«Λεμονάδες, πορτοκαλάδες, μπιράλ, τσιπς, σάμαλι, κοκ!», διαλαλούσαν άλλοτε οι μικροπωλητές πριν γυρίσει η ταινία στην μπομπίνα και γεμίσει το λευκό πανί γουέστερν, φιλμ νουάρ, κωμωδίες και μελοδράματα. Τα πιτσιρίκια παρακαλούσαν τις μανάδες και τους πατεράδες για μια λιχουδιά κι οι μεγάλοι όλο και κάτι έπαιρναν να μασουλήσουν από την καντίνα μέσα ή από τους πλανόδιους που στήνονταν με την πραμάτεια τους απέξω. Πασατέμπος και ηλιόσπορος στο σακουλάκι, τυρόπιτες, σουβλάκια, ποπ κορν, νάτσος που βουτάνε σε λιωμένο τσένταρ –πιο πρόσφατα αυτά–, γλυκίσματα, παγωτά, είναι μπλεγμένα στις θερινές μας αναμνήσεις με ευωδιές γιασεμιού, καπνούς από τσιγάρο στο φως του προβολέα, λοξές ματιές στο φεγγάρι, χαλικάκια κάτω από τα πόδια· κι εκείνη την ελευθερία που δεν έχουν οι χειμερινές αίθουσες.
Πάντα είχε τα σνακ του το θερινό. Άλλαζαν μαζί του. Οι καρέκλες με το πλαστικό κορδόνι που έδωσαν τη θέση τους σε καρέκλες σκηνοθέτη κι άλλες με άνετα μαξιλαράκια, οι μηχανές προβολής κι οι κόπιες βελτιώθηκαν, ήρθαν κι άλλοι τύποι σινεματικού φαγητού και ποτού. Τώρα σε κάποιους καλοκαιρινούς κινηματογράφους τρως πίτσα, τορτίγιες με τόνο ή γαλοπούλα, κοτομπουκιές. Πίνεις μπίρες από μικροζυθοποιίες ή ήπιας οινοποίησης κρασιά. Εδώ και μερικά χρόνια, όμως, υπάρχουν και κάποιοι ακόμη, που έχουν μενού κανονικό, μια συγκεκριμένη αλληλουχία πιάτων, που ετοιμάζονται στην κουζίνα τους. Δένουν ταινίες και φαγητό σε combo σινεφιλικό, σε μια έξοδο που τα έχει όλα, κι έχουν βρει το κοινό τους. Τα online εισιτήρια καπαρώνονται γρήγορα.
Κάθε ταινία ένα θεματικό μενού

Στο Stellar Gastro Cinema παρακολουθείς μια ιταλική κωμωδία μασουλώντας πίτσα με τυρί ταλέτζιο, αγκινάρα και τρούφα και νιόκι μπολονέζ. Τρως τάρτα με κατσικίσιο τυρί και σύκο και μπέργκερ με μοσχαράκι μπουργκινιόν αντί για μπιφτέκι βλέποντας μια γαλλική ντραμεντί. Το μενού μπορεί να έχει νότες ισπανικές, ινδικές, γιαπωνέζικες ή αργεντίνικες, ακολουθώντας την εθνικότητα του κάθε φιλμ, συνομιλώντας κατά κάποιο τρόπο μαζί του. «Όλες οι ταινίες έχουν κατά κάποιο τρόπο φαγητό, ακόμη και εκείνες στις οποίες δεν διαδραματίζει ιδιαίτερο ρόλο στην υπόθεση», λέει ο σεφ Γιάννης Μαρκαδάκης, ο εμπνευστής του – από τα χέρια του έχουμε φάει σε διάφορα εστιατόρια της Αθήνας· τώρα τον βρίσκουμε στις Σεϋχέλλες στο Μεταξουργείο. Το θερινό σινεμά τον γοήτευε πάντα, αλλά τον καιρό της καραντίνας άρχισε να στριφογυρίζει στο μυαλό του η ιδέα για ένα θερινό περισσότερο εστιασμένο στο φαγητό. Όταν βρέθηκε o πρώτος χώρος στην ταράτσα του πολυχώρου TZAFERI 16, στο Γκάζι, σκέφτηκε όλα τα υπόλοιπα: να είναι θεματικό, να αγοράζεις τα εισιτήρια μέσω πλατφόρμας, να παίζει τις ταινίες σε φουσκωτή airscreen σαν αυτές που έπαιρναν στην Αμερική τα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα για να μπορούν να κάνουν υπαίθριες προβολές σε χώρους που δεν μπορούσαν να έχουν σταθερό πανί.
Το έστησαν μαζί με τον σεφ και κριτή του Masterchef Πάνο Ιωαννίδη, και τον Ιταλό εισαγωγέα τροφίμων και φίλο του Μικέλε Ντι Κόσμο. Tον πρώτο καιρό συμμετείχε και ο σεφ Δημήτρης Κοντόπουλος. Στήθηκαν καρέκλες με ονόματα ηθοποιών και σκηνοθετών στις πλάτες και σεζλόνγκ, κρεμάστηκαν λαμπιόνια, η πρώτη δοκιμαστική προβολή έγινε τον Ιούνιο του 2020. Τρία καλοκαίρια ήταν εκεί το Stellar. Φέτος μεταφέρθηκε στην κορυφή του κτιρίου που στεγάζει το ΙΕΚ ΣΒΙΕ στην πλατεία Κάνιγγος. Το μενού, κάθε φορά διαφορετικό, το βλέπεις όταν κλείνεις το εισιτήριο. Όσα περιέχει –γεύσεις σύγχρονες, έξυπνα μιξάζ σε χαλαρούς γκουρμέ τόνους, που να μπορούν να φαγωθούν εύκολα στη συνθήκη του σινεμά– μαγειρεύονται σε μια κουζίνα της σχολής έναν όροφο πιο κάτω, και σερβίρονται σε βιοδιασπώμενα πιατάκια. Τα φέρνουν και τα μαζεύουν χωρίς καλά καλά να το καταλάβεις τα προπονημένα στα σκοτάδια παιδιά του σέρβις.

Άλλοι βάζουν στην εξίσωση και μια μπίρα ή μια Μargarita (χρεώνονται χωριστά), άλλοι όχι. «Πολλές φορές τα ζευγάρια παίρνουν και τα δύο μενού, το κύριο και το vegetarian, για να τα δοκιμάσουν όλα», λέει ο Γιάννης Μαρκαδάκης, Πάντα υπάρχει και γλυκό. Για το αλμοδοβαρικό «Όλα για τη μητέρα μου», που παρακολουθώ –μπορώ να τη δω αμέτρητες φορές αυτή την ταινία– έχουν ετοιμάσει μεταξύ άλλων και ισπανικό leches fritas, παναρισμένη, τηγανητή ισπανική γαλατόπιτα δηλαδή, πασπαλισμένη με ζάχαρη και κανέλα. Το σέρβιραν με παγωτό. Δεν το είχε στο πρόγραμμα το επιδόρπιο στην αρχή ο σεφ, αλλά την πρώτη μέρα του Stellar κάπως του έλειπε. Λίγο πριν την προβολή η γυναίκα του η Χριστίνα τον πήρε τηλέφωνο και του είπε: «σου έχω φτιάξει 50/50». Όπως εξηγεί, διάβαζαν κάποια στιγμή ένα βιβλίο, το Mission Street food των Anthony Myint και Karen Leibowitz, που περιέχει συνταγές, διηγείται όμως παράλληλα το πώς έστησαν, με δανεικά, την καντίνα τους στο Σαν Φραντσίσκο. Όταν λίγο πριν ανοίξουν ο Myint συνειδητοποίησε ότι είχε ξεχάσει το γλυκό, η τότε κοπέλα του και μετέπειτα σύζυγός του εμφανίστηκε με αυτά τα αμερικάνικα cookies, γεμιστά με παγωτό, βουτηγμένα σε λευκή και μαύρη γκανάς. Έτσι προέκυψε το… ριμέικ.
Μια οθόνη ανάμεσα στην πισίνα και τον Λυκαβηττό

Και το Pool Your Cinema στη Μεγάλη Βρεταννία ήταν μια ιδέα της εποχής του κορονοϊού, που έγινε αφορμή να ξετυλιχτούν διάφορα καινούργια open air σενάρια στο ξενοδοχείο του Συντάγματος. Η πισίνα στον 7ο όροφο, τα βράδια μετατρέπεται σε θερινό σινεμά. Άνετες καρέκλες τοποθετούνται από τη μια της μεριά, η φουσκωτή οθόνη από την άλλη και έτσι όπου και να καθίσεις βλέπεις το γαλάζιο νερό, το πανί και από πίσω τον φωτισμένο Λυκαβηττό. Την πρώτη φορά που είχα πάει έπαιζε το La Piscine του Ζακ Ντερέ. Δεν μπορώ να φανταστώ πιο ταιριαστό σκηνικό για το αστυνομικό δράμα με τον Αλέν Ντελόν και τη Ρόμι Σνάιντερ που είναι στο μεγαλύτερο μέρος του γυρισμένο σε μια πισίνα. Το σερί των ταινιών είναι αρκετά πολυφωνικό – φέτος έχει παίξει από το Barbie και το La La Land μέχρι την Ατίθαση Καρδιά του Λιντς. Τα εισιτήρια τα κλείνεις ηλεκτρονικά. Ό,τι και να διαλέξεις, πριν βρεις την θέση σου θα περάσεις μπροστά από την ομάδα που στήνει σιγά σιγά το φαγητό στα βιοδιασπώμενα σκαφάκια και τα δισκάκια από μπαμπού. Τα σερβίρουν μαζί με το ποτό της επιλογής σου (το μενού περιλαμβάνει και μπίρα, κρασί ή αναψυκτικό) λίγο πριν ξεκινήσει η προβολή.
Ο στόχος ήταν να δημιουργηθεί ένα μενού που να ταιριάζει και με το ξενοδοχείο, το οποίο να σερβίρεται με τρόπο που να μην σε αποσπά από την ταινία και να μπορείς να το διαχειριστείς εύκολα στα σκοτεινά, εξηγεί ο executice chef του ξενοδοχείου, Αστέριος Κουστούδης. «Το θερινό σινεμά έχει τους κανόνες του. Δεν γίνεται να λείψει το χρατς χρουτς του ποπ κορν ή το παγωτό», λέει. Η ομάδα του βρήκε την ευκαιρία να ξεφύγει από τα αυστηρά στησίματα και τις πορσελάνες και να «παίξει» με το concept ενός φαγητού προσεγμένου, με καλά υλικά, που να τρώγεται με το χέρι. Το αποτέλεσμα; Βουτυράτα ποπ κορν σε χάρτινο χωνάκι – τα φτιάχνουν σε μεγάλες κατσαρόλες στην κεντρική κουζίνα–, νάτσος με σάλτσα από τσένταρ, ελαφρά πικάντικη μαγιονέζα από πιπεριές τσιπότλ, χοτ ντογκ με λουκάνικο κοτόπουλου, με πίκλα από λαχανικά, χειροποίητη μαγιονέζα και τσιπς από κρεμμύδι. Δίπλα τους στο δισκάκι έχει «τάκο» από μαρούλι, με ντομάτα, μοτσαρέλα και κρέμα από μπριάμ, γαρίδες ποπ κορν, με σάλτσα αβοκάντο και λάιμ, και ένα νόστιμο μίνι μπέργκερ, το ψωμάκι του οποίου όπως και του χοτ ντογκ φτιάχνονται στο αρτοποιείο του ξενοδοχείου. Κατά καιρούς έχουν κάνει και τάκο με γαρίδα τεμπούρα, μπέργκερ με αστακό, όπως και πίτσα σε διάφορες εκδοχές. Κάθε καλοκαίρι κάτι καινούργιο θα σκεφτούν.

Στο διάλειμμα, όταν πια έχεις τελειώσει το φαγητό σου, έρχεται το παγωτό χωνάκι· εγώ πέτυχα βανίλια, άλλοτε είναι σοκολάτα ή καραμέλα. Ρωτάω τον Αστέριο Κουστούδη τι του άρεσε να τρώει στα θερινά όταν ήταν μικρός. «Γλειφιτζούρια από το Καπάνι. Και “πέτσα”, φρούτα μαγειρεμένα με ζάχαρη, κομμένα σε λωρίδες, συγκρατημένα με φιλμ από πάνω και κάτω» – έτσι λέει ο σεφ ότι λέγανε στη Θεσσαλονίκη την ξινόπαστα, το πεστίλι. Έχει σκεφτεί να βάλουν κάτι ανάλογο κάποια φορά στο κινηματογραφικού μενού. «Μάλλον θα χρειαστεί να πλύνει κανείς τα χέρια του μετά», γελάει. Οι μαρμάρινοι νιπτήρες δεν είναι πολύ μακριά πάντως. Σε περιμένουν στα δεξιά του διαδρόμου με τα κλασικά μοτίβα στις μοκέτες, στην πιο πολυτελή τουαλέτα θερινού της πόλης. Για πολλούς το σινεμά λειτουργεί και ως αφορμή να περιηγηθούν στο ξενοδοχείο-στολίδι, που είναι κι αυτό σαν σκηνικό ταινίας. Πριν ή μετά την προβολή κάνουν μια μικρή στάση για να περιεργαστούν τον εντυπωσιακό διάκοσμο του λόμπι και το Winter Garden, το καφέ-εστιατόριο του ισογείου με τη γοητεία του παλιού κόσμου, ή ανεβαίνουν μέχρι το GB Roof Garden για να βγάλουν μια φωτογραφία της πόλης από τα ψηλά.
Πηγή: Γαστρονόμος

