιάζει η κ. Κάλμπαρη. Αντίστοιχα και η μαγειρική, στην οποία ενεργοποιούνται όλες οι αισθήσεις: όραση, γεύση, αφή, όσφρηση, ενώ ταυτόχρονα ακολουθούνται βήματα. «Συνθέτει όλες τις ικανότητές μας, την ώρα που ο στόχος είναι να πετύχουμε κάτι και να το απολαύσουμε. Η επιβράβευση που συνοδεύει τη μαγειρική ενεργοποιεί την ντοπαμίνη», σχολιάζει η κ. Κάλμπαρη. Σε αυτό το σημείο της συζήτησης θυμάται ότι οι καλύτερες ιδέες των επαγγελματιών με τους οποίους συνεργάζεται, δεν έρχονται ποτέ σε συνθήκες πίεσης, αλλά την ώρα μιας βόλτας ή της μαγειρικής.
Ο χορός και η μαγειρική ενεργοποιούν τις ορμόνες που χρειάζεται ένα μυαλό για να είναι κοφτερό και δημιουργούν νέες συνδέσεις όσο περνάμε καλά.
Τα επιτραπέζια, επίσης, ενεργοποιούν και βελτιώνουν τη μνήμη. Θυμάσαι πώς είναι το να λύνεις προβλήματα και κρατάς το μυαλό σου σε εγρήγορση. «Είναι μια δραστηριότητα που ενισχύει τη νευροπλαστικότητα του εγκεφάλου, δημιουργώντας νέες συνάψεις. Εκείνη τη στιγμή δεν το καταλαβαίνεις, αλλά αργότερα οι πληροφορίες και τα ερεθίσματα θα έρθουν και θα δέσουν, δίνοντάς σου καινούργιο υλικό για τη δουλειά και την καθημερινότητα, πέρα από τη χαρά που θα σου προκαλέσουν. Πρέπει να θυμηθούμε τι μας αρέσει, να το καταγράψουμε και να απολαύσουμε το δικαίωμά μας να το κάνουμε», επισημαίνει η κ. Κάλμπαρη.
Ο καλύτερος τρόπος βέβαια είναι μαζί με άλλους. Με την ντοπαμίνη και τη σεροτονίνη να είναι τόσο απαραίτητες για το μυαλό, οι νευροψυχολόγοι προτείνουν να μην αφήνουμε τις φιλικές και κοινωνικές μας σχέσεις να ξεθωριάζουν στον βωμό των «to do list». Τελικά, όλοι οι στόχοι της νέας χρονιάς που ακούστηκαν σε εκείνο το τραπέζι, η εκμάθηση μιας καινούργιας γλώσσας, το καλό φαγητό, το ένα τραπέζι τον μήνα και το ένα ποίημα την εβδομάδα, είχαν έναν κοινό παρονομαστή: την επιστροφή στη δημιουργία, στην απόλαυση και στη χαρά. Μέσα από αυτά, και την επιστροφή στην πνευματική διαύγεια.

